Τα ευρήματα παρουσίασε η αρχαιολόγος και προϊσταµένη της Γενικής ∆ιεύθυνσης Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονοµιάς, Πολυξένη Αδάμ Βελένη στις
εργασίες της 32ης επιστημονικής συνάντησης για το αρχαιολογικό έργο στη Μακεδονία και τη Θράκη στο κτήριο της Φιλοσοφικής Σχολής του ΑΠΘ.
«Βρήκαμε τη διασταύρωση δύο οδών, ενός οριζόντιου, παράλληλου με τη θάλασσα και ενός κάθετου κάτω από την Decumanus Maximus», τονίζει η ίδια. Σύμφωνα με τα ευρήματα, στον χώρο στεγάζονταν οικίες, καταστήματα ή εγκαταστάσεις μικτού χαρακτήρα. Αξίζει να σημειωθεί ότι το παραλιακό μέτωπο έφτανε τότε στη σημερινή Προξένου Κορομηλά, άρα κάποιοι από τους χώρους μπορεί να χρησιμοποιούνταν ως αποθήκες ή εργαστήρια στα οποία κατασκευάζονταν αντικείμενα προς εξαγωγή.
- Από τα σημαντικότερα ευρήματα του σταθμού της Αγίας Σοφίας είναι ακόμα η μεγαλοπρεπής κρήνη που βρέθηκε στην ανασκαφή στο τμήμα πάνω από την Εγνατία.
Όπως αναφέρει η ίδια, είναι χαρακτηριστικό το ότι λίγα οικοδομικά τετράγωνα μακριά από το συγκεκριμένο κρηναίο υπήρχε και άλλη κρήνη, στη σημερινή διασταύρωση Εγνατίας με Μητροπολίτου Γενναδίου. Υπογραμμίζει μάλιστα πως από τη διεύρυνση της decumanus (ΣΣ decumanus είναι ο λατινικός όρος, που αφορούσε μεγάλες οδούς ρωμαϊκών πόλεων που ήταν προσανατολισμένες από τα ανατολικά προς τα δυτικά και συνήθως κοσμούνταν στην αρχή και το τέλος τους με πλατείες). με τη χρήση του ηφαιστειογενούς υλικού -όπως αποκαλύπτεται στις ανασκαφές του σταθμού Βενιζέλου- διαφαίνεται ότι την περίοδο εκείνη είχε γίνει ο πολεοδομικός ανασχεδιασμός της πόλης στα σταυροδρόμια της οποίας τοποθετούνταν κρήνες.
- «[Τα ρωμαϊκά χρόνια] η Θεσσαλονίκη είναι μια μεγαλοπρεπής πόλη με τεράστια πανάκριβα οικοδομήματα που εγείρονται κατα καιρούς τον 4ο και 6ο αιώνα», τονίζει η κ. Βελένη μιλώντας για τον χαρακτήρα της πόλης που αποκαλύπτεται από τα ευρήματα των δύο σταθμών.
Σταθμός Σιντριβάνι. Πήλινα ειδώλια |
Ένα πρώτο ιστορικό συμπυκνωμένο αφήγημα για τη θαμμένη Θεσσαλονίκη από την προκασσάνδρεια εποχή (4ος π.Χ. αιώνα) έως τους νεώτερους χρόνους παρέδωσαν οι αρχαιολόγοι στην ημερίδα «Και Μετρό και Αρχαία».Την αδιάλειπτη ιστορία της πόλης τεκμηριώνουν περισσότερα από 300.000 ευρήματα (50.000 εξ αυτών νομίσματα) κινητά και μνημειακά σύνολα (ταφικά και αρχιτεκτονικά) που έφεραν μέχρι τώρα στο φως οι πολυετείς ανασκαφές στα εργοτάξια του ΜΕΤΡΟ κατά μήκος της διαχρονικής Εγνατίας οδού. Ο αρχαιολογικός θησαυρός σκιαγραφεί μια πλήρη σχεδόν εικόνα της υπόγειας πόλης.
Χρυσό στεφάνι από τάφο, τέλη 4ου –αρχές 3ου π.Χ (Σταθμός Σιντριβάνι) |
Την περιέγραψαν οι αρχαιολόγοι ανασκαφείς της Εφορείας Αρχαιοτήτων Θεσσαλονίκης (Στέλλα Βασιλειάδου, Κρινώ Κωνσταντινίδου, Ελένη Λαμπροθανάση, Τάνια Πρωτοψάλτη και Σταυρούλα Τζεβρένη) φωτίζοντας όλα τα ιστορικά της κεφάλαια: Την χωροταξική εξέλιξη της περιαστικής δυτικής ζώνης.
Τα ταφικά έθιμα ανά τους αιώνες.
Την πολεοδομική οργάνωση του αστικού χώρου. Την οικονομική της ανάπτυξη. Το εμπόριο και την αγορά της. Τους πρωτοχριστιανικούς χρόνους και τη μετάβαση της από τον αρχαιοελληνικό και ρωμαϊκό κόσμο στο Βυζάντιο. Την οθωμανική της περίοδο και την ευρωπαϊκή πόλη των αρχών του 20ου αιώνα που χάθηκε από την πυρκαγιά του 1917.
Σταθμός πλατείας Δημοκρατίας, Δυτικό νεκροταφείο ταφικά κτερίσματα |
Πριν ο Κάσσανδρος ιδρύσει τη Θεσσαλονίκη (315 π.Χ.) μια ακμάζουσα πόλη με ισχυρή οικονομία, αναπτυγμένες κοινωνικοπολιτικές δομές και οργανωμένο Iπποδάμειο πολεοδομικό σύστημα στα πρότυπα μεγάλων πόλεων της Μακεδονίας ανθούσε στην περιοχή της σημερινής Πυλαίας. Τμήμα του οικισμού σε έκταση 31 στρεμμάτων που αποκαλύφθηκε στο «Αμαξοστάσιο» της βασικής γραμμής του Μετρό έδωσε πολυάριθμα ευρήματα για την ανάπτυξη του το δεύτερο μισό του 4ου αιώνα.
Από την πόλη του Κάσσανδρου και τη μετέπειτα εξέλιξη της, πλούσια είναι η σοδειά που διέσωζε η πυκνή διαστρωμάτωση όλων των αιώνων. Χιλιάδες ταφικά μνημεία (3.000) της Ανατολικής Νεκρόπολης στο Σταθμό Σιντριβάνι κτερισμένα με αγγεία πήλινα και γυάλινα, πήλινα ειδώλια, χρυσά και αργυρά κοσμήματα και νομίσματα, καθώς και μια τρίκλιτη κοιμητηριακή Βασιλική στη θέση παλαιότερου με ψηφιδωτά δάπεδα, εμπλουτίζουν τη γνώση της περιοχής από την Ελληνιστική περίοδο έως και την Ύστερη αρχαιότητα.
Το ιστορικό κέντρο
Μια πλήρη εικόνα για την οργάνωση του αστικού χώρου από την ίδρυση της Θεσσαλονίκης έως το τέλος της όψιμης αρχαιότητας, δίνουν οι Σταθμοί Αγίας Σοφίας και Βενιζέλου στην καρδιά της σύγχρονης μεγαλούπολης. Τα μνημειακά αρχιτεκτονικά σύνολα που θα αναδειχθούν στους σταθμούς του Μετρό, συμπληρώνουν τον τοπογραφικό χάρτη του ιστορικού κέντρου γύρω από την διαχρονικά κύρια οδική αρτηρία, την decumanus maximus, μετέπειτα Μέση οδό και σημερινή Εγνατία οδό.
Η πόλη που σχεδιάστηκε στα πεδινά της τμήματα με Ιπποδάμειο πολεοδομικό σύστημα διατηρήθηκε και στους ρωμαϊκούς χρόνους Δρόμοι, κάθετοι μεταξύ τους διαμορφώνουν οικοδομικές νησίδες με κτίσματα οικιστικής και εργαστηριακής χρήσης. Εκεί χτυπούσε η καρδιά του εμπορίου.
Σταθμός Σιντριβάνι, Νότιο φρεάτιο |
[ΣΣ:Η τεχνική opus sectile αποτελεί ιδιαίτερο είδος διακόσμησης τοίχων και δαπέδων. Έχει πανάρχαια καταγωγή και γνώρισε ευρύτατη διάδοση στη ρωμαϊκή και παλαιοχριστιανική τέχνη ως τον 7ο αι. Στην τεχνική αυτή πολύχρωμα μάρμαρα, οι "κρούστες", ή και άλλα υλικά, κόβονταν σε λεπτά γεωμετρικά και φυτικά σχήματα ή ακόμη σε μορφές ανθρώπων και ζώων και, τοποθετημένα σε βάθος διαφορετικού χρώματος, δημιουργούσαν ποικίλες συνθέσεις.
Αυτό το είδος διακόσμησης, συνδυασμένο με πολύχρωμη ορθομαρμάρωση, προσέδιδε ιδιαίτερη πολυτέλεια στους ναούς όπου χρησιμοποιόταν. Το ωραιότερο παράδειγμα εντοίχιου opus sectile στον ελλαδικό χώρο σωζόταν ως το 1917 στον Άγιο Δημήτριο Θεσσαλονίκης. Η τεχνική opus sectile χρησιμοποιήθηκε και σε άλλους ναούς της Θεσσαλονίκης καθώς και σε μνημεία των Φιλίππων.]
Την ίδια εποχή , βορείως του decumanus στη συμβολή με τον cardo της οδού Αγίας Σοφίας κατασκευάζεται κρηναίο οικοδόμημα/νυμφαίο.
- Κατά τον 6ο αιώνα ο μαρμαρόστρωτος decumanus διαπλατύνεται, τα παλαιότερα οικοδομήματα ισοπεδώνονται και στα κεντρικά σταυροδρόμια διαμορφώνονται πλακόστρωτες πλατείες. Οι επιβλητικές αρχιτεκτονικές διαμορφώσεις του δημόσιου χώρου-πλατείες, στοές και κρήνες/νυμφαία -στην πορεία των κεντρικών οδών αποτελούν την τελευταία μνημειακή εικόνα της ύστερης αρχαιότητας.
Στο Βυζάντιο, η δεύτερη πόλη μετά την Κωνσταντινούπολη σφύζει από ζωή.
Η ανασκαφική αποκάλυψε τμήματα της βυζαντινής αγοράς κατά μήκος της κεντρικής οδού, της λεγόμενης Λεωφόρου ή Μέσης των Βυζαντινών. Η κεντρική χαλικόστρωτη οδός των βυζαντινών χρόνων στο ίχνος του παλαιότερου decumanus maximus είχε μέσο πλάτος 5,5 έως 6,5 μ.
Σταθμός Συντριβάνι Βυζαντινά τσουκάλια. |
Αμαξοστάσιο Πυλαίας, ευρήματα του οικισμού. |
Η δυτική Θεσσαλονίκη
Στη δυτική Θεσσαλονίκη την χωροοργάνωση της περιοχής υπαγόρευσαν δυο παράμετροι: η διέλευση της κύριας οδικής αρτηρίας, της γνωστής ρωμαϊκής Εγνατίας οδού που συνέδεε τη Θεσσαλονίκη με την Πέλλα και οι διαρρέοντες χείμαρροι. Χαλικόστρωτα καταστρώματα της οδού που έφτανε έξω από τη Χρυσή Πύλη διασχίζοντας τον κάμπο και το νεκροταφείο, εντοπίστηκαν κάτω από τη σημερινή οδό Μοναστηρίου, κατά τις ανασκαφές στον σταθμό Δημοκρατίας και διακλάδωση Σταυρούπολης, Νέος Σιδηροδρομικός Σταθμός.
Η δυτική νεκρόπολη οργανωμένη σε συστάδες με ποικιλία τάφων και βωμοειδών κατασκευών –συνήθως εντός ταφικών περιβόλων για νεκρώσιμες τελετές και προσφορές -έφερε στο φως πολυτελή ταφικά κτίσματα του 2ου μ.Χ, 3ου και 4 μ.Χ.αιώνα. Η χρήση του διαρκεί ως και τα μέσα του 4ου οπότε οργανώνονται τα χριστιανικά κοιμητήρια γύρω από λατρευτικά κτίσματα, ναούς και μαρτύρια.
Σταθμός Συντριβάνι, ανατολικό νεκροταφείο ταφικά κτερίσματα |
Έξω από τα δυτικά τείχη εκατέρωθεν του δρόμου που οδηγούσε από την ύπαιθρο χώρα στη Χρυσή Πύλη, λειτουργούσαν κρατικές αποθήκες κρασιού και λαδιού (πιθεώνας) και εργαστήρια της ύστερης αρχαιότητας. Πάνω στα ερείπια πιθεώνα ιδρύθηκε τον 5ο αιώνα ναός, αποθήκες και εργαστήρια που καταστρέφονται τέλη του 6ου –αρχές του 7ου αιώνα. Ανάμεσα στα καθαγιασμένα ερείπια διανοίγονται σποραδικές ταφές.
Στους μετέπειτα αιώνες η περιοχή παραμένει αδόμητη, όχι τυχαία , άλλωστε ονομαζόταν από τους Οθωμανούς Λιβάδι η Λιβάδια. Θα ανακτήσει τον εμπορικό της χαρακτήρα μόλις στον όψιμο 19ο αιώνα όταν στον άξονα της Λεωφόρου Μοναστηρίου χτίζονται χάνια, καταστήματα και αποθήκες.
Οίκος ανοχής 2.000 ετών βρέθηκε σε ανασκαφές στην αρχαία Αγορά της Θεσσαλονίκης. Αρχαίες σάουνες, οµοιώµατα φαλλών, αρχαίοι δονητές και άλλα ευρήματα «ακατάλληλα για ανηλίκους» ξάφνιασαν τους αρχαιολόγους… |
Ευρήματα που μαρτυρούσαν την ύπαρξη οίκου ανοχής βρέθηκαν πριν από 15 χρόνια στην έκταση των 14.000 τ.μ. της αρχαίας Αγοράς της Θεσσαλονίκης. Η υπόθεση τότε ξάφνιασε επιστήμονες και πολίτες. «Πρώτα βρήκαμε τον χώρο των λουτρών, και τελικά καταλάβαμε τι ανασκάψαμε όταν εντοπίσαμε αυτό το αντικείμενο», είπε η αρχαιολόγος Πολυξένη Βελέντη δείχνοντας ένα κεραμικό δοχείο κρασιού με φαλλόσχημο στόμιο και ανάγλυφες παραστάσεις του Ερμή, της Αφροδίτης, σταφυλιών και άλλων συμβόλων γονιμότητας και ερωτικής δραστηριότητας.
Ο χώρος του οίκου ανοχής που ανασκάφηκε το 1996 περιλαμβάνει λουτρά, κυκλικές αίθουσες εφίδρωσης (σάουνα), πισίνες και θερμαντικούς κλιβάνους. Η κυκλική αίθουσα με τους 25 λουτήρες είχε διάμετρο 7,5 μέτρα. Τα υλικά κατασκευής της, ήταν καλά προσαρμοσμένες καστανοπράσινες πέτρες τοπικού σχιστόλιθου, με συνδετικό υλικό λάσπη.
Το δάπεδο στην αίθουσα ήταν ψηφιδωτό με λευκές πέτρες ακανόνιστου μεγέθους και σχήματος. Στο κέντρο της υπήρχε κατασκευή από χυτή τοιχοποιία διαμέτρου 1, 20 μέτρων που χρησιμοποιούνταν για εγκατάσταση πυράς. Άποψη της κυκλικής αίθουσας με τους 25 λουτήρες Η ανέγερση του πορνείου ανάγεται στα ύστερα ελληνιστικά χρόνια, διατηρείται μέχρι και τα χρόνια του Βεσπασιανού, οπότε και καταστράφηκε πιθανότατα από σεισμό το 78 μ.Χ.
Φαλλόσχημο αγγείο του 1ου αιώνα π.Χ. |
Παρόμοιες αίθουσες έχουν βρεθεί σε βαλανεία, παλαίστρες, γυμνάσια του κλασσικού και ελληνιστικού κόσμου, με πιο χαρακτηριστική ως προς τις ομοιότητες την περίπτωση της Γόρτυνος Αρκαδίας. Ανάλογο παράδειγμα είναι αυτό που ανακαλύφθηκε στην Πέλλα και ήταν το πρώτο που ανακαλύφθηκε στην Μακεδονία χωρίς όμως λουτήρες.
- Βόρεια των λουτρών ο ορθογώνιος χώρος διαπιστώθηκε βάσει των ευρημάτων της ανασκαφής ότι ήταν χώρος για την παρασκευή και την παράθεση των δείπνων, καθώς εκεί βρέθηκαν αγγεία καθημερινής χρήσης για την παρασκευή του φαγητού, την θέρμανση, τη μεταφορά και την αποθήκευση στερεών και υγρών υλών.
Ο χώρος διέθετε και δεύτερο όροφο, ο οποίος λειτουργούσε ως πορνείο. Το μουσείο της αρχαίας Αγοράς όμως δεν αφορά αποκλειστικά το αμφιλεγόμενο υπαίθριο πορνείο. Οι εγκαταστάσεις του άλλωστε είναι ορατές από τους περιπατητές που θα θελήσουν να κρεμαστούν από τα κάγκελα γύρω από τον χώρο της αρχαίας Αγοράς και να δουν τουλάχιστον τους λουτήρες. Τα ευρήματα όμως από τον χώρο των λουτρών αλλά και ολόκληρης της αρχαίας αγοράς βρίσκονται στο μουσείο των 1.500 μέτρων το οποίο είναι υπόγειο.
Πρόκειται για ένα υπόγειο «κρυφό» μουσείο για την «κρυφή» Ιστορίας της Θεσσαλονίκης. Το μουσείο εγκαινιάστηκε και λειτούργησε μόνο για λίγους μήνες το καλοκαίρι του 2010 και εκ τότε έκλεισε λόγω οικονομικής κρίσης. Στο κλειστό μουσείο έχουν συγκεντρωθεί και εκτίθεται τα ευρήματα από το πορνείο της εποχής όπως πήλινα και γυάλινα αγγεία, ίχνη τροφών, ομοιώματα φαλλών, ακόμα και θραύσματα ενός είδους αρχαίου δονητή με κινητό στέλεχος, τα οποία βρίσκονται σε ειδική αίθουσα «ακατάλληλη για ανηλίκους»….
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου