Προϊόντα της ελληνική γης, όπως το κουκί και το ρεβίθι, προσπαθούν να μπουν δυναμικά στην αγορά, με σκοπό μάλιστα να εκτοπίσουν τη μεταλλαγμένη σόγια από την πρωτοκαθεδρία της στην κτηνοτροφία, σύμφωνα με δημοσίευμα του Αθηναϊκού Πρακτορείου.
Στα σαφή πλεονεκτήματά τους, που αποδεικνύονται πλέον και ερευνητικά, συγκαταλέγονται η λειτουργία τους ως μεθόδου φυσικής λίπανσης, καθώς εμπλουτίζουν το έδαφος με άζωτο, αλλά και η δυνατότητά τους να χαρίσουν στη χώρα έναν βαθμό αυτονομίας και απεξάρτησης από την εισαγόμενη μεταλλαγμένη σόγια.
«Μετά τη νόσο των τρελών αγελάδων, οι ζωικές πρωτεΐνες απαγορεύτηκαν από τη διατροφή των ζώων και αντικαταστάθηκαν από τη σόγια. Το προϊόν αυτό, που είναι στην πλειοψηφία του μεταλλαγμένο και εισάγεται από το εξωτερικό στη χώρα μας, αποτελεί το 80% με 90% της πρωτεϊνικής τροφής στην κτηνοτροφία. Με δεδομένο, μάλιστα, ότι η διατροφή των ζώων αποτελείται από 30% πρωτεΐνες και 70% δημητριακά για την κάλυψη των ενεργειακών τους αναγκών, είναι προφανές ότι η σόγια, ως η βασικότερη πηγή πρωτεΐνης, είναι αναγκαίο κακό σήμερα στην κτηνοτροφία» εξηγεί στο ΑΜΠΕ ο καθηγητής γεωπονίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ) Δημήτρης Ντότας.
Απέναντι στην κατάσταση αυτή, το τμήμα Γεωπονίας του ΑΠΘ έχει ήδη ξεκινήσει τη διερεύνηση της δυνατότητας μερικής ή ολικής αντικατάστασης του σογιάλευρου με εγχώρια παραγόμενα κτηνοτροφικά ψυχανθή, όπως το μπιζέλι, το ρεβίθι, το κουκί και ο βίκος.
Όλα αυτά, τα μέχρι τώρα «υποτιμημένα» φυτά, μπορούν να ανοίξουν για τους αγρότες της χώρας νέους ορίζοντες καλλιεργειών και να χαρίσουν στην Ελλάδα επάρκεια σε ζωοτροφές.Σχόλιο: Αφού υπάρχουν εγχώριες και μάλιστα φυσικές λύσεις, γιατί καταφεύγουμε στα ετοιμοπαράδοτα ξένα προϊόντα, τα οποία σημειωτέον είναι και αμφιβόλου ποιότητας, καθότι πρόκειται για μεταλλαγμένα προϊόντα;
πηγή