Σε ποια Ευρώπη πίστευε ο Μπετόβεν; Πίστευε στην Γαλλική ή στην Ελληνική Επανάσταση; Σε ποια Ευρώπη τον εντέταξαν τελικά;
Το απόσπασμα από την τηλεταινία Eroica του BBC (2003) μας δίνει ζωντανά ένα πλαίσιο της σχέσης «διανόηση-Γαλλική Επανάσταση», αρκετό ώστε να τεθεί ένα ερώτημα κατανοητό και από τους μη ειδήμονες: Πότε είχε δίκιο ο Μπετόβεν για τον Ναπολέοντα; Όταν τον θεωρούσε ηγέτη των καταπιεσμένων ή όταν τον αξιολογούσε ως έναν ιδιοτελή ηγεμόνα; Όταν του αφιέρωσε την 3η Συμφωνία ή όταν -απογοητευμένος- έσκισε την αφιέρωση; Το κεφάλαιο «Ναπολέων Βοναπάρτης» σχετίζεται άμεσα με την -από τότε- επιδιωκόμενη ευρωπαϊκή ενοποίηση. Και το κεφάλαιο αυτό περιλαμβάνεται στο βιβλίο που περιγράφει την προσπάθεια δημιουργίας ελληνικού κράτους· ενός κράτους άμεσα σχετιζόμενου με την εξέλιξη της Ευρώπης και διαφορετικού απ’ αυτό που τελικά δημιουργήθηκε. Έτσι, το ερώτημα του τίτλου μετατοπίζεται στο σήμερα ως εξής:
«πιστεύει η σημερινή Ευρώπη στο Ηλύσιον Πεδίον;».
Γνωρίζουμε ότι κάποιος τον είχε παρακινήσει να αφιερώσει ένα έργο στον Ναπολέοντα από το 1798, χωρίς όμως να ξέρουμε τις λεπτομέρειες. Παρότι η βιογραφία του δείχνει ότι πολύ συχνά έκανε τις αφιερώσεις του με κριτήριο το βιοποριστικό συμφέρον, κάποιες απ’ αυτές ήταν αυθόρμητες εκδηλώσεις θαυμασμού, κυρίως σε γυναίκες. Ο Μπετόβεν θαύμαζε και τον Ναπολέοντα, βλέποντας σ’ αυτόν έναν νέο, άφθαρτο, ανιδιοτελή ηγέτη που δεν στήριζε το αξίωμά του στην κληρονομικότητα, αλλά στην αξία του.
Είναι βέβαιο ότι γι’ αυτό τον λόγο τού αφιέρωσε την Συμφωνία, παρότι την ιδέα τού την είχε δώσει λίγα χρόνια νωρίτερα ο πρέσβης της Γαλλίας στην Βιέννη, στρατηγός Μπερναντότ. Εξίσου βέβαιο είναι ότι ο προπαγανδιστικός μηχανισμός του τέκτονα Ναπολέοντα ήταν πολύ αποτελεσματικός. Δεν ξέρουμε αν ο Μπερναντότ πίεσε τον Μπετόβεν, ξέρουμε όμως ότι λίγο αργότερα, ο Κοραής ζητούσε από τον Άνθιμο Γαζή ν’ αφιερώσει στον Βοναπάρτη το τρίτομο λεξικό του έναντι αδράς αμοιβής. Οι αφιερώσεις αύξαναν την αίγλη και την αποδοχή του προσώπου που παρίστανε τον ηγέτη του ελληνικού ζητήματος. Αυτού, που έγινε αιτία της Γαλλικής Επανάστασης στα 1789. Η τηλεταινία Eroica μετατοπίζει ελαφρώς τις ημερομηνίες χάριν του σεναρίου, αλλά αυτό δεν αποτελεί πρόβλημα. Η 3η Συμφωνία (Βοναπάρτης) πρωτοακούστηκε το καλοκαίρι του 1804. Η στέψη του Ναπολέοντα έγινε τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους.
Το 1806 η Συμφωνία τυπώθηκε με τον τίτλο «Ηρωική». Μέχρι τότε ο Ναπολέων όχι μόνον νίκησε τους Αυστριακούς, αλλά μπήκε νικητής στην Βιέννη. Μετά και την μάχη της Ιένας όπου ηττήθηκε η Γερμανική Πρωσία (1806) ο Μπετόβεν είπε στον πρίγκιπα Λιχνόφσκι «κρίμα να μην γνωρίζω την πολεμική τέχνη, όπως τη μουσική. Θα τον είχα συντρίψει». Παρά τα σημαντικά οικονομικά του προβλήματα, ο συνθέτης αρνήθηκε μια θέση με πολύ καλό μισθό στην Βεστφαλία, την οποία είχε κατακτήσει ο Βοναπάρτης και είχε τοποθετήσει ως βασιλιά τον μικρό αδελφό του Ζερόμ (1807).
Όλες οι πληροφορίες δείχνουν πως η μεταστροφή του Μπετόβεν ήταν οριστική και δεν κατευθυνόταν από προσωπικό συμφέρον, αλλά προσδιοριζόταν από το αίσθημα της προδοσίας του Ναπολέοντα έναντι των ανθρωπιστικών αρχών, τις οποίες ο Μπετόβεν συνέχισε να υπερασπίζεται (βλ. και την όπερα Φιντέλιο/Λεονόρα). Ο Βοναπάρτης είχε αποτύχει στα μάτια του Μπετόβεν να φέρει την δικαιοσύνη. Είχε αποτύχει να αδελφοποιήσει τα έθνη για να ζήσουν όλα ευτυχισμένα στο Ηλύσιον Πεδίον (Όμηρος, Αριστοτέλης), κάτι που έγραψε ο Φρίντριχ Σίλερ και μελοποίησε ο Μπετόβεν στην 9η Συμφωνία (Ωδή στη Χαρά, δηλαδή, Ύμνος στην Ελευθερία). Ο Βοναπάρτης δεν αποδείχθηκε ήρωας, ούτε ενάρετος για τον Μπετόβεν, παρόλα αυτά η σημερινή Ε.Ε., αν και Ναπολεόντεια, τον χρησιμοποιεί, προσποιούμενη ότι δεν το κατάλαβε. Είναι το τρίτο μέρος της Ηρωικής Συμφωνίας (το σκέρτσο) ένα βασικό σημείο που διαφοροποιεί το Μπετόβεν από τον Ναπολέοντα και την Γαλλική Επανάσταση; Ίσως ναι. Στο δεύτερο μέρος έχουμε το πένθιμο εμβατήριο. Ο ήρωας είναι νεκρός. Το τρίτο μέρος είναι ένα σκέρτσο. Αντικαθιστά το παραδοσιακό μινουέτο μ’ ένα ζωηρό μέρος όπου το σοβαρό και το αναπάντεχο / αστείο συμπλέκονται. Στο τρίτο μέρος ο Μπετόβεν δείχνει την αθανασία της ψυχής του ήρωα. Στο trio του τρίτου μέρους της 3ης Συμφωνίας πρωτοεμφανίζεται και η προσθήκη του τρίτου κόρνου.
Βλέποντας τα πράγματα ψυχρά, πρέπει να παραδεχτούμε ότι η άμεση απογοήτευση του Μπετόβεν από την αυτοκρατορική στέψη του Ναπολέοντα (αν αυτό ακριβώς συνέβη) ήταν ένα δείγμα ανωριμότητας και κακής πολιτικής εκτίμησης. Η ιδιότητα του αυτοκράτορα δεν αντιβαίνει αξιωματικά προς τα χαρακτηριστικά που έκαναν τον Μπετόβεν να υποστηρίξει τον Ναπολέοντα. Εξάλλου, η στέψη έγινε από τον ίδιο και όχι από την Εκκλησιαστική ηγεσία η οποία απλώς παρίστατο. Υπό την έννοια αυτή, δείγμα ανωριμότητας ήταν κυρίως η αφιέρωση, όχι η πολιτική καταδίκη του Βοναπάρτη. Κι αυτό όμως είναι πταίσμα, αν λάβει κανείς υπόψη του πόσο πυκνά ήταν τα γεγονότα, πόσο μεγάλη ήταν η διαφημιστική εταιρεία που είχε αναλάβει να προωθήσει τον Ναπολέοντα ως πολιτικό μιας δίκαιας και χριστιανικής Ευρώπης. Το βασικό ερώτημα είναι αν όντως ο συνθέτης κατάλαβε με μικρή καθυστέρηση την βαθιά πολιτική υποκρισία που κρυβόταν πίσω από την Γαλλική Επανάσταση, την οποία ανέλαβε να χρησιμοποιήσει ο αυτοκράτορας Βοναπάρτης ως νέα συγκολλητική ουσία των ευρωπαϊκών εθνών, εις βάρος της παλιάς. Ήταν ο Μπετόβεν ο τρίτος μεγάλος γερμανόφωνος συνθέτης, (μετά τον Μπαχ και τον Μότσαρτ) που γύριζε την πλάτη του στον διαφωτισμό της Δύσης; Προφανώς ναι. Ως Έλληνες, αυτό μπορούμε να το γνωρίζουμε καλύτερα, αφού το πλαίσιο ανάδειξης της Γαλλικής Επανάστασης ήταν πέρα ως πέρα ελληνικό. Τα συνθήματα περί ισονομίας και αδελφοσύνης πήγαζαν από το αίτημα του επανελληνισμού που είχε θέσει η Αναγέννηση και από το αίτημα πολλών ευρωπαίων χριστιανών να απομακρυνθούν οι Οθωμανοί από την Ευρώπη. Το 1798 ο Ναπολέων εμφανίστηκε ως ο σωτήρας των υπερεθνικών Ελλήνων στη θέση του Ρήγα (βλ. και εδώ). Γι’ αυτό και ο επίλογος δεν ξεφεύγει από το ερώτημα «πόσες μπορεί να είναι οι διαφορετικές ελευθερίες που εγγυώνται την ανθρώπινη λύτρωση;». Παρατηρώντας καλά τις ελληνικές αφιερώσεις στον Ναπολέοντα, ερχόμαστε σε επαφή με ενδιαφέροντα ζητήματα. Όχι ακριβώς σαν αυτά που αντιμετώπισε ο Μπετόβεν. Όχι όμως και τελείως διαφορετικά.
Το 1798 ο Περραιβός εξέδωσε στην Κέρκυρα τον Ύμνο Εγκωμιαστικό προς τον αρχιστράτηγον [τότε] Μποναπάρτε. Ήταν μια κίνηση σκοπιμότητας που είχε να κάνει με την σύλληψη του Ρήγα και την αποκήρυξή αυτού και των Φραντζέζων της Ρεπούμπλικας από το Πατριαρχείο. Ήταν μια έμμεση δήλωση των Ελλήνων τεκτόνων «τίποτε δεν άλλαξε στο σχέδιο μας, προχωρούμε χωρίς τον Ρήγα σε όσα συμφωνήσαμε». Το όλο σκηνικό όμως ήταν και μια επιβεβαίωση ότι μετά την Γαλλική Επανάσταση που κατέστρεψε την πτώση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, ο «χριστιανικός» τεκτονισμός ανέδειξε ως ηγέτη της Ελληνικής (χριστιανικής) Επανάστασης τον Βοναπάρτη με εντολή να κάνει εκείνες τις κινήσεις που στους λιγότερο μυημένους θα έδιναν μια αίσθηση χριστιανικότητας στην μετατρομοκρατική πορεία της Γαλλίας· μιας Γαλλίας που είχε προγραμματίσει ήδη την ίδρυση της Αυτοκρατορίας των Φράγκων με στόχο την μετατροπή της σε Αυτοκρατορία (ενοποίηση) της Ευρώπης. Τα όσα έκανε στη συνέχεια ο Περραιβός έρχονται σε πλήρη αντίφαση με ένα πραγματικό εγκώμιο προς την ελευθερία του Μποναπάρτε.
Το ελληνικό ζήτημα αναθερμάνθηκε το 1813 ενόψει της υποχώρησης του Βοναπάρτη. Επανατέθηκε στην Βιέννη το 1814, μετά την ήττα του Ναπολέοντα που το είχε καθυστερήσει το 1798 και το είχε καταστρέψει το 1807. Η Δύση το αρνήθηκε. Η σύντομη επανάκαμψη του Ναπολέοντα έφερε νέες συμφωνίες το 1815, δυσμενέστερες για τους χριστιανούς της Ανατολής. Ο Υψηλάντης γνώριζε από το 1815 ότι θα έπαιζε τον ρόλο του Ναπολέοντα της Ανατολής μόνον για τους τύπους, ενώ ο Μπετόβεν κι αν ακόμα γνώριζε τα ονόματα «Καποδίστριας, Υψηλάντης», αγνοούσε ίσως τα σχέδια της Ευρώπης που ποτέ δεν ιδρύθηκε. Η πολιτική του στάση όμως παρέμεινε σταθερή. Ο καταλογισμός υποκρισίας στον Βοναπάρτη ήταν ένας καταλογισμός υποκρισίας στην «ελευθερία» του 1789.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου