Εμμανουήλ Ξάνθος |
«Κατά την άπαξ εγκριθείσα γνώμη, συνελθόντα τα μέλη της Ελληνικής Εταιρίας και συσκεφθέντα μετά ακριβούς ερεύνης και εξετάσεως, εγνώρισαν Έφορον Γενικόν της Ελληνικής Εταιρίας τον εκλαμπρότατον Πρίγκιπα κύριον Αλέξανδρον Υψηλάντην, ίνα εφορεύει και επιστατεί εν πάσιν, όσα κρίνονται άξια, ωφέλιμα και πρέποντα τη Ελληνική Εταιρία. Εις ασφάλειαν δε και βεβαίωσιν των εγκριθέντων βεβαιούται τη υπογραφή των εκάστου των μελών.
Εν Πετρουπόλι τη 12 Απριλίου 1820. Αλέξανδρος Υψηλάντης, Ιωάννης Μάνος, Εμμανουήλ Ξάνθος.».
Παρόντα στο γεγονός αυτό, όπως προκύπτει από τις υπογραφές , ήσαν τρία πρόσωπα. Ο Υψηλάντης, ο Ιωάννης Μάνος και ο Εμμανουήλ Ξάνθος .
Το μοναδικό αυτό έγγραφο, δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά το 1859,από τον Ιωάννη Φιλήμονα , ως το «ντοκουμέντο» ανάθεσης της αρχηγίας της Εταιρίας των Φιλικών.
Ο Ξάνθος, περιέγραψε στα απομνημονεύματά του το
1845 την «διαδικασία ανάθεσης της αρχηγίας στον Υψηλάντη», αναφέροντας ότι, απελπισμένος από την άρνηση του Καποδίστρια, «έστρεψε τον στοχασμό του στον Αλέξανδρο Υψηλάντη και πήγε εις επίσκεψιν του».
Αφού , παρέθετε έναν « θεατρικό» διάλογο, με τον Πρίγκιπα που, « τον υπεδέχθει ευμενώς », ο οποίος υποτίθεται ότι ήταν χαραγμένος στην μνήμη του, και τον θυμόταν στα 1845, είκοσι πέντε χρόνια μετά, έγραφε με δραματικό τόνο: « Τότε εγερθείς ο Ξάνθος με συγκίνησιν ψυχής είπε:
«Δός μοι, Πρίγκιψ, την χείρα σας εις βεβαίωσιν των όσων εκφράσθητε», και μόνον κατόπιν της χειραψίας, ομολόγησε στον Υψηλάντη, ότι η επίσκεψη του στην Αγία Πετρούπολη έγινε «για άλλην σοβαρότερη αιτία», την οποία θα του την εξηγούσε, την επόμενη μέρα.
«Ο Πρίγκιψ ανυπομόνως εζήτησε τότε να μάθη, αλλ’ ο Ξάνθος τον παρεκάλεσε να λάβη υπομονήν μέχρι της αύριον, και ούτως ετελείωσεν η πρώτη συνέντευξις. Την επιούσαν ο Ξάνθος επήγεν εις αυτόν τω εφανέρωσε τα πάντα, και εκείνος μετά προθυμίας και ενθουσιασμού εδέχθη να αφιερωθή εις την υπηρεσίαν των ομογενών με πάσαν θυσίαν του, και δούς εις τον Ξάνθο ένορκον και έγγραφον ομολογίαν περί της πίστεως και αφοσιώσεως του ( την οποία ο Ξάνθος έστειλεν εις τους εν Μόσχα συναδελφούς του παρ’ οις και ευρίσκεται) , ανεδέχθη τον τίτλον του Γενικού Επιτρόπου της Αρχής , έλαβε δε και το όνομα Καλός, και τα στοιχεία δια να υπογράφηται Α.Ρ, και ούτως εκατορθώθη δι’αυτού ο σκοπός της Εταιρίας».
Σύμφωνα, με την «κατάθεση» του ψευδομάρτυρα Ξάνθου, η όλη διαδικασία, κράτησε δύο μέρες. Δηλαδή η πρώτη επαφή έγινε την Κυριακή 11 Απριλίου 1820, όταν πήγε και «χτύπησε την πόρτα» του Υψηλάντη, και η μύηση άρχισε και ολοκληρώθηκε στις 12.
Ιωάννης Καποδίστριας |
Η περιγραφή του ,όμως, είναι πολύ παράξενη.
Θυμόταν με λεπτομέρειες τον πρώτο διάλογο που είχε με τον Υψηλάντη αλλά είχε ξεχάσει την παρουσία του Ιωάννη Μάνου. Δεν αναφέρει αν μεσολάβησε κάποιος για να τον δεχθεί ο Υψηλάντης, και κυρίως παρακάμπτει με το σχήμα «απελπίστηκε- στράφηκε»,τρεις ολόκληρους μήνες, από τις αρχές Ιανουαρίου, που υποτίθεται ότι συνάντησε τον Καποδίστρια ως τις 11 Απριλίου.
Αναφέρεται ακόμα, σε «έγγραφο ομολογία περί της πίστεως και αφοσιώσεως», την οποία έστειλε στους «εν Μόσχα συναδελφούς», ωστόσο, οι «εν Μόσχα», παρέδωσαν το έγγραφο αυτό αργότερα, στα αρχεία του ελληνικού κράτους, και το ίδιο το κείμενο τον διαψεύδει, αφού είναι ένα λιτό, «επαγγελματικό» κείμενο ανάθεσης και αποδοχής, μία « απόδειξη», χωρίς όρκους, και το οποίο είναι αρκούντως αμφίσημο.
Η τύχη του πρωτοκόλλου περιγραφόταν κάπως διαφορετικά από τον Ξάνθο δύο χρόνια, πριν στο υπόμνημά του προς την Εθνική Συνέλευση της 3ης Σεπτεμβρίου που υπέβαλε στις 15 Δεκεμβρίου 1843.
«Ούτος, (ο Υψηλάντης), αποδεχθής μετά προθυμίας και ενθουσιασμού, ητοιμάσθη εις την εκπλήρωσιν του σκοπού, αφού πρότερον υπέγραψε έν ύποσχετικόν έγγραφο, το οποίο παρακατέθεσα εις τους κυρίους Νικόλαο Πατσιμάδη και Αντώνιο Κομιζόπουλο».
Το έστειλε η το «παρακατέθεσε»; μέσα σε δύο χρόνια τα λέει διαφορετικά , και ήταν «ύποσχετικόν έγγραφο»(1843),ή «ένορκος βεβαίωση»(1845).Μπορεί βέβαια και να μη θυμόταν. Θυμόταν όμως, τις «ατάκες»,του θεατρικού διαλόγου. Μπορούμε να αναρωτηθούμε μήπως δεν κράτησε καν αυτός το έγγραφο, αλλά ο Μάνος. ;
Τα γεγονότα , περί την μύηση του Υψηλάντη, τα περιγράφει όπως τα άκουσε από τον ίδιο , ένας άλλος μάρτυρας, η κόμισσα Λούλου Τύρχαϊμ, στην αυτοβιογραφία της, όπου αναφέρει:
«Τον χειμώνα του 1819-20 όταν εμείς βρισκόμαστε στη Ρωσσία, ήρθε ο Υψηλάντης στην Πετρούπολη με μόνο σκοπό να μας δει. Αν δεν βρισκόμαστε τότε στη Ρωσσία, θα είχε ζητήσει άδεια για να κάνει ταξίδι στη Γερμανία και τη Γαλλία. Στην Πετρούπολη ο Υψηλάντης ασθένησε για πολλές εβδομάδες. Τότε τον επισκέπτονταν συχνά ορισμένα επίσημα πρόσωπα της Εταιρείας, και του ανακοίνωσαν ότι στην Οδησσό είχαν συνενωθεί πολλοί Έλληνες έμποροι, καθώς και πολλοί στην Πελοπόννησο για να αγωνιστούν για την ανάσταση του έθνους των. Τα πρόσωπα αυτά μιλούσαν όλο και πιο ελεύθερα για τους πολιτικούς σκοπούς της οργανώσεως αυτής που, υπό το όνομα «Εταιρεία», γινόταν, έλεγαν, ισχυρότερη συνεχώς, και ότι συνδεόταν μυστικά με τους Έλληνες του Μωρία και της Πόλης για να αποτινάξουν επιτέλους τον μισητό τουρκικό ζυγό.
Του έλεγαν ακόμα ότι είχαν στη διάθεσή τους μεγάλα ποσά, ότι ο Αλή Πασάς είχε καταστεί ανεξάρτητος από την Πύλη κι ότι προσέφερε την σύμπραξη του στους Έλληνες του Μωρία. Στις συνομιλίες αυτές πίστευαν ότι η Ρωσσία θα υπεστήριζε τις προσπάθειες των ομοδόξων της, ή τουλάχιστον δε θα τους εμπόδιζε στις ενέργειές των. Οι πιθανότητες, η υποδουλωμένη και πάσχουσα πατρίδα των να γίνει και πάλι ελευθέρα ήταν μεγαλύτερες από ότι στην εποχή της Αικατερίνης της Β. Αυτές οι συζητήσεις ξυπνούσαν στην καρδιά του Υψηλάντη σιγά- σιγά τη σκέψη να δώσει νέα ζωή στην πατρίδα του με την οποία τον συνέδεαν τα πιο ευγενικά του όνειρα από τα παιδικά του χρόνια.
Είχε εγκαταλειφθεί στην διάθεση της πατρίδας του με όλο του το είναι. Με λίγα λόγια λοιπόν, εκείνοι που του ξύπνησαν τις ελπίδες αυτές για ένα αισιόδοξο μέλλον, του ανέθεσαν χωρίς πολλές διατυπώσεις την αρχηγία του τόσον ενδόξου όσον και επικινδύνου εγχειρήματος. Του έδειξαν τους καταλόγους με τα ονόματα των μεμυημένων και τον εβεβαίωσαν ότι σαν γόνος ενός Έλληνος που είχε αφιερωθεί εξ ολοκλήρου στην υπόθεση της Ελλάδος και σαν Ρώσσος αξιωματικός θα ήταν εγγύηση για το έθνος του και θέλγητρο για την υποστήριξη της επανάστασης.
Ο Υψηλάντης τους παρακάλεσε να του δώσουν τρεις μέρες καιρό για να σκεφθεί την υπόθεση και να μιλήσει με τον Καποδίστρια για να εξακριβώσει σε τι θα συμφωνούσε ο υπουργός χωρίς καμιά επιφύλαξη.
Ο Καποδίστριας που ήταν πληροφορημένος για όλα, επίδοκίμασε με ενθουσιώδη λόγια την πατριωτική επιθυμία του νεαρού φίλο του και του επανέλαβε αυτό που είχε πει πολλές φορές τους συμπατριώτες του, ότι ακόμα και αν η ευρωπαϊκή πολιτική δεν θα επέτρεπε στον Τσάρο Αλέξανδρο να κηρυχθεί ανοιχτά υπέρ της ελληνικής υπόθεσης η καρδιά του θα ήταν πέρα ως πέρα με το μέρος της Ελλάδας».
Όπως βλέπουμε η περιγραφή της Τύρχαϊμ, είναι εντελώς διαφορετική από αυτήν του Ξάνθου. Πρώτη μεγάλη αντίφαση. Η διαδικασίας μύησης κράτησε αρκετές εβδομάδες, όπως λέει η Τύρχαϊμ, η δύο μέρες όπως υποστηρίζει ο Ξάνθος ;
«Τα επίσημα πρόσωπα» της Εταιρείας, υποστηρίζει η Τύρχαϊμ, του μίλησαν για την ανάπτυξη στην Πελοπόννησο την Κωνσταντινούπολη και την Οδησσό, και σιγά-σιγά ο Υψηλάντης,«είχε εγκαταλειφθεί στην διάθεση της πατρίδας του με όλο του το είναι», ενώ ο Ξάνθος, αφηγείται ότι όλα έγιναν με ενθουσιασμό και σχεδόν ακαριαία:
«Την επιούσαν, ο Ξάνθος, επήγεν εις αυτόν, του εφανέρωσε τα πάντα, και εκείνος μετά προθυμίας και ενθουσιασμού εδέχθη να αφιερωθή εις την υπηρεσίαν των ομογενών»(!!).
Αλέξανδρος Υψηλάντης |
Η Τύρχαϊμ, μας βεβαιώνει, ότι στην μύηση του Υψηλάντη , μετείχαν τουλάχιστον δύο, αν όχι περισσότεροι αφού έγραφε:«Ορισμένα επίσημα πρόσωπα»,«του έλεγαν», «του μιλούσαν», «του έδειξαν», «του ξύπνησαν».
Μπορεί να μην συγκράτησε τα «δύσκολα» ελληνικά ονόματα που ίσως ανέφερε ο Υψηλάντης, αλλά συγκράτησε το πλήθος τους.
Ο Ξάνθος από την πλευρά του, δεν μνημόνευε παρουσία άλλου η άλλων Σύμφωνα με την Τύρχαϊμ, τα «επίσημα πρόσωπα της εταιρείας»,στις συζητήσεις, του, «παρέστησαν την ευκαιρία που παρουσιαζόταν με τον Αλή Πασά», και αυτό μας πείθει ότι στην διάρκεια των «πολλών εβδομάδων», εξετάσθηκε το γεωπολιτικό περιβάλλον της επανάστασης, αφού,« Οι πιθανότητες, ήταν μεγαλύτερες από ότι στην εποχή της Αικατερίνης της Β» ,και οι ως τότε ενέργειες της εταιρείας, για να εξωθηθεί ο Αλής στην αποστασία.
Ο Ξάνθος, δεν αναφέρεται καθόλου στον Αλή, διότι προφανώς αγνοούσε πλήρως, ίσως ακόμα και όταν έγραφε τα απομνημονεύματά του, την «επιχείρηση» αυτή. Η ανάθεση της αρχηγίας σύμφωνα με την Τύρχαϊμ, έγινε «χωρίς πολλές διατυπώσεις» .
Το έγγραφο που διασώζεται στα ελληνικά αρχεία την επιβεβαιώνει. Αντίθετα, όπως είδαμε ο Ξάνθος αναφερόταν σε «ένορκον και έγγραφον ομολογίαν».
Το χειρόγραφο αρ. 642 της εθνικής βιβλιοθήκης τον διαψεύδει.
Η Τύρχαϊμ στην αφήγηση της προσέθετε:
«Ο Υψηλάντης τους παρακάλεσε να του δώσουν τρεις μέρες καιρό για να σκεφτεί την υπόθεση και να μιλήσει με τον Καποδίστρια για να εξακριβώσει σε τι θα συμφωνούσε ο υπουργός χωρίς επιφυλάξεις».
Σύμφωνα με τη μαρτυρία της Τύρχαϊμ, οι συζητήσεις με τον Υψηλάντη πρέπει να ολοκληρώθηκαν στις 7 η 8 Απριλίου, διότι η 12η ήταν Δευτέρα. Στο τριήμερο που μεσολάβησε έγινε η πρώτη συνάντηση του Υψηλάντη με τον Καποδίστρια, με θέμα την επανάσταση. Ας προσπαθήσουμε τώρα, να απαντήσουμε στα ερωτηματικά που προκαλεί το «πρακτικό ανάθεσης».
Ο Υψηλάντης, ο Μάνος, και ο Ξάνθος με τις υπογραφές τους μας βεβαιώσαν ότι , ο Υψηλάντης ανέλαβε Γενικός Έφορος της Ελληνικής Εταιρείας, (που αναφέρεται τρις), ενώ η«Εταιρία των Φιλικών», της οποίας υποτίθεται ότι ήταν απεσταλμένος ήταν ο Ξάνθος, δεν αναφέρεται καθόλου.
Η πρώτη φορά, που η ιστορία κατέγραψε μια «Ελληνική Εταιρία»,ήταν στο Παρίσι το 1809. Το όνομα,«Ελληνική Εταιρία», ακούστηκε και πάλι στην κατάθεση, ενώπιον της αστυνομίας της αγίας Πετρούπολης το 1817, του δολοφονηθέντος το 1819 Νικόλαου Γαλάτη, ο οποίος κατέθεσε, ότι «δεν μπορούσε λόγω των όρκων του να αναφέρει το πραγματικό όνομα της, που ήταν μυστικό» .
Μήπως γίνεται το ίδιο στο πρακτικό του 1820; Η Ελληνική Εταιρία του Υψηλάντη συνδέεται με την εταιρεία του Γαλάτη.
Το όνομα «Ελληνική Εταιρία», ήταν «συνθηματικό ψευδώνυμο» μιας άλλης που κρύβεται, και που μεταμφιέζεται;
Η Τύρχαϊμ αναφέρθηκε σε μια οργάνωση « υπό το όνομα «Εταιρεία» ;
Η «Ελληνική Εταιρία» του «πρακτικού ανάθεσης», ήταν η ελληνική μορφωτική –φιλανθρωπική εταιρία, που δημιουργήθηκε αργότερα στην Μόσχα σαν προκάλυμμα για τη συγκέντρωση χρημάτων για τον Αγώνα.
Ήταν το ταμείο της Επανάστασης .
Ο Πρωτοψάλτης , γράφει ότι μετά από συνεννόηση του Υψηλάντη, με τα μέλη της Εταιρίας στη Μόσχα,««ετέθη σε λειτουργία η «Φιλόμουσος και Φιλάνθρωπος Γραικική Εμπορική Εταιρία», δια της οποίας ηλπίζετο να συγκεντρωθούν πολλά εκατομμύρια για την Εθνικήν Κάσσαν»», την οποία ο Υψηλάντης σε επιστολή του, τον Ιούλιο του 1820, ονόμαζε «φιλογενική Κάσσαν».Η Εταιρία κυκλοφόρησε και γραμμάτια συνεισφορών υπογεγραμμένα από τον Υψηλάντη.
Ο Φιλήμονας εξηγούσε το 1859, ότι το καταστατικό συντάχθηκε από τον Κομιζόπουλο και τον Παξιμάδη στην Μόσχα και μάλιστα δημοσίευσε, και τις τέσσερεις«μυστικές παραγράφους» του, σύμφωνα με τις οποίες: Σκοπός της εταιρίας ήταν να συγκεντρωθούν περισσότερα από 10 εκατομμύρια ρούβλια που θα έπρεπε να χρησιμοποιηθούν « διά την ελευθερία της φιλτάτης Πατρίδος».
Από την αλληλογραφία Ξάνθου-Κομιζόπουλου προκύπτει ότι στις 15 Μαρτίου 1820 ο «Ξενοφωντίδης» -Παξιμάδης ολοκλήρωνε τη συγγραφή του καταστατικού, το οποίο θα έστελναν στη συνέχεια στην αγία Πετρούπολη, και το οποίο θα έπρεπε να το παρουσιάσουν στον «Ευεργετικό» δηλαδή στον Καποδίστρια.
Προφανώς λοιπόν, η «Ελληνική Εταιρία» ήταν αντικείμενο συζήτησης κατά τη διάρκεια των «πολλών εβδομάδων» που διήρκεσαν οι επαφές με τον Υψηλάντη, και ήταν αναπόσπαστο μέρος της συμφωνίας. Το καταστατικό της εξετάστηκε στην τελευταία φράση, μετά τις 20 Μαρτίου, όπως μας βεβαιώνει, η αλλαγή του χαρακτηρισμού του επικεφαλής, από «Εταιρίαρχος», σε Γενικός Έφορος.
Αυτή η εκδοχή αυτή επιβεβαιώνεται και από τον Καποδίστρια, ο οποίος στο υπόμνημά του προς τον Τσάρο Νικόλαο , σημείωνε :« μου έδειξε τότε(ο Υψηλάντης) ένα έγγραφο με το οποίο προτείνετο η ίδρυση μιας εταιρείας με σκοπό τη συλλογή χρημάτων, με συνδρομές, που θα κατετίθεντο σε τράπεζα, για ένα χρησιμοποιηθούν για την απελευθέρωση της Ελλάδας, και μου ζήτησε να του εκφράσω τη γνώμη μου».
Διαπιστώνουμε λοιπόν ότι ο Υψηλάντης ,πριν τις 12 Απριλίου, στο τριήμερο που μεσολάβησε, όπως είδαμε προηγουμένως, από την ολοκλήρωση της μύησης του μέχρι την υπογραφή του «πρακτικού ανάθεσης», ενημέρωσε τον Καποδίστρια, και για την υπό σύσταση «Φιλόμουσο και Φιλάνθρωπο Γραικική Εμπορική Εταιρία»,που θα λειτουργούσε ως ο νόμιμος χρηματοδοτικός μηχανισμός του σχεδιαζόμενου επαναστατικού κινήματος.
Το «πρωτόκολλο», επομένως, υπεγράφη αφού πρώτα ο Υψηλάντης, πήρε τη γνώμη του Καποδίστρια.
ΣΠΥΡΟΣ ΧΑΤΖΑΡΑΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου