Η στρατηγική σχέση της Βρετανίας με το ριζοσπαστικό Ισλάμ πηγαίνει πίσω πολλές δεκαετίες και συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Για αυτό και προκαλεί εντύπωση η υποκρισία των βρετανικών αρχών απέναντι στον Άσαντ, που τον χαρακτηρίζουν τέρας, την ώρα που χρηματοδοτούν την οργάνωση «Λευκά Κράνη» που κατήγγειλε και τη φερόμενη χημική επίθεση στην Ντούμα της Συρίας προκαλώντας την πρόσφατη πυραυλική επίθεση ΗΠΑ, Γαλλίας και Βρετανίας, σε απάντηση.
Και ο συριακός λαός βομβαρδίστηκε ενώ αγωνίζεται επί επτά χρόνια να αντιμετωπίσει τόσο τους σαλαφιστές τζιχαντιστές, όσο και τον δυτικό ιμπεριαλισμό-οποιασδήποτε μορφής- από τις ΗΠΑ μέχρι την Τουρκία, που είναι αποφασισμένοι να καταστρέψουν τη Συρία ως ανεξάρτητο, μη
σεχταριστικό κράτος.
Ο συγγραφέας και δημοσιογράφος Mark Curtis παρουσιάζει λεπτομερώς τα κρυμμένα μυστικά αυτής της ιστορίας στο βιβλίο του «Μυστικά Θέματα: Συμφωνία της Βρετανίας με το Ριζοσπαστικό Ισλάμ» όπου γράφει ότι: «οι βρετανικές κυβερνήσεις, τόσο οι Εργατικοί όσο και οι Συντηρητικοί, έχουν επιδιώξει για δεκαετίες συνεννοήσεις με τις ριζοσπαστικές ισλαμικές δυνάμεις, συμπεριλαμβανομένων των τρομοκρατικών οργανώσεων, έχουν συνεργαστεί μαζί τους, δουλεύουν δίπλα τους και μερικές φορές εκπαιδεύουν και χρηματοδοτούν, προκειμένου να προωθηθούν συγκεκριμένοι στόχοι της εξωτερικής τους πολιτικής».
Όπως υποστηρίζει ο ίδιος «οι κυβερνήσεις το έκαναν συχνά ως απελπισμένη προσπάθεια για να διατηρήσουν τη βρετανική παγκόσμια επιρροή και ισχύ σε περιοχές χωρίς άλλους τοπικούς συμμάχους. Η ιστορία σχετίζεται στενά με αυτή την παρακμή της αλλοτινής αυτοκρατορίας της Βρετανίας και την προσπάθεια να διατηρηθεί η επιρροή της στον κόσμο».
Ήδη από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν η Μέση Ανατολή άρχισε να αποκτά μεγάλη στρατηγική σημασία στις πρωτεύουσες των δυτικών αυτοκρατορικών και αποικιακών δυνάμεων, η βρετανική άρχουσα τάξη επιδόθηκε στο κυνήγι να εντοπίσει και να προσλάβει πιστούς τοπικούς πληρεξούσιους για την επίτευξη των περιφερειακών της στόχων. Η σχέση της Βρετανίας με τον ‘Άραβα τότε φύλαρχο Ιμπν Σαούντ (Ibn Saud), ο οποίος θα συνέχιζε για να εδραιώσει τη Σαουδική Αραβία στις αρχές της δεκαετίας του 1930, ξεκίνησε το 1915 με το Σύμφωνο «Darin Pact», οριοθετώντας την επικράτεια που ελεγχόταν από τον Σαούντ, ως βρετανικό προτεκτοράτο.
Την επόμενη χρονιά ξέσπασε η αραβική εξέγερση εναντίον των Οθωμανών. Ξεκίνησε από τον αντίπαλο του Σαούντ, Σαρίφ Χουσεΐν (Sharif Hussein) εμίρη της Μέκκας και επικεφαλής της φυλής των Αράβων Χασεμιτών. Η εξέγερση ήταν σε μεγάλο βαθμό χρηματοδοτούμενη και υποστηριζόμενη από τους Βρετανούς – όπως αποκαλύπτουν και τα γραπτά του γνωστού Βρετανού στρατιωτικού πράκτορα TE Lawrence, που έμεινε στην ιστορία ως Λόρενς της Αραβίας (Lawrence of Arabia).
Όμως, ενώ ο Σαρίφ Χουσεΐν ήταν οπαδός του ορθόδοξου σουνιτικού Ισλάμ, ο Ιμπν Σαούντ προσχώρησε στο ριζοσπαστικό δόγμα του Wahhabism, το οποίο ο Ουίνστον Τσόρτσιλ είχε χαρακτηρίσει ως «αιμοδιψές» κι αυτοί ήταν από τότε οι σύμμαχοι των Βρετανών.
Το πιο περίεργο παράδειγμα αυτής της πολιτικής, που εξακολουθεί να έχει συνέπειες σήμερα, ήταν η υποστήριξη που παρείχε το Ηνωμένο Βασίλειο στους Αφγανούς μουτζαχεντίν στα τέλη της δεκαετίας του 1970 και τη δεκαετίας του 1980.
Στόχος της εξέγερσης τους ήταν η ανατροπή των κοσμικών και αριστερών τάσεων της κυβέρνησης της Καμπούλ, των οποίων το έγκλημα στα μάτια των ισλαμιστών ανταρτών, αλλά και των ΗΠΑ και της Βρετανίας που τους στήριζαν και χρηματοδοτούσαν ήταν ότι είχε αγκαλιάσει το κοινωνικό και οικονομικό μοντέλο της Μόσχας αντί της Ουάσιγκτον κατά τη διάρκεια του πρώτου Ψυχρού Πολέμου.
Η βρετανική υποστήριξη των μουτζαχεντίν, συνδυασμένη με την τεράστια υποστήριξη που παρείχε η Ουάσιγκτον, ήταν απαραίτητη για την τελική επιτυχία αυτών των αυτοαποκαλούμενων «ιερών πολεμιστών» ώστε να αναλάβουν τον έλεγχο μιας χώρας που είχε αγκαλιάσει τη νεωτερικότητα και να την μετατρέψουν σε ένα αποτυχημένο κράτος βυθισμένο στην θρησκευτική καταπίεση, τη βιαιότητα, την οπισθοδρόμηση και την φτώχεια.
Κι ενώ ο πρωταρχικός ρόλος της Ουάσινγκτον στη διοχέτευση στρατιωτικής και οικονομικής υποστήριξης προς τους αφγανικούς μουτζαχεντίν, είναι γνωστός ως «Operation Cyclone» μόλις το 2010 αποκαλύφθηκε ο ρόλος του Λονδίνου σε αυτόν τον βρώμικο πόλεμο, με τα αποχαρακτηρισμένα έγγραφα του βρετανικού κυβερνητικού υπουργικού συμβουλίου που δημοσιοποιήθηκαν τότε.
Αυτά αποκαλύπτουν ότι τρεις εβδομάδες μετά την άφιξη των σοβιετικών δυνάμεων στο Αφγανιστάν, κατόπιν αιτήματος της κυβέρνησης του Αφγανιστάν στην Καμπούλ, για να αντιμετωπιστεί μια εξέγερση που ξέσπασε, η κυβέρνηση Θάτσερ σχεδίαζε να παράσχει στρατιωτική βοήθεια στην «ισλαμική αντίσταση». Ένα εμπιστευτικό κυβερνητικό σημείωμα περιγράφει ανάγλυφα την ψυχρή αντίληψη μαζί με την παραφροσύνη της βρετανικής ηγεσίας: «Πιστεύουμε ότι οι δυτικοί ηγέτες είναι έτοιμοι για τις τεράστιες ευεργετικές δυνατότητες που θα μπορούσαν ενδεχομένως να έχουν εάν η αφγανική εξέγερση επιτύχει» έγραφε.
Ο Abdelhakim Belhaj και άλλοι ισλαμιστές της Λιβύης ακόνισαν τα δόντια τους στο Αφγανιστάν τη δεκαετία του 1980 με χρήματα της Βρετανίας. Επιστρέφοντας στη Λιβύη, σχημάτισαν την Λιβυκή Ισλαμική Μαχόμενη Ομάδα (LIFG) στην ανατολική πόλη της Βεγγάζης. Παρόλο που η ομάδα ενδέχεται να είχε καταρρεύσει το 2010, επειδή δεν κατάφερε να ανατρέψει τον Καντάφι, παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες της να δολοφονήσει τον ηγέτη της Λιβύης, υποστηρίχθηκε ότι η στήριξη της υπηρεσίας πληροφοριών MI6 της Βρετανίας σε μέλη του LIFG, συμπεριλαμβανομένου του Belhaj, συνέβαλε στη λιβυκή εξέγερση.
Ως υπενθύμιση να σημειωθεί ότι η εξέγερση στη Λιβύη ξεκίνησε στη Βεγγάζη και δεν θα είχε καταφέρει τίποτα χωρίς την αεροπορική υποστήριξη που έλαβε από το ΝΑΤΟ.
Ο τότε Βρετανός πρωθυπουργός, Ντέιβιντ Κάμερον, έπαιξε καθοριστικό ρόλο για την υποστήριξη αυτή και την κύρωση των Ηνωμένων Εθνών υπό την αιγίδα του ψηφίσματος 1973 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Αν και η προστασία των πολιτών ήταν κεντρική στη διατύπωση αυτού του ψηφίσματος ήταν σκανδαλωδώς στρεβλωμένη για να δικαιολογήσει την ανατροπή του καθεστώτος, με αποκορύφωμα τη δολοφονία του Καντάφι από τους «αντάρτες».
Μένοντας στο LIFG, μετά την επίθεση βομβιστή καμικάζι στο Μάντσεστερ τον Μάιο του 2017, η οποία άφησε πίσω της 23 νεκρούς και 500 τραυματίες, θα πρέπει να αναφερθεί το γεγονός ότι ο βομβιστής, ένας νέος Λίβυος με το όνομα Salman Abedi, ήταν γιος πρώην μέλους του LIFG, όμως αυτή σύνδεση δεν έλαβε καμία προσοχή των μέσων μαζικής ενημέρωσης, όπως θα έπρεπε εκείνη την περίοδο.
Το Μάντσεστερ στην Αγγλία είναι η έδρα της μεγαλύτερης κοινότητας μεταναστών από τη Λιβύη στη Βρετανία και υπάρχουν ισχυρά στοιχεία που δείχνουν ότι όταν ξέσπασε η εξέγερση στη Λιβύη, η υπηρεσία MI6 διευκόλυνε τη δυνατότητα μετάβασης των Λίβυων ισλαμιστών από τη Βρετανία να ταξιδέψουν στη Λιβύη για να συμμετάσχουν στις μάχες. Μεταξύ αυτών ήταν και ο καμικάζι Salman Abedi, ο οποίος πιστεύεται ότι έλαβε στρατιωτική εκπαίδευση στη χώρα, προτού του επιτραπεί να επιστρέψει πίσω στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Αυτό μας φέρνει, τώρα, στη Συρία όπου, όπως και με τη Λιβύη, το ερώτημα είναι πώς τόσοι πολλοί Βρετανοί μουσουλμάνοι κατάφεραν να ταξιδέψουν από το Ηνωμένο Βασίλειο στη Συρία μέσω της Τουρκίας για να λάβουν μέρος στην εξέγερση κατά του Άσαντ ήδη από το 2011;
Και φυσικά δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι ο Κάμερον διαχώριζε τους φανατικούς του Ισλαμικού Κράτους από τους μετριοπαθείς αντάρτες του Άσαντ υπολογίζοντας μάλιστα και τον ακριβή τους αριθμό σε 70.000!
Ούτε είναι επίσης τυχαίο ότι η βραβευμένη και με Όσκαρ οργάνωση «Λευκά Κράνη» (White Helmets) δημιουργήθηκε στην Τουρκία από τον James Le Mesurier, έναν πρώην πράκτορα της βρετανικής υπηρεσίας [πληροφοριών MI5. Η οργάνωση έχει λάβει τουλάχιστον 55 εκατομμύρια δολάρια από το Βρετανικό Υπουργείο Εξωτερικών και 23 εκατομμύρια δολάρια από την Υπηρεσία Διεθνούς Ανάπτυξης των ΗΠΑ, καθώς και πολλά εκατομμύρια από το Εμιράτο του Κατάρ.
Και οι δεσμοί της Βρετανίας με το ριζοσπαστικό Ισλάμ διατηρούνται φυσικά στη Σαουδική Αραβία με το βρετανικό στρατιωτικό προσωπικό να αναλαμβάνει από το 2017 εκπαιδευτικό ρόλο για τις δυνάμεις του Ριάντ που μάχονται στην Υεμένη, τη φτωχότερη χώρα της Μέσης Ανατολής.
Τα συμπεράσματα δικά σας.
ΠΗΓΗ INSIDE OUT BORDER
το είδα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου