και σε μια συγκυρία φορτισμένη από ανεπιθύμητες εξελίξεις στη βαλκανική μας γειτονιά, μια σοβαρή επιστημονική συζήτηση περί μειονοτήτων δεν αποτελεί πια ταμπού, στο βαθμό τουλάχιστον που αυτό συνέβαινε πριν από δέκα ή δεκαπέντε χρόνια». Σήμερα… λίγα χρόνια αργότερα φαίνεται ξεκάθαρα ο ρόλος του κ. Δημήτρη Χριστόπουλου και τα λοιπά «‘σοράκια’ του Παντείου», όπως τους αποκάλεσε ο Λεωνίδας Αποσκίτης.
Ψυχροπολεμικές εκδηλώσεις κατά την ημερίδα του ΚΕΜΟ για τους Τσάμηδες στο Πάντειο
Το τσάμικο του Σολζενίτσιν
«Σπόρο» Τσάμηδων φυτεύουν καθηγητές!
(«Ελεύθερος Τύπος», 23/3/2008)
Η «εξέδρα»
Στην καλύτερη περίπτωση, οι παρεμβαίνοντες -μέλη ηπειρωτικών συλλόγων και συγγραφείς βιβλίων για την περιοχή- περιορίστηκαν στην απαρίθμηση των εγκλημάτων της δωσίλογης πολιτοφυλακής των Τσάμηδων επί Κατοχής, θεωρώντας ότι οι φόνοι 600 περίπου Ελλήνων της Θεσπρωτίας από τους Ιταλογερμανούς και τους ντόπιους συνεργάτες τους δικαιολογούν και με το παραπάνω την εξολόθρευση πολλαπλάσιων μελών της μειονότητας (σε μεγάλο βαθμό γυναικών και παιδιών) από τον ΕΔΕΣ το 1944–1945 και την εκδίωξη των υπόλοιπων 20.000 στην Αλβανία. Στη χειρότερη περίπτωση, οι παρεμβάσεις περιορίστηκαν σε διακηρύξεις κραυγαλέου αντικομμουνισμού ή επανέλαβαν διάφορες αστειότητες της εθνικόφρονος παραφιλολογίας — ότι π.χ. η γλώσσα των Τσάμηδων είναι στην πραγματικότητα μια «ελληνική» διάλεκτος που «αλβανοφέρνει».
Αποκαλυπτική του επιπέδου του όλου «διαλόγου» ήταν η τύχη της παρέμβασής μας, όταν επιχειρήσαμε μια σύγκριση του δωσιλογισμού μειονοτικών ομάδων της ευρύτερης Ηπείρου, υπενθυμίζοντας ότι και βορειότερα (στην περιοχή της Χειμάρρας) υπήρξαν κοινότητες (Ελλήνων) μειονοτικών που -όπως και οι Τσάμηδες- συνεργάστηκαν το 1943–44 ένοπλα με τους Γερμανούς κατακτητές κατά του εκεί αντιστασιακού κινήματος. Η παρέμβασή μας αυτή δεν μπόρεσε καν να ολοκληρωθεί, καθώς η «εξέδρα» των υπερπατριωτών ξέσπασε σε συνθήματα κατά του «ερυθρού φασισμού» και στη συνέχεια άρχισε να κραυγάζει ρυθμικά: «Γκου-λάγκ! Γκου-λάγκ! Σολ-ζε-νί-τσιν! Σολ-ζε-νί-τσιν!».
Ήταν άλλωστε φανερό πως οι περισσότεροι «αντιφρονούντες» είχαν προσέλθει όχι για ν’ ακούσουν ή να συζητήσουν, αλλά για να δώσουν ένα μάθημα ελληνοφροσύνης στους διοργανωτές. Η έναρξη της εκδήλωσης καθυστέρησε έτσι 20 λεπτά, επειδή έπρεπε να δοθούν εξηγήσεις σε όσους συνέδεαν την πραγματοποίησή της με την …κήρυξη της ανεξαρτησίας του Κοσυφοπεδίου (παρ’ ότι η διενέργεια της ημερίδας είχε αποφασιστεί ήδη από τις 4 Σεπτεμβρίου). Ορισμένοι έσπευσαν μάλιστα να καταγγείλουν το χάρτη της ελληνικής Ηπείρου πάνω στον οποίο ο κ. Τσιτσελίκης είχε σημειώσει τις έδρες των προπολεμικών μουφτειών και βακουφίων, σαν «χάρτη της Μεγάλης Αλβανίας»!
Μερικοί «αγανακτισμένοι πολίτες» ξεκαθάρισαν εξαρχής πως δεν θέλουν να πραγματοποιηθεί η «προδοτική» εκδήλωση. Παρενέβησαν ωστόσο πυροσβεστικά δύο παριστάμενοι πολιτευτές του ΛΑ.Ο.Σ., καλώντας μεγαλόφωνα το λαό τους ν’ αφήσει τους ομιλητές να μιλήσουν «για να εκτεθούν».
Άλλοι πάλι εγκαλούσαν τους διοργανωτές ότι δεν ενδιαφέρονται για τις ελληνικές μειονότητες γειτονικών χωρών και τους ρωτούσαν «γιατί δεν κάνουν και μια εκδήλωση για τους Βορειοηπειρώτες». Προφανώς αγνοούν πως το ΚΕΜΟ έχει εκδώσει από το 2003 ολόκληρο βιβλίο με αναλύσεις για το ζήτημα («Η ελληνική μειονότητα της Αλβανίας», εκδ. Κριτική).
Δυναμική υπήρξε η παρουσία και του γενικού γραμματέα της Ένωσης Χειμαρριωτών, Φρέντι Μπελέρη. Το 1995 ήταν ένας από τους 5 οπλοφόρους του «Μετώπου Απελευθέρωσης Βορείου Ηπείρου» (Μ.Α.Β.Η.) που συνελήφθησαν ένοπλοι πάνω στα ελληνοαλβανικά σύνορα, για να καταδικαστούν τελικά ελαφρά σαν κοινοί «λαθρέμποροι όπλων». Σήμερα ο κ. Μπελέρης συνιστά βασικό πληροφοριοδότη των ΜΜΕ του «πατριωτικού χώρου», όπως διαπιστώνουμε από ολοσέλιδη συνέντευξή του περί «αλβανικού επεκτατισμού» στο «Πρώτο Θέμα» (24.2). Στην ημερίδα του ΚΕΜΟ ζητούσε έτσι και τα ρέστα. Απευθυνόμενος π.χ. σε δημοσιογράφο του «Ιού», υποστήριξε μεγαλόφωνα: «Το λάθος μας ήταν ένα. Ότι, όταν ήρθατε στη Χειμάρρα, σας αφήσαμε να φύγετε ζωντανοί και δεν σας κόψαμε τα κεφάλια». Αναφερόταν φυσικά σε παλιότερο ρεπορτάζ μας από τη γενέτειρά του, σχετικά με το κοινωνικοοικονομικό υπόβαθρο της διένεξης μεταξύ των εκεί «πατριωτών» και «προδοτών» («Κ.Ε.» 12.11.2000).
Δεν έλειψαν, τέλος, ούτε τα απαραίτητα χάπενινγκ: ο «αγανακτισμένος» θεατής π.χ., που μέσα σε χειροκροτήματα καλούσε τους Τσάμηδες «να έρθουν με την όπισθεν», ώστε κι εμείς με τη σειρά μας «να πάμε στη Βόρειο Ήπειρο, εκεί όπου είναι ο αρχέγονος Ελληνισμός», ή οι μερικές δεκάδες (Βορειοηπειρώτες;) ομόλογοί του που, αποχωρώντας από την αίθουσα, φώναζαν στα …αλβανικά το σύνθημα: «Τσάμηδες, Τσέχοι, Εβραίοι, οι χειρότερες φυλές του κόσμου!»
Οι δημοσιογράφοι
Αυτά όσον αφορά την ίδια την εκδήλωση, η έκβαση της οποίας επιβεβαίωσε ξανά δύο πράγματα: αφ’ ενός μεν τη γύμνια επιχειρημάτων της παραδοσιακής εθνικοφροσύνης που αδυνατεί να εκφέρει για τα μειονοτικά ζητήματα (ακόμη και του παρελθόντος, όπως το «τσάμικο») τον παραμικρό λόγο πέρα από μαρτυρολόγια ή αναζητήσεις μιας «κατά βάθος ελληνικής καταγωγής» των (κατά τα άλλα) «εχθρών του έθνους». Αφ’ ετέρου ότι, ακόμη και σε μια συγκυρία φορτισμένη από ανεπιθύμητες εξελίξεις στη βαλκανική μας γειτονιά, μια σοβαρή επιστημονική συζήτηση περί μειονοτήτων δεν αποτελεί πια ταμπού, στο βαθμό τουλάχιστον που αυτό συνέβαινε πριν από δέκα ή δεκαπέντε χρόνια. Και η συμβολή του ΚΕΜΟ σ’ αυτό τον έμπρακτο εκδημοκρατισμό της δημόσιας ζωής της χώρας μας δύσκολα μπορεί να υποτιμηθεί.
Διαφορετική γνώμη είχαν ωστόσο κάποια ΜΜΕ. Η συντριπτική πλειονότητα των αθηναϊκών εντύπων και καναλιών απαξίωσε βέβαια ν’ ασχοληθεί και στο ελάχιστο με την εκδήλωση, παρά το αυξημένο ενδιαφέρον των ημερών για ό,τι σχετίζεται με το ευρύτερο «αλβανικό ζήτημα». Η μοναδική ψύχραιμη περιγραφή της βραδιάς που μπορέσαμε να εντοπίσουμε αναρτήθηκε έτσι σ’ ένα μπλογκ.
Τα δελτία του ALPHA ασχολήθηκαν αντίθετα επανειλημμένα με την εκδήλωση, κάτω από τον «προκλητικό» (και συκοφαντικό) τίτλο «Υπέρ των Τσάμηδων Έλληνες επιστήμονες». Οι παρεμβάσεις εκεί της Λιάνας Κανέλλη εξυμνήθηκαν από παραδοσιακά κομμουνιστοφάγους ακροδεξιούς μπλόγκερ, ενώ ο βουλευτής της Ν.Δ. Γιάννης Μανώλης εισηγήθηκε (στο πρωινό μαγκαζίνο του Μάνεση) την προληπτική καταστολή των εθνικά υπόπτων ερευνητών: «Την ώρα που ξεκινά αυτή η προσπάθεια, κι όχι όταν θα έχει πείσει αυτή η προπαγάνδα και Μεγάλες Δυνάμεις.»(!)
Από κοντά και οι σχολιαστές του «πατριωτικού χώρου». «Η κυβέρνηση του …Παντείου θέτει και θέμα Τσαμουριάς!» εξανίσταται π.χ. στην προσωπική του στήλη ο Δημήτρης Ρίζος του «Αδέσμευτου Τύπου» (25.2), κάνοντας λόγο για «αστείους “προοδευτικούς”, δήθεν αριστερόφρονες» πανεπιστημιακούς με «ηλίθια πιστεύω», που «παριστάνουν τους πνευματικούς ανθρώπους» και ρωτώντας ειρωνικά «αν αυτοί οι καθηγητές ήταν Έλληνες ή τίποτα υπολείμματα Τσάμηδων, από τους συνεργάτες των ναζί». Στην ομόφρονα «Χώρα», πάλι, κάποιος Ανδρουτσόπουλος χαρακτηρίζει τους διοργανωτές της ημερίδας «Εφιάλτες» (23.2). Αλλά και ο «Ελεύθερος Τύπος» του ζεύγους Αγγελοπούλου κατήγγειλε δια χειρός Νίκου Σίμου την ημερίδα, χαρακτηρίζοντάς την «ανόητη πρωτοβουλία» που «παίζει το παιχνίδι της Αλβανίας» (23.2).
Την αναλυτικότερη ενημέρωση του «χώρου» την ανέλαβε ωστόσο ο «διευθυντής πολιτικών θεμάτων» και αρθρογράφος των ουφολογικών περιοδικών «Τρίτο Μάτι» και «Hellenic Nexus», Λεωνίδας Αποσκίτης. Κείμενό του με τίτλο «Τα “σοράκια” του Παντείου έσπασαν τα μούτρα τους» αναδημοσιεύθηκε σε κάθε λογής εθνοπρεπή φανζίν, sites και blogs -από το φασιστικό Greek Alert μέχρι τη «Ρήξη» του Καραμπελιά-, ενώ αξιοποιήθηκε ως αποκλειστική πηγή και από τον «Πρωινό Λόγο» των Ιωαννίνων (23.2.08).
Η ευθύνη για την «ανακίνηση του ζητήματος» επιρρίπτεται εδώ στον «Ουγγροεβραίο μεγιστάνα Σόρος», «γύρω από τη γραμμή» του οποίου -και τη «νεοταξική στρατηγική δημιουργίας μειονοτήτων»- υποτίθεται πως «κινούνται» οι διοργανωτές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου