Υπάρχουν δύο τρόποι για να κατακτήσεις και να υποδουλώσεις ένα έθνος. Ό ένας είναι με το ξίφος. Ο άλλος είναι με το χρέος. Η κατάκτηση με το χρέος λαμβάνει χώρα σιωπηλώς και παρασκηνιακά, εμπαίζοντας το λαό με δέλεαρ την ανάπτυξη και τη σωτηρία του από τα δεινά της μιζέριας λόγω έλλειψης κεφαλαίων. Αρχικά, στην επιφάνεια τίποτε δεν αλλάζει στο ρυθμό ζωής. Απλά, η χώρα είναι υπό νέα διοίκηση και ο φόρος υποτέλειας, ο τόκος, δεν είναι ακόμη αισθητός.
Οι δανειστές παρουσιάζονται ως σωτήρες της χώρας χρησιμοποιώντας ωραία λόγια και ήπιες εκφράσεις, μιλούν για «αμοιβαία επωφελή συνεργασία» και «φιλική προς την ανάπτυξη» παροχή δανείων. Εκπέμπουν μηνύματα αισιοδοξίας στον ταλαιπωρημένο λαό, παίζοντας με τις λέξεις: βαπτίζουν τα επαχθή δάνεια σε «βοήθεια», τη λιτότητα σε «δημοσιονομική προσαρμογή» και την τοκογλυφία σε «αλληλεγγύη». Οι προθέσεις τους εμφανίζονται φιλικές, ότι επιτελούν με το πρόγραμμα «μεταρρυθμίσεων» ένα κοινωφελές έργο και συμπάσχουν στα προβλήματα μιας εξαθλιωνόμενης κοινωνίας που μαστίζεται από την ανεργία. Πρέπει όμως να γίνουν θυσίες, προς το παρόν τονίζουν, για τη βιωσιμότητα και τη σωτηρία της χώρας στο μέλλον. Έτσι, ο λαός αισθάνεται ανακούφιση και θεωρεί ότι είναι οι ευεργέτες του, ενώ είναι οι δυνάστες του.
Η κατάκτηση ενός έθνους με το ξίφος έχει το μεγάλο μειονέκτημα ότι ο εχθρός είναι ορατός και ο λαός για να ανακτήσει την πολυπόθητη ελευθερία του ενδέχεται να εξεγερθεί. Έτσι, απαιτείται να