Συνέχεια από το Μέρος Α΄
Η ΣΤΑΔΙΑΚΗ ΕΠΙΚΡΑΤΗΣΗ ΤΗΣ ΞΑΝΘΕΙΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ Η ΠΙΘΑΝΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ ΣΤΟ α΄ ΕΞΑΜΝΗΝΟ ΤΟΥ 1820
Η ιστορία που δεν αναρωτιέται γιατί απαιτούνται τρεις άσημοι για να ξεκινήσει μια Επανάσταση, δεν θα προσέξει ποτέ τις διαφορετικές ποσοτικές και
ποιοτικές ιδρυτικές συνθέσεις που εμφανίστηκαν γραπτά από το 1828. Πολύ περισσότερο θα παραλείψει την προφορική παράδοση. Η προσπάθεια καταγραφής του Φιλήμονα θα διακοπεί και μάλιστα με τη σύμφωνη γνώμη του, παρότι το 1861 θα δώσει το ύστατο στοιχείο αναζήτησης της αλήθειας με την εμφάνιση τεκμηρίων από το “Ελληνόγλωσσο Ξενοδοχείο” του Παρισιού στο οποίο μετείχε ο Τσακάλωφ και αρνήθηκε να ηγηθεί ο Κοραής. Παρά τις διαφορετικές εκδοχές, η ιστορία της Φιλικής καταδικάζεται αρχικά στο ανούσιο δίλημμα “ήταν ή δεν ήταν στην αρχική τριάδα ο Ξάνθος;”. Με την μεταβολή του 1862 το ημίφως της πραγματικής Εταιρείας σβήνει, κάτι που επιβεβαιώνεται και στον Περραιβό. Μετά το 1922 ο Κανδηλώρος θα βάλει την ταφόπλακα στην αμφισβήτηση “του Ξάνθου” προειδοποιώντας ότι τα χειρότερα -στην εξιστόρηση- έρχονται. Στον 20ο αιώνα η παράδοση θα συγκρούεται με την νεωτερικότητα για την επαναστατική ταυτότητα, ενώ θα συμφωνούν μεταξύ τους στο θέμα της Εταιρείας.Η ολοκληρωτική αλλοίωση της παραλλαγμένης αιτιολόγησης του 21 προκύπτει από στοιχεία παραλογισμού όπως αυτό: ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος (ο γνωστός) παρουσιάζεται από την ιστορία ως αλλεργικός στο κοσμικό κράτος και στον ναπολεόντειο (αστικό) κώδικα αφού το 1822 υποστηρίζει την κατάργηση του (καρμποναρικού;) Φοίνικα και την αντικατάστασή του από (την χριστιανική;) Αθηνά. Μέσα σ’ ένα τέτοιο κάδρο δεν χωρά ο άγνωστος Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος (ο φιραρής), ούτε η μακρόχρονη δράση της οικογένειας Υψηλάντη και άλλων Φαναριωτών στους οποίους και ο Ρήγας εδράζεται. Όσο για την επαναφορά του Φοίνικα από τον Καποδίστρια το 1829 … η ιστορία έσπευσε να κρύψει ακόμα και τους εξαγριωμένους με την πράξη αυτή όπως ο Thiersch, ο Κοραής και ο Τρικούπης. Ο παραλογισμός της ιστορίας είναι ανελέητος: η Ελληνική Επανάσταση “επιδιώκει μέσω του Μαυροκορδάτου να διασκεδάσει τις ανησυχίες της Ιεράς Συμμαχίας”, γι’ αυτό και συστήνει ως προσωρινό πολίτευμα το δημοκρατικό. Ούτε ενοχλεί που αυτό δεν προβλέπεται από κανένα εταιρικό κείμενο. Γι’ αυτό η ιστορία προσπερνά το καποδιστριακό κείμενο του 1819 (ή καμώνεται ότι δεν το καταλαβαίνει), προσπερνά το Δοκίμιο περί Πατριωτισμού (1817 – β’ έκδοση), τη “γλωσσική σύγκρουση” του ίδιου έτους και ανατρέχει στην Ελληνική Νομαρχία (1806) που -στην πραγματικότητα- αντιπαρατίθεται στην α΄ έκδοση του Πατριωτικού Δοκιμίου. Ο απόλυτος παραλογισμός θεμελιώνεται στους “φιλελεύθερους-ριζοσπάστες-καρμπονάρους” της Οδησσού που αφού “αποφασίσουν ν’ απαντήσουν σε ό,τι ο Καποδίστριας άφησε αναπάντητο στη Βιέννη”, στη συνέχεια, παρότι αυτός είναι αντίπαλος της Γαλλικής Επανάστασης, “επιμένουν” επί 4 χρόνια να τον κάνουν αρχηγό· όταν “αποτύχουν”, βρίσκουν έναν άλλο αντίπαλο της Γαλλικής Επανάστασης, τον Υψηλάντη, ώστε να πραγματοποιήσουν το όνειρό τους: τη Φιλελεύθερη Επανάσταση των Ελλήνων! Αυτό που λείπει -συνεπώς- από τη “Φιλική” ενδεχομένως ταιριάζει νοηματικά με όλα τα υποφωτισμένα ή κακώς ερμηνευμένα κεφάλαια στο διάστημα 1750-1862.
Τι έμεινε λοιπόν από την “Φιλική” στην πρώτη της εξιστόρηση; Καίριοι παράγοντες όπως ο μητρ. Ιγνάτιος και ο αρχιμ. Γαζής είχαν εκλείψει λίγο μετά την άφιξη του Καποδίστρια στο Ναύπλιο. Αναγνωσταράς & Δικαίος έπεσαν μαχόμενοι κατά του Ιμπραήμ. Ο Χριστόφορος Περραιβός ήταν σφίγγα ήδη στην Επτάνησο Πολιτεία. Ο Ι. Παπαρρηγόπουλος δεν θα μιλούσε ποτέ και ο Αριστείδης Παπά είχε χαθεί το 1820. Ο Παναγιώτης Αναγνωστόπουλος κρίθηκε “άκρως επικίνδυνος” για την ευστάθεια του νεωτερικού αφηγήματος και ο Αθανάσιος Τσακάλωφ μόλις και μετά βίας γλύτωσε· είχε κινδυνέψει ν’ αντικατασταθεί στην “ιδρυτική τριάδα” από τον -ανήμπορο να μιλήσει- Δικαίο. Πρώτος ανήμπορος (ακίνδυνος) ήταν ο Σκουφάς. Ορισμένες “τρύπες” έκλεισαν άκομψα με τον ομοίως “ανήμπορο” Γαλάτη και την εξασφάλιση της σιωπής των ζώντων όπως ο Παν. Σέκερης και ο Γεώργιος Λεβέντης. Η ομάδα Κομιζόπουλου-Πατζιμάδη-Κουμπάρη κλπ ήταν εξ ορισμού σιωπηλή, ο Αθαν. Σέκερης δεν έδινε σημεία ζωής, άρα, μετά το 1834 ο Ξάνθος είχε εξασφαλισμένο κάποιο περιθώριο ελιγμών.
Η οριστική εισχώρηση του Ξάνθου στην ιστορία στόχευε σ’ ένα βασικό σημείο: στο “Συμφωνητικό” του 1818. Σύμφωνα με αυτό, κάποιοι “Αρχηγοί” θα παρέδιδαν την ηγεσία της Εταιρείας στον Καποδίστρια. Οι μόνοι που εμφανίζονταν ότι μπορούσαν να εμπνευστούν και να οργανώσουν μια Επανάσταση, “ανακάλυπταν ξαφνικά” ότι δεν μπορούσαν να ηγηθούν αυτής. Η απίθανη αυτή εκδοχή που διαδίδεται ως σήμερα, αναγράφεται από τον Ξάνθο με τον πιο φυσικό τρόπο στο πλέον πολιτικό του κείμενο, στην Αναφορά του προς την Εθνική Συντακτική Συνέλευση του 1843. Πλην όμως, αυτό διαψεύδεται από το ίδιο το “Συμφωνητικό”, που δεν προέβλεπε αρχηγοποίηση αλλά συν-αρχηγοποίηση.[15] Οι συμφωνήσαντες 8 θα έκαναν συλλογική “Αρχή των 9”, παρότι οι μισοί έλλειπαν κατά την ημερομηνία υπογραφής (22/9/1818). Σύμφωνα μάλιστα με όσα αρχικά ο Φιλήμων είπε -και ο Ξάνθος αρχικά διαφώνησε- η πολυμελής αυτή Αρχή ήταν (προβλεπόταν με κάποιον τρόπο;) διερυνόμενη πριν από την εισχώρηση του Καποδίστρια, κάτι που δεν προέβλεπε το “Συμφωνητικό” που παρουσίασε ο Ξάνθος. Επιπλέον, ο Ξάνθος το 1843 είπε ότι Αρχηγοί έγιναν και ο Παπαφλέσας και ο Αθαν. Σέκερης (που δεν υπέγραφαν στο Συμφωνητικό), ενώ ημι-Αρχηγοί έγιναν ο μ. Ιγνάτιος, ο Μαυροκορδάτος, και ο Δομνάδος.[16] Τα αρχικά των “αρχηγών” (Β, Γ, Δ, …) που χρησιμοποιήθηκαν μετά την κρίση του 1818 στην Κων/πολη και μέχρι την ανάδειξη του Υψηλάντη στη θέση του μελλοντικού ηγέτη των Ελλήνων, αναφέρθηκαν αλλοιωμένα από τον Ξάνθο. Ενώ η αρίθμηση ΑΒ, ΑΓ, ΑΔ … δεν υπήρχε πριν τη ενδοεταιρική ρήξη, ο Ξάνθος την εμφανίζει ως δομικό στοιχείο της Εταιρείας για να στηρίξει τη θεωρία των ιδρυτών-αρχηγών που ξεκινούν στην Οδησσό το 1814 αγανακτισμένοι με τον Castlereagh και τον Metternich.
Ακόμα κι αυτά τα κενά και τις αντιφάσεις θα μπορούσε κάποιος να προσπεράσει, αν έλειπαν μαρτυρίες ότι ο Υψηλάντης δεν προέκυψε ξαφνικά. Η ρήξη του 1818 στην Κων/πολη περιλάμβανε διαφωνία γύρω από το όνομα του αρχηγού της Επανάστασης· και εκτός των ονομάτων “Καποδίστριας”, “Υψηλάντης” υπήρχε και το όνομα “Ιωάννης Καρατζάς” [Αλ. Καντακουζηνός].
Η δια του Ξάνθου εξιστόρηση συνοψίζεται στο να εμφανιστεί ο Καποδίστριας ως λακτιστής της προσφερόμενης λαϊκής εξουσίας και να υπονοηθεί ο Υψηλάντης ως καταχραστής μιας προϋπάρχουσας συλλογικής εξουσίας. Ένας ΑΡ (ο 16ος αρχηγός) καταπατά τη συλλογική εξουσία και γίνεται ΑΑ ενάντια στις καποδιστριακές συμβουλές, οδηγώντας τη ρωσική πολιτική ενάντια στο έθνος. Το “ανίκανος-αλλοπρόσαλλος” είναι το κερασάκι στην νεωτερική τούρτα και το πικρό ιστορικό ποτήρι που πρέπει να πιει μέχρι την τελευταία σταγόνα ο μεγάλος γιός του Κωνσταντίνου, ίσως ο πλέον τραγικός επαναστατικός αμνός που αίρει δια της θυσίας του την αμαρτία της αφανούς ηγεσίας να κινήσει μια Επανάσταση με συνοδοιπόρους εκείνους που την υπονόμευαν ασταμάτητα επειδή διαφωνούσαν ως προς τον στόχο της.
Για να μην τα πολυλογούμε, επειδή ο Ξάνθος βάδισε τελικά προς την Αγ. Πετρούπολη, ήταν ο αρμόδιος να πιστοποιήσει ότι το 1820 η Εταιρεία δεν έγινε αποδεκτή από τον Καποδίστρια, ενώ έγινε μυστηριωδώς δεκτή από κάποιον τον οποίον “ουδείς ενέκρινε” το 1818 και τον οποίο “ενέκρινε ο Καποδίστριας”. Το λιγότερο που έπρεπε να κρύψει ο Ξάνθος, είναι ότι έπρεπε να παραδώσει το Ταμείο της Κων/πολης και να απολογηθεί στον Καποδίστρια για την έλλειψη των χρημάτων. Το πιο ουσιώδες τμήμα της αποστολής του δεν μπορεί ακόμα να διευκρινιστεί, είχε πιθανώς να κάνει με την υποστήριξη αρχηγού της Επανάστασης, δηλ. του πολιτειακού θεσμού στο μελλοντικό κράτος. Και στην υποστήριξη αυτή ο Ξάνθος εκπροσωπούσε την ισχυρότερη ομάδα (της Πόλης)· είναι όμως βέβαιο ότι υπήρχαν κι άλλες.
Δεν χρειάζεται ιδιαίτερη ιστορική μαεστρία για να κατανοηθεί η διάτρητη εξιστόρηση του “Συμφωνητικού” που αποτελεί τον κορμό ενός κατασκευασμένου ιστορικού αφηγήματος στο οποίο δεν αποσιωπάται μόνο η αρχική κατεύθυνση του απεσταλμένου Ξάνθου: η Κέρκυρα· εκεί μάλλον έπρεπε να κατευθυνθεί μετά το Πήλιο ο Ξάνθος σύμφωνα με τον Παναγιώτη Σέκερη. Αποσιωπάται ακόμα και ο Ιωάννης Μάνος, στο μοναδικό έγγραφο που υπογράφει ο Ξάνθος με τον Υψηλάντη (και το Μάνο) και το οποίο δεν αποτελεί εκχώρηση κάποιας Φιλικής Εταιρείας, αλλά δημιουργία ενός νέου Ταμείου (της Φιλομούσου και Φιλανθρώπου Γραικικής Εμπορικής Εταιρείας / Φ.Φ.Γ.Ε.Ε.). Όποιο αξίωμα πήρε τελικά ο Υψηλάντης, το έλαβε στην Μόσχα τον Ιούνιο και όχι στην Αγ. Πετρούπολη τον Απρίλιο του 1820, κάτι που θα αποκρύψει και ο Φιλήμων. Ο προφανής λόγος είναι ότι στην Μόσχα έδρευε ο πυρήνας των Φιλικών, η ομάδα του Φοίνικα η οποία συνεργαζόταν [ούσα σε διαρκή ρήξη] με την ομάδα της Αθηνάς.[17]
Μετά απ’ αυτά είναι φυσικό ότι ουδείς ιστορικός αναρωτιέται πόθεν έλαβε εξουσιοδότηση ο Ξάνθος να κινηθεί τελείως αντίθετα με το Συμφωνητικό· πώς γίνεται αποδεκτός ο Υψηλάντης από όσους “ψήφιζαν Καποδίστρια και μόνον Καποδίστρια”· από όσους ήθελαν συλλογική ηγεσία και όχι μονοπρόσωπη. Όλα αυτά -και πολύ περισσότερα- θάφτηκαν περαιτέρω όταν ο “αναξιόπιστος” κατάλογος του Φιλήμονα επισκιάστηκε από τον “επίσημο” κατάλογο μελών που κυκλοφόρησε το 1937! Αντί να πολλαπλασιαστούν οι αμφιβολίες και τα ερωτήματα από την μερική-προβληματική παρουσίαση του αρχείου Π. Σέκερη (κατάλογος 520 ατόμων), αντί να ρωτάνε όλοι πώς ο “αρχηγός” Ξάνθος είχε έναν ακατάστατο, προβληματικό κατάλογο με 134 ονόματα, αντί να σημειωθεί η αυτάρεσκη ιστορική αυθαιρεσία με την οποία ο Μέξας διόρθωνε ακόμα και την μύηση του Κολοκοτρώνη, αρκετοί επιδόθηκαν σε στατιστικές και ραβδογράμματα από τα οποία εξήγαγαν “αξιόπιστα επιστημονικά συμπεράσματα” για το είδος της Επανάστασης του 1821. Και βέβαια, όλοι οι ιστορικοί προσπερνούσαν την κορύφωση της εταιρικής σύγκρουσης[18] γιατί αλλιώς θα ερχόντουσαν αντιμέτωποι με μια ακόμα τεράστια αντίφαση: πώς γίνεται σε μια Εταιρεία “με τριάντα μέλη” να δημιουργούνται τόσο ισχυρές ανατρεπτικές τάσεις; Όμως, αν η νεωτερική ιστορία κάλπαζε στον 20ο αιώνα και η παραδοσιακή ήταν εγκλωβισμένη σε θέματα ήσσονος σημασίας, όλοι λογάριαζαν χωρίς τον ξενοδόχο που στην περίπτωση αυτή δεν θα ήταν ο Τσακάλωφ, αλλά ο Ξάνθος.
Ο ΞΑΝΘΟΣ ΕΠΑΝΕΜΦΑΝΙΖΕΤΑΙ ΣΤΑ ΤΕΛΗ ΤΟΥ 20ΟΥ ΑΙΩΝΑ
Είδαμε συνοπτικά ότι η εισχώρηση του Ξάνθου στην ιστορία είχε στόχο, όχι τόσο να εμπεδώσει ένα νεωτερικό αφήγημα β΄, αλλά να αποτρέψει την ανατροπή ενός νεωτερικού αφηγήματος α΄. Η αριστοκρατική Επανάσταση είχε αυτοεξαφανιστεί, όχι όμως με τρόπο που εξασφάλιζε την διαιώνιση της εξαφάνισης. Ένας Ξάνθος μέσα στην ιδρυτική τριάδα διασφάλιζε στο μέγιστο βαθμό ότι η λαϊκή Επανάσταση της Οδησσού δεν θα διαλυόταν στο μέλλον χάριν της χριστιανικής Επανάστασης της Βιέννης. Αν και ο καθένας θα μπορούσε να βγάλει τα συμπεράσματά του από την μελέτη του Ξάνθου και των άλλων πηγών, η πλήρης κατάρρευση του -καλύτερου δυνατού- φιλελεύθερου επαναστατικού αφηγήματος ήρθε τελικά εκ των έσω και μάλιστα εκ του ιδίου του Ξάνθου.
Το 2014, δυο αιώνες από την υποτιθέμενη ίδρυση της Εταιρείας στην Οδησσό, ο Ξάνθος μας έκανε ένα πολύ μεγάλο δώρο. Τότε ολοκληρώθηκε η έκδοση του Αρχείου του. Παρότι είναι καταφανώς κουτσουρεμένο, μια συγκριτική μελέτη των επιστολών του δείχνει σε ποια κατεύθυνση εφάρμοζε το 1845 την αυτολογοκρισία του. Διέγραφε όσα αφορούσαν στον τσάρο Αλέξανδρο, στον Καποδίστρια, στο κέντρο της Μόσχας και στην σχέση του με αυτό, στην συνεννόησή τους με τον Αλή πασά και γενικότερα στο τελείως διαφορετικό -αν και δυσνόητο- κλίμα που κάποιος εύκολα θα εντόπιζε με τα στοιχεία αυτά. Το Αρχείο του Ξάνθου επιβεβαιώνει ότι ουδέποτε έγινε μάχη μεταξύ Ξάνθου-Αναγνωστόπουλου “για τα πρωτεία”. Η διαμάχη αφορούσε στο ποιος μπορούσε -εκ των υστέρων- να διεκδικήσει την επαναστατική βούληση, την πρόθεση δημιουργίας κράτους. Ποιος μπορούσε να εμφανιστεί ως ο δημιουργός της Επανάστασης, άρα ο κατέχων δικαιώματα στην περαιτέρω πορεία του κράτους. Η μάχη Ξάνθου-Αναγνωστόπουλου ήταν η απόκρυψη της σύγκρουσης των πρωταγωνιστών. Της σύγκρουσης Κοραή-Καποδίστρια για τον χαρακτήρα και την προοπτική του ελληνικού κράτους, παρά το γεγονός ότι ο Εμμανουήλ δεν εκπροσωπούσε ψυχή τε και σώματι τον Αδαμάντιο. Ο Ξάνθος δεν ήταν ο “Έλληνας” που προσπαθούσε να αναβιώσει το κράτος του 450 π.Χ. επειδή το “γραικοχριστιανικό” κράτος του 1453 μ.Χ. είχε παραλάβει τον 8ο αιώνα τη σκυτάλη της υποδούλωσης του 146 ή του 338 π.Χ.
Μέσω του κουτσουρεμένου Αρχείου του ο Ξάνθος μας επαναβεβαιώνει πως ο “Αρχηγός της Εταιρείας” δεν ήταν διόλου τέτοιος, κάτι που συμφωνεί με όσα λέει και ο Φιλήμων και ο Αναγνωστόπουλος και ο Ξόδιλος. Σύμφωνα με τον Ξάνθο, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης έλαβε διαταγή (τον Φεβρουάριο του 1821) να ξεκινήσει την Επανάσταση. Η διαταγή αυτή είτε προήλθε από την πολυμελή Αρχή των 9 έως 15 μελών, είτε από την “Αόρατο Αρχή”, δηλ. τον ΑΑ που συνέχιζε να υπάρχει μετά τον Ιούνιο του 1820. Τότε ο Αλέξανδρος Υψηλάντης διορίστηκε (από την Αρχή) αρχιστράτηγος του Ελληνικού Έθνους και αρχηγός της Επανάστασης, δηλαδή, ηγέτης του μελλοντικού κράτους. Αναφερόταν σχεδόν πάντα ως “πληρεξούσιος της Αρχής”. Μιας Αρχής που φαινομενικά ξεκίνησε από τους “ιδρυτές” του 1814. Η περιστασιακή-χλιαρή αναφορά του Υψηλάντη ως αρχηγού της Φιλικής εξυπηρετούσε μόνο στην δυνατότητα επιβολής του έναντι εκείνων που τον αμφισβητούσαν και εργάζονταν για την αναβολή (βλ. ματαίωση) μιας ανεπιθύμητης καποδιστριακής επανάστασης απαιτώντας υποκριτικά τον Καποδίστρια στη θέση του Υψηλάντη. Και η ψηφοφορία του 1820 επαναλήφθηκε το 1827, όταν ο Ξάνθος πιέστηκε για πρώτη φορά να βεβαιώσει πως ο Καποδίστριας ΔΕΝ ήταν ο αφανής αρχηγός εξαρχής και παρά το ότι ο ίδιος ο Καποδίστριας αυτοδεσμεύτηκε τότε γραπτώς σε ανώτατο επίπεδο (Υπόμνημα του 1826 που οι κοραϊστές το λάνσαραν αργότερα ως αυτόβουλη “Αυτοβιογραφία”) ότι ουδέποτε θα διεκδικήσει την πατρότητα της Επανάστασης. Δεν είναι τυχαίο ότι τότε έδωσε εντολή η Ρωσία στην Αυστρία να αποφυλακίσει υπό όρους τον Αλέξανδρο Υψηλάντη και τα δυο του αδέλφια. Και λίγο πριν πεθάνει ο Υψηλάντης έγραφε στον τσάρο Νικόλαο πως ανέλαβε και κινήθηκε κατόπιν των συμβουλών του Καποδίστρια, έχοντας μηδενική σχέση με τον καρμποναρισμό.
Ο Ξάνθος στα κείμενά του ανατρέχει στην εποχή του Μπενάκη, του Κρεβατά, των Σουλιωτών, του Ρήγα, του Κατσώνη, του παπα-Θύμιου τόσο για να τους τιμήσει, όσο και για να διαφοροποιήσει την οργάνωση “Φιλική Εταιρεία” που αποφάσισε να χαράξει ένα διαφορετικό δρόμο: τον καθαρά ελληνόφωνο. Ωστόσο, όχι μόνο δεν μπαίνει στον κόπο να δικαιολογήσει το Πρωτόκολλο της Πετρούπολης και τη Συνθήκη του Λονδίνου, αλλά δεν μπορεί να ξεκαθαρίσει τα στοιχειώδη. Πώς μια οργάνωση λαϊκή συνειδητοποιεί μετά 4 χρόνια ότι αδυνατεί να καλέσει το Έθνος στα όπλα; Όταν ξεκίνησε πίστευε ότι μπορούσε; “ΑΒ, ΑΓ, ΑΔ …” άρα και “κρατημένο ΑΑ” δεν υπήρξε πριν το 1818. Όταν λοιπόν έρχεται η ώρα της “αναγκαστικής εκχώρησης εξουσίας” (νομιμοποίησης του μελλοντικού πολιτεύματος;), ο Ξάνθος αποκρύπτει ότι αυτή γίνεται βηματικά. Πρώτα εκχωρείται η γενική οικονομική διοίκηση σε δυο πρόσωπα, Μάνο και Υψηλάντη, στη συνέχεια ο πρώτος παραιτείται. Ο Ξάνθος είναι αμέτοχος ως προς την ίδρυση της ΦΦΓΕΕ. Η Εταιρεία αυτή δημιουργείται από την Μόσχα, ενώ ο τσάρος και ο Καποδίστριας γίνονται μέτοχοί της. Το καταστατικό της προσπαθεί να λύσει το πρόβλημα της εξουσίας μεταξύ Καποδίστρια και Υψηλάντη ως προς το φαίνεσθαι σε σχέση με το είναι. Στις 10/5/1820 (δηλ. ένα μήνα μετά την υποτιθέμενη εκχώρηση της Εταιρείας στον Υψηλάντη) ο Πατζιμάδης προτείνει: ας δοθή τω Καλώ [Υψηλάντη] η ενέργεια και εις αυτόν [Καποδίστρια] η εξουσία δηλ. δια μέσου του Καλού να ενεργή ο εταιρείαρχος. Άρα, ο Υψηλάντης είναι ΑΡ (δηλ. ένας από τους δεκαέξι) ή ΑΑ (αποφασίζει μόνος του); Ο ίδιος λέει και ξαναλέει ότι διορίστηκε από την Αρχή / προστάχθηκε από την Αρχή. Ποιος λοιπόν νομιμοποίησε τον Υψηλάντη αν όχι οι ΑΒ, ΑΓ, ΑΔ, …; Άραγε, όσα αποφασίστηκαν στο Ισμαήλι ήταν υποχρεωμένος να τα τηρήσει, ή, αντίθετα, το Ισμαήλι ήταν μια προσπάθεια απόκρυψης των προαποφασισμένων σε συνδυασμό με μια προσπάθεια περαιτέρω κατευνασμού όσων επέμεναν να πιστεύουν -ή απλώς να διαδίδουν- ότι η Εταιρεία διοικείται από 16 (πρακτικά από 15) άτομα; Το μόνο βέβαιο είναι ότι ο Ξάνθος ουδέποτε υπενόησε ότι η απόφαση για την κήρυξη της Επανάστασης οφείλεται κατά το 1/15 σε δική του απόφαση. Ουδέποτε μίλησε για τη νομιμοποίηση της ύψωσης της σημαίας του Φοίνικα από τον Υψηλάντη.
Συνεπώς, η Επανάσταση του Φοίνικα (δηλ. της Αναγέννησης) των Ελλήνων που κήρυξε στις 24/2/1821 ο Υψηλάντης, είναι μια Επανάσταση που παραμένει στο σκοτάδι. Το ίδιο και η Εταιρεία που ανασυγκροτήθηκε μετά τις αποφάσεις της Βιέννης.
ΤΙ ΜΕΝΕΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΔΗΣΣΟ, ΓΙΑΤΙ ΠΡΩΤΟΣ Ο ΞΑΝΘΟΣ ΑΠΟΚΛΕΙΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟΥΣ “ΙΔΡΥΤΕΣ”;
Ο Εμμανουήλ Ξάνθος έχει μέχρι στιγμής αναδειχθεί στον πολυτιμότερο μάρτυρα μιας υπόθεσης που στερείται ικανών τεκμηρίων. Ελλείψει αυτών, πορευόμαστε ως προς το “τι έγινε” με την μέθοδο της ατόπου απαγωγής. Ως προς το “τι δεν έγινε” όμως, βαδίζουμε μέσω των αντιφάσεων και των αυτοδιαψεύσεων. Το Αρχείο Εμμανουήλ Ξάνθου έχει ανεκτίμητη αξία. Bεβαιώνει πως τα ψεύδη του ήταν εξαναγκαστικά και σε καμιά περίπτωση δεν στόχευαν στην αυτοπροβολή του και την διάθεση υπεξαίρεσης της δόξας.[19] Ο Ξάνθος τελούσε -όπως όλοι οι ζώντες- υπό καθεστώς εκβιασμού και αφόρητης πίεσης που έφτανε μέχρι την απειλή της ζωής του. Φρόντισε παρόλα αυτά να διατηρήσει ακέραια αρκετά ντοκουμέντα που θα διέψευδαν τα γραφόμενά του.
Αν η ιστορία διέγραψε τις πολλαπλές εκδοχές ίδρυσης με μέλη από ένα έως επτά (από ένα σύνολο οκτώ προσώπων), με χρόνο ίδρυσης το 1814, το 1815 ή 1816 και τόπο την Οδησσό, την Μόσχα, την Κωνσταντινούπολη ή την Ζάκυνθο, είναι αδύνατο να διαγράφει για πολύ ακόμα ότι ουδείς εκ των αναφερόμενων προσώπων (Σκουφάς, Αναγνωστόπουλος, Τσακάλωφ, Γαλάτης, Ξάνθος, Δικαίος, Κομιζόπουλος, Γαζής) θα μπορούσε να ιδρύσει και να διαδώσει μια επαναστατική ιδέα μεταξύ των μεγαλεμπόρων, των προκρίτων, των οπλαρχηγών και των αρχιερέων.[20] Αν μη τι άλλο, είτε ο Ξάνθος είτε ο Αναγνωστόπουλος θα μας έδινε τουλάχιστον την ημερομηνία σύστασης της Εταιρείας. Όσο για τους μεγαλεμπόρους, είχαν τον δικό τους σύνδεσμο με σήμα τον Φοίνικα που επίσης αποσιωπάται: το Εμπορικό Ελληνικό Σύστημα Κωνσταντινουπόλεως “Η ανορθουμένη Ελλάς” (1813), το οποίο ο Ξάνθος ενέταξε τροποποιημένο στη δική του άσκηση προσομοίωσης: η τριάδα της Οδησσού κινεί μια Επανάσταση οικονομικά τροφοδοτούμενη από τους Κροκίδα-Οικονόμου-Μπιτζακτζή.
Η Οδησσός δημιουργήθηκε με κοινή συναίνεση παράδοσης και νεωτερικότητας. Η δεύτερη δημιούργησε μια περισσότερο προβληματική αφήγηση, αλλά επειδή στην συνταγματική περίοδο του Όθωνα θεμελιώθηκε παρασκηνιακά κάποια συμφωνία για την συνέχιση της Επανάστασης (“Μεγάλη Ιδέα”)[21] τμήμα της παράδοσης προσποιήθηκε ότι δεν την είδε. Από την Οδησσό λίγα πράγματα μένουν, όπως η απέλπιδα προσπάθεια του Αλέξ. Υψηλάντη τον Αύγουστο του 1820 να αμβλύνει τις συγκρούσεις. Μένει επίσης το δευτερεύον ερώτημα αν ο Ξάνθος ήταν όντως φιλελεύθερος. Η απάντηση θα μπορούσε να δοθεί μέσω ερωτήματος. Το πολιτικό προφίλ του Ξάνθου είναι δυσδιάκριτο επειδή το κρύβει επιδέξια ή επειδή είναι ανύπαρκτο; Με βάση τα κείμενά του και όχι με βάση εικασίες, με βάση τα έργα του και όχι με βάση υποθέσεις, φαίνεται καθαρά ότι ο Ξάνθος δεν ταυτίζεται με καμιά από τις δυο παρατάξεις που λαμβάνουν μέρος στην Επανάσταση. Ούτε με την νεωτερική ούτε με την παραδοσιακή. Δεν φλέγεται ούτε για το εθνικό ούτε για το υπερεθνικό κράτος. Δεν υποστηρίζει την απροϋπόθετη νομοθέτηση μιας κοσμικής πολιτείας που επιθυμεί να ελέγξει την Εκκλησία, δεν ταυτίζεται με την τάση που θέτει την χριστιανική πίστη ως απαρέγκλιτη προϋπόθεση στην πολιτική συγκρότηση. Είναι προφανές ότι -τυπικά- ανήκει στην μυστική συγκρότηση που εκπροσωπεί την νεωτερικότητα. Μάλιστα, το στοιχείο αυτό το χρησιμοποιεί κάποια στιγμή μέχρι σημείου κωμικότητας, για να πείσει ότι μια Εταιρεία δεν θα μπορούσε να συγκροτηθεί με άλλες προϋποθέσεις. Από το σημείο αυτό, το μπαλάκι βρίσκεται στα χέρια των ιστορικών. Αυτοί πρέπει να εντοπίζουν και να εξηγούν την πορεία του Ξάνθου στο υπόλοιπο του βίου του. Θα πρέπει να εξηγούν γιατί ουδείς πρότεινε το 1827 τον Ξάνθο, τον Αναγνωστόπουλο ή τον Τσακάλωφ ως αρχηγό του κράτους. Γιατί, δηλαδή, τέτοια πρόσωπα είναι κατάλληλα για την οργάνωση μιας Επανάστασης, ενώ αυτοί που είναι κατάλληλοι για την διακυβέρνηση, είναι ανίκανοι να εμπνευστούν και να οργανώσουν μια εθνική έγερση. Πολύ περισσότερο θα έπρεπε να εντοπίζουν και να εξηγούν
- την αποστασιοποίηση του Ξάνθου από τους Υψηλάντες. Ο Ξάνθος αγνοεί την πρόσκληση του Αλέξανδρου Υψηλάντη. Συνειδητά απουσιάζει από την Επανάσταση στην Μολδοβλαχία [Σχετίζεται αυτή η τήρηση αποστάσεων με την οξύτατη υπονόμευση που ο τελευταίος δέχθηκε στο διάστημα Ιούνιος 1820 – Φεβρουάριος 1821;] Ο Ξάνθος αποφεύγει να έρθει στον ελλαδικό χώρο με τον Δημήτριο Υψηλάντη τον οποίο θα συνοδέψει ο Αναγνωστόπουλος [Τι κρατά τον Ξάνθο μακριά από την οικογένειά του και την Επανάσταση;]
- την εξαφάνιση του Ξάνθου από τον ελλαδικό χώρο την εποχή που ανακοινώνεται η εκλογή του Καποδίστρια. [Γιατί δεν έμεινε ο Ξάνθος ώστε να αναλάβει τουλάχιστον κάποια θέση όπως ο Τσακάλωφ και ο Αναγνωστόπουλος;]
- την σθεναρή αντίσταση του Ξάνθου στις πολυχρόνιες πιέσεις και τους εκβιασμούς που δέχθηκε ώστε να προσαρμόσει το αφήγημά του πολύ πιο κοντά στην φιλελεύθερη Επανάσταση. [Γιατί δεν κατέστρεψε ο Ξάνθος τα πρωτότυπα των επιστολών που δημοσίευε αλλοιωμένα;]
Όπως φαίνεται, στην κατανόηση του ρόλου μιας μυστικής οργάνωσης όπως η Εταιρεία των Φίλων / Φιλικών, δεν παίζουν ρόλο μόνο τα σημεία αντιπαράθεσης μεταξύ Αναγνωστόπουλου και Ξάνθου. Όπως παραμένει άγνωστη η θέση του Φιλήμονα που εκφράζει την αντίθεσή του στον δεύτερο (εξιστορώντας όμως πολύ αναλυτικότερα τον επαναστατικό στόχο που ο Ξάνθος αποφεύγει), εξίσου άγνωστα ή υποφωτισμένα παραμένουν τα στοιχεία άλλης τάξης ή κατηγορίας πηγών που μεταφέρουν τον εταιρικό θεσμό από τον λαϊκό θρύλο στην απτή πραγματικότητα. Σε μια εισαγωγική διαπραγμάτευση δεν χωρά η παράθεση των στοιχείων που άφησαν ο Λεβέντης, ο Λασσάνης, ο Στ. Κουμπάρης, ο Ν. Υψηλάντης κ. α. Συμπληρώνουν ως ένα σημείο την ατελή εικόνα της σχέσης εταιρισμού-επαναστατισμού και της σύγκρουσης -εντός της Εταιρείας- για τον επαναστατικό στόχο που κορυφώθηκε το 1818.
Αν τελικά, με τα ως σήμερα στοιχεία, η όποια σύνθεση της Οδησσού κρίνεται εντελώς απίθανη στο να σύστησε αυτοβούλως μια μυστική οργάνωση και να παρέσυρε την κοινωνική ελίτ στην έγερση υπό τον Υψηλάντη, αυτός που πρώτος αποκλείεται από την ομάδα είναι ο Εμμανουήλ Ξάνθος. Πέρα από τα ουσιώδη σημεία που είδαμε, υπάρχουν και οι οφθαλμοφανείς ενδείξεις:
- Ουδείς Έλληνας πατριώτης προσπαθεί ν’ αποδείξει ότι ίδρυσε μια μυστική οργάνωση για να υλοποιήσει ένα διαχρονικό -όπως παραδέχεται- αίτημα ελληνικής έγερσης, επειδή έγινε τέκτονας σε μια στοά και αμέσως του ήρθε μια ιδέα.
- Ουδείς τέκτονας διαφημίζει την ιδιότητά του και την προβάλλει ως προτέρημα έναντι άλλων, ιδιαίτερα σε μια εποχή που άπαντες οι “ενδιαφερόμενοι” μετέχουν σε μια ή περισσότερες μυστικές οργανώσεις.
- Ουδείς Έλληνας πατριώτης που συλλαμβάνει μια καταπληκτική ιδέα και συστήνει μια μυστική οργάνωση, τίθεται άμεσα σε τριετή αδράνεια, νυμφεύεται και αρχίζει να κάνει παιδιά.
Φεβρουάριος 2022
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου