Ως εκ τούτου, οι διάφορες εκτιμήσεις, κυρίως Βρετανών ιστορικών, ότι η Βρετανία επεδίωκε τη στρατιωτική της παρουσία στην Ελλάδα για λόγους …γοήτρου, αποτελούν καραμπινάτες ανοησίες. Η Βρετανία επεδίωξε τη γερμανική εισβολή στην Ελλάδα με τον ίδιο τρόπο και για τους ίδιους λόγους που προκάλεσε τη γερμανο - βουλγαρική εισβολή, τον Αύγουστο του 1916 στην ανατολική Μακεδονία, στη διάρκεια του Α΄ παγκοσμίου πολέμου. Μετά την προβοκατόρικη κατάληψη της Θεσσαλονίκης, από τα τέλη Σεπτεμβρίου 1915, με την οποία κονιορτοποίησαν το καθεστώς της ευμενούς ουδετερότητος, που απεγνωσμένα προσπαθούσε να διατηρήσει η Ελλάδα, ίλες ιππικού Βρετανών και Γάλλων έφθασαν την άνοιξη και το καλοκαίρι του 1916 μέχρι το οροπέδιο του Νευροκοπίου. Μάλιστα, μερικές ημέρες πριν τη βουλγαρική εισβολή δυνάμεις της Αντάντ είχαν στρατοπεδεύσει μεταξύ Σιδηροκάστρου και Σερρών, και όταν άρχισε η εισβολή στις 5 Αυγούστου σηκώθηκαν και έφυγαν! Αποστολή εξετελέσθη.
Στις 30 Οκτωβρίου 1940, ο Ιωάννης Μεταξάς παρουσίασε στους ιδιοκτήτες και τους αρχισυντάκτες των αθηναϊκών εφημερίδων, σε μία offtherecord συνάντηση στο Γενικό Στρατηγείο, την κατάσταση όπως είχε διαμορφωθεί και όπως πίστευε ότι θα εξελισσόταν τους επόμενους μήνες:
«Μη νομίσετε ότι η απόφασις του ΟΧΙ πάρθηκε έτσι σε μία στιγμή. Μη φαντασθήτε ότι εμπήκαμε στον πόλεμο αιφνιδιαστικά. Ή ότι δεν έγινε παν ό,τι επετρέπετο και μπορούσε να γίνη δια να τον αποφύγουμε. Από την εποχή της καταλήψεως της Αλβανίας το Πάσχα πέρυσι, το πράγμα άρχισε να φαίνεται. Από τον περασμένο Μάιο είπα καθαρά στον κ. Γκράτσι ότι δεν αν προσεβαλλόμεθα εις τα εθνικά κυριαρχικά μας δικαιώματα, θα ανθιστάμεθα αντί πάσης θυσίας και δι’ όλων των μέσων μας».
Ο Μεταξάς έκανε, εκείνη την ιστορική ημέρα για τον ελληνικό Τύπο, συγκλονιστικές αποκαλύψεις: «Ομολογώ ότι εμπρός εις την φοβεράν ευθύνην της αναμίξεως της Ελλάδος εις τέτοιον μάλιστα πόλεμον έκρινα πώς καθήκον μου ήτο να δω εάν θα ήτο δυνατόν να προφυλάξω τον τόπον αυτόν έστω και δια παντός τρόπου, ο οποίος θα εσυμβιβάζετο με τα γενικώτερα συμφέροντα του Έθνους. Εις σχετικάς βολιδοσκοπήσεις προς την κατεύθυνσιν του Άξονος μου εδόθη να εννοήσω σαφώς ότι μόνη λύσις θα ημπορούσε να είναι μία εκουσία προσχώρησις της Ελλάδος εις την «Νέαν Τάξιν». Προσχώρησις που θα εγίνετο λίαν ευχαρίστως δεκτή από τον Χίτλερ ως «εραστήν του Ελληνικού πνεύματος». Συγχρόνως όμως μου εδόθη να εννοήσω ότι η ένταξις εις την Νέαν Τάξιν προϋποθέτει προκαταρκτικήν άρσιν όλων των παλαιών διαφορών με τους γείτονάς μας… Όταν επέμενα να κατατοπισθώ πόσον, επί τέλους, θα μπορούσε να είναι αυτό το «ελάχιστον» (των παραχωρήσεων), τελικώς μας εδόθη να καταλάβωμεν, ότι τούτο συνίστατο εις μερικάς ικανοποιήσεις προς την Ιταλίαν δυτικώς μέχρι Πρεβέζης, ίσως και προς την Βουλγαρίαν ανατολικώς μέχρι Δεδέαγατς. Δηλαδή, θα έπρεπε δια ν’ αποφύγωμεν τον πόλεμον να γίνωμεν εθελονταί δούλοι και να πληρώσωμεν αυτήν την τιμήν με το άπλωμα του δεξιού χεριού της Ελλάδος προς ακρωτηριασμόν από την Ιταλίαν, και του αριστερού από την Βουλγαρίαν. Φυσικά δεν ήτο δύσκολον να προβλέψη κανείς ότι εις μία τοιαύτην περίπτωσιν οι Άγγλοι θα έκοβαν και αυτοί τα πόδια της Ελλάδος».!
ΚΟΥΜΑΝΤΟ Ο ΓΕΩΡΓΙΟΣ Β΄
Την Μεταξική πολιτική αυστηρής ουδετερότητας έσπασε από τον Φεβρουάριο του 1941 ο Γεώργιος Β΄, μετά τον αιφνίδιο και άκρως ύποπτο θάνατο του Ιωάννη Μεταξά στις 29 Ιανουαρίου 1941, παρά τις αντιρρήσεις των στρατιωτικών συμβούλων και κυρίως του Αλέξανδρου Παπάγου. Η παρουσία βρετανικών φορτηγών πλοίων, έμφορτων πολεμοφοδίων, προκάλεσε στις 7 Απριλίου το βομβαρδισμό του λιμένος του Πειραιώς, με αποτέλεσμα να καταστραφούν όχι μόνον οι εγκαταστάσεις του αλλά και η γύρω περιοχή. Αλλά δεν ήταν μόνον ο «ύποπτος» θάνατος του Μεταξά. Και για τον Παπάγο ειπώθηκε, ότι δεν κατάλαβε ποτέ κανείς από τι πέθανε τον Οκτώβριο του 1955. Απλώς, αρρώστησε και πέθανε. Ο στρατάρχης είχε δώσει τη συγκατάθεσή του στον Γεώργιο Γρίβα – Διγενή να αρχίσει, από τον Απρίλιο του 1955, ο απελευθερωτικός Αγώνας της ΕΟΚΑ στην Βρετανοκρατούμενη Κύπρο.
Ο Γεώργιος Β΄ εμπλέκεται και στην ύποπτη «αυτοκτονία» του Κορυζή, στις 18 Απριλίου, με δύο σφαίρες στην καρδιά!, μετά τη δραματική συνεδρίαση του υπουργικού – πολεμικού συμβουλίου και την κατ’ ιδίαν συνομιλία βασιλιά – πρωθυπουργού. Υποτίθεται ότι η διαμάχη των δύο ανδρών αφορούσε τη συνέχιση ή όχι του αγώνος, αλλά η πικρή αλήθεια είναι ότι ουσιαστικώς κυβέρνηση δεν υπήρχε από τις πρώτες ημέρες της γερμανικής εισβολής. Από τις 8 Απριλίου είχε διαταχθεί αναστολή κάθε επιθετικής ενέργειας στο μέτωπο της Αλβανίας. Οι διοικητές των τριών Σωμάτων Στρατού πήραν την απόφαση για συνθηκολόγηση υπό το βάρος της ανυπαρξίας κεντρικής διοίκησης και της χαώδους κατάστασης στο στράτευμα μετά την κατάληψη της Θεσσαλονίκης στις 9 Απριλίου. Στην Αθήνα είχαν αρχίσει οι διαρροές για αναχώρηση της κυβέρνησης.
ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΕΣ ΠΑΛΙΝΩΔΙΕΣ
Μία τεκμηριωμένη και αναλυτική εικόνα για εκείνες τις τραγικές ημέρες του Απριλίου του 1941 προκύπτει από τα βιβλία του πρέσβη ε.τ. Αννίβα Βελλιάδη «Κατοχή, Γερμανική Πολιτική Διοίκηση στην κατεχόμενη Ελλάδα 1941 -1944), και «Μεταξάς – Χίτλερ, Ελληνο-γερμανικές σχέσεις στη μεταξική δικτατορία 1936-1941» και «Γερμανική Λαίλαπα στα Βαλκάνια, Ελλάς- Γιουγκοσλαβία». Γράφει ο Βελλιάδης:
«Ήδη στις 10 Απριλίου είχε αποφασισθεί μετά την κατάληψη της Θεσσαλονίκης η αναχώρηση της κυβερνήσεως και του Γεωργίου Β΄, ενώ ο Στρατηγός Τσολάκογλου στέλνει αναφορά στην Αθήνα τονίζοντας ότι, αδράνεια στην λήψη πολιτικής απόφασης για την αντιμετώπιση της κρισίμου καταστάσεως, επιδρά αρνητικά στο ηθικό του στρατού. Στις 11 Απριλίου μετά την απόφαση της προηγούμενης ημέρας για αναχώρηση κυβερνήσεως – βασιλέως ενημερώνεται ο Άγγλος πρέσβυς Πάλαιρετ και ζητείται η συγκατάθεση της βρετανικής κυβερνήσεως για μετάβασή τους στην Κύπρο επειδή η Κρήτη ήταν προσβλητή από αέρος. Η αγγλική κυβέρνηση απορρίπτει την πρόταση, ενώ η ελληνική αφού απεφάσισε να μεταβεί τελικά στην Κρήτη, ζητεί εκ νέου από τους Βρετανούς την άδεια για μεταφορά του ελληνικού στόλου από την Σαλαμίνα στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου και την αποστολή 40.000 αγύμναστου στρατού, από την Πελοπόννησο όπου βρισκόταν, στην Κύπρο, για συνέχιση εκεί της εκπαίδευσής του».
Δηλαδή, σύμφωνα με τη σημερινή ετεροχρονισμένη αριστερόστροφη αντίληψη για τα γεγονότα εκείνων των τραγικών ημερών, οι διοικητές των τριών Σωμάτων Στρατού, για να αποδείξουν ότι δεν ήταν «γερμανόφιλοι», θα έπρεπε να συνεχίσουν τον πόλεμο κατά της Γερμανίας με τους τραυματίες του Ελληνο - ιταλικού πολέμου, τη στιγμή που η κυβέρνηση στην Αθήνα ετοιμαζόταν για αναχώρηση, τον ελληνικό στόλο τον έστελναν στην Αλεξάνδρεια και τους 40.000 νεοσύλλεκτους στην Κύπρο για …εκπαίδευση! Για να αποδείξουν τη μη «γερμανοφιλία» τους θα έπρεπε να παραδώσουν βορά στα γερμανικά στούκας τους Έλληνες στρατιώτες, που εγκατέλειπαν την ελληνο-αλβανική μεθόριο μέσα σε μία ιταλο-γερμανική μέγγενη, με πιθανότερο σενάριο τον θάνατο ή την αιχμαλωσία και τη μεταφορά τους στα γερμανικά στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Η παραπάνω αντίληψη έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την κομματική γραμμή και τις θέσεις του ΚΚΕ εκείνη την περίοδο, που ήταν υπό το πρίσμα του Συμφώνου Μολότοφ – Ρίμπεντροπ (1939) περί φιλίας και μη επίθεσης, με το οποίο ο «πατερούλης» των Μπολσεβίκων Ιωσήφ Στάλιν μοιράστηκε με τον Χίτλερ τα ιμάτια της Πολωνίας και συνέχισε να στέλνει πρώτες ύλες για τη βαριά βιομηχανία της ναζιστικής Γερμανίας. Αυτό που μας ενδιαφέρει δεν είναι οι στρατηγικές προσεγγίσεις των Στάλιν και Χίτλερ, που τους οδήγησαν στην υπογραφή του Συμφώνου. Αλλά μας απασχολεί ιδιαίτερα, και για ιστορικούς πάντοτε λόγους, η πειθήνια σύμπλευση της κομματικής γραμμής του ΚΚΕ με τις προσταγές της Μόσχας και η προκύπτουσα ανάλυση και ερμηνεία των γεγονότων υπό το πρίσμα αυτής της κομματικής γραμμής. Συνεπώς, μέχρι την εκδήλωση της γερμανικής επίθεσης στη Σοβιετική Ένωση, τέλη Ιουνίου 1941, το ΚΚΕ αντιμετώπιζε τα γεγονότα κάτω από ένα περίεργο σύμπλεγμα Σοβιετικο – ναζιστικής προσέγγισης!
Με το «Μανιφέστο» του Δεκεμβρίου 1940, το ΚΚΕ διακήρυττε ανοιχτά ότι ο Ελληνο - ιταλικός πόλεμος «προκλήθηκε από τη βασιλομεταξική σπείρα και ότι δεν μπορεί (ο πόλεμος αυτός) να έχει την παραμικρή σχέση με την υπεράσπιση της πατρίδας…». Αυτό, εκτός του ότι δείχνει φανερά το «ταξικό» μίσος εναντίον του Μεταξά και του βασιλιά, μπορεί να υποκρύπτει και την εμπλοκή της Βρετανίας στην απόφαση για την ιταλική εισβολή στην Ελλάδα. Πράγματι, δεν έχει τεκμηριωθεί πλήρως γιατί ο Μουσολίνι πήρε την απόφαση να εισβάλει στην Ελλάδα, χωρίς να ενημερώσει τον Χίτλερ.
Τον Μάρτιο του 1941, το ΚΚΕ προπαγάνδιζε «το σταμάτημα του πολέμου, ακύρωση των πολιτικών και στρατιωτικών συμφώνων που κλείσθηκαν με τους Εγγλέζους και προσανατολισμό της χώρας προς τη Σοβιετική Ένωση… Να κάνη ο λαός ό,τι μπορεί για να σταματήση τον πόλεμο που έφερε η αγγλόδουλη σπείρα προκαλώντας την ιταλική εισβολή… Να πάρη παράδειγμα ολόκληρος ο ελληνικός λαός από τον ηρωϊκό αδελφό λαό της Βουλγαρίας…». Διαχρονικά, σε πλήρη σύγχυση η Σταλινική νομενκλατούρα. «Αγγλόδουλη σπείρα» ή «γερμανόφιλος» ο Μεταξάς τελικά; Υπενθυμίζουμε ότι λίγες ημέρες πριν τη γερμανική εισβολή στη Σοβιετική Ένωση, με εντολή της βουλγαρικής πρεσβείας στην Αθήνα, οι Γερμανοί απελευθέρωσαν 29 συγκεκριμένους Ακροναυπλίτες κομμουνιστές ως «δικούς» της.
Όπως επισημαίνει, λοιπόν, ο κ. Βελλιάδης για εκείνο το κολασμένο 12ήμερο: «Οι στρατηγοί που ζούσαν καθημερινά την πραγματικότητα στα πεδία των μαχών και έχοντας να αντιμετωπίσουν αναρχία, διάλυση, πτώση ηθικού αλλά και ταυτοχρόνως σημαντικές απώλειες όχι μόνον των ενόπλων δυνάμεων αλλά και του άμαχου πληθυσμού από τις γερμανικές επιθέσεις, αλλά κυρίως από τους ανελέητους βομβαρδισμούς της γερμανικής πολεμικής αεροπορίας, είχαν πεισθεί ότι περαιτέρω συνέχιση του αγώνα μόνον καταστροφή θα επέφερε, ενώ ελλόχευε ο κίνδυνος τελικά μεγάλο μέρος των ελληνικών στρατιωτικών τμημάτων να αιχμαλωτισθούν όχι από τους Γερμανούς αλλά από τους Ιταλούς, πράγμα που δεν ήταν δυνατόν ν’ ανεχθεί η ελληνική στρατιωτική τιμή».
Έχουν γραφεί διάφορες ανοησίες, αλλά και καλοπροαίρετες κριτικές για τον Κορυζή. Ότι δηλαδή ήταν «αχυράνθρωπος» ή ότι δεν είχε την εμπειρία και το ειδικό βάρος να αντέξει μία τέτοια κατάσταση. Επίσης, έχουν διατυπωθεί απόψεις και εκτιμήσεις για την πιθανή δολοφονία του και μάλιστα γράφτηκαν και ονόματα των υποτιθέμενων δολοφόνων του. Δεν μας έπεισαν γιατί έλειπαν τα τεκμήρια και για το λόγο αυτό δεν πρόκειται να αναφέρουμε τίποτα. Ήταν πάντως μία περίεργη αυτοκτονία (με δύο σφαίρες), αλλά που είχε ισχυρό κίνητρο. Ο Κορυζής καταγόταν από γνωστές πολιτικές οικογένειες και ο ίδιος διέθετε και επιστημονική κατάρτιση και πολιτική εμπειρία. Αυτοκτόνησε(;) τη Μ. Παρασκευή 18 Απριλίου, υπό το βάρος ενός τραγικού διλήμματος και μη μπορώντας να πείσει τον Γεώργιο Β΄ για τις απόψεις του. Άλλωστε «δικαιώθηκε» το ματωμένο Πάσχα, 20 Απριλίου 1941, όταν η γερμανική αεροπορία βομβάρδισε στόχους αμάχων, μεταξύ των οποίων το νοσοκομείο των Ιωαννίνων, όπου σκοτώθηκαν 57 γιατροί, νοσοκόμες και τραυματίες του Ελληνο-ιταλικού πολέμου, αλλά και την πόλη της Άρτας, το Μ. Σάββατο και Ανήμερα του Πάσχα. Για να επιταχύνει τις διαδικασίες, η γερμανική διοίκηση προέβη σε επίδειξη δύναμης, για το τι επρόκειτο να ακολουθήσει σε περίπτωση μη συνθηκολόγησης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου