Εάν δε συμπεριλάβουμε το κόστος της ανεργίας, της χρεοκοπίας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, τους υπερβολικούς φόρους ή τις απώλειες των τραπεζών, των δημοσίων οργανισμών, των ομολογιούχων του δημοσίου και άλλων, σαν αποτέλεσμα του PSI, θα διαπιστώσουμε ότι οι ζημίες της Ελλάδας είναι στην κυριολεξία ανυπολόγιστες.
Η ευρωπαϊκή οικογένεια
Όπως γνωρίζουμε ο μεγαλύτερος κίνδυνος, η σημαντικότερη απειλή καλύτερα για τη συνοχή μίας οικογένειας εμφανίζεται συνήθως, όταν προκύπτουν οικονομικά προβλήματα – όπου, αντί να γίνει μία από κοινού προσπάθεια για την ορθολογική τους επίλυση, επιλέγεται συχνά το διαζύγιο.
Στις περισσότερες των περιπτώσεων, προηγείται η «εκτόξευση» κατηγοριών εκατέρωθεν και η ενοχοποίηση του ενός από τον άλλο, όσον αφορά τις αιτίες που οδήγησαν στην «οικονομική στενότητα» και στην κρίση.
Έπεται συνήθως η αμοιβαία αποφυγή των ευθυνών και η εκτός ορίων εχθρότητα, η οποία οδηγεί τελικά στη διάλυση της οικογένειας – με αποτέλεσμα να ολοκληρώνεται το δράμα χωρίς κανέναν κερδισμένο, εάν όχι με πολύ μεγάλες ζημίες για όλους σχεδόν τους συμμετέχοντες (συμπεριλαμβανομένου του συγγενικού «περίγυρου»).
Στην περίπτωση της «νομισματικής μας οικογένειας» το ισχυρότερο μέλος της, η Γερμανία, επιμένει αφενός μεν να γευματίζει από το φαγητό των άλλων, επειδή δεν μπορεί ή δεν θέλει να χορτάσει αρκούμενη στο δικό της, αφετέρου να «χαριεντίζεται» με τρίτους – αγοράζοντας τα προϊόντα που έχει ανάγκη από άλλους και όχι από τους εταίρους της, στους οποίους όμως θέλει να πουλάει τα δικά της.
Άλλες φορές πάλι «κάνει δίαιτα» (περιορισμός της εσωτερικής κατανάλωσης μέσω της μείωσης των πραγματικών μισθών των εργαζομένων της), για να μην αναγκασθεί να αγοράσει πιο πολλά εμπορεύματα – προτιμώντας να «απορροφάει» τη ρευστότητα και να αποταμιεύει τα χρήματα της, αδιαφορώντας εντελώς για τους άλλους.
Η Ελλάδα τώρα επιμένει να μην θέλει να πληρώσει το φαγητό της ξανά και ξανά – παρά το ότι της χαρίσθηκε ένα μεγάλο μέρος του προηγούμενου κόστους του, αν και με πολύ αυστηρές προϋποθέσεις. Ισχυρίζεται δε πονηρά ότι αδυνατεί να το κάνει, κατηγορώντας τους άλλους πως την καταδικάζουν στην πείνα (χρεοκοπία), επειδή δεν της παρέχουν δωρεάν φαγητό.
Η κυβέρνηση της όμως ψεύδεται ασύστολα, όσον αφορά την αδυναμία πληρωμής, εφαρμόζοντας συνειδητά την ακριβώς αντίθετη οικονομική πολιτική, από αυτήν που θα έπρεπε, εις βάρος των πολιτών της – απλά και μόνο για να διατηρήσει το πελατειακό της υπόβαθρο και να παραμείνει στην εξουσία, κυρίως για να αποφύγει την τιμωρία (επειδή τα δύο κόμματα που κυβερνούν είναι αυτά που οδήγησαν τη χώρα στη χρεοκοπία, λόγω της τεράστιας διαφθοράς στο εσωτερικό τους).
Αυτό γίνεται δε με την ανοχή, εάν όχι με την ενεργό συμμετοχή του ΔΝΤ, σκοπός του οποίου δεν είναι η εξυγίανση των οικονομικών της Ελλάδας – αλλά η είσπραξη των απαιτήσεων των εντολέων του, η «κλοπή» του δημόσιου και ιδιωτικού πλούτου της πατρίδας μας, καθώς επίσης η παραμονή του στην Ευρώπη, με απώτερο στόχο τη λεηλασία των υπολοίπων χωρών της.
Επίλογος
Η ευρωπαϊκή οικογένεια έχει αποδεχθεί ορισμένους κανόνες συμβίωσης – χωρίς τους οποίους καμία κοινότητα δεν μπορεί να επιβιώσει. Μέχρι στιγμής όμως, η μοναδική χώρα που τηρεί επακριβώς τους κανόνες, αν και όχι αδιάλειπτα, είναι η Γαλλία – παρά τα προβλήματα που της προκαλεί η αχόρταγη Γερμανία από τη μία πλευρά, αλλά και πολλές άλλες χώρες από την άλλη (Ισπανία, Ιταλία, Ελλάδα κλπ.).
Το γεγονός αυτό αποδεικνύεται από το διάγραμμα που ακολουθεί, στο οποίο φαίνεται καθαρά ότι «το γαλλικό ευρώ», άρα η οικονομική πολιτική που ακολουθεί η Γαλλία, δεν είναι ούτε υπερτιμημένο, όπως το ισπανικό (το ελληνικό, το ιταλικό κλπ.), ούτε υποτιμημένο (όπως το γερμανικό) – αφού διατηρεί τον πληθωρισμό στο 1,9%, όπως προβλέπει η σύμβαση της Ευρωζώνης, ενώ δεν υιοθετεί «κουτοπόνηρα» το μισθολογικό «dumping» της Γερμανίας και δεν γκρεμίζει το κοινωνικό κράτος.
.
Επεξήγηση γραφήματος: Εξέλιξη τιμών ανά χώρα σε σύγκριση με τον στόχο της ΕΚΤ (μαύρη διακεκομμένη γραμμή), όπου η Γαλλία κινείται βάση στόχου.
.
Εάν τώρα η κατάσταση συνεχίσει ως έχει, με τα δύο «παράσιτα» να μην θέλουν να σεβαστούν κανέναν απολύτως κανόνα, με τη Γερμανία και την Ελλάδα δηλαδή, η οικογένεια, εάν θέλει να διατηρήσει τη συνοχή των υπολοίπων μελών της, έχει μία και μοναδική επιλογή: να τα πετάξει αμέσως έξω. Να διώξει δηλαδή τόσο τη Γερμανία, όσο και την Ελλάδα, μέχρι να αποφασίσουν (εάν) να συμμορφωθούν και να επιστρέψουν.
Αυτό θα έκανε άλλωστε η οποιαδήποτε άλλη λογική και συνετή οικογένεια, η οποία θα ήθελε προφανώς να αποφύγει την ολοκληρωτική της διάλυση – γεγονός που θα προκαλούσε πολύ μεγαλύτερα δεινά στην ίδια, στον περίγυρο της, αλλά και στα παράσιτα.
Φυσικά η Ευρώπη οφείλει να πετάξει έξω και το ΔΝΤ, το τρίτο και μεγαλύτερο παράσιτο δηλαδή, όσο το δυνατόν γρηγορότερα γίνεται, πριν είναι πολύ αργά για όλα της τα κράτη – προτού καταλήξουν «τροφή στο πιάτο» των Η.Π.Α.
Υστερόγραφο: Είμαστε ανέκαθεν εναντίον της επιστροφής στη δραχμή, όχι λόγω του νομίσματος, αλλά επειδή θεωρούμε ακόμη εφικτή και απαραίτητη την ένωση της ηπείρου μας. Γνωρίζουμε βέβαια πως η υιοθέτηση του εθνικού νομίσματος δεν θα σήμαινε σε καμία περίπτωση τη συντέλεια του κόσμου – πως θα μπορούσαμε δηλαδή να επιβιώσουμε, αν και με μεγάλες δυσκολίες.
Το πρόβλημα της Ελλάδας όμως δεν είναι το ευρώ, αλλά το κομματοκεντρικό, διεφθαρμένο και ανίκανο κράτος – το οποίο έχει στερήσει την εμπιστοσύνη των Πολιτών προς την Πολιτεία, χωρίς την οποία δεν υπάρχει καμία ελπίδα εξόδου από την κρίση είτε με ευρώ, είτε με δραχμή, είτε με οποιοδήποτε άλλο νόμισμα.
Σε κάθε περίπτωση βέβαια έχουμε την άποψη πως η Ελλάδα είναι υποχρεωμένη να έχει έτοιμο ένα εναλλακτικό σχέδιο επιστροφής στη δραχμή, για ώρα ανάγκης – πόσο μάλλον όταν τόσο η ελευθερία, όσο και η εθνική κυριαρχία, «βαραίνουν» πολύ περισσότερο στη ζυγαριά, από το νόμισμα μίας χώρας.
Ολοκληρώνοντας, οφείλουμε να αναφερθούμε στη σημασία των τόκων, όπου σήμερα μας προσφέρεται ένα επιτόκιο της τάξης του 2,3% (ενδεχομένως θα μπορούσαμε να διαπραγματευθούμε ακόμη και το βασικό της ΕΚΤ, ήτοι 0,25%), από τις χώρες της Ευρωζώνης – ορισμένες εκ των οποίων δανείζονται με άνω του 4%. Ο μαθηματικός τύπος του διπλασιασμού του χρέους είναι «72 : Επιτόκιο = Χρόνια».
Στα πλαίσια αυτά, εάν το επιτόκιο είναι 6%, τότε το χρέος διπλασιάζεται (εάν δεν εξοφλούνται τα τοκοχρεολύσια) σε δώδεκα χρόνια – τετραπλασιάζεται σε 24 και οχταπλασιάζεται σε 36. Εάν το επιτόκιο είναι 2%, τότε διπλασιάζεται σε 36 χρόνια αντί σε 12, οπότε η διαφορά είναι πολύ σημαντική.
Το γεγονός αυτό σημαίνει ότι το δημόσιο χρέος, εάν δεν εξυπηρετείται, σε μικρομεσαία κράτη εκτός Ευρωζώνης, αυξάνεται με πολύ ταχύτερο ρυθμό – αφού το επιτόκιο δανεισμού τους είναι πολύ υψηλότερο. Αποτελεί λοιπόν έναν από τους λόγους, για τους οποίους οι μικρές χώρες εκτός νομισματικής ένωσης, δεν επιβιώνουν με δημόσιο χρέος πάνω από το 50% του ΑΕΠ τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου