Ἄς δοῦμε τὶ ἀναφέρει γιὰ τὸν Ῥατσισμὸ ἡ ἐλεύθερη ἐγκυκλοπαίδεια Βικιπαίδεια:
«Ὁ ῥατσισμὸς εἶναι τὸ δόγμα που ἀναπτύσσεται μὲ σύνδεσμο συγκεκριμένα γνωρίσματα “traits”, ὅπως π.χ. ἐθνικά, θρησκευτικά, πολιτιστικὰ κ.λπ., προκειμένου να ἀναγάγει μιᾷ ὁμάδα ἀντίστοιχα (κοινωνική, φυλετική, θρησκευτική), ὠςυπέρτερη ἄλλων. Τὸ πιὸ συνηθισμένο εἶδος ῥατσισμού, καὶ αὐτό που ἔχει δώσει τὴν ἀρχικὴ ὀνομασία στην λέξῃ (ἐκ τῆς ἰταλικῆς (“ῥάτσα”) razza = φυλή), εἶναι ὁ φυλετικὸς ῥατσισμός.»
Ἑλληνικὴ ἐγκυκλοπαίδεια
Πράγματι, ἂν ἀκούσουμε τὶ μᾶς λέει ἢ ἴδια ἡ λέξη, γιὰ τὸν ἑαυτό της, θὰ δοῦμε ὅτι προέρχεται ἀπὸ τὴν Ἰταλικὴ λέξῃ Ῥάτσα (razza = φυλή) καὶ στὰ Ἑλληνικὰ θὰ μεταφραζόταν ὡς Φυλετισμὸς ἢ Φυλετικότητα.
Μέχρι ἐδῶ, δίχως νὰ ξεχειλώσουμέ τις ἔννοιες, βλέπουμε ὅτι ἡ λέξῃ ῥατσισμός, αὐτὴ καθαυτή, σημαίνει τὴν ἀναγνώριση τῆς φυλῆς, στὴν ὁποία ἀνήκει κάποιο ἄτομο, καὶ ὄχι ὅτι ὑπάρχει κάποια ἀνώτερη ἢ κατώτερη φυλή. Μπορεὶ δηλαδὴ κάποιος νὰ ἀναγνωρίζει ὅ,τι ἐκεῖνος ἐκεῖ που κάθεται στὴν γωνία καὶ πίνει τὸν καφε του, ἀνήκει στὴν κίτρινη φυλή.
Διακρίνει τὰ χαρακτηριστικὰ τῆς φυλῆς του, δηλαδὴ τὴν κατατομὴ τοῦ σώματός του, τὸ χρῶμα τοῦ δέρματος, τὸ σχῆμα τοῦ προσώπου καὶ τῶν ματιῶν του, τὴν γλῶσσα του κλπ … Μέχρι ἐδῶ δὲν ὑπάρχει τίποτα τὸ κακό.
Ἀπό ποῦ λοιπόν ἡ λέξη ῥατσισμός ἀπέκτησε τήν γνωστή ἀρνητική ἔννοια, πού σήμερα τῆς ἀποδίδεται;
Για να τὸ μάθουμε αὐτό, συνεχίζουμε νὰ διαβάζουμε παρακάτω, στὸ ἴδιο ἄρθρο τῆς Βικιπαίδειας:
«Παλαιότερα συγγραφείς και κοινωνιολόγοι αντί του σύγχρονου όρου χρησιμοποιούσαν, ιδιαίτερα στις αγγλόφωνες χώρες, τον όρο “Ρασιαλισμός”(racialism), που όλοι όμως συμφωνούν ότι πρόκειται για όρο δόγματος φυλετικής υπεροχής.»
Βλέπουμε λοιπὸν ὅτι παλαιότερα ἤταν ἄλλος ὁ ὅρος ποὺ
σήμαινε τὴν φυλετικὴ ὑπεροχή, καὶ ἤταν ὁ ὅρος Ῥασιαλισμὸς καὶ ὄχι ὁ ὅρος Ῥατσισμὀς. Ὅμως κάποιοι κάποτε, δίχως νὰ τὸ καταλάβουμε, ἀντικατέστησαν τὴν ἔννοια τῆς λέξεως Ῥατσισμὸς μὲ ἐκείνην τῆς λέξεως Ρασιαλισμός.
Γιατί ὅμως νά κάνουν κάτι τέτοιο;
Γιατί ἀντικατέστησαν σιωπηλά καί ὕπουλα τήν ἔννοια τῆς λέξεως Ῥατσισμός καί τήν ἔφτασαν νά σημαίνει κάτι τόσο ἀρνητικό;
Την ἀπαντήση καὶ πάλι μας τὴν δίνει συνέχεια τοῦ ἄρθρου της Βικιπαιδεια:
«Ο νεότερος όμως όρος (Ρατσισμός εκ της ιταλικής) επικράτησε του όρου Ρασιαλισμός μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, περισσότερο για λόγους προπαγάνδας.»
Προπαγάνδα, ἔτσι ἐξηγεῖται!
Ἔτσι ἀκριβῶς σήμερα ὁ κάθε ἐθνιστὴς (ἀγαπᾶ τὸ ἔθνος του καὶ τὴν πατρίδα του, δίχως νὰ κάνει κακὸ σὲ ἄλλους) κατηγορεῖται ὡς ἐθνικιστής.
Ἡ λέξη «ῥατσισμός» (φυλετισμός) λοιπόν, σημαίνει τὴν ἀναγνώριση τῆς φυλετικῆς ἐτερότητας (διαφορετικότητας) ποὺ δημιουργήθηκε ἀπὸ τὴν ἴδια τὴν φύση. Σημαίνει τὴν ἀναγνώριση ὅ,τι κάθε φυλὴ διαφέρει σὲ πολλὰ πράγματα ἀπὸ τὶς ἄλλες καὶ ὡς δημιούργημα τῆς φύσεως δικαιοῦται νὰ ἔχει ὅ,τι χρειάζεται γιὰ τὴν συνέχεια τῆς ὑπάρξεώς της, δηλαδὴ δικαιοῦται νὰ ἔχει ἔναν χῶρο ἐπάνω στὴν γῆ, μιὰ πατρίδα, ἐπάνω στὴν ὁποία νὰ μπορεῖ νὰ ζεῖ καὶ νὰ ἐξελίσσει τὸν πολιτισμό της, ἀνενόχλητη, δίχως κανενὸς εἴδους πόλεμο ἀπὸ ἄλλες φυλές.
Κάποιοι ὅμως δὲν θέλουν νὰ ὑπάρχει μία λέξη μὲ τόσο ὄμορφη καὶ ἀνθρώπινη ἔννοια.
Γιὰ σκεφτεῖτε…
Ὑπάρχει κάποια λέξη πού σημαίνει τήν ἀποδοχή τοῦ δικαιώματος στίς φυλές γιά συνέχεια τῆς ὑπάρξεως καί τῆς ἐξελίξεώς τους;
Ἄν ὑπῆρχε θὰ ἔπρεπε προφανῶς καὶ αὐτὴ νὰ ἐμπεριέχει μέσα της τὴν λέξη razza (= φυλή) ἄρα θὰ ἤταν ἡ λέξη «Ῥατσισμός».
Νὰ γιατὶ πρόλαβαν λοιπὸν καὶ ἔδωσαν στὴν λέξη Ῥατσισμὸς τὴν ἔννοια τοῦ Ῥασιαλισμοῦ.
Γιὰ νὰ μὴν ὑπάρχει μιὰ λέξη ποὺ θὰ μπορεῖ νὰ ὁδηγήσει τὸν νοῦ τοῦ ἀνθρώπου νὰ ἀντιλαμβάνεται καὶ νὰ ἐκφράζει τὸ δικαίωμα τῆς κάθε φυλῆς στὸ νὰ συνεχίσει νὰ ὑπάρχει καὶ νὰ ἐξελίσσεται ἀνενόχλητη. Πολὺ πονηρό!
Ἀπὸ τὴν ἄλλη μὲ τὴν προπαγάνδα τους, δῆθεν «ἐνάντια στὸν ῥατσισμό», ἐπιτυγχάνουν τὴν ἀνάμειξη τῶν φυλῶν, ὥστε σὲ κάποιο χρονικὸ διάστημα ἡ ὑπάρξη ὁποιασδήποτε φυλῆς θὰ ἀποτελεῖ ἀνάμνηση καὶ θέμα γιὰ ντοκιμαντέρ.
Ποῦ βρίσκονται σήμερα οἱ Ἀσσύριοι, οἱ Βαβυλώνιοι, οἱ Χετταῖοι καί οἱ Φοίνικες;
Δὲν ὑπάρχουν διότι ἀνεμείχθηκαν μὲ ἄλλες φυλὲς* καὶ χάθηκαν!
Ἔτσι καὶ τώρα ἡ Νέα Τάξη Πραγμάτων προσπαθεῖ νὰ ἐξαφανίσει τὸ φυλετικὸ ἀνάγλυφο γιὰ νὰ φτιάξει μιὰν ἀνθρωπόμαζα ὁμοίων ἀνθρώπων, δίχως ἰδιαίτερη συνείδηση, ποὺ θὰ κυβερνᾶται πολὺ εὔκολα.
Λογικὴ καὶ Σκεπτικό.
Ὅταν θέλουμε να βροῦμε τὴν ἀλήθεια, εἶναι ἀπαραίτητο, νὰ κατανοήσουμε τὴν οὐσία τῶν πραγμάτων.
Θὰ πρέπει τότε νὰ χρησιμοποιοῦμέ τὶς λέξεις μὲ τὴν στενὴ καὶ συγκεκριμένη ἔννοια καὶ ὄχι μὲ τὴν πλαδαρὴ καὶ συμβατικὴ ποὺ χρησιμοποιοῦμε στὴν πεζὴ καθημερινότητά μας. Κάθε λέξη μεταφέρει ἔνα συγκεκριμένο νόημα.
Ἂν ἀλλοιώσουμε αὐτὸ τὸ νόημα τότε εἶναι πολὺ δύσκολο, θὰ ἔλεγα ἀκατόρθωτο, νὰ μπορέσουμε νὰ συγκροτήσουμε τὴν σκέψη μας καὶ νὰ ἀποφύγουμε τὰ ἄτοπα. Τὰ ὅρια τῆς γλώσσας καὶ τῆς νοήσης ταυτίζονται! Λάθος στὴν γλῶσσα = λάθος στην ἀντιλήψη!
Στὴν προκειμένη περίπτωση ἐνδιαφέρομαι γιὰ τὴν ἔννοια τῆς λέξεως «Λογική».
Τὶς περισσότερες φορὲς χρησιμοποιεῖται μὲ ἀλλοιωμένη ἔως καὶ λανθασμένη ἔννοια.
Για παράδειγμα ἀκοῦμε πολλὲς φορὲς νὰ λένε «μὲ τὴν δική μου λογική» ἤ «μὲ αὐτὴ τὴν λογικό» ἢ «ἡ λογικὴ αὐτὴ εἶναι λάθος» ἢ «ἐγὼ ἔχω ἄλλη λογική» καὶ ἄλλες τέτοιες φράσεις. Ὄλες αὐτὲς οἱ φράσεις μαρτυροῦν ὅτι ἡ χρήση τῆς λέξεως «Λογική» γίνεται καταχρηστικά, καὶ δὲν βοηθᾶ τὴν ἀντιλήψη.
Διότι η Λογικὴ εἶναι μία καὶ μόνη. Ὁ,τιδήποτε δὲν ἀνήκει σὲ ἐκείνην εἴναι παράλογο καὶ λάθος.
Ἀλλὰ ἂς δοῦμε τὶ μᾶς λέει ἡ ἴδια ἡ λέξη γιὰ τὸν ἑαυτό της: Λόγος, Λογική, Λόγια, Λέξεις, Λέω… ἔχουν τὴν ἴδια ῥίζα καὶ εἶναι συγγενεῖς, ἄρα καὶ τὰ νοήματα τοὺς εἶναι συγγενικά.
Λόγος. Ἄς σκεφτοῦμέ τὶ ὀνομάζουμε Λόγο στὰ Μαθηματικά…. Τὸ κλάσμα, δηλαδὴ τὴν «Ἀνά-Λογία» ποὺ διέπει τὸ σύμπαν. Ἡ λέξη Λόγος σημαίνει τὸ σύνολο τῶν νόμων ποὺ καθορίζουν τὴν συμπεριφορὰ τοῦ Εἴναι ( = ὑπάρξεως). Τὰ πάντα ἐντὸς τῆς ὑπάρξεως γίνονται σύμφωνα μὲ τὸν Λόγο, καὶ χωρὶς τὸν Λόγο τίποτα δὲν γίνεται. Αὐτὸς λοιπὸν ὁ Λόγος εἶναι ὁ ἴδιος ὁ θεὸς καὶ δημιουργός. Εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ὑπῆρχε ἀνέκαθεν καὶ θὰ ὑπάρχει γιὰ πάντα.
Λογική. Λογική εἶναι ἡ ἱκανότητα τοῦ ἐγκεφάλου μας νὰ ἀντιλαμβάνεται τὸν Λόγο ποὺ βρίσκεται παντοῦ μέσα στὴν Ὑπάρξη. Ἡ Λογικὴ εἶναι μία καὶ εἶναι ταυτόσημη μὲ τὴν Ἀλήθεια, διότι δὲν γίνεται κάτι τὸ λογικὸ νὰ εἶναι ψευδές, ἢ κάτι τὸ ἀληθὲς νὰ εἶναι παράλογο. Τὸ λογικὸ εἶναι καὶ ἀληθές, τὸ ἀληθὲς εἶναι καὶ λογικό.
Ἡ Λογικὴ λοιπὸν εἶναι μία, ὅπως ἀκριβώς μία εἶναι καὶ ἡ ἀλήθεια.
Ὁ καθένας μας εἶναι τόσο λογικὸς ὄσο καὶ ἡ ἱκανότητά του νὰ ἀντιλαμβάνεται τὸν Λόγο καὶ νὰ ἐνεργεῖ σύμφωνα μὲ Αὐτόν.
Λόγια. Λόγια εἶναι τὰ ἔπεα (λέξεις, κουβέντες) ποὺ ἀπορρέουν ἀπὸ τὴν Λογικὴ σκέψη. Δεν εἶναι ὅλα τὰ ἔπεα λογικά. Δυστυχῶς ἐμεῖς στὴν καθομιλουμένη συμβατική μας γλῶσσα ὀνομάζουμε «λόγια» ὅλα τὰ ἔπεα, εἶτε αὐτὰ εἶναι λογικὰ εἴτε παράλογα.
Φαντάζεστε πόσο διαφορετική θὰ ἦταν ἡ ἀνθρώπινη κοινωνία σήμερα ἂν ὀνομάζαμε «λόγια» μόνον τίς κουβέντες πού λέγονται ὅταν ἐκεῖνες εἶναι ἢ ἔστω φαίνεται νά εἶναι λογικές;
Σκεπτικό. Τὸ «σκεπτικό» εἶναι μιὰ ἀκολουθία ὑποθέσεων ποὺ σκοπό της ἔχει τὴν εὔρεση τῆς ἀληθείας. Κάθε σκεπτικὸ μπορεῖ νὰ ἔχει μέσα του τμήματα λογικῆς (ἀληθείας) ἀλλὰ καὶ λάθους. Γιὰ αὐτὸ καὶ λέμε ὅτι ἡ Λογικὴ εἶναι μία ἀλλὰ τὰ Σκεπτικὰ εἶναι πολλά. Ἑπομένως ἡ φράση: «…σύμφωνα μὲ τὴν λογική σου…» θὰ πρέπει νὰ ἀντικατασταθεῖ μὲ τὴν φράση: «σύμφωνα μὲ τὸ σκεπτικό σου…».
Δεν ὑπάρχει καμμία «λάθος λογική». Ὑπάρχει μόνον τὸ «λάθος σκεπτικό».
Σκεπτικό μπορεὶ να ἔχει ὁ καθένας μας, ἀλλὰ τελικὰ ποιός ἀπό ἐμᾶς εἶναι (ἂν εἶναι κάποιος) ὁ λογικός; Αυτὸ θὰ πρέπει νὰ μᾶς προβληματίσει ἰδιαίτερα, διότι πολλὲς φορὲς πλασάρονται «ἕτοιμα σκεπτικά» ὡς ἀπολύτως ΛΟΓΙΚΑ ποὺ ὁ σκοπὸς τοῦ κατασκευαστοῦ τους εἶναι νὰ ἀντικαταστήσει τὰ δικά μας, παραμερίζοντας καὶ ἀδρανοποιῶντας τὴν δικὴ μας κριτικὴ ἱκανότητα.
Κάθε φορὰ ποὺ κάποιος ἢ κάποια ὁμάδα ἀνθρώπων θέλει νὰ ἐπιβάλει κάποιο νέο τρόπο συμπεριφορᾶς, σὲ ὁλόκληρη τὴν ἀνθρώπινη μᾶζα, δημιουργεῖ ἕνα λογικοφανὲς σκεπτικό, ὡς ἰδεολογικὸ ὑπόβαθρο, ποὺ ἀντικαθιστᾶ τὴν λογικὴ ἱκανότητα τοῦ ἀτόμου.
Εἶναι πολὺ εὔκολο νὰ ἀναγνωρίσετε κάποιον ποὺ ἔχει «μολυνθεί» μὲ κάποιο ἀπὸ αὐτὰ τὰ «ἕτοιμα σκεπτικά». Ἔχει ὁμαδοποιηθεῖ, χρησιμοποιεῖ πάντα τὴν λεγομένη «ξύλινη γλῶσσα», εἶναι φανατισμένος, δὲν μπορεῖ νὰ δεχθεῖ ὅτι ὑπάρχει πιθανότητα νὰ κάνει κάποιο λάθος, ἔχει πάντα προκατασκευασμένες ἔτοιμες ἀπαντήσεις στὰ συνηθισμένα ἐρωτήματα, ἀλλὰ τὰ χάνει σὲ κάποιο ξαφνικὸ ἁπλὸ νέο ἐρώτημα, ἀφοῦ ἔχει πρὸ πολλοῦ ἀπενεργοποιήσει τὴν δική του ἱκανότητα ἀντιλήψεως καὶ κριτικῆς.
Ὅπως σὲ ὅλα τὰ θέματα ἔτσι καὶ στὸ θέμα τοῦ ῥατσισμοῦ, δυστυχῶς, θὰ συναντήσετε πολλοὺς τέτοιους «μολυσμένους» καὶ ἀπό τις δύο πλευρές.
Ἐλεημοσύνη καὶ Φιλανθρωπία.
Συχνὰ συγχέουμέ τις ἔννοιες αὐτῶν τῶν δύο λέξεων νομίζοντας ὅτι ἐχουν τὴν ἴδια σημασία. Γιὰ νὰ γίνω κατανοητὸς θὰ ἀναφέρω μιὰ ἱστορία ὡς παράδειγμα:
Κάποτε, κάπου στὴν Ἀνατολή, ἕνα ἀπόγευμα θὰ πήγαινε γιὰ ψάρεμα ὁ διδάσκαλος μὲ τὸν μαθητή του.
Ὁ μαθητὴς ἤταν πολὺ χαρούμενός που ὁ διδάσκαλος ἐπέλεξε ἐκεῖνον για να περάσει μαζὶ τοῦ τὸ ἀπόγευμα ψαρεύοντας. Ἔτσι θὰ μποροῦσαν νὰ συζητήσουν καὶ νὰ ἀποκτήσει πολύτιμες σκέψεις καὶ συμβουλές.
Στὸν δρόμο ποὺ πήγαιναν γιὰ ψάρεμα, ἐμφανίστηκε ἔνας ζητιάνος, ποὺ τοὺς ἀκολουθοῦσε, ζητώντας ἐλεημοσύνη.
Ὁ μαθητὴς ῥώτησε τὸν διδάσκαλο ἂν τοῦ ἐπιτρέπει νὰ δώσει κάποια χρήματα στὸν ζητιάνο ὡς ἐλεημοσύνη.
Ὁ διδάσκαλος γύρισε, κοίταξε τὸν ζητιάνο στὰ μάτια καὶ τοῦ εἶπε: «Ἔλα μαζλι μας γιὰ ψάρεμα καὶ θὰ σοῦ δώσουμε ὅτι ψάρια πιάσουμε».
Ὁ ζητιάνος ἀπάντησε στὸν διδάσκαλο ὅτι δὲν γνωρίζει νὰ ψαρεύει, ἀλλὰ μὴ ἔχοντας κάτι καλλίτερο θὰ τοὺς ἀκολουθοῦσε στὸ ψάρεμα.
Ὅλο τὸ ἀπόγευμα διδάσκαλος τὸ πέρασε πλάι στὸν ζητιάνο, μαθαίνοντάς τον νὰ ψαρεύει, καὶ στὸ τέλος τοῦ χάρισε ὅσα ψάρια ἔπιασαν.
Ἐπιπλέον τοῦ χάρισε καὶ τὴν πετονιά. Ὁ ζητιάνος ἔφυγε εὐχαριστημένος. Ὁ μαθητῆς ὅμως στὸν δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς ἤταν κατσούφης καὶ σκυθρωπός!
Τί ἔχεις; τὸν ῥώτησε ὁ διδάσκαλος.
Διδάσκαλε περίμενά πῶς καί πῶς αὐτὴ τὴν ἡμέρα, εἶπε ὁ μαθητής, γιὰ νὰ συζητούσαμε ὅλα αὐτὰ τὰ ὄμορφα πράγματά ποὺ ξέρεις, καὶ ἐσὺ σπατάλησες τὸν χρόνο μας μὲ τὸν ζητιάνο! Γιατί δέν μέ ἄφησες νά τοῦ ἔδινα λίγα χρήματα καί νά ἔφευγε, ἀφήνοντάς μας ἡσύχους;
Και ὁ διδάσκαλος τοῦ ἀπήντησε: Ἂν τοῦ ἔδινες λίγα χρήματα καὶ ἐκεῖνος ἀγοράζε καὶ ἔτρωγε κάτι ἀπόψε, αὔριο θὰ πεινοῦσε καὶ πάλι. Τώρα ποὺ ἔμαθε νὰ ψαρεύει, τώρα δὲν θὰ ξαναπεινάσει ποτὲ πιά!
Στὴν παραπάνω ἱστορία αὐτό ποὺ ὁ ζητιάνος ζητοῦσε καὶ ὁ μαθητὴς ἤθελε νὰ δώσει, ἤταν ἐλεημοσύνη. Τὰ ψάρια ποὺ ἔδωσε ὁ διδάσκαλος στὸν ζητιάνο ἤταν καὶ αὐτὰ ἐλεημοσύνη, ἀλλὰ οἱ γνώσεις ποὺ ἔδωσε στὸν ζητιάνο, μαθαίνοντάς τον νὰ ψαρεύει ἦταν Φιλανθρωπία.
Ἐλεημοσύνη εἶναι ἡ λύπηση καὶ ἡ συμπόνια πρὸς κάποιον ποὺ παγιδεύτηκε σὲ ἄσχημη θέση, ἡ ὁποία συνοδεύεται ἀπὸ κάποια μικρὴ προσφορά, ποὺ θὰ ἐλαφρύνει γιὰ λίγο τὸν πόνο του.
Φιλανθρωπί εἶναι νὰ βοηθήσεις κάποιον νὰ σταθεῖ στὰ πόδια του, νὰ ἀναπτύξει τὶς δεξιότητές του, γιὰ νὰ ζεῖ μὲ ἀξιοπρέπεια, ὥστε νὰ μὴν χρειάζεται τὴν ἐλεημοσύνη.
Ἐλεήμων εἶναι ἐκεῖνος ποὺ λυπᾶται τοὺς μετανάστες καὶ προσπαθεῖ νὰ βελτιώσει τὶς συνθῆκες διαβιώσεώς τους ἐδῶ, στὴν ξενιτιά.
Φιλάνθρωπος εἶναι ἐκεῖνος ποὺυ ἀγαπᾷ τοὺς ἀνθρώπους καὶ προσπαθεῖ νὰ τοὺς καταστήσει ἱκανοὺς νὰ ζοῦν μὲ ἀξιοπρέπεια στὸν τόπο τους.
Ἔτσι δὲν θὰ χρειάζεται νὰ ξενιτευτοῦν γιὰ νὰ ἔχουν μιὰ ἀξιοπρεπῆ ζωή, καὶ δὲν θὰ δημιουργοῦνται προβλήματα στοὺς ἄλλους λαοὺς ἀπὸ τὶς ἰδεολογικές, θρησκευτικὲς καὶ οἰκονομικὲς συγκρούσεις.
Κῦρος Μανούσκας
καὶ ἀπὸ ἐδῶ
*Οἱ Ἀσσύριοι εἰδικῶς ἔπεσαν κάτω ἀπὸ τὸ μαχαίρι τῶν Τσετῶν τοῦ Κεμᾶλ, ὅπως φυσικὰ ἔτσι ἔπεσαν καὶ οἱ ἐντὸς τῆς Μικρᾶς Ἀσίας Πέρσες, οἱ Ἀρμένιοι καὶ ὅλοι οἱ Ἑλληνικοὶ πληθυσμοί.
το είδα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου