Άποψη
– του Δημήτρη Σφυρή
Θεωρώ πως για να κατανοήσουμε καλύτερα το παρόν και να δούμε με πιο καθαρή ματιά τί προοιωνίζεται για το μέλλον, είναι απολύτως χρήσιμο και απαραίτητο να κατανοήσουμε το «τις πταίει» στο παρελθόν.
Θα ήθελα λοιπόν ειδικά να εστιαστώ στην διαδικασία δημιουργίας του κράτους μας, καθώς και στις δομές και την κουλτούρα μέσα από τις οποίες αυτό εξελίχθηκε. Η προσέγγιση αυτή, σαφώς θα μας βοηθήσει να αντιληφθούμε καλύτερα την αιτιώδη συνάφεια με τα μεταγενέστερα συμβάντα για να συνάγουμε ασφαλέστερα συμπεράσματα.
Λόγω κυρίως ιστορικών συγκυριών, η ίδρυση του Ελληνικού κράτους μετά την τουρκοκρατία -η αρχή της βαβαροκρατίας στην χώρα μας- βασίστηκε στην υιοθέτηση του σύχρονου δυτικοευρωπαϊκού μοντέλου της εποχής, το οποίο όμως
στηρίχθηκε στην μιμητική υιοθέτηση ξένων προτύπων, θεσμών, συνηθειών, πρακτικών, τρόπων οργάνωσης της κοινωνίας και συγκρότησης του δημόσιου βίου της Δύσης. Η προσέγγιση μας αυτή, εμμέσως αποκήρυξε και απεμπόλησε την Ελληνικότητα και τις ιστορικές ιδιαιτερότητες μας. Αυτό λοιπόν συνετέλεσε στην δημιουργία ενός μεταπρατικού κράτους το οποίο δημιουργήθηκε, συγκροτήθηκε και λειτούργησε σε ξένα πρότυπα, χωρίς στην ουσία να εξυπηρετεί και να ανταποκρίνεται στις ανάγκες της κοινωνίας η οποία το συνιστά.
Αυτή η στείρα στράτευση από μέρους μας (η οποία μας επιβλήθηκε με έμμεσο τρόπο), στις ιδεολογίες και κοινωνικές επιδιώξεις της δύσης, χωρίς να λαμβάνει υπόψιν της -ως όφειλε- τις δικές μας μακραίωνες ιστορικές ανάγκες και προτεραιότητες, είχε ως αποτέλεσμα να μην προσλαμβάνει τα δυτικά πρότυπα για να τα αφομοιώσει στην δική μας κουλτούρα και ιδιαιτερότητα. Φτιάχτηκε ένα κράτος για λογαριασμό μας από άλλους, το οποίο εξ αρχής, δεν μπορούσε να εξυπηρετήσει την δική μας συλλογική συνύπαρξη και ψυχισμό.
Η κατάσταση αυτή, σταδιακά και διαχρονικά επιδεινώθηκε -πάντα βέβαια με την βοήθεια της σχετικής προπαγάνδας- με την δημιουργία ντόπιων κέντρων εξουσίας άμεσα ελεγχόμενων και επηρεαζόμενων από τους αλλοδαπούς δημιουργούς της, για την εξυπηρέτηση κατ’ ουσίαν των αλλότριων συμφερόντων. Κατάσταση που διαχρονικά εμπότισε και μύησε το DNA μας στην εσφαλμένη λογική των μικροσυμφερόντων, σε ανορθολογικές αγκυλώσεις και σε κατασκευασμένα ιδεολογικά ψευδολογήματα. Υπάρχουν πλείστα ιστορικά παραδείγματα να ανακαλέσουμε στην μνήμη μας, αλλά για εμάς τους νεότερους, για καθαρά πρακτικούς βιωματικούς και εμπειρικούς λόγους, αρκεί να εστιαστούμε μόνο σε αυτά που αφορούν την μεταπολιτευτική περίοδο μέχρι τις ημέρες μας.
Έχουμε λοιπόν δημιουργήσει -μέσω των πολιτικών που διαχειρίζονται τις τύχες μας- ένα κράτος «συνένοχο» που έχει αναλάβει το ρόλο οργάνου αναδιανομής του εθνικού μας πλούτου στο διεθνώς ελεγχόμενο τραπεζικό σύστημα, μέσω την άρρητης πολιτικής παροχών διασφαλίσεων και της άρρηκτης συνεργασίας της με την κάθε διεθνική τρόικα. Και αυτή η πολιτική -η οποία σαφώς αποτελεί διεθνή πρακτική- έχει ακόμη περισσότερο ενδυναμώσει τους δυνάστες μας (το διεθνές τραπεζικό σύστημα και αυτούς που κρύβονται πίσω από αυτό) μέσω της μέχρι σχετικά πρόσφατα παροχής σχετικών κρατικών εγγυήσεων, που προσέφεραν ευνοϊκές αξιολογήσεις (από τους περιβόητους οίκους αξιολόγησης) και πρόσβαση σε φθηνές πιστώσεις.
Και το «πανηγύρι» συνεχίστηκε και ολοκληρώθηκε με τις πλέον πρόσφατες ανακεφαλαιοποίησεις των πτωχευμένων τραπεζών (οι οποίες σύμφωνα με την πρόσφατη έκθεση συμπερασμάτων του ΔΝΤ, μάλλον δεν είναι αρκετές), οι οποίες πλέον ανήκουν στο κράτος και κατά συνέπεια στους αλλοδαπούς δανειστές μας. Το κράτος (ήτοι οι πολίτες) χρεώθηκε πολύ παραπάνω για να «διασώσει» τις τράπεζες μέσω των ανακεφαλαιοποίησεων και αυτές με την σειρά τους (..δηλαδή οι δανειστές μας..) μας κυνηγάνε για να κατάσχουν ακόμη και την πρώτη κατοικία μας και όλα αυτά με λεφτά που τα έχουμε πληρώσει (ως λαός μέσω του κράτους), τα πληρώνουμε και θα τα πληρώνουμε εμείς εις το διηνεκές. Φοβερή επιτυχία!!! Εδώ λαμβάνει «σάρκα και όστα» η λαϊκή ρήση «Γιάννης κερνάει, Γιάννης πίνει… και αλλού τα χρεώνει»!
Το αποτέλεσμα λοιπόν ήταν να συσσωρευτεί αρίφνητος πλούτος μεταξύ των ισχυρών, οι πολίτες να χρεωθούν με δυσβάσταχτο χρέος, ο κόσμος της εργασίας να αποδυναμωθεί, και η «αυξανόμενη εργασιακή ανασφάλεια» (όρος που καθιέρωσε ο γνωστός οικονομολόγος και πανίσχυρος πρώην διοικητής της FED για το διάστημα 1987-2006, Άλαν Γκρίνσπαν) να γίνει η νέα μάστιγα της εποχής μας.
Συνεχίζουμε λοιπόν, συστηματικά και βλακοδώς να εθελοτυφλούμε μπροστά στην προπαγανδιστική παραπλάνηση, την συντεταγμένη αντιδημοκρατική λειτουργία των τριών εξουσιών του κράτους (αντί να είναι ξεχωριστές και ανεξάρτητες η μια από την άλλη, αποτελούν ένα ενιαίο πακέτο υπό τον απόλυτο έλεγχο του εκάστοτε κυβερνώντος κόμματος), να έχουμε παροιμιακή ανοσία στην διαπλοκή, την διαφθορά, την ρεμούλα, την ασυδοσία, την ατιμωρησία, την εθνική μειοδοσία, την κατάφωρη καταπάτηση του συντάγματος, ψηφίζοντας αυτούς που αποδεδειγμένα μας εξαπατούν και κυριολεκτικά μας λοιδορούν.
Έχουμε καταντήσει μια κοινωνία που έχει απολέσει την συλλογική κοινή λογική -ένας λόγος αυτής της απώλειας ίσως οφείλεται και στην άγνοια της ιστορίας μας και της μοναδικής ιστορικής μας διαδρομής- και έχει οδηγηθεί σε μια λανθάνουσα αβελτηρία. Έχουμε συντελέσει στην δημιουργία αλλά και στην αποδοχή σοβαρότατων εκπτώσεων στις απαιτήσεις για μια πραγματικά ανώτερη ποιότητα ζωής, όπου η καταναλωτική μανία κινδυνεύει να γίνει δεύτερη φύση μας και η έλλειψη αμοιβαιότητας και άμιλλας έχει σαρώσει την κοινωνική μας συλλογική συνείδηση.
Σίγουρα η κρίση αυτή δεν έχει μόνο τεχνικές πτυχές, αλλά αναδεικνύει και το πρόβλημα ύπαρξης συμπτωμάτων κοινωνικής παρακμής και απώλειας της συλλογικότητας. Δεν νομίζω ότι μπορούμε να εξέλθουμε αποτελεσματικά με οποιονδήποτε τρόπο από την δίνη της κρίσης, εάν πρώτα δεν συνειδητοποιήσουμε ότι «από το εγώ πρέπει να μεταβούμε στο εμείς».
Από την δημιουργία του Ελληνικού κράτους, έχουν ήδη παρέλθει δύο αιώνες. Πόσο χρονικό διάστημα θα πρέπει επιτέλους ακόμη να περάσει για να πάψουμε ως λαός να κουβαλάμε μέσα μας και να συνεχίζουμε να «πιστοποιούμε» μέσω της ψήφου μας τον ραγιαδισμό και να γινόμαστε έρμαια ντόπιων απάτριδων και αλλοδαπών κοράκων; Πόσο ακόμη θα δεχόμαστε αδιαμαρτύρητα και παθητικά, ανερυθρίαστες και αδιάντροπες ομολογίες βουλευτών ότι «η χώρα εκβιάστηκε από τους δανειστές της» και γι’ αυτό, ενώ δεν το επιθυμούσαν ψήφισαν το μνημόνιο; Πολλοί δε από αυτούς δεν μπήκαν καν στον κόπο ούτε να το διαβάσουν. Αυτό δε αφορά πολύ περισσότερο αυτούς του πολιτικούς, που ενώ ήταν αντιπολίτευση θα έσκιζαν το μνημόνιο με ένα άρθρο και ένα νόμο, αλλά μετέπειτα κέρδισαν το παγκόσμιο χρυσό μετάλιο πολιτικής κυβίστησης.
Εάν λοιπόν όλα αυτά τα αποδεχθούμε, θεωρώ πως οδηγούμαστε στο λογικό συμπέρασμα ότι σε μια περίοδο κρίσης όπως αυτή που ξεκίνησε από το 2008 (και η ιστορία του καπιταλισμού μας έχει διδάξει ότι αυτές επαναλαμβάνονται), δεν θα μπορούσε παρά να μας οδηγήσει «νομοτελειακά» στο σημείο που βρισκόμαστε σήμερα. Αρά σαφώς έχουμε και εμείς το δικό μας μερτικό ευθύνης και δεν πρέπει να το αποποιούμαστε. Κύρια ευθύνη μας είναι πρωτίστως να κατανοήσουμε το ποιός φταίει και γιατί, να καταλάβουμε ποιά είναι η πραγματική αιτία των όσων έχουν συμβεί μέχρι τώρα. Ποιός είναι ο ρόλος που διαχρονικά παίζουν τα κυβερνώντα κόμματα μαζί με την εκάστοτε αντιπολίτευση. Και αναφέρομαι στην ευθύνη που πηγάζει από το μόνο ουσιαστικό μέσο άμυνας που μας έχει απομείνει, αυτό της ψήφου. Το πώς και με ποιά κριτήρια κάθε φορά θα την χρησιμοποιήσουμε, είναι αποκλειστικά και μόνο δική μας ευθύνη, πάντα μέσα στο πλαίσιο των επιλογών που έχουμε (σε ένα σαφώς κατακερματισμένο και δυστυχώς ελεγχόμενο πολιτικό σύστημα), ή κυρίως αυτών που θα έπρεπε να έχουμε προσπαθήσει να δημιουργήσουμε.
Και για να γίνω πιο σαφής, δεν εννοώ ότι θα μπορούσαμε -ως Ελλάδα- να αποτρέψουμε την ίδια την κρίση (πόσο μάλλον από την στιγμή που γίναμε μέλος της ΟΝΕ, αυτό ήταν αναμενόμενο ότι αργά ή γρήγορα θα συνέβαινε), αλλά να είχαμε δημιουργήσει ορθολογικότερες πολιτικές δομές, ένα κράτος δικαίου βασισμένο σε μια πιο ανθεκτική και λιγότερο εκτεθειμένη και ευάλωτη εθνική οικονομία, η οποία θα μπορούσε να διαθέτει καλύτερα αντανακλαστικά αλλά και «αμορτισέρ» για την αποσόβηση των ισχυρών κραδασμών και την ευκολότερη διαχείρισή τους.
Πώς όμως θα μπορούσε να συμβεί αυτό, από την στιγμή που διαχρονικά δημιουργήσαμε ή καλύτερα επιτρέψαμε να δημιουργήσουν άλλοι για λογαριασμό μας, ένα κακέκτυπο κράτος το οποίο ταυτίστηκε βαθιά και με λάθος τρόπο, με την αμοραλιστική δυτική «νεωτερικότητα» που εκφράζεται από το παγκοσμιοποιημένο παράδειγμα και κινείται προς την διαμόρφωση μορφωμάτων συλλογικότητας τα οποία μόνο πατριδοκεντρικά δεν μπορούν να χαρακτηριστούν; Όπου πρωτεύον στόχος δεν είναι η διακονία των σχέσεων μιας πιο δίκαιης κοινωνίας, αλλά η εξυπηρέτηση συγκεκριμένων πανίσχυρων συμφερόντων και ενός σχεδίου πολιτικής βασισμένο στα συμφέροντα των σχεδιαστών, με βασικό εργαλείο το Ευρώ και την σύμβαση ενός ελάχιστα κοινωνικού κράτους, με αντάλλαγμα την «συνδιαχείριση» της εξουσίας και την πλούσια ανταμοιβή που αυτή συνεπάγεται.
Δημήτρης Σφυρής
email: dsfyris@yahoo.com
πηγή http://www.analyst.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου