Τα μοναδικά Premium πούρα στην Ευρώπη, είναι ελληνικά. Η ζωή του Άρη Κωνσταντινίδη ανάμεσα σε καπνά, υγραντήρες, κόπτες και κόλλες, αλλά και το ταξίδι στην Κούβα που άλλαξε την καριέρα του και την ελληνική νομοθεσία
Μίκα Κοντορούση
Μια ζωή στα χωράφια, τη συγκομιδή καπνού και πίσω στο εργαστήριο. Στα ξηραντήρια, τα πιεστήρια, τη ζύμωση και τα δέματα. Το καλό χαρμάνι είναι αποτέλεσμα πολλών παραγόντων. Πρωτίστως, του κλίματος. Αρώματα Κούβας και «παιχνίδια» με τη θερμοκρασία, την υγρασία, τα ένζυμα. Από μικρό παιδί στη συγκομιδή. Μετά τις σπουδές όμως, στα καλούπια, τις κόλλες, τους κόπτες και την ιεροτελεστία του «δεσίματος» πούρων, με μπίντερ και ράπερ. Ο Άρης Κωνσταντινίδης και η οικογένειά του κόλλησαν στα γρανάζια της μεταρρύθμισης της ευρωπαϊκής νομοθεσίας το 2007 και βγήκαν νικητές με τα Vamma del Sol. Τα πρώτα χειροποίητα Premium πούρα σε ολόκληρη την Ευρώπη, που αν και προς το παρόν, μένουν Ελλάδα, στόχο έχουν να «χαρμανιάσουν» την
παγκόσμια αγορά.
Το WE του NEWS 247 «τρύπωσε» στην αυτόνομη μονάδα παραγωγής στην Κρύα Βρύση Πέλλας και συνομίλησε με τον ίδιο τον παραγωγό και ιδιοκτήτη της επιχείρησης Άρη Κωνσταντινίδη, προκειμένου να αντιληφθούμε τι κάνει τα ελληνικά καπνά τόσο ξεχωριστά, ποια η διαδικασία παραγωγής πούρων, οι δυσκολίες και τελικά, ποιοι οι απώτεροι στόχοι της επιχείρησης που κάθε χρόνο στέλνει στην πόρτα του σπιτιού μας (από τον Ιούνιο του 2012), 20.000 – 25.000 «βιολογικής μεταποίησης» πούρα;
Νομοθετικές αλλαγές «ξε – ντουμάνιασαν» τη βόρεια Ελλάδα
Μέχρι το 2007 η οικογενειακή επιχείρηση παρήγαγε μόνο καπνά. Εκείνη τη χρονιά, οι ξαφνικές αλλαγές στο θεσμικό πλαίσιο της Ε.Ε. αποσυνδέουν για πρώτη φορά στα χρονικά την επιδότηση από την παραγωγή. Τι σήμαινε πρακτικά αυτό;
Ο κ. Κωνσταντινίδης εξηγεί: «Αυτό πρακτικά σήμαινε ότι οι παραγωγοί θα συνέχιζαν να παίρνουν χρηματοδότηση, χωρίς να έχουν όμως την υποχρέωση να παράγουν καπνό. Η αλλαγή οδήγησε όπως ήταν φυσικό, στη βίαιη παύση της καπνοπαραγωγής και στον αφανισμό ενός κλάδου που στην Ελλάδα αποτελούσε για πολλές δεκαετίες βασικό πυλώνα εθνικών εσόδων».
Με μία πρόχειρη ματιά στα τότε στατιστικά: Ο κλάδος απασχολούσε 245.000 άτομα, σε συνολικές θέσεις εργασίας 4,5 εκατομμυρίων στην Ελλάδα. Συνολικά δηλαδή, το 6,1% του ενεργού πληθυσμού απασχολούνταν στην παραγωγή καπνού. Ακόμη πιο απλά: Για κάθε 300.000 ευρώ ζήτησης πρωτογενούς, ακατέργαστου καπνού απασχολούνταν 850 άτομα και την ίδια στιγμή, στον τομέα της μεταποίησης μπορούσαν να απασχοληθούν άλλα 110. Η παραγωγή δε της Ελλάδας έφτανε τότε τους 125.000 τόνους ετησίως (η Κίνα παράγει σήμερα 3 εκατ. τόνους καπνά Virginia το χρόνο).
«Μπαίναμε σε μία καινούργια περίοδο και θέλαμε να δούμε τι θα κάνουμε. Μπορεί η εγχώρια παραγωγή μας να ήταν ανέκαθεν μικρή σε σχέση με την παγκόσμια αγορά, ωστόσο τα ελληνικά καπνά αποτελούσαν ανέκαθεν το “αλατοπίπερο” του American Blend, λόγω ποιότητας και ξεχωριστής γεύσης».
Έρευνες, δυσκολίες και το αποτέλεσμα ένα: Η φρενίτιδα του Χόλιγουντ και η copia διεθνών στερεοτύπων, είχε δημιουργήσει στην Ελλάδα την ανάγκη για χειροποίητα πούρα. «Ήταν τότε που συνειδητοποίησα ότι ανάλογο προϊόν δεν υπήρχε εδώ. Ενώ πούρα με μεγάλα γεμίσματα - long filler - δεν υπήρχαν καν σε ευρωπαϊκό έδαφος. Μέχρι τότε, προσωπικά ήξερα να παράγω καπνό, αλλά διαφορετικές ποικιλίες. Τις κατάλληλες τις βρήκα με τις υποδείξεις του Ινστιτούτου Έρευνας και Ανάπτυξης του αρμόδιου υπουργείου και του Οργανισμού Καπνού. Έφερα αρκετές από το εξωτερικό, τις εγκλιμάτισα και μετά έψαξα να βρω τα ποιοτικά τους χαρακτηριστικά. Ήταν τότε που ήρθα σε επαφή με ένα εργαστήριο στο Μανχάταν, ενώ λίγο καιρό αργότερα, ταξίδεψα μόνος μου μέχρι την Κούβα στο εργοστάσιο των Partagas (για 15 ημέρες), για να δω ποιος ήταν ο σωστός τρόπος παραγωγής. Αυτό που αντιλήφθηκα γρήγορα ήταν ότι τα καπνά μας βγάζουν ένα εξαιρετικό τελικό προϊόν. Και έτσι ξεκίνησα. Χωρίς επιδότηση, χωρίς στήριξη, χωρίς δάνεια και με ένα ανύπαρκτο θεσμικό πλαίσιο που κάλυπτε μόνο τις βιομηχανίες. Αν ήθελες να πάρεις άδεια για βιοτεχνία μεταποίησης, σου ζητούσαν τότε 20 τόνους παραγωγή και εγγυητική 293.000 ευρώ. Παράλογα πράγματα. Δύο χρόνια στον πάγο με το μπαλάκι ευθυνών να μοιράζεται ανάμεσα στα υπουργεία Οικονομικών και Γεωργίας, ώσπου με τον νόμο 39/43 31/3/2011 και το άρθρο 100, η εγγυητική κατέβηκε στις 20.000 ευρώ για παραγωγή 1-2 τόνους».
Πόσο όμως δύσκολο είναι να φτιάξει κανείς πούρα; «Αφού βρήκαμε τις κατάλληλες ποικιλίες σπόρων και φυτών, τα καλλιεργήσαμε με τον σωστό τρόπο. Ακολουθεί η συγκομιδή. Και αφού τον συλλέξουμε, ο καπνός παραμένει 2-3 χρόνια στην ωρίμανση. Είναι το στάδιο που λέμε μεταξύ μας, ότι ο καπνός “ξυπνάει” και μεταποιείται. Μετά πλένεται, αποστειρώνεται και ξεχωρίζουμε ποια φύλλα προορίζονται για γέμισμα και ποια για πρώτο ή τελικό περιτύλιγμα. Τελευταίο στάδιο, το δέσιμο και η παραμονή στον υγραντήρα για 6 μήνες. Μετά είναι έτοιμο να πάρει το δρόμο της αγοράς».
Αποτέλεσμα; Χειροποίητα πούρα, με μεσογειακά χαρακτηριστικά και ήπια γεύση. «Ίσως ξενίσουν τον κλασσικό καπνιστή, αλλά σίγουρα συγκινούν έναν νέο καπνιστή που αναζητά γεύσεις και αρώματα, χωρίς έξτρα δύναμη. Έτσι δεν έγινε άλλωστε και με τα Lights τσιγάρα; Όταν πρωτοεμφανίστηκαν στην αγορά, όλοι τα χλεύαζαν. Αυτή τη στιγμή όμως, καλύπτουν την πλειοψηφία της κατανάλωσης. Και αφού η ελληνική ύπαιθρος μάς έδωσε αυτά τα χαρακτηριστικά και πλέον ο νέος ευρωπαϊκός κώδικας απαγορεύει την πρόσθεση χημικών ή γευστικών ενισχυτικών, είπαμε ότι κι εμείς θα αφήσουμε τον καπνό ως έχει. Ήπια ζύμωση, ήπιο τελικό προϊόν».
Όσον αφορά τις ποικιλίες των πούρων Vamma del Sol, ο κ. Κωνσταντινίδης αναφέρει ότι: «Μέχρι στιγμής, έχουμε Corona (15.6 x 1.8 μεγέθους) και Petit Corona (15.6 x 1.2) και πωλούνται σε συσκευασίες των πέντε τεμαχίων, στα 30 και 25 ευρώ αντίστοιχα». Τον ερχόμενο μήνα η Vamma del Sol θα βγάλει και Robusto (12.6x2.2) σε κουτί των τριών τεμαχίων και σε λιανική τιμή, 20 ευρώ.
Οι ελληνικές κορώνες πάνε παντού
Τέσσερα χρόνια αναμονής, μέχρι η οικογένεια να δοκιμάσει τα πρώτα αυθεντικά ελληνικά πούρα και πλέον, μέσα από τα κανάλια διανομής τα Vamma del Sol ταξιδεύουν στις μεγαλύτερες πόλεις της Ελλάδας. Κεντρικά καπνοπωλεία και περίπτερα με κατάλληλες υποδομές σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Καβάλα, Λάρισα και Κρήτη φιλοξενούν σε ειδικούς υγραντήρες τα πρώτα χειροποίητα Premium πούρα, ενώ παραγγελίες γίνονται και μέσα από την επίσημη ιστοσελίδα.
«Ένα δεύτερο στάδιο στη διαδικασία πώλησης, ήταν να δειγματίσω τα πούρα σε τουριστικές περιοχές. Ξέρετε, ο τουρίστας που επισκέπτεται τη χώρα μας, θέλει να γευτεί και να αγοράσει ελληνικά προϊόντα. Οπότε έκανα μία πρώτη επαφή με Κέρκυρα, Σαντορίνη, Χαλκιδική και Κατερίνη και πήγε πολύ καλά. Πέρα από τη συμβατική ελληνική αγορά, πλέον μάς καπνίζουν και τουρίστες. Αυτό προσδοκώ να μετατραπεί στο μέσο που θα μάς διοχετεύσει σε όλο τον κόσμο».
Ποια η σημασία όμως της φράσης Vamma del Sol; Δύο γλώσσες, δύο πολιτισμοί, φιλοξενούν τον ίδιο καρπό και έρχονται στην απόλυτη ένωσή τους να δώσουν το ελληνικό χειροποίητο πούρο. Vamma= ελληνική λέξη, σημαίνει απόσταγμα. Del Sol=Ισπανική φράση, σημαίνει του ήλιου. Άρα η φράση δείχνει τη διαδρομή του καπνού από την Ισπανία έως την Ελλάδα και το ταξίδι δύο αδελφών από την Κρύα Βρύση της Πέλλας στον κόσμο μιας διαφορετικής παραγωγής που κερδίζει το μεγάλο στοίχημα εν μέσω κρίσης. Στην ελληνικότατη συσκευασία μάλιστα, ο ζωγράφος Μουρατίδης έβαλε την υπογραφή του στην απεικονιζόμενη γυναίκα που βγαίνει από καπνό και αποτελεί το εμπορικό σήμα της εταιρίας.
Κλείνοντας, ο 41χρονος επιχειρηματίας σημειώνει: «Εμείς προσπαθούμε να κερδίσουμε την αγορά. Σχεδιάζουμε να αυξήσουμε την παραγωγή μας με εποχικούς υπαλλήλους. Προσπαθούμε να αναδείξουμε ένα προϊόν το οποίο μπορεί να διεκδικήσει το δικό του χώρο στην ελληνική και τη διεθνή αγορά, χωρίς καμία έκπτωση στην ποιότητα. Αυτό, κατά τη γνώμη μας, είναι και το μεγάλο μυστικό της επιτυχίας, όχι μόνο για τα πούρα, αλλά για καθετί που παράγεται και είναι πρωτοποριακό. Και μακάρι να έρθουν εδώ παραγωγοί να αντιγράψουν την τεχνογνωσία μας».
Οι πρώτες κριτικές στην πλειοψηφία τους είναι θετικές. Ωστόσο, αρκετοί πελάτες ζητούν πιο βαριά γεύση. «Για αυτό και βγάζουμε τη νέα ποικιλία, Robusto. Βέβαια, εγώ εξηγώ: Βγάλαμε ελαφριά, απογευματινά, ευρωπαϊκά πούρα που σε άλλους θα αρέσουν και σε άλλους όχι. Ο ουρανίσκος και οι γευστικές παλέτες διαφέρουν. Είναι βέβαιο ότι δεν μπορεί να αρέσει σε όλους».
Όπως και να έχει, ο κ. Κωνσταντινίδης είναι εκείνος που έχει τον πρώτο και τελευταίο λόγο κατά τη δοκιμή. «Το πούρο είναι αυστηρά προσωπική υπόθεση. Προσωπικά, το έχω συνδυάσει με το τέλος μιας κουραστικής εβδομάδας και ένα ποτήρι παλιό ουίσκι. Καπνίζω μόνο από ευχαρίστηση και όχι από εξάρτηση. Και έχω τη χαρά να δοκιμάζω τα πούρα μου πρώτος. Δεν υπάρχει καλύτερη στιγμή χαλάρωσης».
Μικρά tip για μεγαλύτερη απόλαυση:
Περισσότερες πληροφορίες για τα πούρα Vamma del Sol.
Μια ζωή στα χωράφια, τη συγκομιδή καπνού και πίσω στο εργαστήριο. Στα ξηραντήρια, τα πιεστήρια, τη ζύμωση και τα δέματα. Το καλό χαρμάνι είναι αποτέλεσμα πολλών παραγόντων. Πρωτίστως, του κλίματος. Αρώματα Κούβας και «παιχνίδια» με τη θερμοκρασία, την υγρασία, τα ένζυμα. Από μικρό παιδί στη συγκομιδή. Μετά τις σπουδές όμως, στα καλούπια, τις κόλλες, τους κόπτες και την ιεροτελεστία του «δεσίματος» πούρων, με μπίντερ και ράπερ. Ο Άρης Κωνσταντινίδης και η οικογένειά του κόλλησαν στα γρανάζια της μεταρρύθμισης της ευρωπαϊκής νομοθεσίας το 2007 και βγήκαν νικητές με τα Vamma del Sol. Τα πρώτα χειροποίητα Premium πούρα σε ολόκληρη την Ευρώπη, που αν και προς το παρόν, μένουν Ελλάδα, στόχο έχουν να «χαρμανιάσουν» την
παγκόσμια αγορά.
Το WE του NEWS 247 «τρύπωσε» στην αυτόνομη μονάδα παραγωγής στην Κρύα Βρύση Πέλλας και συνομίλησε με τον ίδιο τον παραγωγό και ιδιοκτήτη της επιχείρησης Άρη Κωνσταντινίδη, προκειμένου να αντιληφθούμε τι κάνει τα ελληνικά καπνά τόσο ξεχωριστά, ποια η διαδικασία παραγωγής πούρων, οι δυσκολίες και τελικά, ποιοι οι απώτεροι στόχοι της επιχείρησης που κάθε χρόνο στέλνει στην πόρτα του σπιτιού μας (από τον Ιούνιο του 2012), 20.000 – 25.000 «βιολογικής μεταποίησης» πούρα;
Νομοθετικές αλλαγές «ξε – ντουμάνιασαν» τη βόρεια Ελλάδα
Ο κ. Κωνσταντινίδης εξηγεί: «Αυτό πρακτικά σήμαινε ότι οι παραγωγοί θα συνέχιζαν να παίρνουν χρηματοδότηση, χωρίς να έχουν όμως την υποχρέωση να παράγουν καπνό. Η αλλαγή οδήγησε όπως ήταν φυσικό, στη βίαιη παύση της καπνοπαραγωγής και στον αφανισμό ενός κλάδου που στην Ελλάδα αποτελούσε για πολλές δεκαετίες βασικό πυλώνα εθνικών εσόδων».
Με μία πρόχειρη ματιά στα τότε στατιστικά: Ο κλάδος απασχολούσε 245.000 άτομα, σε συνολικές θέσεις εργασίας 4,5 εκατομμυρίων στην Ελλάδα. Συνολικά δηλαδή, το 6,1% του ενεργού πληθυσμού απασχολούνταν στην παραγωγή καπνού. Ακόμη πιο απλά: Για κάθε 300.000 ευρώ ζήτησης πρωτογενούς, ακατέργαστου καπνού απασχολούνταν 850 άτομα και την ίδια στιγμή, στον τομέα της μεταποίησης μπορούσαν να απασχοληθούν άλλα 110. Η παραγωγή δε της Ελλάδας έφτανε τότε τους 125.000 τόνους ετησίως (η Κίνα παράγει σήμερα 3 εκατ. τόνους καπνά Virginia το χρόνο).
«Μπαίναμε σε μία καινούργια περίοδο και θέλαμε να δούμε τι θα κάνουμε. Μπορεί η εγχώρια παραγωγή μας να ήταν ανέκαθεν μικρή σε σχέση με την παγκόσμια αγορά, ωστόσο τα ελληνικά καπνά αποτελούσαν ανέκαθεν το “αλατοπίπερο” του American Blend, λόγω ποιότητας και ξεχωριστής γεύσης».
Έρευνες, δυσκολίες και το αποτέλεσμα ένα: Η φρενίτιδα του Χόλιγουντ και η copia διεθνών στερεοτύπων, είχε δημιουργήσει στην Ελλάδα την ανάγκη για χειροποίητα πούρα. «Ήταν τότε που συνειδητοποίησα ότι ανάλογο προϊόν δεν υπήρχε εδώ. Ενώ πούρα με μεγάλα γεμίσματα - long filler - δεν υπήρχαν καν σε ευρωπαϊκό έδαφος. Μέχρι τότε, προσωπικά ήξερα να παράγω καπνό, αλλά διαφορετικές ποικιλίες. Τις κατάλληλες τις βρήκα με τις υποδείξεις του Ινστιτούτου Έρευνας και Ανάπτυξης του αρμόδιου υπουργείου και του Οργανισμού Καπνού. Έφερα αρκετές από το εξωτερικό, τις εγκλιμάτισα και μετά έψαξα να βρω τα ποιοτικά τους χαρακτηριστικά. Ήταν τότε που ήρθα σε επαφή με ένα εργαστήριο στο Μανχάταν, ενώ λίγο καιρό αργότερα, ταξίδεψα μόνος μου μέχρι την Κούβα στο εργοστάσιο των Partagas (για 15 ημέρες), για να δω ποιος ήταν ο σωστός τρόπος παραγωγής. Αυτό που αντιλήφθηκα γρήγορα ήταν ότι τα καπνά μας βγάζουν ένα εξαιρετικό τελικό προϊόν. Και έτσι ξεκίνησα. Χωρίς επιδότηση, χωρίς στήριξη, χωρίς δάνεια και με ένα ανύπαρκτο θεσμικό πλαίσιο που κάλυπτε μόνο τις βιομηχανίες. Αν ήθελες να πάρεις άδεια για βιοτεχνία μεταποίησης, σου ζητούσαν τότε 20 τόνους παραγωγή και εγγυητική 293.000 ευρώ. Παράλογα πράγματα. Δύο χρόνια στον πάγο με το μπαλάκι ευθυνών να μοιράζεται ανάμεσα στα υπουργεία Οικονομικών και Γεωργίας, ώσπου με τον νόμο 39/43 31/3/2011 και το άρθρο 100, η εγγυητική κατέβηκε στις 20.000 ευρώ για παραγωγή 1-2 τόνους».
Ήπια πούρα από το «απόσταγμα του Ήλιου»
Δέκα στρέμματα, δύο τόνοι καπνού. Αυτή είναι σήμερα η συνολική παραγωγή της αυτόνομης κάθετης μονάδας (βιολογική καλλιέργεια, επεξεργασία, τυποποίηση, διανομή) της οικογένειας Κωνσταντινίδη που διανέμει στην Ελλάδα περίπου 25.000 πούρα ετησίως. «Παραγωγή υπέραρκετη, για να καλύψει ενδεχόμενες καταστροφές από χαλάζι και πλημμύρες».Πόσο όμως δύσκολο είναι να φτιάξει κανείς πούρα; «Αφού βρήκαμε τις κατάλληλες ποικιλίες σπόρων και φυτών, τα καλλιεργήσαμε με τον σωστό τρόπο. Ακολουθεί η συγκομιδή. Και αφού τον συλλέξουμε, ο καπνός παραμένει 2-3 χρόνια στην ωρίμανση. Είναι το στάδιο που λέμε μεταξύ μας, ότι ο καπνός “ξυπνάει” και μεταποιείται. Μετά πλένεται, αποστειρώνεται και ξεχωρίζουμε ποια φύλλα προορίζονται για γέμισμα και ποια για πρώτο ή τελικό περιτύλιγμα. Τελευταίο στάδιο, το δέσιμο και η παραμονή στον υγραντήρα για 6 μήνες. Μετά είναι έτοιμο να πάρει το δρόμο της αγοράς».
Αποτέλεσμα; Χειροποίητα πούρα, με μεσογειακά χαρακτηριστικά και ήπια γεύση. «Ίσως ξενίσουν τον κλασσικό καπνιστή, αλλά σίγουρα συγκινούν έναν νέο καπνιστή που αναζητά γεύσεις και αρώματα, χωρίς έξτρα δύναμη. Έτσι δεν έγινε άλλωστε και με τα Lights τσιγάρα; Όταν πρωτοεμφανίστηκαν στην αγορά, όλοι τα χλεύαζαν. Αυτή τη στιγμή όμως, καλύπτουν την πλειοψηφία της κατανάλωσης. Και αφού η ελληνική ύπαιθρος μάς έδωσε αυτά τα χαρακτηριστικά και πλέον ο νέος ευρωπαϊκός κώδικας απαγορεύει την πρόσθεση χημικών ή γευστικών ενισχυτικών, είπαμε ότι κι εμείς θα αφήσουμε τον καπνό ως έχει. Ήπια ζύμωση, ήπιο τελικό προϊόν».
Όσον αφορά τις ποικιλίες των πούρων Vamma del Sol, ο κ. Κωνσταντινίδης αναφέρει ότι: «Μέχρι στιγμής, έχουμε Corona (15.6 x 1.8 μεγέθους) και Petit Corona (15.6 x 1.2) και πωλούνται σε συσκευασίες των πέντε τεμαχίων, στα 30 και 25 ευρώ αντίστοιχα». Τον ερχόμενο μήνα η Vamma del Sol θα βγάλει και Robusto (12.6x2.2) σε κουτί των τριών τεμαχίων και σε λιανική τιμή, 20 ευρώ.
Οι ελληνικές κορώνες πάνε παντού
Τέσσερα χρόνια αναμονής, μέχρι η οικογένεια να δοκιμάσει τα πρώτα αυθεντικά ελληνικά πούρα και πλέον, μέσα από τα κανάλια διανομής τα Vamma del Sol ταξιδεύουν στις μεγαλύτερες πόλεις της Ελλάδας. Κεντρικά καπνοπωλεία και περίπτερα με κατάλληλες υποδομές σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Καβάλα, Λάρισα και Κρήτη φιλοξενούν σε ειδικούς υγραντήρες τα πρώτα χειροποίητα Premium πούρα, ενώ παραγγελίες γίνονται και μέσα από την επίσημη ιστοσελίδα.
«Ένα δεύτερο στάδιο στη διαδικασία πώλησης, ήταν να δειγματίσω τα πούρα σε τουριστικές περιοχές. Ξέρετε, ο τουρίστας που επισκέπτεται τη χώρα μας, θέλει να γευτεί και να αγοράσει ελληνικά προϊόντα. Οπότε έκανα μία πρώτη επαφή με Κέρκυρα, Σαντορίνη, Χαλκιδική και Κατερίνη και πήγε πολύ καλά. Πέρα από τη συμβατική ελληνική αγορά, πλέον μάς καπνίζουν και τουρίστες. Αυτό προσδοκώ να μετατραπεί στο μέσο που θα μάς διοχετεύσει σε όλο τον κόσμο».
Ποια η σημασία όμως της φράσης Vamma del Sol; Δύο γλώσσες, δύο πολιτισμοί, φιλοξενούν τον ίδιο καρπό και έρχονται στην απόλυτη ένωσή τους να δώσουν το ελληνικό χειροποίητο πούρο. Vamma= ελληνική λέξη, σημαίνει απόσταγμα. Del Sol=Ισπανική φράση, σημαίνει του ήλιου. Άρα η φράση δείχνει τη διαδρομή του καπνού από την Ισπανία έως την Ελλάδα και το ταξίδι δύο αδελφών από την Κρύα Βρύση της Πέλλας στον κόσμο μιας διαφορετικής παραγωγής που κερδίζει το μεγάλο στοίχημα εν μέσω κρίσης. Στην ελληνικότατη συσκευασία μάλιστα, ο ζωγράφος Μουρατίδης έβαλε την υπογραφή του στην απεικονιζόμενη γυναίκα που βγαίνει από καπνό και αποτελεί το εμπορικό σήμα της εταιρίας.
Κλείνοντας, ο 41χρονος επιχειρηματίας σημειώνει: «Εμείς προσπαθούμε να κερδίσουμε την αγορά. Σχεδιάζουμε να αυξήσουμε την παραγωγή μας με εποχικούς υπαλλήλους. Προσπαθούμε να αναδείξουμε ένα προϊόν το οποίο μπορεί να διεκδικήσει το δικό του χώρο στην ελληνική και τη διεθνή αγορά, χωρίς καμία έκπτωση στην ποιότητα. Αυτό, κατά τη γνώμη μας, είναι και το μεγάλο μυστικό της επιτυχίας, όχι μόνο για τα πούρα, αλλά για καθετί που παράγεται και είναι πρωτοποριακό. Και μακάρι να έρθουν εδώ παραγωγοί να αντιγράψουν την τεχνογνωσία μας».
Οι πρώτες κριτικές στην πλειοψηφία τους είναι θετικές. Ωστόσο, αρκετοί πελάτες ζητούν πιο βαριά γεύση. «Για αυτό και βγάζουμε τη νέα ποικιλία, Robusto. Βέβαια, εγώ εξηγώ: Βγάλαμε ελαφριά, απογευματινά, ευρωπαϊκά πούρα που σε άλλους θα αρέσουν και σε άλλους όχι. Ο ουρανίσκος και οι γευστικές παλέτες διαφέρουν. Είναι βέβαιο ότι δεν μπορεί να αρέσει σε όλους».
Όπως και να έχει, ο κ. Κωνσταντινίδης είναι εκείνος που έχει τον πρώτο και τελευταίο λόγο κατά τη δοκιμή. «Το πούρο είναι αυστηρά προσωπική υπόθεση. Προσωπικά, το έχω συνδυάσει με το τέλος μιας κουραστικής εβδομάδας και ένα ποτήρι παλιό ουίσκι. Καπνίζω μόνο από ευχαρίστηση και όχι από εξάρτηση. Και έχω τη χαρά να δοκιμάζω τα πούρα μου πρώτος. Δεν υπάρχει καλύτερη στιγμή χαλάρωσης».
Μικρά tip για μεγαλύτερη απόλαυση:
- Τα πούρα έχουν μόνο ημερομηνία παραγωγής και όχι ημερομηνία λήξης. Αντίθετα, έχουν τέσσερα στάδια παλαίωσης. Όσο πιο παλιά, τόσο μεγαλύτερη η γευστική διαφορά και τόσο πιο ακριβά.
- Αποφεύγετε να βάζετε πούρα στο ψυγείο. «Τα σκοτώνετε!». Τα πουρά και ιδίως, τα χειροποίητα, συντηρούνται σε υγραντήρες. Ακόμη και ένας νέος καπνιστής, μπορεί να βρει υγραντήρα σε ιστοσελίδες δημοπρασίας, με τιμή εκκίνησης τα 15-25 ευρώ.
- Φυσικοί τρόποι συντήρησης πούρων: Σε δροσερό και κρύο μέρος του σπιτιού, σε ξύλινο κουτί που σφραγίζεται σωστά. Τοποθετήστε στο κουτί ένα χαρτί με νερό και ένα υγρόμετρο (δεν κοστίζει παραπάνω από 1-2 ευρώ). Κάνετε συνεχείς ελέγχους, ώστε η υγρασία να παραμένει στο 72%.
- Συνήθεις συνθήκες θερμοκρασίας σωστής συντήρησης: 20-21 βαθμοί Κελσίου και 70-72 βαθμοί υγρασία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου