Εκεί
πήγε και ο υπουργός των Μεταφορών Norman Mineta.
Ευνόητο, αφού είναι ο υπεύθυνος για την
πολιτική αεροπορία και είναι σε επαφή
με τον πρόεδρο των American Airlines και των
United Airlines, τις εταιρείες στις οποίες
ανήκουν τα αεροπλάνα που είχαν υποστεί
αεροπειρατεία.
Λοιπόν,
στην μαρτυρική του κατάθεση εμπρός από
την Επιτροπή για την 11η Σεπτεμβρίου, ο
Mineta λέει ότι όταν εκείνος εισερχόταν
στο μπούνκερ, γύρω στις 9:25 το πρωί, βρήκε
τον Τσέινι και μεταξύ των άλλων τον
Monte Belger, τον διοικητή της FAA (Federal Aviation
Administration, ο οργανισμός της πολιτικής
αεροπορίας) που του είπε τα εξής:
“Παρατηρούμε έναν στόχο πάνω στο ραντάρ,
όμως έχει τον trasponder απενεργοποιημένο
οπότε δεν μπορούμε να τον ταυτοποιήσουμε”.
Φαινόταν μόνο ότι το ύποπτο αεροπλάνο
κατευθυνόταν προς την Ουάσιγκτον. Ενώ
παρατηρούσαν τις οθόνες των ραντάρ,
διηγείται ο Maneta, “ένας νεαρός έρχεται
στο δωμάτιο συχνά και ενημερώνει τον
αντιπρόεδρο, λέγοντας: το αεροπλάνο
βρίσκεται σε 50 μίλια απόσταση…… το
αεροπλάνο είναι σε 30 μίλια απόσταση...
και προσθέτει: οι διαταγές είναι πάντα
σε ισχύ;”. Οπότε, εκείνη τη στιγμή, ο
Τσέινι γυρίζει απότομα και του απαντά: “Βέβαια και οι διαταγές ισχύουν,
άκουσες ίσως κάτι το αντίθετο;” Ο Mineta
θα πει ότι “λόγω της φύσης των γεγονότων,
υπέθεσα ότι οι διαταγές στις οποίες
αναφερόταν ο νεαρός αφορούσαν τη
διαταγή της κατάρριψης”. Προφανώς η
διαταγή δεν εδόθη, αυτή που εξακολουθούσε
να ισχύει ήταν η διαταγή ‘stand down’,
δηλαδή, να μην υπάρξει αντίδραση.
Πράγματι, το αεροπλάνο, η πτήση 77, ήταν
εκείνο που κτύπησε το Πεντάγωνο.
Μάλιστα
ο Mineta δήλωσε ότι, ενώ η CIA, το FBI και το
Counterterrorism Security Group (CSG) γνώριζαν ότι υπήρχε
αυξημένος κίνδυνος ενός τρομοκρατικού
κτυπήματος από την Al Qaeda (sic), σε αυτόν
δεν είχαν πει τίποτα. Παρά το γεγονός
ότι λόγω του αξιώματος του ήταν υπεύθυνος
της FAA, της Ακτοφυλακής και άλλων
οργανισμών που θα έπρεπε να προετοιμαστούν
για ένα τρομοκρατικό κτύπημα. Δήλωσε
ρητά πως δεν είχε καμία πληροφόρηση.
Αντίθετα,
άλλοι γνώριζαν από πριν, όπως για
παράδειγμα ο Donald Rumsfeld, υπουργός αμύνης,
που βρίσκονταν στο πεντάγωνο μαζί με
τους τρεις neocon υφυπουργούς του, τον Paul
Wolfowitz, τον Dov Zakheim και τον Douglas Feith. Και οι
τρεις είναι με διπλό διαβατήριο (αμερικανικό
και Ισραηλινό).
Ήδη
το Μάρτιο, η Rand Corporation, η δεξαμενή σκέψης
του βιομηχανικού- στρατιωτικού
συγκροτήματος του οποίου ο Rumsfeld ήταν ο
διευθυντής, είχε ανακοινώσει μία πιθανή
τρομοκρατική επίθεση στο World Trade Center.
Εκείνο το πρωί, μεταξύ 9:02 και 9:40, ο
Rumsfeld ήταν στο πεντάγωνο και κοιτούσε
στην τηλεόραση τα γεγονότα στη Νέα
Υόρκη, τους δύο κτυπημένους πύργους,
και ανέφερε στους παρόντες: “Πιστέψτε
με, δεν τελείωσε ακόμη. Θα γίνει άλλη
μία επίθεση εδώ σε εμάς”. Το κατέθεσε
ο Christopher Cox, ο πρόεδρος της Επιτροπής
Αμύνης της κάτω βουλής, που ήταν μαζί
του εκείνο το πρωί.
Από
εκείνα τα γεγονότα απέκτησα τη συνείδηση
ότι οι ΗΠΑ ήταν στο χέρι μιας εξουσίας
τερατωδώς εγκληματικής, ικανής να
σκοτώσει ακόμη και τρεις χιλιάδες
πολίτες της σε ένα κτύπημα, για να
ξεκινήσει τον ‘πόλεμο ενάντια στην
τρομοκρατία’, ο οποίος έφερε στη Μέση
Ανατολή ποταμούς αίματος. Όλα αυτά με
σκοπό να εξαλειφθούν και να αποσταθεροποιηθούν
όλοι οι εν δυνάμει εχθροί του Ισραήλ,
να αντικατασταθούν εκκοσμικευμένα
καθεστώτα από φανατικά Χαλιφάτα
Ουαχαμπιτών και να τεθούν οι διαφορετικές
εθνο-θρησκευτικές κοινότητες κάθε
κράτους η μία εναντίον της άλλης. Σε
αυτή την υπόθεση η ευθύνη του Τσέινι
είναι ουσιαστική. Καθώς, κατά κάποιο
τρόπο, αντιπροσωπεύει τα πετρελαϊκά
συμφέροντα (μια που ήταν ο διευθύνων
σύμβουλος της Halliburton, πολυεθνική
εξοπλισμού εξορύξεων) που συγκλίνουν
με αυτά του ισραηλινού λόμπι στο σχέδιο,
για την κατάληψη κοιτασμάτων σε μακρινά
ασιατικά εδάφη. Ο Τσέινι είναι φημισμένος,
επειδή είπε ακριβώς εκείνη την εποχή
το εξής: “Ο καλός θεός δεν θεώρησε σωστό
να βάλει πετρέλαιο και αέριο μόνον όπου
υπάρχουν δημοκρατικά καθεστώτα και
φιλικά στις ΗΠΑ. Ενίοτε πρέπει να
επιχειρούμε σε τόπους στους οποίους,
κάποιος δεν θα επέλεγε να πάει. Αλλά
εμείς πηγαίνουμε όπου υπάρχει business”.
Εάν
πάτε στο History Commons και βάλετε προς
αναζήτηση το όνομα Dick Cheney, θα δείτε τη
μακριά ζωή αυτού του προσώπου κοντά
στην προεδρική εξουσία και τον χαρακτήρα
του, χωρίς ενδοιασμούς και χωρίς
αναστολές. Eἀν είστε προσεκτικοί,
ενδέχεται και να δείτε και την εμπλοκή
του σε μια ιδιαίτερα περίεργη και
σοκαριστική ιστορία. Στην οποία, υπάρχουν
ισχυρές ενδείξεις ότι ήταν αυτός που
παρακάμπτοντας την αλυσίδα της ιεραρχίας,
διέταξε να πετάξουν έξη ατομικές κεφαλές
πάνω σε ένα αεροπλάνο από μία βάση στην
Βόρεια Ντακότα στη βάση Barksdale στη
Λουιζιάνα και εν συνεχεία σε άγνωστη κατεύθυνση. Τι είχε άραγε στο μυαλό του;
Το μυστικό του σχέδιο το χάλασαν
αξιωματικοί της βάσης που πρόσεξαν την
ανωμαλία (πυρηνικές κεφαλές τοποθετούνται
σε πυραύλους μόνο σε πολεμική επιχείρηση,
η απλή μεταφορά τους γίνεται με διαφορετικό
τρόπο) και εμπόδισαν το αεροπλάνο να
πετάξει. Όλοι οι στρατιωτικοί που
ματαίωσαν την επιχείρηση πέθαναν απόμη φυσικό θάνατο σύντομα μετά το
περιστατικό.
Εγώ
προτιμώ να μην πάω να δω μία ταινία για
ένα τέτοιο άτομο. Υπήρξε και αυτό ένα
από τα αποτελέσματα που με άλλαξαν, αφού
είδα τα καπνισμένα ερείπια των Πύργων,
αφού πήρα συνεντεύξεις από τις οικογένειες
των θυμάτων, διακρίνοντας τη φρικτή
αλήθεια που αναδυόταν μέσα από την
επίσημη άποψη και τα μεγάλα μέσα
ενημέρωσης.
Σημείωση μεταφραστή: Ίσως σε κάποιους από εσάς
να γεννηθεί το φιλοσοφικό και συναισθηματικό
ερώτημα: Πως γίνεται κάποιοι τόσο υψηλά
ιστάμενοι να δολοφονούν χιλιάδες αθώους
πολίτες; Την απάντηση γιατί το κάνουν,
την άκουσα κάποτε σε μια ταινία αστυνομικού
θρίλερ που είχα παρακολουθήσει: δεν
υπάρχει γιατί, απλά το κάνει γιατί…μπορεί.
‘Μπορεί’ , όχι με την συναισθηματική
έννοια, αλλά με την έννοια της εξουσίας,
της δυνατότητας. Απλώς το κάνουν γιατί
μπορούν. Τα υπόλοιπα δεν υπάρχουν γι’
αυτούς. Αν αυτό δεν σας αρκεί και
διερωτηθείτε πάνω στην συναισθηματική
διάσταση του ‘μπορούν’, τότε η απάντηση
ίσως μπορεί να δοθεί μόνο μέσα από την
θεολογική ερμηνεία των όντων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου