Ο Πρόεδρος Ομπάμα με τον σύμβουλό του για τη Λατινική Αμερική, Ρικάρντο Zuñiga, και τη Σύμβουλο Εθνικής Ασφάλειας Σούζαν Ράις. © Λευκό Οίκο |
Τιερί Μεϊσάν, Δίκτυο Βολταίρος (Γαλλία) (μτφρ. Κριστιάν)
Για άλλη μια φορά, η κυβέρνηση Ομπάμα προσπάθησε να αλλάξει με τη βία ένα πολιτικό καθεστώς, που της αντιστέκεται. Στις 12 Φεβρουαρίου, ένα αεροπλάνο της Academi (πρώην Blackwater), μεταμφιεσμένο σε αεροσκάφος του στρατού της Βενεζουέλας έπρεπε να βομβαρδίσει το προεδρικό μέγαρο και να σκοτώσει τον πρόεδρο Nicolas Maduro. Οι συνωμότες είχαν προγραμματίσει να θέσουν στην εξουσία τη πρώην βουλευτή Μαρία Corina Machado και να την υποστηρίξουν αμέσως πρώην πρόεδροι της Λατινικής Αμερικής.
Ο Πρόεδρος Ομπάμα είχε προειδοποιήσει.
Στο νέο δόγμα Άμυνας του (National Security Strategy), έγραψε: «Στεκόμαστε στο πλευρό των πολιτών για τους οποίους η πλήρης άσκηση της δημοκρατίας είναι σε κίνδυνο, όπως οι Βενεζουελάνοι».
Ωστόσο, ενώ η Βενεζουέλα είναι, μετά την έγκριση του συντάγματος του 1999, μία από τις πιο δημοκρατικές χώρες στον κόσμο, η φράση αυτή προανήγγειλε το χειρότερο για να την αποτρέψει από το να συνεχίσει την πορεία ανεξαρτησίας της και της αναδιανομής του πλούτου .
Ήταν η 6η Φεβρουαρίου 2015.
Η Ουάσιγκτον τελείωνε με την οργάνωση της ανατροπής των
δημοκρατικών θεσμών στη Βενεζουέλα. Το πραξικόπημα είχε προγραμματιστεί για τις 12 του Φεβρουαρίου.
Η «Επιχείρηση Ιεριχώ» εποπτευόταν από το Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας (NSC), υπό τη διεύθυνση του Ricardo Zuñiga. Αυτός ο «διπλωμάτης» είναι εγγονός του ομώνυμου πρόεδρου του Εθνικού Κόμματος της Ονδούρας που οργάνωσε τα πραξικοπήματα του 1963 και του 1972 υπέρ του Στρατηγού López Arellano. Διεύθυνε το σταθμό της CIA στην Αβάνα (2009-11), όπου στρατολόγησε πράκτορες και τους χρηματοδοτούσε για να σχηματίσουν την αντιπολίτευση στον Φιντέλ Κάστρο, ενώ ταυτόχρονα διαπραγματευόταν την επανάληψη των διπλωματικών σχέσεων με την Κούβα (που τελικά συνήφθη το 2014).
Όπως πάντα σε αυτό το είδος επιχείρησης, η Ουάσιγκτον φροντίζει να μην εμφανίζεται στα συμβάντα που καθοδηγεί.
Η CIA δρα μέσω δήθεν μη κυβερνητικών οργανώσεων για να οργανώσει τους πραξικοπηματίες: το National Endowment for Democracy και δυο παρακλάδια, στα δεξιά το International Republican Institute και στα αριστερά τα National Democratic Institute), Freddom House, et l’International Center for Non-Profit Law.
Επιπλέον, οι Ηνωμένες Πολιτείες προσκαλούν πάντα τους συμμάχους για να τους αναθέτουν υπεργολαβικά τμήματα του πραξικοπήματος, στη παρούσα περίπτωση τουλάχιστον τη Γερμανία (υπεύθυνη για την προστασία των υπηκόων του ΝΑΤΟ κατά τη διάρκεια του πραξικοπήματος), τον Καναδά (υπεύθυνο για τον έλεγχο του στρατιωτικού διεθνούς αερολιμένα του Καράκας), το Ισραήλ (υπεύθυνο για την δολοφονία προσωπικοτήτων του περιβάλλοντος του Τσάβες) και το Ηνωμένο Βασίλειο (υπεύθυνο της προπαγάνδας των πραξικοπηματιών).
Τέλος, κινητοποίησαν τα πολιτικά δίκτυα τους, που ήταν έτοιμα να αναγνωρίσουν τους πραξικοπηματίες: στη Ουάσιγκτον τον γερουσιαστή Marco Rubio, στη Χιλή τον πρώην πρόεδρο Σεμπαστιάν Πινιέρα, στη Κολομβία τους πρώην Πρόεδρους Άλβαρο Ουρίμπε και Αντρές Παστράνα, στο Μεξικό τους πρώην πρόεδρους Φελίπε Καλντερόν και Βισέντε Φοξ, στην Ισπανία τον πρώην Πρόεδρο της ισπανικής κυβέρνησης Χοσέ Μαρία Αθνάρ.
Για να δικαιολογήσει το πραξικόπημα, ο Λευκός Οίκος είχε ενθαρρύνει μεγάλες βενεζουελαδικές εταιρείες να αποθηκεύσουν, παρά να διανεμίσουν τα αγαθά πρώτης ανάγκης.
Η ιδέα ήταν να προκαλέσουν ουρές στα καταστήματα, και μετά να διεισδύσουν πράκτορες μέσα στο πλήθος για να προκαλέσουν ταραχές. Στην πραγματικότητα, υπήρξαν όντως προβλήματα εφοδιασμού τον Ιανουάριο-Φεβρουάριο και ουρές μπροστά στα καταστήματα, οι Βενεζουελανοί όμως ποτέ δεν επιτέθηκαν στα καταστήματα.
Για να ενισχύσει την οικονομική πίεση του, ο Πρόεδρος Ομπάμα είχε υπογράψει στις 18 Δεκεμβρίου 2014, ένα νόμο για την επιβολή νέων κυρώσεων κατά της Βενεζουέλας και αρκετών ηγετών του.
Επίσημα, επρόκειτο να τιμωρηθούν οι προσωπικότητες που είχαν καταστείλει τις φοιτητικές διαδηλώσεις. Στην πραγματικότητα, από την αρχή του έτους, η Ουάσιγκτον πλήρωνε ένα μισθό -τέσσερις φορές το μεσαίο μισθό- σε συμμορίες, για να επιτεθούν στις δυνάμεις ασφάλειας. Οι ψευδο-φοιτητές είχαν σκοτώσει 43 άτομα μέσα σε λίγους μήνες και έσπερναν τον τρόμο στους δρόμους της πρωτεύουσας.
Πρώην Νο 2 του ISAF στο Αφγανιστάν, ο Στρατηγός Thomas W. Geary είναι σήμερα υπεύθυνος της Υπηρεσίας Πληροφοριών στο SOUTHCOM.
Η στρατιωτική δράση εποπτευόταν από τον Στρατηγό Thomas W. Geary, από το SOUTHCOM στο Μαϊάμι, και την Rebecca Τσάβες, από το Πεντάγωνο, και ανατέθηκε υπεργολαβικά στον ιδιωτικό στρατό Academi (πρώην Blackwater), μια εταιρεία που σήμερα διοικείται από το ναύαρχο Bobby R. Inman (πρώην επικεφαλής της NSA) και τον John Ashcroft (πρώην Γενικό Εισαγγελέα της κυβέρνησης Μπους).
Ένα Super Tucano , με αριθμο κυκλοφορίας N314TG που αγοράστηκε από εταιρεία της Βιρτζίνια το 2008 για να δολοφονηθεί ο Ραούλ Ρέγιες, το Νο 2 των FARC της Κολομβίας, έπρεπε να μεταμφιεστεί σε αεροπλάνο του στρατού της Βενεζουέλας. Έπρεπε να βομβαρδίσει το προεδρικό μέγαρο Miraflores και άλλους 12 προκαθορισμένους στόχους, συμπεριλαμβανομένων του Υπουργείου Άμυνας, της διεύθυνσης των υπηρεσιών πληροφοριών και του τηλεοπτικού καναλιού ALBA, Telesur.
Το αεροπλάνο ήταν σταθμευμένο στην Κολομβία, και το επιχειρησιακό στρατηγείο του «Jericho» είχε εγκατασταθεί στην αμερικανική πρεσβεία στη Μπογκοτά, με τη συμμετοχή του Πρέσβη Kevin Whitaker και του αναπληρωτή του Βενιαμίν Ziff.
Ορισμένοι ανώτεροι αξιωματικοί, εν ενεργεία ή ε.α., είχαν προεγγράψει ένα μήνυμα προς το έθνος στο οποίο ανακοινωνόταν η κατάληψη της εξουσίας, προκειμένου να αποκατασταθεί η τάξη.
Είχε προγραμματιστεί να ακολουθήσουν ένα σχέδιο μετάβασης, που θα δημοσιευόταν στις 12 Φεβρουαρίου το πρωί στην εφημερίδα Ελ Νασιονάλ και γράφτηκε από το υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ.
Θα σχηματιζόταν μια νέα κυβέρνηση, υπό την ηγεσία της πρώην βουλευτή Μαρία Κορίνα Μαχάντο.
Το πραξικόπημα έπρεπε να θέσει την María Corina Machado στην εξουσία. Στις 26 Ιανουαρίου, ή ίδια δέχτηκε στο Καράκας τους κύριους ξένους συνεργούς της.
Η María Corina Machado ήταν πρόεδρος της Súmate, της ένωσης που οργάνωσε και έχασε το δημοψήφισμα μομφής κατά του Ούγκο Τσάβες, το 2004, πάλι με τα χρήματα του National Endowment for Democracy (NED) και των γαλλικών υπηρεσιών διαφήμισης του Jacques Seguela.
Παρά την ήττα της, έγινε δεκτή με τιμές από τον Πρόεδρο George W. Bush στο Οβάλ Γραφείο στις 31 Μαΐου, 2005.
Εξελέγη αντιπρόσωπος του κρατιδίου της Miranda το 2011, και εμφανίστηκε ξαφνικά στις 21 Μαρτίου 2014 ως επικεφαλής της αντιπροσωπείας του Παναμά στον Οργανισμό των Αμερικανικών Κρατών (ΟΑΚ).
Αμέσως εκδιώχτηκε από τα βουλευτικά καθήκοντά της για παράβαση των άρθρων 149 και 191 του Συντάγματος.
Για να διευκολυνθεί ο συντονισμός του πραξικοπήματος, η Μαρία Corina Machado οργάνωσε ένα συμπόσιο στο Καράκας στις 26 Ιανουαρίου με θέμα «Εξουσία του Πολίτη και η Δημοκρατία σήμερα», στο οποίο συμμετείχαν οι περισσότεροι από τους εμπλεκομένους Βενεζουελανούς και ξένες προσωπικότητες.
Ατυχία, η στρατιωτική υπηρεσία πληροφοριών της Βενεζουέλας παρακολουθούσε προσωπικότητες, ύποπτες για μια προηγούμενη συνωμοσία για τη δολοφονία του Πρόεδρου Maduro.
Τον περασμένο Μάιο, ο εισαγγελέας του Καράκας είχε κατηγορήσει τη María Corina Machado, τον κυβερνήτη Henrique Salas Römer, τον πρώην διπλωμάτη Ντιέγκο Arria, τον δικηγόρο Gustavo Tarre Birceño, τον τραπεζίτη Eligio Cedeño και τον επιχειρηματία Πέδρο Μ Burelli, αλλά αρνήθηκαν τα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, υποστηρίζοντας ότι είχαν παραποιηθεί από την στρατιωτική υπηρεσία πληροφοριών. Φυσικά, ήταν όλοι ένοχοι.
Με την παρακολούθηση αυτών των συνωμοτών, η στρατιωτική υπηρεσία πληροφοριών ανακάλυψε την «Επιχείρηση Ιεριχώ».
Την νύχτα της 11ης Φεβρουαρίου, οι βασικοί υπεύθυνοι της συνομωσίας και ένας πράκτορας της Μοσάντ συνελήφθησαν και ενισχύθηκε η αεροπορική ασφάλεια. Άλλοι συνελήφθησαν στις 12 Φεβρουαρίου. Στις 20, ομολογίες επέτρεπαν τη σύλληψη ενός άλλου συνεργού, του δήμαρχου του Καράκας Antonio Ledezma.
Ο δήμαρχος του Καράκας, Antonio Ledezma, ήταν ο πράκτορας συνδέσμου με το Ισραήλ. Είχε πάει μυστικά στο Τελ Αβίβ, στις 18 Μαΐου 2012 για να συναντηθεί με τον Βενιαμίν Νετανιάχου και τον Λίμπερμαν. Αντιπροσώπευε τον επικεφαλής της αντιπολίτευσης της Βενεζουέλας, Ενρίκε Καπρίλες Ραδόνσκι.
Ο πρόεδρος Νικολά Μαντούρο επενέβη αμέσως στη τηλεόραση για να καταγγείλει τους συνωμότες.
Ενώ στην Ουάσιγκτον, ο εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ έκανε να γελάσουν οι δημοσιογράφοι που θυμήθηκαν το πραξικόπημα που διοργανώθηκε από τον Ομπάμα στην Ονδούρα το 2009 -για τη Λατινική Αμερική-, ή, πιο πρόσφατα, την απόπειρα πραξικοπήματος στα Σκόπια το Ιανουάριο 2015 -για το υπόλοιπο κόσμο-, δηλώνοντας:
«Οι κατηγορίες αυτές, όπως και όλες οι προηγούμενες, είναι γελοίες. Είναι θέμα μακροχρόνιας πολιτικής, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν υποστηρίζουν πολιτικές μεταβάσεις με αντισυνταγματικά μέσα. Οι πολιτικές μεταβάσεις πρέπει να είναι δημοκρατικές, συνταγματικές, ειρηνικές και νόμιμες. Είδαμε επανειλημμένα ότι η κυβέρνηση της Βενεζουέλας προσπαθεί να αποσπάσει την προσοχή από τις δικές της ενέργειες, κατηγορώντας τις Ηνωμένες Πολιτείες ή άλλα μέλη της διεθνούς κοινότητας για τα γεγονότα εντός της Βενεζουέλας. Οι προσπάθειες αυτές αντικατοπτρίζουν μια έλλειψη σοβαρότητας από την πλευρά της κυβέρνησης της Βενεζουέλας για να αντιμετωπίσει τη σοβαρή κατάσταση που βρίσκεται».
Για τους Βενεζουελανούς το αποτυχημένο πραξικόπημα θέτει ένα σοβαρό θέμα: πώς να επιζήσει η δημοκρατία, όταν οι βασικοί ηγέτες της αντιπολίτευσης βρίσκονται στη φυλακή για τα εγκλήματα που ήταν έτοιμοι να διαπράξουν εναντίον της δημοκρατίας;
Για εκείνους που πιστεύουν -λανθασμένα- ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν αλλάξει, ότι δεν είναι πλέον μια ιμπεριαλιστική δύναμη και ότι υπερασπίζονται από τώρα και στο εξής τη δημοκρατία στον κόσμο, η «Επιχείρηση Ιεριχώ» αποτελεί ένα αντικείμενο ατέρμονου προβληματισμού.
- · Το 2007, προσπάθησαν να αλλάξουν το καθεστώς, οργανώνοντας μια «χρωματιστή επανάσταση» με τροτσκιστικές ομάδες [ 3 ].
- · Το 2014, φάνηκαν να εγκαταλείψουν το στόχο τους και υποστήριξαν αναρχικές ομάδες για να καταστρέψουν και να αποσταθεροποιήσουν τη χώρα, είναι η Guarimba [ 4 ].
το είδα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου