Στα μέσα του 18ου αιώνα η Βρετανική Αυτοκρατορία πλησίαζε στο απόγειο της δύναμης της σε ολόκληρο τον κόσμο. Η Βρετανία από τότε που δημιουργήθηκε η κεντρική ιδιωτική Τράπεζα της Αγγλίας είχε συμμετάσχει σε τέσσερις πολέμους στην Ευρώπη. Το κόστος παρά ήταν υψηλό. Το Βρετανικό Κοινοβούλιο για να υποστηρίξει οικονομικά αυτούς τους πολέμους αντί να εκδώσει δικό του, ελεύθερο χρέους, νόμισμα δανείσθηκε τεράστια ποσά από την τράπεζα.
Εκείνη την εποχή το χρέος της Βρετανικής κυβέρνησης έφθανε στο υπερβολικό ποσό των 140.000.000 λιρών.
Συνεπώς η κυβέρνηση αναγκάστηκε να ψηφίσει ένα πρόγραμμα αύξησης των δημοσίων εσόδων, μέσω των αμερικανικών αποικιών, ώστε να μπορέσει να πληρώσει τους τόκους, τουλάχιστον, των δανείων στην τράπεζα.
Στην Αμερική επικρατούσε διαφορετική κατάσταση. Η θεομηνία μιας ιδιωτικής κεντρικής τράπεζας δεν είχε φθάσει ακόμα αν και η Τράπεζα της Αγγλίας κατέβαλε προσπάθειες να επιβάλει την ολέθρια επιρροή της πάνω στις Αμερικανικές αποικίες από το 1694. Τέσσερα χρόνια πριν, στα 1690, η αποικία της Μασαχουσέτης είχε εκδώσει το δικό της χαρτονόμισμα, το πρώτο στην Αμερική. Την ακολούθησε η αποικία της Νότιας Καρολίνας το 1703 και λίγο αργότερα οι υπόλοιπες αποικίες.
Στα μέσα του 18ου αιώνα η προεπαναστατική Αμερική εξακολουθούσε να είναι σχετικά φτωχή. Υπήρχε μια
σοβαρή έλλειψη χρυσών και ασημένιων νομισμάτων, που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν στο εμπόριο και την αγορά αγαθών, ούτως ώστε οι πρώτοι αποικιστές αναγκαστικά οδηγήθηκαν σε πειραματισμούς εκδίδοντας το δικό τους τοπικό χαρτονόμισμα. Μερικές προσπάθειες στέφθηκαν με επιτυχία. Επίσης σε μερικές αποικίες χρησιμοποίησαν, με επιτυχία, τον καπνό ως μέσω συναλλαγής.
Το 1720 κάθε αποικιακός Βασιλικός Κυβερνήτης διετάχθη, συνήθως ανεπιτυχώς, να περιστείλει την έκδοση αποικιακού νομίσματος. Το 1742 ο Βρετανικός Νόμος περί Επανασύνδεσης (British Resumption Act), που απαιτούσε να γίνεται η πληρωμή των φόρων και των άλλων χρεών σε χρυσό, προκάλεσε οικονομική ύφεση στις αποικίες, πολλές ιδιοκτησίες αρπάχθηκαν ή κατασχέθηκαν από τους πλουσίους για το ένα δέκατο της αξίας τους.
Ο Βενιαμίν Φραγκλίνος υπήρξε από τους μεγαλύτερους υποστηρικτές της έκδοσης αποικιακού νομίσματος. Το 1757 ο Φραγκλίνος στάλθηκε στο Λονδίνο για να υποστηρίξει την ύπαρξη του αποικιακού νομίσματος. Κατέληξε να παραμείνει δέκα οκτώ χρόνια, σχεδόν μέχρι την έναρξη της Αμερικανικής Επανάστασης.
Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου οι περισσότερες Αμερικανικές αποικίες αγνόησαν το Κοινοβούλιο και άρχισαν να εκδίδουν δικό τους νόμισμα που ονομάσθηκε "αποικιακό πορτοφόλι" (χαρτονόμισμα ανάγκης - Colonial scrip).
Η προσπάθεια στέφθηκε με επιτυχία αλλά είχε και αξιοσημείωτες εξαιρέσεις.
Το αποικιακό νόμισμα προσέφερε ένα αξιόπιστο μέσο συναλλαγής και βοήθησε στη δημιουργία ενός αισθήματος ενότητας ανάμεσα στις αποικίες.
Θυμηθείτε ότι τα περισσότερα αποικιακά νομίσματα ήταν απλώς χαρτί αλλά αποτελούσαν, ελεύθερο χρέους, νόμισμα που είχε εκδοθεί για το δημόσιο συμφέρον και δεν υποστηριζόταν από την ύπαρξη αποθεματικών χρυσού και αργύρου. Με άλλα λόγια ήταν "πραγματικό χαρτονόμισμα".
Οι αξιωματούχοι της Τράπεζας της Αγγλίας ρώτησαν τον Φραγκλίνο πως μπορούσε να ερμηνεύσει την πρόσφατη οικονομική άνθηση των αποικιών. Χωρίς δισταγμό τους απάντησε:
Είναι απλό, στις αποικίες εκδίδουμε το δικό μας νόμισμα που ονομάζεται "αποικιακό πορτοφόλι". Εκδίδουμε τη δέουσα αναλογία που απαιτείται από το εμπόριο και τη βιομηχανία ώστε να είναι δυνατή η άνετη ανταλλαγή των προϊόντων ανάμεσα στον παραγωγό και τον καταναλωτή... Μ αυτό τον τρόπο δημιουργούμε για μας, το δικό μας νόμισμα, ελέγχουμε την αγοραστική του δύναμη και δεν έχουμε να πληρώσουμε σε κανένα τόκους.
Αυτό ήταν κοινή λογική για τον Φραγκλίνο. Μπορείτε όμως να φαντασθείτε τον αντίκτυπο που προκάλεσε στην Τράπεζα της Αγγλίας; Η Αμερική είχε ανακαλύψει το μυστικό του χρήματος και αυτό το τζίνι έπρεπε να επιστρέψει στο μπουκάλι του το συντομότερο δυνατόν. Αποτέλεσμα ήταν να ψηφίσει το Κοινοβούλιο, επί τροχάδην, το Νόμο περί Νομίσματος (Currency Act) του 1764 που απαγόρευε στους αξιωματούχους των αποικιών να εκδίδουν το δικό τους νόμισμα και τους διέταζε να πληρώσουν όλους τους μελλοντικούς φόρους με χρυσά ή αργυρά νομίσματα. Υποχρέωνε δηλαδή τις αποικίες να ενταχθούν στο πρότυπο του χρυσού και του αργύρου. Έτσι εγκαινιάσθηκε η πρώτη σφοδρή πράξη του Πρώτου Τραπεζικού Πολέμου στην Αμερική που τελείωσε με ήττα των Αργυραμοιβών. Μια ήττα που προκλήθηκε από τη Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας και την επακόλουθη συμφωνία ειρήνης, τη Συνθήκη των Παρισίων του 1783.
Αυτοί που πιστεύουν ότι ένα πρότυπο χρυσού είναι η λύση για τα σύγχρονα νομισματικά προβλήματα της Αμερικής ας δουν τι συνέβη τότε, αμέσως μετά τη ψήφιση του Νόμου περί Νομίσματος του 1764. O Φραγκλίνος στην αυτοβιογραφία του σημειώνει:
Μέσα σε ένα χρόνο βρεθήκαμε στην ανάστροφη κατάσταση, που σήμαινε τον τερματισμό της οικονομικής άνθησης και την απαρχή μια βαθιάς και ευρείας οικονομικής ύφεσης, που οδήγησε στρατιές ανέργων στους δρόμους των αποικιών.
Ο Φραγκλίνος είναι σίγουρος ότι αυτή ήταν η κυρία αιτία της Αμερικανικής επανάστασης. Όπως γράφει στην αυτοβιογραφία του:
Οι Αποικίες ευχαρίστως θα είχαν αποδεχθεί ένα μικρό φόρο στο τσάι και σε άλλα προϊόντα αν η Αγγλία δεν τους είχε απαγορεύσει την έκδοση του χαρτονομίσματος τους που δημιούργησε ανεργία και δυσαρέσκεια.
Το 1774 το Κοινοβούλιο ψήφισε το Νόμο περί Χαρτοσήμου (Stamp Act) που απαιτούσε την τοποθέτηση ενός χαρτοσήμου πάνω σε κάθε αντικείμενο εμπορίου ως βεβαίωση για την πληρωμή του φόρου σε χρυσό, πράγμα που απειλούσε για άλλη μια φορά την ύπαρξη του αποικιακού χαρτονομίσματος. Σε λιγότερο από δύο εβδομάδες η Επιτροπή Ασφαλείας της Μασαχουσέτης πέρασε ένα ψήφισμα που διέταζε την έκδοση περισσοτέρων αποικιακών χαρτονομισμάτων και αποδεχόταν τα νομίσματα των άλλων αποικιών.
Στις 10 και στις 22 Ιουνίου 1775 το Κογκρέσο των Αποικιών με ψήφισμοί αποφάσισε την έκδοση $2,000.000 με αντίκρισμα την εμπορική και την πολιτική πίστη των "Ηνωμένων Αποικιών". Αυτό συνιστούσε μια πράξη περιφρόνησης προς την Αγγλία, μια άρνηση αποδοχής ενός νομισματικού συστήματος που ήταν άδικο γιά του πολίτες των αποικιών.
Γι αυτό το λόγο τα αντικείμενα της εμπορικής πίστης (bills of credit), δηλαδή τα χαρτονομίσματα, τα οποία οι ιστορικοί από αμάθεια και προκατάληψη τα έχουν υποτιμήσει ως αντικείμενα ριψοκίνδυνης οικονομικής πολιτικής ήταν πραγματικά αιτία και αφορμή για την Επανάσταση. Και ήταν πολύ περισσότερο από αυτό, ήταν η ίδια η Επανάσταση.
- Αλεξάντερ ΝτελΜαρ, ιστορικός
Την ώρα που ρίχνονταν οι πρώτοι πυροβολισμοί, στο Κόνκορντ και στο Λέξινγκτον της Μασαχουσέτης στις 19 Απριλίου 1775, οι αποικίες είχαν
αποστραγγισθεί από χρυσά και αργυρά νομίσματα, εξαιτίας της Βρετανικής φορολογίας, με αποτέλεσμα η ηπειρωτική κυβέρνηση να μην έχει άλλη επιλογή από το να εκδώσει το δικό της χαρτονόμισμα για να στηρίξει οικονομικά τον πόλεμο.
Στην αρχή της επανάστασης το Αμερικανικό αποικιακό απόθεμα χρήματος έφθανε τα $12.000.000. Με το τέλος του πολέμου ήταν κοντά στα $500.000.000. Εν μέρει αυτό οφειλόταν σε μαζική παραχάραξη του από τους Βρετανούς. Είχε όμως αποτέλεσμα ότι το χρήμα ουσιαστικά είχε γίνει άχρηστο. Τα παπούτσια πωλούνταν προς $5.000 το ζευγάρι. Όπως παραπονιόταν o Τζώρτζ Ουάσινγκτον:
Μια άμαξα γεμάτη χρήματα μόλις και μετά βίας θα εξαγόραζε μια άμαξα γεμάτη προμήθειες για το στρατό. Νωρίτερα το σύστημα του αποικιακού νομίσματος είχε επιτυχία γιατί εκδιδόταν μόνο το απαραίτητο για τη διευκόλυνση του εμπορίου και η παραχάραξη ήταν απειροελάχιστη. Σήμερα αυτοί που υποστηρίζουν ένα νόμισμα βασισμένο στο πρότυπο του χρυσού επικεντρώνονται σ αυτή την περίοδο, κατά τη διάρκεια της επανάστασης, γιά να αποδείξουν τα κακά του "πραγματικού χαρτονομίσματος". Αλλά θυμηθείτε ότι το ίδιο νόμισμα είχε δουλέψει πολύ καλά για είκοσι χρόνια, κατά τη διάρκεια της ειρήνης, ώστε η Τράπεζα της Αγγλίας ζήτησε από το Κοινοβούλιο να το κηρύξει παράνομο. Επίσης κατά τη διάρκεια του πολέμου οι Βρετανοί εσκεμμένα επιχείρησαν να το διαβρώσουν παραχαράσσοντας το στην Αγγλία και αποστέλλοντας το "με το κιλό" στις αποικίες.
Η ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΒΟΡΕΙΟΥ ΑΜΕΡΙΚΗΣ
Προς το τέλος της επανάστασης το ηπειρωτικό Κογκρέσο συνεδρίασε στην Αίθουσα της Ανεξαρτησίας στη Φιλαδέλφεια προσπαθώντας αγωνιωδώς να συγκεντρώσει χρήματα. Το 1781 επέτρεψε στον Ρόμπερτ Μόρρις , Υπεύθυνο των Οικονομικών, να ιδρύσει μια ιδιωτική κεντρική τράπεζα
με την προοπτική οτι έτσι θα τα κατάφερναν. Παρεμπιπτόντως ο Μόρρις ήταν ένας οικονομικά ευκατάστατος άνθρωπος που είχε γίνει πλούσιος κατά τη διάρκεια της Επανάστασης εμπορευόμενος πολεμικές προμήθειες,
Η νέα τράπεζα, η Τράπεζα της Βορείου Αμερικής όπως ονομάσθηκε, σχεδιάστηκε κατά το πρότυπο της Τράπεζας της Αγγλίας. Της επιτρεπόταν ή καλύτερα δεν της απαγορευόταν να λειτουργεί με ελάχιστα χρηματικά αποθεματικά, δηλαδή να δανείζει χρήματα που δεν είχε και να χρεώνει τόκο γι' αυτό. Αν εσείς ή εγώ το κάναμε αυτό θα μας καταδίκαζαν για απάτη, που είναι κακούργημα.
Ελάχιστοι αντιλαμβάνονταν αυτή την πρακτική εκείνη την εποχή και φυσικά κρατήθηκε μυστική από το λαό και τους πολιτικούς, όσο ήταν δυνατό. Πολύ περισσότερο, δόθηκε στην τράπεζα το μονοπώλιο της έκδοσης χαρτονομισμάτων, που γίνονταν αποδεκτά και κατά την πληρωμή των φόρων.
Το καταστατικό της τράπεζας προσκαλούσε ιδιώτες επενδυτές να συμμετάσχουν στο αρχικό κεφάλαιο των $400.000. Αλλά όταν ο Μόρρις δεν μπόρεσε να συγκεντρώσει τα χρήματα, ξεδιάντροπα, χρησιμοποίησε την πολιτική του επιρροή για να κατατεθεί χρυσός στην τράπεζα, ο χρυσός που είχε δανείσει η Γαλλία στην Αμερική. Ύστερα δάνεισε αυτά τα χρήματα στον εαυτό του και τους φίλους του για να τα επανεπενδύσουν στις μετοχές της τράπεζας. Ο Δεύτερος Αμερικανικός Τραπεζικός Πόλεμος είχε ήδη αρχίσει.
Σύντομα ο κίνδυνος ήταν ξεκάθαρος. Η αξία του αμερικανικού νομίσματος συνέχισε να πέφτει κατακόρυφα. Τέσσερα χρόνια αργότερα, το 1785, η σύμβαση με την τράπεζα δεν ανανεώθηκε, εξαφανίζοντας αποτελεσματικά την απειλή από τη δύναμη της τράπεζας. Έτσι ο Δεύτερος Αμερικανικός Τραπεζικός Πόλεμος τελείωσε πολύ γρήγορα με ήττα των Αργυραμοιβών.
Ο επικεφαλής της επιτυχούς προσπάθειας να κλείσει η τράπεζα ήταν ένας πατριώτης που ονομαζόταν Ουίλλιαμ Φίντλεϋ από την Πενσυλβάνια. Εξήγησε το πρόβλημα με τον ακόλουθο τρόπο:
Αυτό το ίδρυμα μη έχοντας άλλη προτεραιότητα από την φιλαργυρία δεν θα διαφοροποιηθεί ποτέ από το
αντικείμενο του...να μονοπωλήσει όλο τον πλούτο, τη δύναμη και τη επιρροή του κράτους.
Η πλουτοκρατία από τη στιγμή που θα εγκαθιδρυθεί θα διαφθείρει το νομοθετικό σώμα ώστε οι νόμοι να γίνονται προς χάριν της και το Υπουργείο Δικαιοσύνης θα ευνοεί τους πλούσιους.
Όμως οι άνθρωποι που κινούσαν τα νήματα στην Τράπεζα της Βορείου Αμερικής - ο Αλεξάντερ Χάμιλτον , ο Ρόμπερτ Μόρρις και ο πρόεδρος της τράπεζας Τόμας Γουίλλινγκ - δεν το έβαλαν κάτω. Μόνο έξι χρόνια αργότερα, ο Χάμιλτον, Υπουργός Οικονομικών τότε, και ο μέντορας του Μόρρις δημιούργησαν μια καινούρια ιδιωτική κεντρική τράπεζα, την Πρώτη Τράπεζα των Ηνωμένων Πολιτειών , μέσω του νέου Κογκρέσου. Ο Τόμας Γουίλλινγκ υπηρέτησε ξανά σαν πρόεδρος της τράπεζας. Οι παίκτες ήταν οι ίδιοι, μόνο το όνομα της; τράπεζας είχε αλλάξει.
ΤΟ ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ
Το 1787 οι αρχηγοί των αποικιών συγκεντρώθηκαν στη Φιλαδέλφεια για να αντικαταστήσουν και τροποποιήσουν τα προβληματικά άρθρα της Χάρτας της "Ενωσης. Όπως προείπαμε ο Τόμας Τζέφερσον και ο Τζέιμς Μάντισον , αμετάπειστοι και οι δύο, εναντιώνονταν στη δημιουργία μιας ιδιωτικής κεντρικής τράπεζας επειδή είχαν αντιληφθεί τα προβλήματα που δημιούργησε η Τράπεζα της Αγγλίας. Δεν ήθελαν τίποτα από αυτά και όπως το έθεσε αργότερα ο Τζέφερσον:
Αν ο Αμερικανικός λαός επιτρέψει ποτέ στις ιδιωτικές τράπεζες να ελέγχουν την έκδοση του νομίσματος του, πρώτα με τον πληθωρισμό και ύστερα με τον αποπληθωρισμό, οι τράπεζες και οι επιχειρήσεις που θα αναπτυχθούν γύρω από αυτές θα αποστερήσουν τον λαό από την περιουσία του μέχρι που τα παιδιά του θα ξυπνήσουν άστεγα σε μια ήπειρο που κατέκτησαν οι πατεράδες τους. .
Κατά τη διάρκεια της δημόσιας συζήτησης πάνω στο μελλοντικό
νομισματικό σύστημα, άλλος ένας από τους ιδρυτές των Ηνωμένων Πολιτειών, ο Γκάβενορ Μόρρις , ήταν επικεφαλής της επιτροπής που συνέταξε το τελικό σχέδιο του Συντάγματος και γνώριζε πολύ καλά τα κίνητρα των τραπεζιτών.
Μαζί με το παλιό αφεντικό του, τον Ρόμπερτ Μόρρις και των Αλεξάντερ Χάμιλτον, είχαν παρουσιάσει το αρχικό σχέδιο για την τράπεζα της Βορείου Αμερικής οτο ηπειρωτικό Κογκρέσο κατά τη διάρκεια του τελευταίου έτους της Επανάστασης.
Σε ένα γράμμα που έγραψε στον Τζέιμς Μάντισον, στις 2 Ιουλίου 1787, αποκάλυπτε τι πραγματικά συνέβαινε.
Οι πλούσιοι Θα παλέψουν για την επικράτηση της κυριαρχίας τους και τον εξανδραποδισμό των υπολοίπων. Έτσι κάνουν πάντα και έτσι Θέλουν να γίνεται... Το αποτέλεσμα εδώ Θα είναι το ίδιο με αλλού αν δεν τους κρατήσουμε με τη δύναμη της κυβέρνησης στο αρμόζων γι αυτούς πεδίο δράσης.
Παρά την αποσκίρτηση του Γκάβενορ Μόρρις, από την παράταξη της τράπεζας, ο Χάμιλτον, ο Ρόμπερτ Μόρρις και ο Γουίλλινγκ μαζί με τους Ευρωπαίους υποστηρικτές τους δεν επρόκειτο να υποχωρήσουν. Κατάφεραν να πείσουν το μεγαλύτερο μέρος των αντιπροσώπων στο Συντακτικό Συνέδριο να μην εγκρίνει στο Κογκρέσο τη δυνατότητα να εκδίδει χαρτονόμισμα. Οι περισσότεροι αντιπρόσωποι ακόμα παράπαιαν από τον τεράστιο πληθωρισμό που προκάλεσαν τα χαρτονομίσματα κατά τη διάρκεια της Επανάστασης. Είχαν ξεχάσει πόσο καλά είχε δουλέψει το αποικιακό χαρτονόμισμα πριν τον πόλεμο.
Αλλά η Τράπεζα της Αγγλίας δεν το είχε ξεχάσει. Οι Αργυραμοιβοί δεν δεχόντουσαν την πιθανότητα η Αμερική να εκδώσει το δικό της χαρτονόμισμα ξανά. Πολλοί πιστεύουν ότι η Δέκατη Τροποποίηση του Συντάγματος που επιφυλασσόταν εξουσίες στις πολιτείες που δεν αντιπροσωπεύονταν στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση, έκανε την έκδοση χαρτονομίσματος από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση αντισυνταγματική, καθώς η εξουσία της έκδοσης χαρτονομίσματος δεν αναφερόταν ρητώς ως δυνατότητα της ομοσπονδιακής κυβέρνησης από το Σύνταγμα. Το Σύνταγμα παραμένει σιωπηλό σ' αυτό το σημείο. Μολαταύτα το Σύνταγμα ρητά απαγορεύει στις Πολιτείες να εκδίδουν χαρτονόμισμα .
Οι περισσότεροι από τους συνέδρους προσχεδίασαν της σιωπή του Συντάγματος στο σημείο αυτό για να μη δοθεί στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση "η απόλυτη εξουσία" της έκδοσης χαρτονομίσματος. Πραγματικά στην εφημερίδα της Συνέλευσης, στο φύλλο της 16ης Αυγούστου, διαβάζουμε τα ακόλουθα:
Θεωρήθηκε δευτερεύον η απάλειψη των λέξεων "απαγόρευση έκδοσης χαρτονομισμάτων" και η πρόταση πέρασε καταφατικά.
Ο Χάμιλτον και οι τραπεζίτες φίλοι του είδαν αυτή τη
σιωπή σαν μια ευκαιρία για να κρατήσουν την κυβέρνηση μακριά από την έκδοση χαρτονομίσματος, την οποία ήλπιζαν ότι θα μονοπωλούσαν οι ίδιοι. Έτσι οι τραπεζίτες και οι αντιπρόσωποι που ήταν εναντίον τους, για διαφορετικά ο καθένας απ' την πλευρά του κίνητρα, υποστήριξαν να μείνει το δικαίωμα της ομοσπονδιακής κυβέρνησης για την έκδοση χαρτονομίσματος έξω από τις ρυθμίσεις του Συντάγματος, με μια πλειοψηφία τέσσερα προς ένα. Αυτή η αμφισβήτηση άνοιξε το δρόμο για τους Αργυραμοιβούς, όπως ακριβώς το είχαν σχεδιάσει.
Φυσικά το χαρτονόμισμα δεν αποτελούσε το ίδιο το κύριο πρόβλημα. Η δανειοδότηση με ελάχιστα αποθεματικά ήταν μεγαλύτερο πρόβλημα γιατί πολλαπλασίαζε αρκετές φορές κάθε ποσοστό πληθωρισμού που προκαλούνταν από υπερβολική έκδοση χαρτονομίσματος.
Έτσι οι αντιπρόσωποι έμειναν με τη σκέψη ότι η απαγόρευση του χαρτονομίσματος ήταν μια καλή ιδέα. Απαγορεύοντας κάθε είδους χαρτονόμισμα πιθανώς θα περιόριζαν και την τραπεζιτική των ελάχιστων αποθεματικών, που εφαρμοζόταν, καθώς η χρησιμοποίηση επιταγών ήταν αμελητέα και αν είχε τεθεί προς συζήτηση θα είχε απαγορευθεί κι αυτή; Τα τραπεζικά δάνεια που δημιουργούνται με λογιστικές καταχωρήσεις στα βιβλία δεν αναφέρθηκαν και έτσι δεν απαγορεύθηκαν.
Θεωρήθηκε έτσι ότι είχε απαγορευθεί η έκδοση χαρτονομίσματος από την ομοσπονδιακή και τις πολιτειακές κυβερνήσεις ενώ δεν εννοείτο το ίδιο για τις τράπεζες. Υφίσταται η διαφωνία ότι αυτή η εξουσία του ποιος έχει το δικαίωμα της έκδοσης με το να μη απαγορευθεί ρητά στην κυβέρνηση είχε κρατηθεί σαν μελλοντικό δικαίωμα των πολιτών και του λαού (περιλαμβανομένων των νομικών προσώπων όπως οι τράπεζες).
Αντίθετη άποψη έλεγε ότι οι τραπεζικές εταιρίες ήταν όργανα και παράγοντες των πολιτειών, αφού αυτές αναγνώριζαν τη νομιμότητα τους, και έτσι δεν ενέπιπταν στην απαγόρευση της έκδοσης τραπεζογραμματίων, όπως συνέβαινε για τις ίδιες τις πολιτείες. Αυτή η διαφωνία αγνοήθηκε από τους τραπεζίτες που προχώρησαν στην έκδοση τραπεζογραμματίων έναντι ελάχιστων αποθεματικών και έχασε κάθε υπόσταση όταν το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ αποφάνθηκε ότι η ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα μπορούσε να ιδρύσει μια τράπεζα η οποία θα μπορεί να εκδίδει χρήματα. Τελικά μόνο στις Πολιτείες απαγορεύθηκε η έκδοση χαρτονομίσματος και δεν επιβλήθηκε αυτή η απαγόρευση όχι μόνο στις τράπεζες αλλά ούτε καν στους δήμους και τις κοινότητες (όπως συνέβη κατά τη διάρκεια της οικονομικής ύφεσης του 1929 σε τετρακόσιες πόλεις σε ολόκληρες τις ΗΠΑ).
Ένα άλλο λάθος που δεν γίνεται συχνά αντιληπτό έχει σχέση με τη εξουσία που δόθηκε στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση "να κόβει νόμισμα" και "να καθορίζει την αξία του από εκεί και ύστερα". Ο καθορισμός της αξίας του νομίσματος (δηλαδή η αγοραστική του δύναμη ή η αξία του σε σχέση με άλλα πράγματα) δεν σχετίζεται με την ποιότητα ή το περιεχόμενο του (π.χ. τόσα γραμμάρια χρυσός και τόσα χαλκός κλπ) αλλά με την ποσότητα, το απόθεμα του χρήματος. Είναι η ποσότητα αυτή που προσδιορίζει την αξία και ποτέ το Κογκρέσο δεν έχει νομοθετήσει για τον καθορισμό συγκεκριμένης ποσότητας χρήματος στις ΗΠΑ.
Ο νομοθετικός καθορισμός μιας συγκεκριμένης ποσότητας χρήματος (συμπεριλαμβανομένων νομισμάτων, επιταγών και τραπεζικών αποθεματικών) σημαίνει στην πράξη τον προσδιορισμό της αξίας κάθε δολαρίου (αγοραστική δύναμη). Νομοθετική πράξη που ορίζει το ποσοστό της αύξησης του χρηματικού αποθέματος συνεπάγεται τον καθορισμό της μελλοντικής αξίας του. Το Κογκρέσο δεν έχει αποφασίσει για τίποτα από τα δύο αν και έχει ξεκάθαρα το συνταγματικό δικαίωμα να το κάνει. Έχει εγκαταλείψει αυτή την εξουσία στην Ομοσπονδιακή Τράπεζα και τις 10.000 και πλέον τράπεζες που δημιουργούν το χρηματικό μας αποθεματικό.
το είδα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου