Υπάρχουν δύο τρόποι για να κατακτήσεις και να υποδουλώσεις ένα έθνος. Ό ένας είναι με το ξίφος. Ο άλλος είναι με το χρέος. Η κατάκτηση με το χρέος λαμβάνει χώρα σιωπηλώς και παρασκηνιακά, εμπαίζοντας το λαό με δέλεαρ την ανάπτυξη και τη σωτηρία του από τα δεινά της μιζέριας λόγω έλλειψης κεφαλαίων. Αρχικά, στην επιφάνεια τίποτε δεν αλλάζει στο ρυθμό ζωής. Απλά, η χώρα είναι υπό νέα διοίκηση και ο φόρος υποτέλειας, ο τόκος, δεν είναι ακόμη αισθητός.
Οι δανειστές παρουσιάζονται ως σωτήρες της χώρας χρησιμοποιώντας ωραία λόγια και ήπιες εκφράσεις, μιλούν για «αμοιβαία επωφελή συνεργασία» και «φιλική προς την ανάπτυξη» παροχή δανείων. Εκπέμπουν μηνύματα αισιοδοξίας στον ταλαιπωρημένο λαό, παίζοντας με τις λέξεις: βαπτίζουν τα επαχθή δάνεια σε «βοήθεια», τη λιτότητα σε «δημοσιονομική προσαρμογή» και την τοκογλυφία σε «αλληλεγγύη». Οι προθέσεις τους εμφανίζονται φιλικές, ότι επιτελούν με το πρόγραμμα «μεταρρυθμίσεων» ένα κοινωφελές έργο και συμπάσχουν στα προβλήματα μιας εξαθλιωνόμενης κοινωνίας που μαστίζεται από την ανεργία. Πρέπει όμως να γίνουν θυσίες, προς το παρόν τονίζουν, για τη βιωσιμότητα και τη σωτηρία της χώρας στο μέλλον. Έτσι, ο λαός αισθάνεται ανακούφιση και θεωρεί ότι είναι οι ευεργέτες του, ενώ είναι οι δυνάστες του.
Η κατάκτηση ενός έθνους με το ξίφος έχει το μεγάλο μειονέκτημα ότι ο εχθρός είναι ορατός και ο λαός για να ανακτήσει την πολυπόθητη ελευθερία του ενδέχεται να εξεγερθεί. Έτσι, απαιτείται να
επιβληθεί συνεχιζόμενη άσκηση στρατιωτικής επιτήρησης και βίας. Και ενδεχομένως καταστολής ενός ξεσηκωμού από τις δυνάμεις κατοχής, πρακτική που έρχεται σε μετωπική σύγκρουση με το δόγμα της Νέας Τάξης (New Order) πραγμάτων. Το νέο δόγμα έκανε την εμφάνισή του το 1991 - μετά την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού - υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Πολιτειών. Αυτό προωθεί την ιδέα της παγκόσμιας διακυβέρνησης των εθνών μέσω της παγκοσμιοποίησης των αγορών, laissez faire - laissez passé, και του ελέγχου του νομίσματος με την έκδοση ενός κοινού νομίσματος από υπέρ-εθνικές κεντρικές τράπεζες.
Αυτό είναι το «απίθανο συμβόλαιο» που έχουν υπογράψει οι Ελληνικές κυβερνήσεις με τους τραπεζίτες, το οποίο είναι αδύνατον να εκπληρωθεί από το σύνολο της κοινωνίας. Κάποιοι υποχρεωτικά πρέπει να αθετήσουν τα δάνειά τους και να δηλώσουν χρεοκοπία έτσι ώστε να βρουν οι υπόλοιποι τα αναγκαία χρήματα να αποπληρώσουν τους τόκους. Γι αυτό, ο Αριστοτέλης αναφώνησε: «το χρήμα δεν γεννάει απογόνους». Το χρήμα μας είπε ο μεγάλος φιλόσοφος, δεν είναι δημιούργημα της φύσης, αλλά του νόμου και αυτό επινοήθηκε για τη διευκόλυνση των συναλλαγών. Η τοκογλυφία είναι μισητή στην κοινωνία, επειδή το κέρδος προέρχεται από το ίδιο το χρήμα, πολλαπλασιάζεται από τον τόκο, και όχι από τη χρήση για την οποία προορίσθηκε.2
Εντούτοις, η ιστορία της σύγχρονης Ελλάδος ξεκινάει μετά την επανάσταση του 1821, η οποία δεν σχετίζεται με τις φιλοσοφικές αρχές του Αριστοτέλη, αλλά ούτε με τις δημοκρατικές αρχές της αρχαίας Ελλάδος, όπου τα δημοσιονομικά θέματα συνιστούσαν ένα από πρώτα θέματα προς συζήτηση στην εκκλησία του δήμου. Η Ελλάδα, μετά τον επαναστατικό αγώνα ήταν σε χαώδη κατάσταση, ανοργάνωτη και ερειπωμένη με νοοτροπία και συνήθειες που αποκτήθηκαν κατά τη διάρκεια της μακράς περιόδου της τουρκοκρατίας. Στα πρώτα του βήματα, το νέο κράτος είχε να αντιμετωπίσει μια άβυσσο στον οικονομικό τομέα. Η χώρα ήταν ένας σωρός ερειπίων, η ασφάλεια από ληστείες και πειρατείες απουσίαζε, τα ταμεία ήταν άδεια, ενώ η τραπεζική πίστη βρίσκονταν στα χέρια των σαράφηδων και τοκογλύφων, που δάνειζαν με τόκο έως και 50% ! Εθνικό νόμισμα δεν υπήρχε και οι συναλλαγές γίνονταν κυρίως με τα γρόσια και τους παράδες.
Μ’ αυτό τον τρόπο ξεκίνησε η εξάρτηση της Ελλάδος από ξένο δανεισμό έχοντας ως ιερό σκοπό τη συνέχιση του επαναστατικού αγώνα για την ελευθερία και την ανεξαρτησία. Ωστόσο, ποτέ δεν ανέκτησε την ανεξαρτησία της από τα δεσμά της διεθνούς κεφαλαιαγοράς, διότι ήταν αδύνατο να εκπληρωθούν από τη φύση του οι όροι του «απίθανου συμβολαίου» που υπέγραφαν οι ελληνικές κυβερνήσεις με τους δανειστές, πόσο μάλλον όταν οι όροι είναι επαχθείς.
Με το οξύμωρο της πώλησης της δεύτερης φρεγάτας για να χρηματοδοτηθεί η πρώτη, η επαναστατική διοίκηση εγκαινίασε το Ponzi σχήμα στη χρηματοοικονομία, πριν γεννηθεί ο Ponzi και επήλθε η πρώτη χρεοκοπία το 1827, πριν ακόμα δημιουργεί επίσημα το Ελληνικό κράτος. Μέσα σ’ αυτή τη φούρια ο Ιωάννης Καποδίστριας απεύθυνε έγκλιση στις «αυλές» αναζητώντας την εκ νέου δανειοδότηση, αλλά η απάντηση ήταν αρνητική και η χώρα βρέθηκε σε δεινή θέση.
Εντούτοις, παρ’ όλη τη χαώδη κατάσταση που είχε να αντιμετωπίσει ο Καποδίστριας με την άφιξή του το 1828, είναι εντυπωσιακό ότι ο Κυβερνήτης αμέσως ασχολήθηκε με το θέμα της ανόρθωσης της ρημαγμένης οικονομίας και της κοπής εθνικού νομίσματος. Κατανόησε ότι για να μπει μια τάξη στην οικονομία, έπρεπε να αντικατασταθούν τα τουρκικά γρόσια ως μέσω συναλλαγών και ιδίως αισθάνθηκε πως το εθνικό νόμισμα είναι συνυφασμένο με την εθνική κυριαρχία και αξιοπρέπεια, πυλώνες που εκφράζουν την ανεξάρτητη υπόσταση του ελληνικού κράτους. Γνώριζε ότι το εθνικό νόμισμα αποτελούσε το κλειδί της σύστασης ενός ανεξάρτητου κράτους και οι αναμνήσεις ήταν ακόμη νωπές από τη πτώχευση της ελληνικής διοίκησης. Τώρα ο ίδιος έφερε και το βάρος της εξυπηρέτησης των «ληστρικών» δανείων της Επανάστασης.
Στις 20 Ιουλίου 1829, οι πρώτοι φοίνικες μοιράστηκαν στα μέλη της Εθνοσυνελεύσεως, και ήταν εμφανής η συγκίνηση των μελών στη θέα και στην αφή του εθνικού νομίσματος, που έδινε την αίσθηση πως η Ελλάδα ήταν πλέον ένα ανεξάρτητο κράτος. Ιδού, πως ο Καποδίστριας στην επιστολή προς την Δ’ Εθνοσυνέλευση αιτιολόγησε την αναγκαιότητα εθνικού νομίσματος.8
Η νομισματική ιστορία της περιόδου του Καποδίστρια περιλαμβάνει και τις προσπάθειες της έκδοσης χαρτονομίσματος μέσω της Εθνικής Χρηματιστικής Τράπεζας για τις επείγουσες πληρωμές του κράτους. Τόσο οξύ ήταν το ταμειακό πρόβλημα, που ο ίδιος ο Καποδίστριας έβαζε χρήματα από τον προσωπικό του λογαριασμό για κάλυψη των δαπανών. Εν μέσω δυσπραγίας, τον Ιούνιο 1830 ο Κυβερνήτης αποφάσισε να χρηματοδοτήσει τις δαπάνες του προϋπολογισμού με την έκδοση χαρτονομίσματος, αιτιολογώντας την έκτατη πράξη ως εξής:«Χρεωστούντες να εξεύρωμεν τον τρόπον να θεραπεύσωμεν την ανάγκην ταύτην (την ταμειακή), χωρίς να επιφορτίσωμεν με νέους φόρους την γεωργίαν και το εμπόριον, τα οποία οφείλομεν να αναζωογονήσωμεν, ως παθόντα εκ της παρελθούσης ανωμαλίας∙ θεωρούντες την ανάγκην του να μεταχειρισθώμεν εις την περίστασιν ταύτην και προς θεραπείαν των εκ της ελλείψεως αποτελεσμάτων το εις τα άλλα έθνη παραδεδεγμένον χαρτονόμισμα και συνάμα να ασφαλίσωμεν την υπόληψιν αυτού».10
Από την ανωτέρω δήλωση του Καποδίστρια προκύπτει ότι ο Κυβερνήτης προσπάθησε με το ψήφισμα του Ιουνίου 1831, να εισαγάγει το «χαρτονόμισμα» και όχι το «τραπεζογραμμάτιο» για να θεραπεύσει τις ταμειακές ανάγκες της κυβέρνησης. Κι αυτό, διότι μόνο το χαρτονόμισμα που εκδίδεται απ’ ευθείας από το κράτος, δεν επιφορτίζει με νέους φόρους τη γεωργία και το εμπόριο και εν γένει την οικονομική δραστηριότητα, αλλά την αναζωογονεί. Αντιθέτως, το τραπεζογραμμάτιο εκδίδεται από τις τράπεζες και η ύπαρξή του σε κυκλοφορία οφείλεται σε δάνεια με επιβάρυνση τόκων, οι οποίοι εξ ανάγκης πρέπει να καλυφτούν με νέους φόρους. Γι αυτό, η κατάσταση είναι φοβερή όταν οι κυβερνήσεις στην προσπάθεια να αυξήσουν τον εθνικό πλούτο, πρέπει να χρεωθούν και να υποστούν τοκογλυφικές επιβαρύνσεις. Κι αυτή η πρακτική μετατράπηκε σε φρίκη στη σημερινή εποχή, με την υφαρπαγή των αποθεματικών των ταμείων για πληρωμές τόκων και χρεολυσίων, για να παραμείνει η χώρα πάση θυσία στη ζώνη του ευρώ!11
Πως λοιπόν πήγαν τόσο στραβά οι εργασίες της Εθνικής Χρηματιστικής Τράπεζας με τόσα τρανταχτά ονόματα, επιφανείς πολιτικούς και τραπεζίτες και έμπειρούς διαχειριστές, έτσι ώστε στα μέσα του 1830, οι εναπομείναντες μέτοχοι τραβούσαν άρον άρον τα κεφαλαία τους; Μήπως ισχύει η κοινότοπος επεξήγηση των εγχειριδίων «της αποτυχίας της να εμπνεύσει την αναγκαία εμπιστοσύνη γιατί το κράτος απορροφούσε όλα της τα κεφάλαια σε μη παραγωγικούς σκοπούς;» ’Η μήπως όταν πρόκειται περί χρημάτων ο θερμότερος και ο αγνότερος πατριωτισμός δεν δύναται να εκπληρώσει το μοχλό της εμπιστοσύνης με τον οποίο και μόνο μετακινούνται και έλκονται τα μεγάλα κεφάλαια, που θρυμματίστηκε με το Πρωτόκολλο του Λονδίνου του 1830;
το είδα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου