Γιώργος Καστρινάκης
Ανεξίθρησκη πολιτεία σημαίνει πολιτεία που δεν μεροληπτεί εις βάρος πολιτών της εξ αιτίας της θρησκευτικής τους ταυτότητας. Δεν σημαίνει αρνησίθρησκη πολιτεία. Δεν σημαίνει επίσης πολιτεία που επικαλείται την πολλαπλότητα θρησκευτικών ταυτοτήτων προκειμένου να την χρησιμοποιήσει ως μέσο εξουδετέρωσης αλλήλων.
Ανεξίθρησκη πολιτεία δεν σημαίνει, παραπέρα, ουδετερόθρησκη πολιτεία: Την ουδετερότητα (ας προσέξουμε) δεν την επιλέγει σε ο υ δ έ ν α ά λ λ ο ν από τους τομείς εποπτείας της. Η πρόκρισή της λοιπόν, αποκλειστικά, στον τομέα της πίστης θα σήμαινε δυσμενή διάκριση κατά βάρος της πίστης.
Ουδετερότητα π.χ. στο πεδίο της πολιτικής αγωγής – όπως κι αν αυτή μετονομάζεται – θα ήταν να καταρτίζει επιμελώς τους πολίτες της στο ότι εκτός της Δημοκρατίας, υπάρχουν επίσης η Μοναρχία, η Αριστοκρατία, η Ολιγαρχία, η Δικτατορία, η Τυραννία, μα και η Λαοκρατία, όπως βέβαια κι η Αναρχία. Θα παρέθετε λοιπόν διεξοδικά τις επιμέρους θεσμίσεις που ορίζει καθεμιά απ’ αυτές τις επιλογές (ίσως μάλιστα προσκαλώντας, επί τούτω, και αυθεντικούς εκφραστές τους) προκειμένου να μπορέσει η μαθητική νεολαία της, ανεπηρρέαστη, έπειτα να αποφασίσει ό,τι θέλει.
Το ίδιο και στον τομέα της Τέχνης. Θα ανέφερε ας πούμε την
κορυφαία αξία του Βαν Γκογκ στο σημερινό χρηματιστήριο της ζωγραφικής, μα δεν θα παρέλειπε να μαρτυρήσει (ως ισόκυρη άποψη) ότι η επίσημη τεχνοκριτική διαφώτιση τον είχε προπηλακίσει – στην πρώτη υποδοχή του – σαν άχρηστο. Θα έστεκε στο τέλος… αμερόληπτη ενώπιον των δυο ενδεχομένων.
Ουδέτερη δεν θέλει να είναι η σχολική αγωγή ούτε καν στον τομέα της επιστήμης. Διδάσκει π.χ. την θεωρία της εξελίξεως κατ’ αποκλειστική εκδοχή, χωρίς να αποδίδει καμμία σημασία στις ενστάσεις και στα επιχειρήματα δυσπιστίας προς αυτήν από μέρους άλλων επιστημόνων – τους οποίους ολοκληρωτικά διαγράφει από τα ενδεχόμενα της διδακτέας ύλης.
Μια δημοκρατική πολιτεία οφείλει λοιπόν, όπως σε οποιοδήποτε άλλο διακριτικό στοιχείο του αυτοκαθορισμού των κοινωνιών, έτσι και όσον αφορά την μεταφυσική αναφορά, να εκφράζει την ταυτότητα εκείνη που η κοινωνία κατακυρώνει. Ενώ μη εκφράζοντας κ α μ μ ί α τ α υ τ ό τ η τ α φανερώνει μόνο ότι επιζητεί να καθιερώσει τη δ ί ω ξ η, ίσα ίσα, της επικρατούσας απάντησης.
Η επιλογή της αντιθρησκευτικότητας δεν είναι επιλογή του λαού. (Όποιος αμφιβάλλει γι’ αυτό, ας ερωτήσει τον ίδιο.) Είναι επιλογή της “ελίτ”. Μια επιλογή, ωστόσο, που δεν τίθεται υπό την κρίση του λαϊκού σώματος: Απλώς, ορισμένα μέλη της ελίτ υποδύονται σχήμα πολιτευομένου προσώπου προκειμένου, διά μέσου της κρατικής εξουσίας, να προωθήσουν αυτό που η κοινωνία αρνείται. Τούτο κατ’ ουσίαν είναι αντιποίηση αρχής: Έρεισμα του Κράτους έχει πάψει να είναι ο Δήμος του.
Η διακήρυξη ότι η Πολιτεία αποφασίζει δεν αμφισβητείται από κανέναν. Ασαφήνιστο μένει αν η Πολιτεία απαρτίζεται και από τους Πολίτες της. Αν τυχόν ναι, τότε το δικαίωμα διαμαρτυρίας θα έπρεπε, επίσης, να προβαίνει αδιαμφισβήτητο.
Όταν όμως φτάνουμε στο σημείο να αποδοκιμάζεται εκφοβιστικά ακόμα και η εκδήλωση γνώμης, γίνεται πλέον σαφές ότι εκείνο που διακυβεύεται είναι η φύση του πολιτεύματος: Πρόκειται για την αποσιωπημένη σε επίπεδο δημόσιου λόγου (καθώς αυτός ελέγχεται από τους μηχανισμούς της ελίτ) διαρκή διαπάλη ανάμεσα σε Δημοκρατία και Αριστοκρατία.
Σε όλη ιδού τη διάρκεια της καθ’ ημάς Μεταπολίτευσης, μια αντιθρησκευτικών πεποιθήσεων διανοητική ελίτ προστάζει (διά μέσου του παραθεσμικού δικτύου ΜΜΕ που – θαλασσοδανειοδοτούμενα, δηλαδή παρασιτώντας – την υπηρετούν) την πολιτική ελίτ να χρησιμοποιηθεί ο μηχανισμός της Παιδείας προκειμένου να αποϊεροποιηθεί η κοινωνία.
Όποτε η κοινωνία φυσιολογικά αντισταθεί, τότε το δίκτυο της παραθεσμικής υπερεξουσίας των ΜΜΕ απομονώνει και στοχοποιεί εν ψυχρώ τα πρόσωπα των εκφραστών αυτής της αντίστασης (δηλαδή τους λίγους που κατορθώνουν να διαρρήξουν το καθεστώς της μονομερούς ενημέρωσης) προκειμένου η αντίρρηση να μείνει για πάντα ανέκφραστη.
Των πραγμάτων τα ονόματα αντιστρέφονται πάραυτα σε μια τέτοια συνθήκη: Το μαύρο ράσο των κληρικών, π.χ., αντί μαρτυρίας διαρκούς (και μάλιστα, συγκλονίζουσας) συμμετοχής και παρηγορίας προς το πένθος που συνέχει τις δυσκολώτερες ώρες όλων ημών των υπόλοιπων, καταγγέλλεται κιόλας ως στοιχείο… εις βάρος τους.
Την ίδια στιγμή, τα επίσημα επιχειρήματα καταποντίζονται σε αυτο-μειωτική υποκρισία: Όταν το Σύνταγμα, λένε, επιτάσσει «ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης», δεν εννοεί την επικρατούσα μα οποιαδήποτε… έτερη. Ότι η Πολιτεία δηλαδή… υποχρεούται να… αντιστρατεύεται τη συνείδηση των Πολιτών της.
Η επίκληση «ουδετερότητας» ίσως διατηρούσε ένα θεωρητικό περιεχόμενο αν τυχόν εκπορεύοταν από ουδέτερα πρόσωπα. Στο ίδιο το… μέτωπο ωστόσο όσων αντιμάχονται την ύπαρξη θρησκευτικής εκπαίδευσης “αναγράφεται” μεγαλογραμμάτως η εκκίνηση από σαφή αντι-θρησκευτική επιδίωξη. Αυτή ακριβώς την έ λ λ ε ι ψ η ο υ δ ε τ ε ρ ό τ η τ α ς είναι που απαιτούν να διαβιβάζουν και μέσω της κρατικής παιδαγώγησης.
Όταν για παράδειγμα η ημερήσια εφημερίδα του Δημοσιογραφικού Οργανισμού Λαμπράκη βγαίνει με βαμμένη στο μαύρο τη μισή της πρώτη σελίδα και, μέσα στο σκηνογραφημένο αυτό πλαίσιο, εντάσσει μια φωτογραφία από τις πλάτες των ιεραρχών που προσέρχονται στο Μέγαρο Μαξίμου καδραρισμένη έτσι ώστε να υποβάλλει την έννοια ενός σκοτεινού γεγονότος, δεν διακηρύσσει κάποια επιμέρους αιτίαση: Διατρανώνει το πάθος της εναντίον, αυτής καθαυτήν, της χριστιανικά προσανατολισμένης υπόστασης. Εν τοιαύτη περιπτώσει, όμως, μέσα στην επικράτεια των σελίδων της, η ουδετερότητα αποδεικνύεται να διάγει… ποδοπατημένη. Ενώ σε μια τέτοια ακριβώς – χωρίς ντροπή – «ουδετερότητα» απαιτεί να αναγκάσει και την παιδεία (κατά προέκταση: την κοινωνία) ολόκληρη!
Ο Υπουργός της Παιδείας, κάνοντας δηλώσεις τελευταίος και μονάχος αμέσως μετά την προαναφερόμενη συνάντηση, μας είπε ότι συμφωνήθηκε να… μην αλλάξει στο παραμικρό ο προγραμματισμός: Πριν τις τελικές του αποφάσεις, οπότε, θα έχει απλώς λάβει χώρα ένας κάποιος διάλογος, μόνο και μόνο για να τηρούνται οι τύποι. Το πρόσωπό του εκείνη τη στιγμή, ενώπιον της κάμερας, δεν έδειχνε να διαπερνάται από καμμιά διερώτηση για το πώς κρίνει το θέμα η κοινωνία τριγύρω του: Πασιφανής του αγωνία ήταν μη τυχόν περιπέσει στης ελίτ τη δυσμένεια.
Η έκταση αλλά και η οξύτητα τής… αντίδρασης (μέσω ΜΜΕ) εναντίον τής… αντίστασης, όσον αφορά το μάθημα θρησκευτικών, φανέρωνε βέβαια μια εχθρότητα – μάλιστα, φανατική – εναντίον, αυτού καθεαυτό, του γεγονότος της πίστης. Φανέρωνε όμως κάτι ακόμα: Ότι το δίλημμα πάνω στο προκείμενο θέμα παραμένει το υπ’ αριθμόν «ένα» ζήτημα (η πηγή εκπορεύσεως πάσης άλλης σημασιοδοτήσεως) στη ζωή ό λ ω ν ανεξαιρέτως των αντιδρώντων προσώπων. Αποδείκνυε δηλαδή, ότι η εποχή μας διατηρείται εξ ίσου θεοκεντρική (έστω απορριπτικά) όσο ακριβώς και οποιαδήποτε προγενέστερη!
Υπό μια τέτοια – έμμεση έστω – ομολογία, όμως, η επίκληση επιχειρημάτων περί «εκσυγχρονισμού» αποδεικνύεται (αν όχι κολοσσιαίος φαρισαϊσμός) λόγος ανθρώπων οι οποίοι δεν… ακούνε τι… λένε.
Προξενεί την κατάπληξη η επίκληση της «ανεξιθρησκίας» από έναν πολιτικό σχηματισμό της Αριστεράς: Της παράταξης δηλαδή που έχει (και προβαίνει απέραντα α κ α τ α ν ό η τ ο αυτό) διακηρυγμένα ταυτίσει τον εαυτό της με τη στρατευμένη αθεΐα.
Ας θυμηθούμε ότι κάθε νέο παιδί που εκδηλώνει ευαισθησία για την Κοινωνική Δικαιοσύνη, “διδάσκεται” παρευθύς “αρμοδίως” ότι θα πρέπει πρώτα πρώτα να απαρνηθεί οποιαδήποτε χριστιανική αναφορά του!
Πρόκειται βέβαια για το Απόλυτο Σκάνδαλο το οποίο, όμως, έχουμε όλοι «κατηχηθεί» να θεωρούμε… αυτονόητο: Αντιμάχεται την πίστη, μια πρόταση βίου η οποία δεν θα είχε ποτέ εμφανιστεί στην Ιστορία αν τυχόν η τελευταία δεν είχε οργωθεί, επί αιώνες, από την χριστιανική διδαχή.
Με πόσο ακριβώς βαθμό αυτεπίγνωσης, λοιπόν, μια αριστερή διαχείρηση αναλαμβάνει να μας μυήσει στην ανεξιθρησκία;
Ποια άλλη εικόνα ιστορεί τη στιγμή στο ακέραιο;:
Οι άνθρωποι που κατήγγελλαν… Πραξικόπημα τη στιγμή ακριβώς που η παρούσα κυβέρνηση εξήγγελλε Δημοψήφισμα, οι άνθρωποι που 20 μήνες τώρα π α ρ α λ η ρ ο ύ ν εναντίον της ίδιας κυβέρνησης από το πρωί μέχρι… το άλλο πρωί, οι συγκεκριμένοι αυτοί οι άνθρωπου συμπλέουν παθιασμένα μαζί της όσον αφορά την τρέχουσα διαπάλη.
Είναι δυνατόν όλο ετούτο να μη “διηγείται” τα… πάντα σε κείνη;
Είναι παράδοξη (κάτι περισσότερο: είναι άλογη) η λογική αυτών που μας λένε ότι η αντίσταση της εκκλησιαστικής συνείδησης προξενεί «διχασμό»: Διχασμό προξενεί μια μειοψηφία που θέλει να αποφασίζει εις βάρος της πλειοψηφίας. Όχι μια πλειοψηφία που ζητά «η των πλειόνων αρχή» να τηρείται. Παρεκτός βέβαια αν τους διαπερνά η Παρεξήγηση για το ποια απ’ τις δύο πλευρές είναι πλειοψηφική. Εν τοιαύτη περιπτώσει όμως, γιατί εκνευρίζονται άκρατα (και παροξυσμικά επιτίθενται) μόλις τυχόν συλλαβιστούν οι συλλαβές Δη-μο-ψή-φι-σμα;
Αν πάλι το ξέρουν πως οι επιλογές τους είναι μειοψηφικές, τότε γιατί υποκρίνονται πως η πλειοψηφία διχάζει;
Ένας καλοπροαίρετος παρατηρητής οφείλει ασφαλώς να διερωτηθεί και για το αντίστροφο ενδεχόμενο: Μήπως τα Νέα Προγράμματα δεν είναι επιζήμια.
Επ’ αυτού του διλήμματος, όμως, σπεύδει ο “καθ’ ύλην αρμόδιος” – ο Υπουργός Νίκος Φίλης – να διευκρινίσει το ζήτημα: Αν τυχόν ο ίδιος αισθανόταν εν δικαίω δεν θα είχε ασφαλώς ανάγκη να διαστρέψει την ιστορία της Εθνικής Αντίστασης, προκειμένου να… έχει καθηλώσει τον “αντίδικο” στο “σκαμνί” τότε ακριβώς που ήταν να “επιδικασθεί” η τρέχουσα αντιγνωμία.
Πέραν αυτού όμως: Δεν θα ανακοίνωνε στη Βουλή (1/9/2016) «θρησκειολογικό», από εφέτος, χαρακτήρα τού έως τώρα γνωστού ως «μαθήματος θρησκευτικών».
Ακόμα περισσότερο πάντως: Δεν θα υπερασπιζόταν αυτά τα προγράμματα εν ονόματι, απερίφραστα, μιας «ουδετερόθρησκης» διαπαιδαγώγησης.
Τα ουδετερόθρησκα θρησκευτικά ως μόνο τους περιεχόμενο μπορούν να έχουν την αυτοαναίρεση του ζητουμένου τους. Παρεκτός επί τέλους αν δεν εννοούμε τι λέμε. Εν τοιαύτη περιπτώσει, όμως, ας μην έχει παράπονο από τους εξανιστάμενους: Είναι εκείνοι που διασώζουν των κρισίμων λέξεων τις έννοιες.
Πηγή Αντίφωνο
εικόνα instidy
το είδα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου