Οι απειλές ποινικών διώξεων εναντίον όσων διαμαρτύρονται, πλειστηριασμών για να σωθούν οι τράπεζες και κουρέματος καταθέσεων για να επιβληθούν οι πλειστηριασμοί λίγο πριν τα Χριστούγεννα, τεκμηριώνουν πως όσο πιο πολύ σκύβει κανείς το κεφάλι, τόσο μεγαλύτερη η βία που του ασκείται – ηχητικό.
Άποψη
Όταν κυβερνάται μία χώρα κυριολεκτικά ερήμην των Πολιτών της, αφού άλλα ψηφίζουν (=προεκλογικές δεσμεύσεις) και άλλα εφαρμόζονται, από μία κατοχική κυβέρνηση η συμπεριφορά της οποίας θα μπορούσε κάλλιστα να χαρακτηρισθεί ως «γενιτσαρισμός», με την έννοια ότι άλλαξε στρατόπεδο πολιτικών αντιλήψεων υιοθετώντας τις ακριβώς αντίθετες βασιλικότερα του βασιλιά, τότε δύσκολα μπορεί να είναι κανείς αισιόδοξος για το μέλλον της – παρά το ότι θα το ήθελε, τουλάχιστον στην περίοδο των Χριστουγέννων.
Πόσο μάλλον όταν η εναλλακτική δυνατότητα διακυβέρνησης είναι η «εκ πεποιθήσεως» κατοχική αξιωματική αντιπολίτευση, ειδικά τα ακροδεξιά στελέχη της, όπως και το
τρίτο κατά σειρά κόμμα που έχει το θράσος να αυτοαποκαλείται «κίνημα αλλαγής» – με κριτήριο τόσο το παρελθόν τους, όσο και την εμμονή τους στα μνημόνια, παρά το ότι έχουν αποδειχθεί καταστροφικά για την οικονομία. Η εικόνα σκοτεινιάζει ακόμη περισσότερο, όταν η χώρα έχει επί πλέον θεσμούς που υπηρετούν ανερυθρίαστα τα συμφέροντα των πιστωτών της – όπως για παράδειγμα η Τράπεζα της Ελλάδας ή/και το γραφείο προϋπολογισμού της Βουλής, το οποίο προσπαθεί να «εκβιάσει» τους Έλληνες να αποδεχθούν τους πλειστηριασμούς (πηγή), με την απειλή του κουρέματος των καταθέσεων!
Η απειλή εντείνεται με τον ισχυρισμό πως διαφορετικά οι τράπεζες θα χρεοκοπήσουν, δίχως να δίνεται καμία σημασία στο γεγονός ότι, διασώθηκαν με 45 δις € δικά μας χρήματα χωρίς να συμπεριλάβουμε τον πακτωλό των κρατικών εγγυήσεων, τα οποία επιβάρυναν το δημόσιο χρέος – ενώ τα κόκκινα δάνεια των νοικοκυριών είναι χαμηλότερα, συνολικά της τάξης των 28 δις € το 2015 (γράφημα) και μόνο τα 12 δις € από αυτά αφορούν την πρώτη κατοικία. Γιατί όμως να ενδιαφερόμαστε τόσο πολύ για τις σκανδαλωδώς αφελληνισμένες πλέον τράπεζες;
Εάν δεν καταφέρουν να επιβιώσουν κάποιες τράπεζες λόγω της κακής τους διαχείρισης, η οποία προκύπτει εύκολα από τον ανεύθυνο τρόπο που ενέκριναν δάνεια στο παρελθόν, μεταξύ άλλων σε πολιτικά κόμματα και «διαπλεγμένους» επιχειρηματίες, γιατί θα πρέπει να αντιμετωπισθούν διαφορετικά από τις άλλες επιχειρήσεις; Για να μη χαθούν οι καταθέσεις;
Εάν υπάρξει τέτοιος κίνδυνος γιατί να μην τις εθνικοποιήσει το κράτος, όπως οι Η.Π.Α. το 2008 και να τις εξυγιάνει, διαχωρίζοντας τες σε καλές και κακές, πουλώντας τες στη συνέχεια; Ρητορικό το ερώτημα βέβαια, αφού είναι γνωστή η απάντηση στις κυβερνήσεις – οι οποίες δεν ενδιαφέρονται καθόλου για τους Πολίτες, αλλά για τον εαυτό τους και τα συμφέροντα που υπηρετούν.
Ειδικά όσον αφορά τους πλειστηριασμούς, πιστεύουμε πως το μεγάλο έγκλημα έγινε όταν ψηφίσθηκε ο «νόμος ΚΑΤΣΕΛΗ» – όπου η κυβέρνηση δεν έλυσε το πρόβλημα που η ίδια δημιούργησε προσκαλώντας το ΔΝΤ, αλλά το έσπρωξε όπως συνηθίζεται στην Ελλάδα κάτω από το τραπέζι, επιδεινώνοντας το. Για παράδειγμα, θα μπορούσε τότε να επιβάλλει στις τράπεζες να μειώσουν τις δόσεις εξυπηρέτησης των δανείων κατά 50%, να εφαρμόσουν το «Leaseback» με την πληρωμή ενοικίου από τους ιδιοκτήτες που θα συμψηφιζόταν, όταν μετά από κάποια χρόνια αγόραζαν ξανά το σπίτι τους κοκ.
Αντί όμως να σκεφτούν κάποιες ορθολογικές λύσεις είτε αυτή, είτε οι επόμενες κυβερνήσεις, απλά «πάγωσαν» το πρόβλημα – για να εμφανισθεί επαυξημένο σήμερα. Έτσι οι άνθρωποι θα χάνουν τα σπίτια τους, τα οποία θα πλειστηριαστούν σε πολύ χαμηλότερες τιμές σχετικά με τα προηγούμενα χρόνια, παραμένοντας χρεωμένοι στο διηνεκές με το υπόλοιπο του δανείου τους – το οποίο θα είναι πολύ υψηλότερο συγκριτικά, αφού οι τιμές των ακινήτων έχουν καταρρεύσει, έχουν συσσωρευτεί τόκοι πολλών ετών, ενώ αυτοί που θα τα αγοράσουν έναντι κλάσματος της αξίας τους θα είναι οι γνωστοί έμπειροι γύπες των αγορών.
Οφείλουμε πάντως να σημειώσουμε εδώ, έτσι ώστε να φανεί καθαρά το μέγεθος της παραπλάνησης των Ελλήνων από τις κυβερνήσεις τους ότι, από τα 86 δις € της τρίτης δανειακής σύμβασης, με την οποία μας επιβάρυνε η σημερινή κυβέρνηση μέσω των καταστροφικών της διαπραγματεύσεων, έχουμε πάρει μόλις τα 40 δις € – ενώ προβλέπεται ένα ποσόν της τάξης των 20 δις € για τις τράπεζες που έχουν πάρει μόνο τα 5 δις €. Γιατί λοιπόν απειλεί το γραφείο προϋπολογισμού με κούρεμα καταθέσεων, αφού υπάρχουν τα χρήματα;
Περαιτέρω, το ότι οι κυβερνήσεις μας δεν λύνουν ποτέ τα προβλήματα, αλλά τα βάζουν κάτω από το χαλί διογκώνοντας τα, φαίνεται καθαρά από τις ανοησίες περί δήθεν καθαρής εξόδου στις αγορές – με συνθήκες κατά πολύ χειρότερες από ότι το 2010, όπου βγήκαμε από τις αγορές (άρθρο), καθώς επίσης με σημερινή αξιολόγηση της πιστοληπτικής μας ικανότητας περί τις έξι βαθμίδες χειρότερη. Η μοναδική διαφορά με τότε είναι πως η Ελλάδα έχει πλέον υποθηκευτεί και σύντομα θα ανήκει σε νέους ιδιοκτήτες – οι οποίοι φυσικά θα θέλουν να ευδοκιμήσει η επένδυση τους.
Όταν ακούμε πάντως συναδέλφους μας να εκθειάζουν την πτώση των επιτοκίων των ελληνικών δεκαετών ομολόγων κάτω από το 4% συγκρίνοντας την με το παρελθόν, χωρίς να δίνουν σημασία στην κατακόρυφη πτώση των επιτοκίων όλων των χωρών της Ευρωζώνης μετά το 2012 και ιδίως μετά τον εγκαινιασμό του QE της ΕΚΤ (όπως φαίνεται καθαρά στο γράφημα της υπερχρεωμένης Ιταλίας και της έντονα ελλειμματικής Ισπανίας, όπου είναι κάτω του 2%, ενώ στις υπόλοιπες είναι ακόμη και αρνητικά), απογοητευόμαστε – αφού χωρίς να το θέλουν παραπλανούν τους Πολίτες, διασπείροντας ψευδείς ελπίδες όπως οι κυβερνήσεις μας.
Μπορεί δε τα κόκκινα δάνεια να εκτοξεύθηκαν στα ύψη, αφενός μεν λόγω της ύφεσης, αφετέρου εξαιτίας των κάκιστων χειρισμών τους εκ μέρους τόσο των κυβερνήσεων, όσο και των τραπεζών, αλλά το χρέος των νοικοκυριών μειώθηκε αισθητά – από 64,2% του ΑΕΠ το 2014, στο 58,9% το 2017, παρά την κατακόρυφη πτώση του ΑΕΠ. Επομένως οι Πολίτες, αντίθετα από τις κυβερνήσεις τους, λειτουργούν ορθολογικά – ακόμη και κάτω από τόσο αντίξοες συνθήκες.
Ολοκληρώνοντας, υπενθυμίζουμε πως η μοναδική λύση που έχει η Ελλάδα στη διάθεση της, παύοντας επιτέλους να σπρώχνει τα προβλήματα της κάτω από το χαλί, είναι αυτή που αναφέρθηκε στο άρθρο περί εθνικής ανεξαρτησίας (πηγή) – στο οποίο τονίσαμε πως μόνο η ύπαρξη ενός ανεξάρτητου κράτους μπορεί να εγγυηθεί ότι, οι Πολίτες του έχουν και μπορούν να έχουν δικαιώματα και ελευθερίες.
Ακολουθεί η σημερινή συνομιλία του κ. Σαχίνη με τον κ. Βιλιάρδο:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου