Στέργιος Π. Ζυγούρας
Στις 21.3.1800 ιδρύθηκε το πρώτο ελληνικό κράτος με την εγγύηση-υποστήριξη Ρωσίας-Πύλης. Η τελετή έγινε το Νοέμβριο στην Κωνσταντινούπολη. Αναγνωρίστηκε το 1802 στην Αμιένη και εξαφανίστηκε το 1807 στο Τιλσίτ. Ο οδοστρωτήρας των εξελίξεων εξαφάνισε την ιστορία του ως ασύμβατη με το περιπετειώδες 1821. Μαζί έσβησαν και οι «Γραικογάλλοι» του Κοραή, ο οποίος δεν βρήκε κάτι να πει για το Ναπολέοντα, τον κύριο υπεύθυνο της εξαφάνισης. Βρήκε όμως πολλά κατά του συνυπεύθυνου, Αλέξανδρου Α΄.
Σαν σήμερα, πριν από 221 χρόνια ο πρόεδρος της αριστοκρατικής δημοκρατίας της Επτανήσου Πολιτείας ανακοίνωνε θριαμβευτικά στην Γερουσία είμαστε Έλληνες και επιτέλους έχουμε ένα πρώτο κράτος. Δυο μέρες μετά θα ξεκινούσε στην Κέρκυρα η Συντακτική Συνέλευση. Η έμφαση στον όρο «Έλληνας» ήταν τέτοια, που ο Κοραής θα έπρεπε να πει κάτι, όταν μάλιστα για πρώτη φορά γινόταν επίσημη γλώσσα κράτους η ελληνική. Προτίμησε να μην πει κάτι αρνητικό, όπως έκανε τον Ιανουάριο του ίδιου έτους, όταν και εξέφρασε τις απόψεις του ενώπιον των αδελφών «ανθρωποτηρητών» που είχαν συγκροτήσει Εταιρεία στη Γαλλία. Εκεί, ο «χριστιανός» Κοραής προτίμησε το γιακωβίνικο-αντιχριστιανικό ημερολόγιο: 16η Νιφετώδους του έτους 11, αντί 6η Ιανουαρίου 1803. Και αυτό ήταν το λιγότερο, αφού η ονομασία «ανθρωποτηρητής» (Observateur de l’homme) έβγαζε μάτι ως προς την αντίληψη της ανθρώπινης ταυτότητας και την δήθεν μετριοπάθεια που εξέφραζε ο «πρώτος Ύπατος» Βοναπάρτης σε σχέση με το ανατραπέν Διευθυντήριο.
Ποιος πολιτισμός υφίσταται το 1803 εντός της Γραικίας; Το εξηγεί ο ανθρωποτηρητής Κοραής τη στιγμή που οι Επτανήσιοι είναι έτοιμοι να γιορτάσουν ως «Έλληνες». Τονίζει ότι η «Γραικία» που θα γεννηθεί, είναι αυτή που καταστράφηκε από τους Μακεδόνες και υποδουλώθηκε από τους Ρωμαίους. Πατήρ των φώτων είναι η Εγκυκλοπαίδεια (όχι ο Θεός, όπως έλεγε το 1782). Το κράτος που θα γεννηθεί, πρέπει να έχει «Ελληνική» και όχι «Ρωμαϊκή» Εκκλησία. Είναι φανερό, ότι μέσω της διαφοροποιημένης ορολογίας στην συλλογική ταυτότητα, υπονοούνται διαφορετικές έννοιες της «ελευθερίας».
Κάτι που θα μπορούσε να διαλύσει τα τελευταία νέφη αμφιβολίας είναι ο ακριβής ορισμός της «ελευθερίας» από τον εθνικό Κοραή και τους υπερεθνικούς του «Φίλους» (Ζωσιμάδες, Κοδρικάς, Καποδίστριας …). Αλλά, κι αυτό έγινε. Ο Ε. Φ. το έκανε ανώνυμα στο «Δοκίμιον περί Πατριωτισμού» (~1803; επανεκδόθηκε το 1817 με μνεία υπέρ του Καποδίστρια). Ο Καποδίστριας το έκανε το 1819, ο Σολωμός το 1823. Όλοι τοποθετούσαν την χριστιανική πίστη και τον πατριαρχικό θεσμό ως θεμέλιο της κρατικής συγκρότησης και της ελευθερίας των Ελλήνων. Όσο για τον Κοραή, από το 1789 το έκανε διαρκώς προς την αντίθετη κατεύθυνση.
Η Συντακτική Συνέλευση της Κέρκυρας δεν εκτόνωσε τις εντάσεις. Στο ευρωπαϊκό περιβάλλον η κατάσταση δεν ήταν καλύτερη. Το Δεκέμβριο του 1804 ο Βοναπάρτης θα στέψει τον εαυτό του αυτοκράτορα. Η διαφορά του από τον Καρλομάγνο είναι ότι ο Πάπας απλώς παρίσταται. Ο αντιπρόσωπος του Θεού δεν στέφει τον αυτοκράτορα των «Ρωμαίων»! Ρωσία και Αυστρία βρίσκονται απέναντι στο νέο Καρλομάγνο. Πριν καλά-καλά σωπάσουν τα κανόνια του 1805 στο Αούστερλιτς, ο Κοραής θα εκδώσει τον διάλογο δυο Γραικών, όπου -ασυγκράτητος- πλέον, θα λέει στους «Γραικούς» να αυτοπροσδιορίζονται «έστω Έλληνες» και να εγκαταλείψουν οριστικά κάθε ιδέα για επανάσταση ελληνική και κράτος στηριγμένο στην Επτάνησο Πολιτεία. Οι διωγμοί παίρνουν και δίνουν στην Πελοπόννησο, ο αφορισμός του Πατριάρχη λειτουργεί, ο Ζαχαριάς δολοφονείται, ο Κολοκοτρώνης μόλις που διασώζεται και οι «φιλορώσοι» ηγεμόνες Κωνσταντίνος Υψηλάντης και Αλέξανδρος Μουρούζης αποκαθηλώνονται από τον Σουλτάνο -ελέω Βοναπάρτη- αφού τόλμησαν -μεταξύ άλλων- να ξεσηκώσουν τους Σέρβους. Για ευνόητους λόγους, η επανάσταση του 1804 έχει καταγραφεί ως «εθνική-Σερβική».
Το 1806 η ρωσο-οθωμανική συμμαχία θα σπάσει, προκαλώντας ράγισμα στην Επτάνησο Πολιτεία. Ο Ναπολέων θα αναλάβει να υποτάξει την Πρωσία και την Ρωσία. Οπότε, στο Τιλσίτ, θα γραφτεί ο μυστηριώδης επίλογος της Επτανήσου Πολιτείας. Ο Βοναπάρτης παίρνει τη ρεβάνς του 1799 και ο Ιωάννης Καποδίστριας θα κοκαλώσει στην Λευκάδα με την αξίνα στο χέρι. Η άμυνα στον Αλή πασά έχει πετύχει. Όμως, η Επτανησιακή Γερουσία έχει κηρύξει τον πόλεμο στην Γαλλία αντί στην Πύλη. Με αυτό το δεδομένο, ο Ναπολέων μπορεί να ζητήσει και ο τσάρος Αλέξανδρος Α΄ (ως ηττημένος) μπορεί να εκχωρήσει τα Επτάνησα. Η Αγγλία δεν θα διαμαρτυρηθεί.
Το 1808 ο Καποδίστριας απορρίπτει πρόταση συνεργασίας των αυτοκρατορικών Γάλλων και αναχωρεί για την Ρωσία, έχοντας εμπεδώσει ότι Επανάσταση χωρίς τη συμμαχία του Αλή πασά δεν γίνεται. Η επίσημη ιστορία υπονοεί ότι πήγε στη Ρωσία για επαγγελματική αποκατάσταση. Αντίστοιχα, το 1819, θα «πιστέψει» την καποδιστριακή δικαιολογία: ότι πράγματι επιστρέφει στην Κέρκυρα για να δει τους γονείς του. Ο κύκλος απόκρυψης έχει δρομολογηθεί ανεπιστρεπτί και ο Ιωάννης, μέλλει πλέον να καταγραφεί στην ιστορία ως «Κυβερνήτης», καθώς η εθνικώς αδειοδοτημένη Επανάσταση στη Βιέννη (1814) δεν θα καταγραφεί ως αυτό που πραγματικά ήταν: υπερεθνική. Όχι τυχαία, η κινητικότητα μετά το 1807 για την ελληνική επανάσταση θα ξεκινήσει το 1812 , όταν ο Ναπολέων ηττάται και η πτώση του είναι ορατή. Στην Αθήνα θα ιδρυθεί η Φιλαθηναϊκή Ακαδημία κι αμέσως μετά η Φιλόμουσος Εταιρεία. Πάνω σ’ αυτήν Ο Καποδίστριας θα στηρίξει την προσέλκυση της ρωσικής πολιτικής στη Βιέννη.
Γιατί ο Κοραής φοβήθηκε τους «Ρωμαίους»; – Ένα ερώτημα που έπρεπε να είχε απασχολήσει την ιστορία.
Ουδέποτε κάποιος από την παράδοση εξέφρασε την άποψη ή -έστω- υπονόησε ότι έπρεπε να ονομαστεί το ελληνικό κράτος «κράτος Ρωμαίων». Οι υποστηρικτές της παράδοσης, επέμεναν στον όρο «Έλληνας», όταν οι υποστηρικτές της νεωτερικότητας επέμεναν στον όρο «Γραικός». Τον Φεβρουάριο του 1821 εμφανίζονται στα υψηλαντικά κείμενα και ο «Έλληνας» και ο «Γραικός» (=αυστηρά ελληνόφωνος). Στα όπλα καλούνται οι Έλληνες, ταυτιζόμενοι με τους ορθόδοξους. «Ρωμαίοι» δεν αναφέρονται πουθενά. Το «ρωμέηκο», η χριστιανική ταυτότητα του κράτους της Κων/πολης, υπήρχε αυστηρά και μόνον στην προφορική παράδοση. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του Μακρυγιάννη: με Τούρκους (μουσουλμάνους) είπαμε να πολεμήσουμε – με Ρωμαίους (χριστιανούς) δεν είπαμε. Το σημειώνει ο Μακρυγιάννης για να δικαιολογήσει την «περιορισμένη» ανάμειξή του στον «εμφύλιο» του 1824. Γιατί λοιπόν ο Κοραής το 1805 έδωσε τόση έμφαση στο «όχι Ρωμαίος»; Γιατί είπε «αν όχι Γραικός, έστω «Έλληνας»; Πιθανότερη ερμηνεία είναι η εξής: ο μυστικοπαθής Κοραής είναι ευερέθιστος. Βγαίνει από τα ρούχα του και εγκαταλείπει ολοκληρωτικά το ύφος της λογιότητας κάθε φορά που κάποιος τον ενοχλεί ή όταν το ελληνικό διακύβευμα βρίσκεται σε οριακό σημείο. Σ’ αυτό, υπήρξε συνεπής σε όλη του τη ζωή. Επί πλέον, πρέπει να έχουμε κατά νου ότι ο Κοραής μετέχει εξαρχής στο «ελληνικό σχέδιο» με την πλευρά των χριστιανών, δηλαδή, με την γνωστή εμπορική (και εταιρική) ομάδα η οποία οικονομικά και πνευματικά προετοιμάζει το έδαφος. Αντί για την εμπορική ιδιότητα ο Κοραής θα προτιμήσει και θα αφιερωθεί στην φιλολογική η οποία θα κρύβει την αμιγώς πολιτική. Ήδη από την εποχή της Ολλανδίας, ο Κοραής δείχνει ότι έχει προσχωρήσει στην αντίπαλη πλευρά: στον κοσμικό (βλ. αντιχριστιανικό) διαφωτισμό. Αν και στα κείμενά του δείχνει μέχρι το 1789 ότι υπηρετεί το χριστιανικό σχέδιο (λ.χ. Ορθόδοξος διδασκαλία μ. Μόσχας Πλάτωνος, 1782), φτάνοντας στο Παρίσι, υιοθετεί τον μανδύα του εθνικού & εκσυγχρονισμένου χριστιανού. Ενδεικτική είναι η καυστική επιστολή του μοναχού Αθ. Παρίου «προς Διαμαντήν το Κοραήν» της 31.3.1791 όπου αντικρούει τα περί της κατάργησης της νηστείας κοραϊκά επιχειρήματα. Περισσότερο χαρακτηριστικό είναι το ανέκδοτο κείμενο του Πάριου «Νέος Ραψάκης» (~1805). Εκεί, δεν καταγγέλλεται μόνον η κοραϊκή στάση του 1798 με την «Αδελφική Διδασκαλία», η οποία στήριζε τη Ναπολεόντεια ελευθερία των Επτανήσων έναντι της επερχόμενης Ρωσικής. Ο Κοραής καταγγέλλεται ως ψευδαδελφός και προδότης της χριστιανικής επανάστασης:
Αν «οι απλούστεροι» πιστέψουν τον συγγραφέα της Αδελφικής Διδασκαλίας και επιδιώξουν την «ελευθερία» που αυτός ψευδώς επαγγέλλεται ως «χριστιανική», τότε θα χάσουν την πνευματική ελευθερία που διαθέτουν ως χριστιανοί. Ο Κοραής είναι ψευδοχριστιανός, δηλαδή ένας ΝΕΟΣ ΡΑΨΑΚΗΣ (Ασσύριος, προδότης των Ασσυρίων). Είναι ένας γηϊνόφρων που παριστάνει τον ουρανόφρονα. Σας καλεί με ύπουλο τρόπο να απορρίψετε την ελευθερία που έχετε κατακτήσει. Θα αποδείξω μέσω των Θείων Γραφών ότι ο αδελφός Κοραής ψεύδεται και δόλια τις χρησιμοποιεί, ως σοφιστής.
Το 1805 ο Κοραής φοβήθηκε την επικράτηση των «Ρωμαίων» της Επτανήσου Πολιτείας και επιτέθηκε κατ’ αυτών, γνωρίζοντας τα πράγματα εκ των έσω και προσμένοντας την εκ των έσω ανατροπή. Ο διχασμός είχε πράγματι θεμελιωθεί και η σύγκρουση έφτασε κάποιες φορές να γίνει ανεξέλεγκτη. Αν για μας, σήμερα, χρειάζεται κάποια ανάλυση για να κατανοηθεί η διχοστασία, για τους τότε πρωταγωνιστές έφτανε ένα σύμβολο. Η πορεία στην οποία επένδυσαν οι Αντ. Καποδίστριας, Νικ. Σιγούρος, Σπ. Θεοτόκης, Αντ. Κομούτος, … γινόταν κατανοητή με μια ματιά. Οι Επτανήσιοι όχι μόνον απέρριψαν το «δέντρο της ελευθερίας» και τον φρυγικό σκούφο της ρεπούμπλικας της Φράντζας, αλλά, επέλεξαν ως σύμβολο του κράτους τους αυτό των πρώην κατακτητών τους. Το φτερωτό λιοντάρι του Αγίου Μάρκου, το σύμβολο της Βενετικής Πολιτείας έγινε το 1800 η σημαία των Επτανήσων. Σύμφωνα με τον Π. Χιώτη, ο Φοίνικας προτάθηκε επίσης ως σύμβολο της αναγέννησης των Ελλήνων, αλλά δεν επικράτησε (Ιστορικά απομνημονεύματα της νήσου Ζακύνθου, τ. Γ΄, σ. 759). Ο Φοίνικας αποτέλεσε το σύμβολο του 1821 με τον υπερεθνικό Υψηλάντη στον ρόλο του Μ. Κωνσταντίνου (Εν τούτω τω σημείω νικώμεν). Επανήλθε ως κρατικό σύμβολο με τον Καποδίστρια το 1829 κάνοντας τους κοραϊστές να αφρίσουν. Από πότε ο Φοίνικας εμφανίζεται ως σύμβολο επανίδρυσης του χριστιανικού κράτους των Ελλήνων; Πέρα από το ότι αποτέλεσε σύμβολο της οικογένειας των Μαυροκορδάτων, η οποία έδρασε σε φαναριώτικο πλαίσιο από τον 17ο αιώνα, ο Φοίνικας εμφανίζεται το 1620 στη θεατρική τραγικοκωμωδία του Αντωνίου Πανδήμου L’ amorosa fede (tragicomedia pastorale). Θα μπορούσε να θεωρηθεί σύμπτωση, αν ο Φοίνικας δεν συνοδευόταν από τον Δια και την επιγραφή «Εν τούτω νίκα», αν δεν υπήρχε η περήφανη επιγραφή «Αναγέννησις Ελληνικού Θεάτρου», αν δεν υποχρεωνόταν ο Πάνδημος να επανεκδώσει μετά από λίγο το έργο, χωρίς τα περιβόητα σύμβολα. Όπως η μάχη Αθηνάς-Φοίνικα εντός της Επανάστασης του 21 διαγράφηκε από την ιστορία, αντίστοιχα διαγράφηκε η σύγκρουση Ελλήνων-Γραικών εντός της Επτανήσου Πολιτείας. Ο Κοραής προέτρεψε τους Έλληνες να ακολουθήσουν το Ναπολέοντα, τη στιγμή που ο τελευταίος υποκρινόταν ότι θα κατέλυε την Οθωμανική αυτοκρατορία και εργαζόταν για την διάλυση της Επτανήσου και της Ελληνικής επανάστασης που ήταν έτοιμη να ξεσπάσει σε Ήπειρο, Μωρηά, Ρούμελη.
Στο διάστημα 1805-1807 ο Βοναπάρτης πετυχαίνει να καταστρέψει το χριστιανικό επαναστατικό σχέδιο, πείθοντας το Σουλτάνο να διαλύσει την ρωσοτουρκική συμμαχία και υποχρεώνοντας τον μεν ηττημένο Αυστριακό αυτοκράτορα να εγκαταλείψει τον τίτλο του Γερμανορωμαίου, τον δε ηττημένο Ρώσο αυτοκράτορα, να συνάψει μαζί του, ένα νέο σχέδιο για την «κατάληψη της Κωνσταντινούπολης και τον περιορισμό της Οθωμανικής αυτοκρατορίας». Γι αυτό και ο Κοραής, σπεύδει, την εποχή της «Νομαρχίας», να μιλήσει ανώνυμα μέσω του «Αριστοκλή» και να πείσει -τελικά- τον «Κλεάνθη»: Όστις μ’ ονομάση πλέον Ρωμαίον, θέλω τον στοχάζομ’ ως εχθρόν μου. Από της σήμερον εις το εξής είμαι Γραικός. Το κείμενο τιτλοφορείται «Τι πρέπει να κάμωσιν οι Γραικοί εις τας παρούσας περιστάσεις; Διάλογος δυο Γραικών, κατοίκων της Βενετίας, όταν ήκουσαν τας λαμπράς νίκας του Αυτοκράτορος Ναπολέοντος». Απευθύνεται στους Επτανήσιους ευγενείς, στους εταίρους της διασποράς, αλλά και στους υποστηρικτές κάθε Κατσαντώνη, Ζαχαριά, Ανδρίτσου, Κατσώνη, Τζαβέλλα, Αναγνωσταρά … Είναι ένα αντιρωσικό κείμενο, το οποίο είναι κατ’ εξοχήν αντι-υπερεθνικό και αντίστοιχο με τα δυο κείμενα «Aux habitants de la Grèce» (Οκτ-Νοε 1798). Το πρώτο από τα δυο φέρει τον ελληνικό τίτλο «Προς τους Ρωμαίους της Ελλάδος», το δεύτερο «Στοχασμοί ενός φιλέλληνος». Αν η πρωτότυπη γλώσσα είναι τα γαλλικά, τότε πιθανότατα έχει συνταχθεί από το περιβάλλον του Ναπολέοντα με την αποφασιστική συμβολή του Κοραή.
… δια ταύτα
Είναι πρόωρο να το πούμε ως τελικό συμπέρασμα, αλλά η κατεύθυνση προς την οποία πρακτικά δείχνει ο δυϊσμός παράδοσης-νεωτερικότητας είναι διαφορετικά πολιτεύματα, οφειλόμενα στην απόλυτη διάσταση ως προς την ανθρώπινη ταυτότητα: Είναι ή δεν είναι δημιούργημα του Θεού ο άνθρωπος; Κι αν ναι, ποιου Θεού; Στο ζήτημα αυτό, καίρια σημασία έχει η ορολογία: «Έλληνας» ή «Γραικός»; Κι ενώ η μάχη αυτή δεν εμφανίζεται έντονη, από το 1805 ο Κοραής αντιδιαστέλλει το «Γραικός» με το «Ρωμαίος», όχι με το «Έλληνας», για το οποίο είναι επίσης αρνητικός. Εφόσον το «Ρωμαίος» έχει σαφέστατη λειτουργική σημασία (Χριστιανός), κατοχυρωμένη με τη διαμάχη μιας χιλιετίας μεταξύ Δύσης και Ανατολής, τότε, ο Κοραής ξεκάθαρα λέει ότι διαφωνεί με κάποιους ως προς τη σχέση πολιτεύματος-χριστιανικής πίστης. Ο Κοραής στηρίζει τις αρχές του πολιτεύματος στην έμφυτη ανθρώπινη τάση της διάκρισης μεταξύ πόνου-απόλαυσης (Bentham) και στην νομοθέτηση βάσει της ηθικής, όπως αυτή ορίζεται από το κοινωνικό σύνολο. Το κοινωνικό σύνολο εκχώρησε στον ηγεμόνα του το δικαίωμα να νομοθετεί και να κολάζει τους παραβάτες, έχει όμως το δικαίωμα να τον ανακαλεί, όταν αυτός καταχράται την εξουσία (Beccaria).
Στην περίπτωση αυτή η γραικική εθνικότητα συγκροτείται ως αντίπαλη στόχευση προς την ελληνική υπερεθνικότητα.
Η πρώτη λέει ότι το ελληνικό κράτος δεν προκύπτει από προ-οθωμανική πολιτική-πολιτισμική βάση, αλλά θέλει να αποκαταστήσει το καταστραφέν υπό των Μακεδόνων πολίτευμα της ελευθερίας. Οι δημιουργοί του κράτους δηλώνουν «χριστιανοί» και η διάσταση αυτή είναι ιδεολογική παράμετρος, δηλαδή, θρήσκευμα. Η χριστιανικότητα δεν στηρίζεται στο βίωμα της αποκάλυψης του Θεού στον άνθρωπο και υπόκειται σε αλλαγές των πατερικών κανόνων με βάση την «λογική». Ως παράμετρος της εθνικής ταυτότητας, η χριστιανικότητα δημιουργεί ανεξάρτητη, Εθνική Εκκλησία, δογματικώς σχετιζόμενη με το Πατριαρχείο και διώκει τον μοναχισμό, ο οποίος παγίως εξαπατά τους χριστιανούς.
Η δεύτερη λέει ότι το ελληνικό κράτος προκύπτει από την ανάκτηση της αυτοκρατορίας των Ρωμαίων, κατακτηθείσης υπό των Οθωμανών. Η ταυτότητα των Ελλήνων και η πολιτική τους βούληση στηρίζεται πρώτα και κύρια στην ορθόδοξη χριστιανική πίστη. Όποιο κι αν είναι το πολίτευμα, ο κεντρικός του νόμος οφείλει να συμβαδίζει και σε καμιά περίπτωση να μην συγκρούεται με το Ευαγγέλιο. Γι’ αυτό και «ιδεολογικό μανιφέστο» της Επανάστασης αποτελεί η «Ελληνική Φιλοκαλία», το σώμα της ανά τους αιώνες καταγεγραμμένης αποκάλυψης του Θεού στους ασκητές-μοναχούς. Τυπώνεται το 1782 και η επανέκδοσή της θριαμβευτικά -πλην σημειολογικά- αναγγέλλεται από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη το καλοκαίρι του 1820. Με αυτή την θέση, η ορθοδοξία αποφεύγει τις δογματικές διαφορές της με την Δύση καλώντας την να συνδράμει τους εξεγερμένους χριστιανούς, αλλά και να επιβεβαιώσει ή να απορρίψει την σχέση Θεού-ανθρώπου με το κριτήριο που αυτή έθεσε: διαρκές πείραμα – επιβεβαίωση της θεωρίας στην πράξη.
Είναι βέβαιο, ότι οι «εθνικοί» του 1800 είναι κι αυτοί υπερεθνικοί, που πιστεύουν σ’ ένα άλλο υπερέθνος. Ο Bentham δεν βοηθά τους ανά τον κόσμο εθνικούς επαναστάτες επειδή πιστεύει σ’ έναν γλωσσικό προσδιορισμό μιας κοινωνικής ομάδας· άλλωστε, ως νομικός, ασχολείται περισσότερο με το διεθνές, παρά με το εθνικό δίκαιο. Αλλά και ο Κοραής που εξανίσταται εναντίον του «οικουμενικού» Πατριάρχη ή κατά του «Ρωμαίου» Υψηλάντη, δεν κάνει το ίδιο κατά του «καθολικού» Πάπα ή κατά του «Ρωμαίου» Βοναπάρτη. Πιστεύει και εργάζεται για τη δημιουργία μιας άλλης Ευρώπης, ενός άλλου κόσμου, φωτισμένου από ένα άλλο φως.
Δείτε σχετικά:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου