*** Δύο χρόνια σαδομαζοχιστικού τανγκό με παρτενέρ υπάκουους υπηκόους και τυραννικούς βιοεξουσιαστές ***
Ο Έριχ Φρομ στο σπουδαίο έργο του «Ο Φόβος μπροστά στην Ελευθερία» [Escape from Freedom] (μτφ.: Ουρ. Τουτουντζή, εκδ. Διόπτρα, Αθήνα 2017, σελ. 179), επικαλούμενος τους Αδελφούς Καραμάζοφ του Ντοστογιέφσκι, σημειώνει ότι το άτομο «δεν νιώθει ανάγκη πιο επιτακτική από το να βρει κάποιον στον οποίο να μπορεί να παραδώσει το συντομότερο δυνατόν […] το δώρο της ελευθερίας με το οποίο ο ίδιος, αυτό το δύσμοιρο πλάσμα, γεννήθηκε».
Γι’ αυτό, «το έντρομο άτομο αποζητά κάποιον ή κάτι με το οποίο να δέσει τον εαυτό του· δεν αντέχει να είναι άλλο πια ο ατομικός του εαυτός και προσπαθεί μανιωδώς να απαλλαγεί από αυτόν και να νιώσει και πάλι σιγουριά μέσα από τη μείωση του φορτίου του, που δεν είναι άλλο από τον ίδιο του τον εαυτό».
Σχετική είναι και η ανάλυση που κάνει ο Αδόλφος Χίτλερ στο βιβλίο του «Ο αγών μου» (μτφ.: Λ. Προεστίδης, εκδ. Κάκτος, Αθήνα 2006, σελ. 116), με αφορμή τη διαπίστωση ότι «η ψυχή της μάζας παραδίδεται μόνο στον ολοκληρωτισμό και τη δύναμη»:
«Όπως μια γυναίκα […] η οποία προτιμά να υποταχθεί στον δυνατό παρά να κυριαρχήσει πάνω στον αδύναμο, έτσι και οι μάζες αγαπούν περισσότερο τον ηγέτη παρά τον υποταγμένο, και μέσα τους είναι πολύ πιο ευχαριστημένες από ένα δόγμα που δεν ανέχεται ανταγωνιστή παρά από την ελευθερία που υπόσχονται οι φιλελεύθεροι· συχνά αισθάνονται πως δεν ξέρουν τι να την κάνουν την ελευθερία, και ακόμη πιο εύκολα νιώθουν ότι έχουν ερημωθεί».
Το φαινόμενο της μαζικής απεμπόλησης της ελευθερίας έχει απασχολήσει και τον ουγγρικής καταγωγής Αμερικανό ψυχίατρο Thomas Szasz στο βιβλίο του «Αιρετικά» (μτφ.: Α.-Α. Τσέγκου, Εναλλακτικές εκδόσεις, Αθήνα 2006, σελ. 64):
«Δουλεία είναι το να πρέπει να παίξεις σ’ ένα έργο που έχει γράψει κάποιος άλλος· ενώ ελευθερία είναι το να γράψεις το δικό σου έργο. Μιας και οι πιο πολλοί άνθρωποι δεν ξέρουν ούτε καν να συλλαβίσουν, θεωρούν ότι το να γράψεις ένα θεατρικό έργο είναι στόχος δυσεπίτευκτος, γι’ αυτό και προτιμούν να παίζουν έναν ρόλο στο έργο κάποιου άλλου παρά να μην παίζουν καθόλου» (στην ίδια σελίδα ο συγγραφέας συμπλήρωνε σκωπτικά ότι «το τίμημα της ελευθερίας είναι η απώλεια της αγάπης της πατερναλιστικής εξουσίας»).
Απαισιόδοξη είναι και η θέση του Γάλλου δικαστή Ετιέν ντε λα Μποεσί στην πραγματεία του περί εθελοδουλείας (μτφ.: Π. Καλαμαράς, εκδ. Πανοπτικόν, Αθήνα 2012, σελ. 14):
«Η ελευθερία είναι η μοναδική χαρά στην οποία οι άνθρωποι δεν φαίνεται να επιμένουν· γιατί στα σίγουρα εάν πράγματι την ήθελαν, θα την είχαν. Προφανώς αρνούνται αυτό το θαυμάσιο προνόμιο γιατί το αποκτούν τόσο εύκολα».
Σε ό,τι αφορά την ανάγκη του μ α ζ ο χ ι σ τ ή να αποδράσει από την ελευθερία του, ο Φρομ διευκρινίζει:
«Η εκμηδένιση του ατομικού εαυτού και η προσπάθεια να ξεπεραστεί με αυτόν τον τρόπο το αφόρητο αίσθημα αδυναμίας είναι μόνο η μια πλευρά των μαζοχιστικών ορμών. Η άλλη πλευρά είναι η προσπάθεια να γίνει το άτομο μέρος μιας ευρύτερης και ισχυρότερης ολότητας, έξω από τον ίδιο του τον εαυτό, να υποταχθεί και να συμμετέχει σε αυτή. Αυτή η δύναμη μπορεί να είναι ένα άλλο άτομο ή ένας θεσμός, ο Θεός, το έθνος, η συνείδηση ή ένας φυσικός καταναγκασμός. Με το να γίνεται μέλος μιας δύναμης η οποία βιώνεται ως ακλόνητα ισχυρή, αιώνια και ένδοξη, συμμετέχει και το άτομο στην ισχύ και τη δόξα της. Παραδίδει τότε τον εαυτό του και απαρνείται κάθε δύναμη και υπερηφάνεια που συνδέεται με αυτό, χάνοντας έτσι την ακεραιότητά του ως άτομο και παραιτούμενο από την ελευθερία του· κερδίζει όμως μια καινούργια ασφάλεια και μια καινούργια υπερηφάνεια μέσω της συμμετοχής του στη δύναμη μέσα στην οποία έχει βυθιστεί».
Όπως εξηγεί ο Φρομ (ό.π., σελ. 186), αντίστοιχη είναι και η ανάγκη του σ α δ ι σ τ ή, ο οποίος όμως «αντί να αναζητά ασφάλεια μέσα από το να ενσωματωθεί, την αναζητά ενσωματώνοντας ο ίδιος κάποιο άλλο άτομο». Υπό αυτό το πρίσμα, τόσο ο μαζοχιστής όσο και ο σαδιστής επιδιώκουν τη συμβίωση από αδυναμία να αντέξουν την απομόνωση και τη μηδαμινότητα του ίδιου του εαυτού τους. Κινούνται όμως αντίρροπα, αφού ο μεν μαζοχιστής «χάνει τον εαυτό του» παραδιδόμενος στην εξωτερική δύναμη του άλλου, ο δε σαδιστής «διευρύνει τον εαυτό του», κάνοντας τον άλλον κομμάτι του εαυτού του και αναπληρώνοντας με αυτόν τον τρόπο τη δύναμη που του λείπει ως αυτόνομου ατόμου.
Πλησιάζουμε τη συμπλήρωση δύο ολόκληρων ετών από την ημέρα που εγκαθιδρύθηκε η παγκόσμια υγειονομική δικτατορία, η οποία στην ελληνική της εκδοχή βιώνεται με έναν από τους πιο σκληρούς τρόπους. Δυστυχώς, ελάχιστοι ήσαν εκείνοι που εξέβαλαν κραυγές διαμαρτυρίας. Η συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων πολιτών συμμορφώθηκε με τα δρακόντεια-απάνθρωπα υγειονομικά μέτρα, φθάνοντας σε σημείο να τα τηρεί ακόμη και εκεί όπου δεν υπάρχουν!
Έτσι, λοιπόν, οι τυραννικοί βιοεξουσιαστές της κυβέρνησης της Νέας Δικτατορίας και οι υπάκουοι υπήκοοί της μοιάζουν με παρτενέρ ενός σ α δ ο μ α ζ ο χ ι σ τ ι κ ο ύ τανγκό που καλύπτει το κοινό κενό του εαυτού τους:
Οι μεν αυταρχικοί κυβερνώντες αυτοεπιβεβαιώνονται, επιβάλλοντας στον λαό πρωτόγνωρα πειθαρχικά μέτρα κατ' εφαρμογήν του τυραννικού δόγματος “sic volo sic iubeo” (σε ελεύθερη απόδοση: “διατάσσω ό,τι μου γουστάρει”), οι δε κυβερνώμενοι νοηματοδοτούν την ασθενική υπόστασή τους, επιζητώντας αδιαλείπτως να γεύονται τη βιοεξουσία που ασκείται από το κράτος πάνω στο σώμα τους. Επομένως, αμφότεροι νιώθουν ασφαλείς, καλύπτοντας συμπληρωματικά, μέσα από τη σαδομαζοχιστική σχέση τους, την ανασφάλειά τους.
Άραγε, υπάρχει περίπτωση να σταματήσει το γραμμόφωνο να παίζει τη μελωδία εκείνη, υπό τους ήχους της οποίας οι δύο παρτενέρ χορεύουν το σαδομαζοχιστικό τανγκό; Και, ειδικότερα, μπορεί κάτι ή κάποιοι να ξεκολλήσουν τη β ε λ ό ν α του γραμμοφώνου από τη β ε λ ό ν α της σύριγγας, ώστε οι πολίτες να αποκτήσουν μια πιο νηφάλια σκέψη και να καταλάβουν επιτέλους με ποιον μασκοφόρο σαδιστή χορεύουν;
Για εμβάθυνση στη σαδομαζοχιστική σχέση κράτους-πολίτη βλ. το πρόσφατο βιβλίο του γράφοντος: Από την πανδημία στην κλιματική αλλαγή. Συντονισμένα τρομο-κράτη σε φόντο παγκόσμιας διακυβέρνησης, εκδ. Αλφειός, Αθήνα 2021, σελ. 359 επ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου