Σελίδες

ΔΙΑΔΩΣΕ ΤΟ, ποιός περιμένεις να το κάνει αν όχι εσύ;

Τρίτη 19 Μαΐου 2015

Γιάννης Σιάτρας – Μηνυτήρια Αναφορά κατά Τραπεζών

Του Γιάννη Σιάτρα

Tί έγινε στη διετία 2010-2012; Γιατί χρεοκόπησαν όλες οι ελληνικές τράπεζες;

Με μηνυτήρια αναφορά που κατέθεσα στον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών, κατά των διοικήσεων των τεσσάρων συστημικών τραπεζών, του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος και για κάθε άλλο υπεύθυνο όργανο, της περιόδου από 20 Οκτωβρίου 2009 έως και 31η Δεκεμβρίου 2012, επιχειρώ να ανοίξω τις διαδικασίες έρευνας του ζητήματος και να εξευρεθούν οι ένοχοι.

Το ιστορικό της υπόθεσης έχει, σε συντομία, ως εξής: Κατά την έναρξη της κρίσης χρέους της Ελλάδας (τέλη 2009), το σύνολο του Δημοσίου Χρέους έφθανε στα 298,5 δισεκατομμύρια ευρώ. Από το ποσό ομόλογα συνολικού ύψους (ονομαστικής αξίας) περίπου 197,2 δισ. ευρώ κατέχονταν από τράπεζες, ασφαλιστικές εταιρίες, συνταξιοδοτικά ταμεία και λοιπούς θεσμικούς επενδυτές και ιδιώτες του εξωτερικού. Τα ομόλογα αυτά, κατέχονταν από επενδυτές του εξωτερικού, επειδή αυτοί είχαν επιλέξει να επενδύσουν στους ελληνικούς τίτλους (για λόγους εκμετάλλευσης των υψηλότερων επιτοκίων των ελληνικών ομολόγων ή και για διάφορους λόγους επενδυτικής πολιτικής τους).

Το γεγονός ότι ένα τόσο μεγάλο ποσό σε χαρτοφυλάκια ξένων τραπεζών, έπαιξε έναν
κεφαλαιώδη ρόλο στην όλη εξέλιξη της κρίσης του Ελληνικού χρέους. Λόγω των φόβων που επικρατούσαν εκείνη την περίοδο για τις αντοχές των ευρωπαϊκών τραπεζών σε ένα νέο κύκλο απωλειών (είχε μόλις προηγηθεί η κατάρρευση της Lehman Brothers), αντί να επιλεγεί -ήδη από τα τέλη του 2009- ένα άμεσο “κούρεμα” του χρέους (η πλέον συμφέρουσα λύση για την Ελλάδα), επιλέχθηκε η καθυστέρηση της αναδιάρθρωσής του και παράλληλα η -με κάθε τρόπο- μείωση των θέσεων των ευρωπαϊκών τραπεζών σε ελληνικά ομόλογα.

Έτσι, ένα μέρος των ομολόγων, εξοφλήθηκε (κατά τη διετία 2010-2012) στη λήξη του, από τα δάνεια που πήρε η Ελλάδα από τους εταίρους και το ΔΝΤ, ένα άλλο μέρος (75 δισ.) αγοράστηκε από την ΕΚΤ σε τιμές κοντά στο 70% (το μέρος αυτό δεν κουρεύτηκε) και ένα άλλο μέρος (υπολογίζεται σε περίπου 33 δισ.) αγοράστηκε από τις ελληνικές τράπεζες (τα ομόλογα αυτά “κουρεύτηκαν”).

Με βάση έρευνα που διεξήγαγε -μέσω της διαδικασίας του κοινοβουλευτικού ελέγχου- ο τότε Βουλευτής της Α΄ Αθηνών κ. Προκόπης Παυλόπουλος (ο σημερινός Πρόεδρος της Δημοκρατίας), αποδείχθηκε ότι, κατά την έναρξη της κρίσης (τέλη του 2009), οι ελληνικές τράπεζες είχαν στα χαρτοφυλάκιά τους, ομόλογα του Δημοσίου ονομαστικής αξίας € 20,1 δισεκατομμυρίων. Στα τέλη του 2011 (λίγο πριν από το PSI), η αξία των ομολόγων στα χαρτοφυλάκιά τους είχε εκτιναχθεί σε € 46,9 δισεκατομμύρια.

Τα ομόλογα αυτά αγοράστηκαν από ξένες τράπεζες (τότε είχε διακοπεί η έκδοση νέων ομολόγων) και κουρεύτηκαν, τόσο στο PSI του Μαρτίου 2012, όσο και στη “διαδικασία επαναγοράς” του Δεκεμβρίου 2012. Οι συνολικές απώλειες έφθασαν στο 75% της ονομαστικής τους αξίας. Δηλαδή, από τις τοποθετήσεις αυτές υπέστησαν συνολικές ζημιές ύψους € 20,1 δισεκατομμυρίων, χωρίς να υπολογίσουμε τις ζημιές από τα ομόλογα που αγοράστηκαν σε αντικατάσταση αυτών που στο μεταξύ είχαν λήξει.

Το γεγονός αυτό είχε καταστροφικά αποτελέσματα για τις τράπεζες. Συνολικά, από το PSI και την “επαναγορά” υπέστησαν συνολικές απώλειες ύψους € 28,4 δισ. και υποχρεωτικά έγινε η ανακεφαλαιοποίησή τους, με χρήματα που δανείστηκε το Κράτος και τα οποία τελικά επιβάρυναν το δημόσιο χρέος. Παράλληλα, υπήρξαν και έμμεσες ζημιές στην οικονομία, αφού τα χρήματα με τα οποία οι τράπεζες αγόραζαν ομόλογα (από τις ξένες τράπεζες που προσπαθούσαν να τα “ξεφορτωθούν”), έφυγαν από την πραγματική οικονομία και βάθυναν ακόμη περισσότερο την κρίση. Τέλος, από την πράξη αυτή ζημιώθηκαν οι εκατοντάδες χιλιάδες μέτοχοι των τραπεζών, αφού οι απώλειές τους ξεπέρασαν το 99%!

Γιατί συνέβη αυτό; Προειδοποιήσεις για το επερχόμενο “κούρεμα” των κατόχων των ελληνικών ομολόγων υπήρξαν πάρα πολλές και από πολλές κατευθύνσεις. Η απόφαση για την αύξηση των θέσεών τους σε ελληνικά ομόλογα ήταν των ιδίων των τραπεζών; Ποιοι λάμβαναν τις αποφάσεις για τη διαμόρφωση των θέσεων των τραπεζικών χαρτοφυλακίων; Με ποιες διαδικασίες λαμβάνονταν οι αποφάσεις αυτές; Υπάρχουν σχετικά πρακτικά; Τηρήθηκαν οι διαδικασίες που αφορούν στα όρια ανάληψης ρίσκου από τις τράπεζες; Λειτούργησε ο εσωτερικός τους έλεγχος; Ποιες ήταν οι ενέργειες της Τράπεζας της Ελλάδας, δηλαδή, του εποπτικού φορέα που είναι υπεύθυνος για την εύρυθμη λειτουργία του ελληνικού τραπεζικού συστήματος;

Αυτά είναι τα ερωτήματα που ζητώ να απαντηθούν. Η ελληνική κοινωνία πρέπει να μάθει τί έγινε. Οι μέτοχοι πρέπει να μάθουν γιατί καταστράφηκαν. Και αναλόγως τις απαντήσεις, για το εάν πρέπει να επιδιώξουν να αποζημιωθούν.

Δείτε το κείμενο της μηνυτήριας αναφοράς:

ΠΡΟΣ ΤΟΝ κ. ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΠΛΗΜΜΕΛΕΙΟΔΙΚΩΝ ΑΘΗΝΩΝ

Μηνυτήρια αναφορά

Του Ιωάννη Σιάτρα του Κωνσταντίνου, κατοίκου Αμαρουσίου Αττικής, οδός….

Κατά

α) Των μελών των Διοικητικών Συμβουλίων των Τραπεζών “Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος ΑΕ”, “Alpha Bank ΑΕ”, “Τράπεζα Eurobank Ergasias ΑΕ”, “Τράπεζα Πειραιώς ΑΕ”, “Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο ΑΕ” και “Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος ΑΕ”, της περιόδου από 20 Οκτωβρίου 2009 έως και 31η Δεκεμβρίου 2012.

β) Του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος κατά την περίοδο από 20 Οκτωβρίου 2009 έως και 31η Δεκεμβρίου 2012, κυρίου Γεωργίου Προβόπουλου, γ) Παντός άλλου υπευθύνου υπηρεσιακού οργάνου των παραπάνω τραπεζών και της Τράπεζας της Ελλάδος,

δ) Παντός άλλου υπευθύνου που συσχετίζεται με την υπόθεση.

*****

Αθήνα, 13 Μαΐου 2015

Άρθρο 259 ΠΚ. Υπάλληλος που με πρόθεση παραβαίνει τα καθήκοντα της υπηρεσίας του με σκοπό να προσπορίσει στον εαυτό του ή σε άλλον παράνομο όφελος ή για να βλάψει το κράτος ή κάποιον άλλο, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών, αν η πράξη αυτή δεν τιμωρείται με άλλη ποινική διάταξη”.

Άρθρο 263α ΠΚ. Για την εφαρμογή του άρθρου 259, υπάλληλοι θεωρούνται, εκτός από αυτούς που αναφέρονται στο άρθρο 13 και όσοι υπηρετούν μόνιμα ή πρόσκαιρα με οποιαδήποτε ιδιότητα σε τράπεζες που εδρεύουν στην ημεδαπή κατά το νόμο ή το καταστατικό τους”.

Κύριε Εισαγγελέα,

Επιθυμώ να σας ενημερώσω για τα παρακάτω περιστατικά:

Εισαγωγή

Κατά την έναρξη της κρίσης χρέους της Ελλάδας (31/12/2009), το σύνολο του Ελληνικού Δημοσίου Χρέους, σύμφωνα με τα στοιχεία του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους (Δελτίο Δημοσίου Χρέους Νο 56) (Συνημμένο 1), έφθανε στα 298,5 δισεκατομμύρια ευρώ. Σύμφωνα με το ίδιο Δελτίο, ποσοστό 84,8% του συνολικού χρέους, δηλαδή ποσό περίπου 253,2 δισεκατομμύρια ευρώ, εκφραζόταν σε Ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου (ΟΕΔ). Από τα ομόλογα αυτά, με βάση πληροφορίες οι οποίες έχουν συλλεχθεί τόσο από επίσημες πηγές (Τράπεζα της Ελλάδος, Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών (Βank of International Settlements κλπ), όσο και από αναλύσεις που δημοσιεύθηκαν στον ελληνικό και το διεθνή Τύπο, τίτλοι συνολικού ύψους περίπου 197,2 δισεκατομμυρίων ευρώ (το ποσό αφορά στην ονομαστική αξία των ομολόγων) κατέχονταν από σε τράπεζες, ασφαλιστικές εταιρίες, συνταξιοδοτικά ταμεία, σε λοιπούς θεσμικούς επενδυτές και σε ιδιώτες του εξωτερικού. Τα ομόλογα αυτά, κατέχονταν από επενδυτές του εξωτερικού, επειδή αυτοί είχαν επιλέξει να επενδύσουν στους ελληνικούς τίτλους (για λόγους εκμετάλλευσης των υψηλότερων επιτοκίων των ελληνικών ομολόγων ή και για διάφορους λόγους επενδυτικής πολιτικής τους).

Το γεγονός ότι, ένα ποσό ύψους περίπου € 197,2 δισεκατομμυρίων βρισκόταν στα χαρτοφυλάκια τραπεζών και άλλων θεσμικών ή ιδιωτών επενδυτών του εξωτερικού, έπαιξε έναν κεφαλαιώδη ρόλο στην όλη εξέλιξη της κρίσης του Ελληνικού χρέους, στην πολιτική που ακολούθησαν η Ευρωπαϊκή Ένωση, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, οι Κυβερνήσεις των Ευρωπαϊκών κρατών και άλλοι φορείς προς τη χώρα μας και τελικά, προσδιόρισε την εξέλιξη της κρίσης αλλά και την πολιτική, οικονομική και κοινωνική πορεία της Ελλάδας, έως σήμερα και θα την προσδιορίζει για πολλές δεκαετίες ακόμη.

Όπως προκύπτει από την ιστορική έρευνα, τις αναλύσεις δεκάδων ιδρυμάτων, επενδυτικών οίκων, διεθνών οργανισμών και μεμονωμένων αναλυτών, αλλά και από εκατοντάδες ή ακόμη και χιλιάδες δημοσιεύματα της περιόδου Μαρτίου 2010 έως και Δεκεμβρίου 2012, αλλά και όπως σήμερα παραδέχονται ακόμη και επίσημοι φορείς ( Συνημμένο 2 – Απάντηση του Επιτρόπου Οικονομικών Όλι Ρεν σε ερώτηση του Έλληνα Ευρωβουλευτή Νίκου Χουντή, στην οποία αναφέρει ότι “Το 2010 δεν έγινε αναδιάρθρωση (κούρεμα) του ελληνικού χρέους, για να μη μεταδοθεί η οικονομική κρίση στα άλλα κράτη μέλη και στις ευρωπαϊκές τράπεζες”), το κυρίως ζητούμενο από τους φορείς του εξωτερικού που ενεπλάκησαν στην Ελληνική κρίση, ήταν η εξεύρεση τρόπων για τη μείωση της έκθεσης των ευρωπαϊκών τραπεζών και των λοιπών (θεσμικών) επενδυτών, στον κίνδυνο που συνεπαγόταν γι αυτές η κατοχή αυτών των τεράστιων ποσοτήτων των Ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου. Εάν η Ελλάδα χρεοκοπούσε την περίοδο εκείνη (Μάιος 2010) ή εάν κήρυττε “παύση πληρωμών”, τότε οι Ευρωπαϊκές τράπεζες, οι λοιποί επενδυτές και -κατά συνέπεια- πολλές Ευρωπαϊκές οικονομίες (οι τράπεζες των οποίων κατείχαν ελληνικά ομόλογα) κινδύνευαν να υποστούν μεγάλες ζημιές.

Για το λόγο αυτό, η εξεύρεση τρόπων για την μείωση της ποσότητας των Ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου που διακρατούσαν οι τράπεζες και οι άλλοι επενδυτές του εξωτερικού, ήταν επιτακτική και κεφαλαιώδους σημασίας.

Κατά το διάστημα που ακολούθησε, μέχρι και τον Μάρτιο του 2012 (οπότε και έγινε το PSI – “κούρεμα χρέους”), οι ξένες τράπεζες μείωσαν σημαντικά τις θέσεις τους σε Ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου (υπολογίζεται ότι η μείωση ήταν περίπου 145 δισεκατομμύρια ευρώ). Αυτό επιτεύχθηκε με τρεις κυρίως τρόπους: α) Με την πλήρη αποπληρωμή όσων ομολόγων είχαν στην κατοχή τους, τα οποία έληξαν μεταξύ του Μαΐου 2010 και Φεβρουαρίου 2012 (η αποπληρωμή τους έγινε κανονικά με τα κεφάλαια που δανειζόταν η χώρα με βάση τη συμφωνία του πρώτου Μνημονίου – κεφάλαια τα οποία πάντα εκταμιεύονταν μία ή δύο μέρες πριν από τη λήξη των ομολόγων και τα οποία κατευθύνονταν απ’ ευθείας για την εξόφλησή τους).

β) Με την αγορά τους από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σε τιμές που -κατά μέσο όρο- κυμάνθηκαν μεταξύ του 70% έως 75% της ονομαστικής τους αξίας. Πωλητές των ομολόγων αυτών ήταν σχεδόν αποκλειστικά διάφορες ευρωπαϊκές τράπεζες (πλην των ελληνικών και των κυπριακών τραπεζών).

γ) Με την πώληση των ομολόγων αυτών σε ελληνικές τράπεζες και επιχειρήσεις των ελληνικών τραπεζικών ομίλων.


Με τον τρόπο αυτό, όταν υλοποιήθηκε η διαδικασία απομείωσης του Ελληνικού Δημόσιου Χρέους (PSI ή “κούρεμα” όπως επικράτησε να λέγεται), οι ξένες τράπεζες και οι άλλοι ξένοι επενδυτές συμμετείχαν σ’ αυτή με μικρά ποσά ομολόγων (πολύ μικρότερα σε σχέση με αυτά που αρχικά διακρατούσαν), ενώ, λόγω της μείωσης των θέσεών τους με τον τρόπο που περιγράφηκε παραπάνω, ένα μεγάλο τμήμα του Ελληνικού χρέους δεν “κουρεύτηκε” (δηλαδή δεν “κουρεύτηκε” αυτό που διακρατούσαν οι Ευρωπαϊκές Κυβερνήσεις και τα ομόλογα που είχε αγοράσει -από τις ευρωπαϊκές τράπεζες- η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα). Από την άλλη πλευρά, οι Ελληνικές τράπεζες συμμετείχαν στο «κούρεμα» με αυξημένα ποσά ομολόγων (πολύ μεγαλύτερα απ’ αυτά που κατείχαν λίγο πριν την αρχή της κρίσης), με αποτέλεσμα την καταγραφή βαρύτατων ζημιών, κάτι που -όπως εξηγείται και παρακάτω- είχε καταστροφικές συνέπειες για τους μετόχους των τραπεζών. Παράλληλα, οι τεράστιες ζημιές που κατέγραψαν οι ελληνικές τράπεζες οδήγησε στην ανάγκη ανακεφαλαιοποίησής τους, με νέα δάνεια που αναγκάστηκε να πάρει η χώρα, δάνεια τα οποία επιβάρυναν το Δημόσιο Χρέος και συνεπώς έβλαψαν την Εθνική Οικονομία και τον Ελληνικό λαό και τους Έλληνες Φορολογούμενους. 

Ιστορικό της υπόθεσης

Στις 6 Αυγούστου 2012, ο βουλευτής της Α’ εκλογικής περιφέρειας Αθηνών (και νυν Πρόεδρος της Δημοκρατίας) κ. Προκόπης Παυλόπουλος, υπέβαλε, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 133 του Κανονισμού της Βουλής, την υπ’ αριθμόν 42/6-8-2012 Αίτηση Κατάθεσης Εγγράφων προς τον κ. Υπουργό των Οικονομικών. (Συνημμένο 3) Στην αίτησή του ο κ. Παυλόπουλος, προκειμένου να γίνει γνωστή η εξέλιξη της σύνθεσης του δημοσίου χρέους της χώρας κατά την περίοδο 2008-2012, καθώς και να διαφανεί εάν και σε ποιο βαθμό και μέσω ποίων, ενδεχομένως, επιχειρήθηκαν, στον τομέα αυτόν, κερδοσκοπικά παίγνια σε βάρος της Εθνικής Οικονομίας (π.χ. Ελληνικών Ασφαλιστικών Ταμείων, Ελληνικών Τραπεζών, μικροομολογιούχων κλπ), ιδίως σε περιόδους λήψης εξαιρετικά κρίσιμων οικονομικών αποφάσεων, ζήτησε την κατάθεση των ακόλουθων εγγράφων με τα αντίστοιχα στοιχεία:

1) Αναλυτικό πίνακα από τον οποίο να προκύπτει ποιοι ήταν, διαδοχικώς, οι κάτοχοι ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου στις 31/12/2008, στις 31/12/2009, στις 30/4/2010, στις 31/12/2010, στις 30/9/2011 και στις 31/12/2011. Πιο συγκεκριμένα επ’ αυτού, ο κ. Παυλόπουλος ζήτησε, από τον πίνακα αυτόν και τ’ αντίστοιχα στοιχεία, να προκύπτει, σαφώς και μ’ εξειδικευμένο τρόπο, η ονομαστική αξία των ομολόγων που κατείχαν στις συγκεκριμένες ημερομηνίες τα Ελληνικά Ασφαλιστικά Ταμεία, οι Ελληνικές Τράπεζες, οι Έλληνες ιδιώτες (φυσικά και νομικά πρόσωπα), οι Τράπεζες της αλλοδαπής και οι Διεθνείς Χρηματοοικονομικοί Οργανισμοί, δηλαδή ξεχωριστά κάθε κατηγορία επενδυτών. Επιπλέον, ο κ. Παυλόπουλος ζήτησε, ειδικώς για της Τράπεζες της αλλοδαπής, η ομαδοποίηση ως προς τις συγκεκριμένες, ανωτέρω προσδιοριζόμενες, ημερομηνίες να γίνει με βάση τη χώρα της έδρας τους.

2) Αναλυτική κατάσταση, από την οποία να προκύπτει η ημερομηνία έκδοσης και λήξης των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου που προσδιορίζονται σε προηγούμενο αίτημά του. (12/12.12.2011 – Επερώτηση προς τον Υπουργό των Οικονομικών). (Συνημμένο 4)

Επί της αίτησης αυτής απάντησε ο Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών κ. Χρήστος Σταϊκούρας με την ΑΠ 2/60213/0023/7-9-2012 επιστολή του, στην οποία είχαν επισυναφθεί πίνακες της Διεύθυνσης Συστημάτων Πληρωμών και Διακανονισμού της Τράπεζας της Ελλάδος. (Συνημμένο 5).

Στην παραπάνω απάντησή του, ο κ. Σταϊκούρας, μεταξύ άλλων, ανέφερε ότι “Στοιχεία αναφορικά με τους κατόχους των ελληνικών κρατικών τίτλων είναι διαθέσιμα μέσω του Συστήματος “Άυλοι Τίτλοι” της Δ/νσης Συστημάτων Πληρωμών και Διακανονισμού της Τράπεζας της Ελλάδος. Συγκεκριμένα, στο σύστημα αυτό τηρούνται μόνο ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου (ΕΔ) που εκδίδονται στην Ελλάδα, εισάγονται αρχικά στο Ελληνικό Χρηματιστήριο και τους αποδίδεται διεθνής αριθμός ταυτοποίησης (ISIN) με το χαρακτηριστικό πρόθεμα GR. Στο σύστημα δεν συμπεριλαμβάνονται τα ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου που εκδίδονται στο εξωτερικό και εισάγονται κατά την έκδοσή τους σε αλλοδαπά χρηματιστήρια”.


Στους πίνακες της Διεύθυνσης Συστημάτων Πληρωμών και Διακανονισμού της Τράπεζας της Ελλάδος, αναφέρονταν τα παρακάτω στοιχεία:

Πίνακας 1: Υπόλοιπα Ομολογιών του Ελληνικού Δημοσίου – Εγχώριος τομέας (Σημ. 1 έως 6)







Πίνακας 2: Υπόλοιπα Ομολογιών του Ελληνικού Δημοσίου – Εξωτερικός τομέας (Σημ. 1 έως 6)


Σημειώσεις: 1) Τα ποσά είναι σε εκατομμύρια ευρώ. 2) Περιλαμβάνονται τίτλοι του Ελληνικού Δημοσίου με ISIN GR. 3) Δεν συμπεριλαμβάνονται ΕΓΕΔ, τα ομόλογα ενίσχυσης ρευστότητας και τα εταιρικά ομόλογα. 4) Repos και ενέχυρα μεταξύ τραπεζών όπως και με την πελατεία τους εμφανίζονται στους κατόχους των τίτλων την κάθε ημερομηνία. 5) Ανάλογα με την ταξινόμηση των ομολόγων στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών, σύμφωνα με τα ισχύοντα (διεθνή) λογιστικά πρότυπα, άλλα αποτιμώνται σε τρέχουσες τιμές (μέθοδος mark-to-market) και άλλα στην αξία κτήσης. Συνεπώς, τα παραπάνω ομόλογα είναι σαφώς μεγαλύτερης ονομαστικής αξίας απ’ αυτή που εμφανίζουν στους παρακάτω πίνακες. 6) Τα παραπάνω ποσά εμφανίζονται στρογγυλοποιημένα στην πλησιέστερη ακέραια μονάδα.

(Συνημμένο 3α)

Από τους παραπάνω πίνακες, μεταξύ άλλων προκύπτει ότι η εξέλιξη της αξίας των Ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου που διακρατούσαν οι Ελληνικές Τράπεζες, μεταξύ των ετών 2008 και 2011, είχε ως εξής:

31/12/2008:     14.614 εκατ. Ευρώ.


31/12/2009:     20.087 εκατ. Ευρώ.


30/4/2010:     35.746 εκατ. Ευρώ.


31/12/2010:     35.440 εκατ. Ευρώ.


31/12/2011:     46.940 εκατ. ευρώ.

Δηλαδή, μεταξύ του τέλους του 2008 και του τέλους του 2011, σύμφωνα με τα στοιχεία που τηρεί η Τράπεζα της Ελλάδος, τα ομόλογα που διακρατούσαν στα χαρτοφυλάκιά τους οι Ελληνικές Τράπεζες αυξήθηκαν κατά 32,3 δισεκατομμύρια ευρώ ή κατά 221,2%. Μεταξύ του τέλους του 2009 και του τέλους του 2011, η αύξηση έφθασε στα 26,9 δισεκατομμύρια ή κατά 133,7%. Σημειώνεται δε ότι, από τον Απρίλιο του 2010 η Ελλάδα δεν προχώρησε σε άλλη έκδοση ομολόγων και συνεπώς, η οποιαδήποτε αύξηση που έγινε μετά την ημερομηνία αυτή προήλθε αποκλειστικά από αγορές από τον “τομέα του εξωτερικού” (δηλαδή, τα ομόλογα με τα οποία αυξήθηκε η θέση των ελληνικών τραπεζών και ασφαλιστικών ταμείων, προήλθαν όλα από αγορές από ξένες τράπεζες ή άλλους ξένους επενδυτές). Παράλληλα, θα πρέπει να σημειωθεί ότι, μεταξύ του 2009 και του 2011 υπήρξαν λήξεις ομολόγων ύψους € 5 έως 6 δισεκατομμυρίων (αυτό αποτελεί μία ασφαλή -συντηρητική- εκτίμηση που προκύπτει αν λάβουμε υπ’ όψη τις λήξεις των ομολόγων που περιγράφονται στα Δελτία Δημοσίου Χρέους που εκδίδουν οι υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών). Συνεπώς, μπορούμε με αρκετά μεγάλη ασφάλεια να υποθέσουμε ότι ποσό ύψους € 5 έως 6 δισεκατομμυρίων αποπληρώθηκε σε Ελληνικές τράπεζες. Συνεπώς, οι αγορές που πραγματοποίησαν οι Ελληνικές τράπεζες, είναι σημαντικά ανώτερες αυτών που προκύπτουν εάν απλά υπολογίσουμε τη διαφορά των ποσών μεταξύ των παραπάνω ημερομηνιών και, αντί των 26,9 δισεκατομμύρια που περιγράφεται παραπάνω, η αύξηση στις θέσεις τους σε ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου, κατά το διάστημα από το τέλος του 2009 έως το τέλος του 2011 (περίοδος 2 μόλις ετών), έφθασε στα 31,9 έως 32,9 δισεκατομμύρια.

Σε νέα Αίτηση Κατάθεσης Εγγράφων που υπέβαλε, σύμφωνα με το άρθρο 133


του Κανονισμού της Βουλής, στις 29/10/2012 (υπ’ αριθμόν 314/29-10-2012) (Συνημμένο 6), ο τότε βουλευτής κ. Προκόπης Παυλόπουλος, προς τον τότε Υπουργό των Οικονομικών, μεταξύ των άλλων, σχολιάζει τα αναφερόμενα στην ως άνω απάντηση του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών κ. Σταϊκούρα και τους επισυναπτόμενους πίνακες και εκφράζει μερικά -“χρήσιμα” όπως τα χαρακτηρίζει- συμπεράσματα: 

“1. Πρώτον, μέσα σε δύο, μόλις, χρόνια, δηλαδή από την 31/12/2009 έως την 31/12/2011, οι Ελληνικές Τράπεζες αύξησαν την έκθεσή τους σε ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου κατά 133,7% (από 20,1 δισ. ευρώ σε 46,9 δισ. ευρώ). 2. Δεύτερον, η Τράπεζα της Ελλάδος, κατά την ίδια χρονική περίοδο, αύξησε την έκθεσή της κατά 110% (από 3,5 σε 7,5 δισ. ευρώ), ενώ οι Έλληνες ιδιώτες – φυσικά και νομικά πρόσωπα- κατά 120% (από 2,2 σε 4,5 δισ. ευρώ).

3. Τρίτον, κατά την ίδια περίοδο οι ξένοι κάτοχοι ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου, που διατηρούν το χαρτοφυλάκιό τους σ’ Έλληνες θεματοφύλακες, μείωσαν την έκθεσή τους στα ως άνω ομόλογα εντυπωσιακώς. Από τ’ ανωτέρω στοιχεία συνάγεται αβιάστως ότι συστηματικά, κατά τη διετία 2010-2011, οι ξένοι παράγοντες των αγορών και ιδίως οι ξένες τράπεζες, πρωτίστως δε οι Γερμανικές, οι Γαλλικές και οι Αγγλικές –φυσικά με τη στήριξη των Κυβερνήσεών τους, οι οποίες συντελούσαν στην καθυστέρηση αναδιάρθρωσης του δημόσιου χρέους της Ελλάδας προκειμένου να κερδηθεί χρόνος- πωλούσαν μαζικά ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου που κατείχαν στα χαρτοφυλάκιά τους, ενώ αγόραζαν, μεταξύ άλλων, και οι Ελληνικές Τράπεζες, η Τράπεζα της Ελλάδος, οι Έλληνες ιδιώτες –φυσικά και νομικά πρόσωπα- και – αυτονόητα- η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Το περαιτέρω συμπέρασμα που, επίσης αβιάστως, προκύπτει είναι ότι οι ξένοι παράγοντες των αγορών, οι οποίοι γνώριζαν, πωλούσαν. Ενώ αγόραζαν οι Έλληνες, φυσικά ή νομικά πρόσωπα, πιστεύοντας και τις κατηγορηματικές δηλώσεις του οικονομικού επιτελείου της Κυβέρνησης Γ. Παπανδρέου ότι δεν πρόκειται να γίνει αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους και, άρα, “κούρεμα” των ομολόγων.

Υπενθυμίζω ενδεικτικώς ορισμένες δηλώσεις του τότε Υπουργού Οικονομικών κ. Γ. Παπακωνσταντίνου. Ειδικότερα την 13/4/2011, μιλώντας σε συνέδριο των “Financial Times”, δήλωνε, urbi et orbi, ότι δεν πρόκειται να γίνει αναδιάρθρωση του χρέους. Τα ίδια επανέλαβε, με ακόμη πιο κατηγορηματικό τρόπο, σε τηλεοπτική του εμφάνιση την 3/5/2011, με την επισήμανση ότι κάτι τέτοιο “θα ήταν τεράστιο λάθος για τη Χώρα, γιατί θα ζημιωθούν οι Τράπεζες και τ’ Ασφαλιστικά ταμεία”.

Όπως είναι ευνόητο, καθένας έχει το δικαίωμα να διερωτάται εάν ο κ. Γ. Παπανδρέου και ο κ. Γ. Παπακωνσταντίνου τελούσαν εν γνώσει αυτής της εξέλιξης ή δεν γνώριζαν, ούτε αυτοί, τι επρόκειτο να συμφωνηθεί στη Σύνοδο Κορυφής, ελάχιστους μόλις μήνες αργότερα! Εν πάση περιπτώση, το ποιοί έχασαν και ποιοί ωφελήθηκαν απ’ όλον αυτό τον ορυμαγδό δηλώσεων και παρεμβάσεων είναι πλέον πασιφανές:

Κέρδισαν οι ξένοι που γνώριζαν. Και έχασαν, μεταξύ άλλων και κατά κύριο λόγο, οι Ελληνικές Τράπεζες, τα Ελληνικά Ασφαλιστικά Ταμεία, οι Έλληνες ιδιώτες – φυσικά και νομικά πρόσωπα- και η Τράπεζα της Ελλάδος. Το Υπουργείο Οικονομικών –και η σχετική ευθύνη βαρύνει αποκλειστικώς τους υπηρεσιακούς παράγοντες και όχι τη σημερινή πολιτική ηγεσία- εξακολουθεί να υποστηρίζει ότι δεν είναι σε θέση να γνωρίζει τους ξένους κατόχους ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου με βάση τη χώρα προέλευσής τους. Προφανώς τη θέση αυτή έχει και η Τράπεζα της Ελλάδος.


Όμως μια τέτοια διαχρονική άγνοια των υπηρεσιακών παραγόντων του Υπουργείου Οικονομικών ως προς τους κατόχους των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου δημιουργεί, όπως είναι ευνόητο, ερωτηματικά. Καθώς κατ’ επανάληψη έχουν δημοσιευθεί στοιχεία της Τράπεζας Διεθνών Διακανονισμών (Bank for International Settlements – BIS), από τα οποία προκύπτουν, αναλυτικά, αδιάσειστα τεκμήρια για τους κατόχους ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου ανά χώρα προέλευσης. Πώς είναι δυνατόν να μην γνωρίζουν οι υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών και της Τράπεζας της Ελλάδος αυτά που γνωρίζει και δημοσιοποιεί π.χ. η B.I.S.;”

Η Διαδικασία Ανταλλαγής Ομολόγων Ελληνικού Δημοσίου (PSI):


Το Μάρτιο του 2012, στο πλαίσιο της απόφασης της Συνόδου Κορυφής της ΕΕ της 21ης Φεβρουαρίου 2012, η οποία προσδιόρισε το πλαίσιο του προγράμματος PSI για την απομείωση του δημόσιου χρέους κατά 53,5%, τέθηκε σε εφαρμογή η διαδικασία ανταλλαγής των Ομολόγων Ελληνικού Δημοσίου (ΟΕΔ). Οι ιδιώτες κάτοχοι ΟΕΔ (φυσικά και νομικά πρόσωπα) που συμμετείχαν στο πρόγραμμα έλαβαν νέα ΟΕΔ ονομαστικής αξίας ίσης με το 31,5% της ονομαστικής αξίας των παλαιών ομολόγων και ομόλογα (ετήσια και διετή) εκδόσεως του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF) αξίας ίσης με το 15% της ονομαστικής αξίας των ανταλλάξιμων ομολόγων. Το αποτέλεσμα του PSI εξελίχθηκε ομαλά και οι

όροι ανταλλαγής εφαρμόστηκαν σε ομόλογα ονομαστικής αξίας €199 δισεκατομμυρίων ή 97% επί της συνολικής ονομαστικής αξίας των επιλέξιμων ομολόγων. (Σημειώνουμε ότι, σύμφωνα με το Δελτίο Δημοσίου Χρέους Νο 64, στις 31/12/2011, το δημόσιο χρέος έφθανε στα 368,0 δισεκατομμύρια ευρώ. Δηλαδή, το χρέος που “κουρεύτηκε” ήταν το 54% του συνολικού χρέους). (Συνημμένο 7)


Με βάση τα στοιχεία που αναγράφονται στις Ετήσιες Οικονομικές Εκθέσεις της χρήσης του 2011 της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος, της Τράπεζας EFG Eurobank Ergasias, της Alpha Bank και της Τράπεζας Πειραιώς, προκύπτει ότι: (Σημειώνεται ότι, για λογιστικούς λόγους που επιβάλλονται από τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα, τα αποτελέσματα της Διαδικασίας Ανταλλαγής Ομολόγων Ελληνικού Δημοσίου (PSI) λογιστικοποιήθηκαν κατά την 31/12/2011). 

– Η Εθνική Τράπεζα συμμετείχε με επιλέξιμους τίτλους (Ομόλογα Ελληνικού Δημοσίου που ανταποκρίνονταν στους όρους της ανταλλαγής) συνολικού ύψους € 14.751 εκατομμυρίων και κατέγραψε ζημιές ύψους € 11.783 εκατομμυρίων. Σημειώνεται ότι, σύμφωνα με τις δημοσιευμένες οικονομικές καταστάσεις, στο τέλος του 2009, η (λογιστική) αξία των ομολόγων της Εθνικής Τράπεζας έφθανε στα € 11.611 εκατομμύρια, δηλαδή μέσα σε διάστημα δύο ετών και καθώς βρισκόταν σε εξέλιξη η κρίση των ελληνικών ομολόγων, η Τράπεζα αύξησε τη θέση της κατά τουλάχιστον € 3,1 δισεκατομμύρια. Η αύξηση μπορεί να είναι πολύ μεγαλύτερη, αφού στο μεταξύ, η λογιστική αξία των ομολόγων μειώθηκε σημαντικά, ενώ -λογικά- υπήρξαν και αποπληρωμές των ομολόγων που στο ίδιο διάστημα είχαν λήξει. – Η Τράπεζα EFG Eurobank Ergasias συμμετείχε με επιλέξιμους τίτλους συνολικού ύψους € 7.336 εκατομμύρια (η Τράπεζα δε διευκρινίζει εάν πρόκειται για ονομαστική ή λογιστική αξία) και κατέγραψε ζημιές ύψους € 5.779 εκατομμυρίων.

– Η Alpha Bank συμμετείχε με επιλέξιμους τίτλους συνολικού ύψους € 6.043 εκατομμυρίων και κατέγραψε ζημιές ύψους € 4.789 εκατομμυρίων. Σημειώνεται ότι, σύμφωνα με τις δημοσιευμένες οικονομικές καταστάσεις, στο τέλος του 2009, η (λογιστική) αξία των ομολόγων της Alpha Bank έφθανε στα € 2.762 εκατομμύρια, ενώ στο τέλος του 2010 οι θέσεις της είχαν αυξηθεί σε € 5.474 εκατομμύρια, ενώ, όπως προκύπτει από το ύψος των επιλέξιμων τίτλων που προσέφερε για ανταλλαγή, κατά το 2011, οι θέσεις της αυξήθηκαν ακόμη περισσότερο.

– Η Τράπεζα Πειραιώς συμμετείχε με επιλέξιμους τίτλους συνολικού ύψους € 7,7 δισεκατομμυρίων και κατέγραψε ζημιές ύψους € 5.911 εκατομμυρίων. Όπως αναφέρει και σχετική μελέτη της Ένωσης Ελληνικών Τραπεζών (“Το Ελληνικό Τραπεζικό Σύστημα το 2011 και το 2012”, σελ. 49) Η συμμετοχή των ελληνικών τραπεζών στο εθελοντικό πρόγραμμα ανταλλαγής ομολόγων του ιδιωτικού τομέα PSI+ του Μαρτίου 2012 οδήγησε στην καταγραφή πολύ μεγάλων ζημιών στα ετήσια αποτελέσματά τους (€ 28 δισ. για τις 4 μεγαλύτερες), έχοντας καταλυτική επίπτωση στην κεφαλαιακή τους επάρκεια. Το Ευρωσύστημα για να συνεχίσει να δανείζει τις ελληνικές τράπεζες, πάντοτε έναντι ενεχύρου, απαιτεί μια ελάχιστη κεφαλαιακή επάρκεια εκ μέρους των τραπεζών. (Συνημμένο 8)

Δεν είναι γνωστό το ύψος της συμμετοχής στη “Διαδικασία Ανταλλαγής” του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου και της Αγροτικής Τράπεζας επειδή καθώς έπαυσαν να υφίστανται ως νομικά πρόσωπα, δεν εκδόθηκαν, ή δεν είναι δυνατό να εξευρεθούν τα σχετικά στοιχεία. Όμως, όπως προκύπτει από δημοσιεύματα της περιόδου, οι συγκεκριμένες Τράπεζες, στις 30/6/2010 κατείχαν Ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου ύψους € 5,3 δισεκατομμύρια (Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο), € 3,9 (Αγροτική Τράπεζα), ενώ σε περίπου € 4,5 δισεκατομμύρια υπολογίζεται το ύψος των ομολόγων που κατείχαν η Marfin, καθώς και άλλες μικρότερες τράπεζες. Στη μελέτη που εξέδωσε η Τράπεζα της Ελλάδος το Δεκέμβριο του 2012 (Τράπεζα της Ελλάδος – “Έκθεση για την Ανακεφαλαιοποίηση και Αναδιάταξη του Ελληνικού Τραπεζικού Τομέα”, σελ. 6.), αναφέρονται όλα τα στοιχεία των ιδίων κεφαλαίων και των ζημιών που προκάλεσε το PSI (“κούρεμα”) των Ελληνικών ομολόγων τον Μάρτιο του 2012. (Συνημμένο 9)

Το “κούρεμα” των ομολόγων του Δεκεμβρίου 2012 (επαναγορά χρέους)

Στα πλαίσια των αποφάσεων του Συμβουλίου Υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης της 27.11.2012 συμφωνήθηκε, μεταξύ άλλων, και η μείωση του ελληνικού χρέους μέσω της επαναγοράς ομολόγων από τον ιδιωτικό τομέα (πρόκειται γι’ αυτό που επικράτησε να λέγεται PSI+).


Σε εφαρμογή της συμφωνίας αυτής, η Ελληνική Δημοκρατία απηύθυνε την 3/12/2012 πρόσκληση στους κατόχους των Νέων Ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου (Προσδιορισμένοι Τίτλοι), όπως υποβάλλουν προσφορές ανταλλαγής αυτών. Από την ανταλλαγή, οι συμμετέχοντες θα λάμβαναν βραχυχρόνιους (6μηνους) τίτλους του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοοικονομικής Σταθερότητας (δηλαδή, κάτι σαν μετρητά), ίσους προς το 33,8% της ονομαστικής αξίας των ομολόγων που θα προσκόμιζαν για ανταλλαγή.

Όλες οι Ελληνικές τράπεζες συμμετείχαν στη νέα ανταλλαγή (“νέο κούρεμα”). Με βάση τα στοιχεία που δημοσιεύονται στις Ετήσιες Οικονομικές Καταστάσεις της χρήσης 2012 των Τραπεζών, η συμμετοχή τους είχε ως εξής: – Η Εθνική Τράπεζα συμμετείχε προσφέροντας ομόλογα ύψους € 4,4 δισεκατομμυρίων. Έναντι αυτών έλαβε τίτλους του ΕΤΧΣ ύψους € 1,5 δισεκατομμυρίων. (Ζημία € 2,9 δισεκατομμυρίων).

– Η Τράπεζα EFG Eurobank Ergasias συμμετείχε προσφέροντας ομόλογα ύψους € 2,3 δισεκατομμυρίων. Έναντι αυτών έλαβε τίτλους του ΕΤΧΣ ύψους € 0,8 δισεκατομμυρίων. (Ζημία € 1,5 δισεκατομμυρίων). – Η Alpha Bank συμμετείχε προσφέροντας ομόλογα ύψους € 1,5 δισεκατομμυρίων. Έναντι αυτών έλαβε τίτλους του ΕΤΧΣ ύψους περίπου € 0,5 δισεκατομμυρίων. (Ζημία € 1,0 δισεκατομμυρίων περίπου). – Η Τράπεζα Πειραιώς συμμετείχε προσφέροντας ομόλογα ύψους € 4,3 δισεκατομμυρίων. Έναντι αυτών έλαβε τίτλους του ΕΤΧΣ ύψους € 1,5 δισεκατομμυρίων. (Ζημία € 2,8 δισεκατομμυρίων περίπου).


Ως αποτέλεσμα των παραπάνω ζημιών, τα ίδια κεφάλαια των Ελληνικών Τραπεζών υποχώρησαν σε εξαιρετικά χαμηλά (και μη αποδεκτά με βάση τους διεθνείς κανόνες) επίπεδα (στην περίπτωση μάλιστα της Εθνικής Τράπεζας βρέθηκαν να είναι και αρνητικά), με αποτέλεσμα να υπάρξει η ανάγκη για την ανακεφαλαιοποίηση των τεσσάρων τραπεζών που κρίθηκαν ως “συστημικές”, αλλά και την αναγκαστική εκκαθάριση της Αγροτικής Τράπεζας και του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου και την τελική εκχώρησή τους σε άλλους τραπεζικούς ομίλους (η μεν Αγροτική Τράπεζα “πουλήθηκε” έναντι 95 εκατομμυρίων ευρώ στην Τράπεζα Πειραιώς, το δε Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο απορροφήθηκε -με απαράδεκτους όρους- από την Eurobank). Σημειώνεται ότι μέτοχοι των δύο αυτών τραπεζών έχουν προσφύγει στη Δικαιοσύνη για τις -κατ’ αυτούς- αδιάφανες και παράνομες διαδικασίες που ακολουθήθηκαν κατά την εκχώρηση των τραπεζών.

Όμως, το κόστος της αναγκαστικής ανακεφαλαιοποίησης τελικά το επωμίσθηκε το σύνολο του Ελληνικού λαού, αφού αυτή έγινε με κεφάλαια που δανείστηκε η χώρα από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και τα άλλα Κράτη μέλη της Ευρωζώνης, ενώ το δάνειο (το οποίο υπολογίζεται σε περίπου 50 δισεκατομμύρια ευρώ) προστέθηκε στο Δημόσιο Χρέος της χώρας, τη στιγμή μάλιστα που αυτή, εξακολουθούσε να έχει σημαντικά χρηματοδοτικά κενά για την κάλυψη υποχρεώσεών της, με αποτέλεσμα την όξυνση των πιέσεων για συγκέντρωση ακόμη υψηλότερων φορολογικών εσόδων, αλλά και τη διατήρηση της περιοριστικής πολιτικής που τόσα δεινά έχει προκαλέσει στην Ελληνική οικονομία και την Ελληνική κοινωνία. Στη μελέτη της Ένωσης Ελληνικών Τραπεζών (“Το Ελληνικό Τραπεζικό Σύστημα το 2011 και το 2012”, σελ. 82) τίθεται ένα ενδιαφέρον ζήτημα: “Θα ήταν απαραίτητη η ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών χωρίς την επίπτωση του PSI;”. Η απάντηση που δίνει ο μελετητής αναφέρει: “Είναι προφανές ότι χωρίς την επίπτωση των προ-φόρων € 37 δισ. ζημιών από τη συμμετοχή τους στο PSI, οι ελληνικές τράπεζες, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, θα διατηρούσαν κερδοφορία και ικανοποιητικούς δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας, παρά τη βαθιά πολυετή ύφεση και το σημαντικό ύψος των προβλέψεων που ανέλαβαν έναντι επισφαλών δανείων. Η αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων την τελευταία τριετία, λόγω της ύφεσης και της μείωσης των εισοδημάτων νοικοκυριών και επιχειρήσεων, δεν θα αποτελούσε από μόνη της, χωρίς δηλαδή την επίπτωση του PSI, αναγκαία συνθήκη για την ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών, κάτι που επιβεβαιώθηκε και από την ειδική προς τον σκοπό αυτό διαγνωστική μελέτη του χαρτοφυλακίου πιστοδοτήσεων των τραπεζών από τη διεθνή εταιρεία BlackRock. Συνεπώς, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι τα τρέχοντα προβλήματα των ελληνικών τραπεζών είναι αποτέλεσμα της επιλογής τους να διατηρούν στο χαρτοφυλάκιό τους τα κρατικά ομόλογα. (Συνημμένο 10)

Ανεύθυνη συμπεριφορά των διοικήσεων και οργάνων των Τραπεζών:

Οι αγοραπωλησίες των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου που έγιναν πριν από το “κούρεμα” του χρέους (PSI) (δηλαδή, πριν από το Μάρτιο του 2012) και οι ενέργειες των ελληνικών τραπεζών και των ελληνικών ασφαλιστικών ταμείων, επηρέασαν καταλυτικά -και θα επηρεάζουν για πολλά ακόμη χρόνια- την πορεία των δημοσίων οικονομικών, την εξέλιξη του χρέους και την περιουσία των ασφαλιστικών ταμείων, την πορεία της οικονομίας και γενικά, την ευρύτερη οικονομική κατάσταση του ελληνικού λαού.


Μεταξύ των ετών 2009 και 2012 υπήρξαν κάθε είδους ενδείξεις για την επερχόμενη απαξίωση των Ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου και την οικονομική καταστροφή των κατόχων τους. Υπήρξαν ενδείξεις από τα ΜΜΕ, τα οποία περιέγραφαν τις εναγώνιες προσπάθειες των ξένων τραπεζών να “ξεφορτωθούν” τα Ελληνικά ομόλογα. Υπήρξαν προειδοποιήσεις των κινδύνων από την Τράπεζα της Ελλάδος, αλλά και προτροπές “να χαράζουν (οι τράπεζες) με διορατικότητα τη μεσοπρόθεσμη στρατηγική τους” και να σταθμίζουν “όχι μόνο τις τρέχουσες, αλλά και τις προβλεπόμενες χρηματοπιστωτικές και μακροοικονομικές συνθήκες και προοπτικές, οι οποίες συνεχίζουν να χαρακτηρίζονται από υψηλό βαθμό αβεβαιότητας”. (Τράπεζα της Ελλάδος, “Το Χρονικό της μεγάλης κρίσης”, σελ. 53) (Συνημμένο 11). Υπήρξαν προειδοποιήσεις από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης, διάφορα μελετητικά ιδρύματα, αλλά και διάφορους διεθνείς οργανισμούς. Προειδοποιήσεις και επιφυλάξεις δημοσίευαν ακόμη και τα τμήματα Μελετών και Αναλύσεων των Ελληνικών Τραπεζών, των ιδίων που στο μεταξύ αύξαναν τις θέσεις τους σε Ελληνικά ομόλογα! Ενώ, η χρηματιστηριακή αγορά, σε καθημερινή βάση, κατέγραφε το μέγεθος της απαξίωσης των τραπεζικών μετοχών.

Και όμως, σ’ αυτό το περιβάλλον, μέσα σ’ αυτές τις εξελίξεις, οι Ελληνικές Τράπεζες, έχοντας γνώση των πιθανών συνεπειών, αύξησαν θεαματικά την ποσότητα των Ελληνικών Ομολόγων στα χαρτοφυλάκιά τους!

Ο κάθε λογικός άνθρωπος θα αναρωτηθεί για το πώς είναι δυνατόν οι διοικήσεις των τραπεζών να συμπεριφερθούν με τόσο μεγάλη και εγκληματική ανωριμότητα; Πώς ήταν δυνατό να συνεχίσουν να αυξάνουν τις θέσεις τους σε “τοξικά” ελληνικά ομόλογα, όταν η χώρα βούλιαζε και όταν όλες οι ξένες τράπεζες “ξεφόρτωναν” με βιασύνη τα ομόλογα αυτά από τα δικά τους χαρτοφυλάκια; Πώς ήταν δυνατό να κατέχουν “τοξικά” ομόλογα τα οποία κατά μέσο όρο ήταν διπλάσια από τα ίδια τους κεφάλαια, τη στιγμή που οι ίδιες επιβίωναν από τη ρευστότητα που τους παρείχε η ΕΚΤ;

Δε μπορούσαν να καταλάβουν ότι με τον τρόπο αυτό κατέστρεφαν τις τράπεζες που διοικούσαν; Δε μπορούσαν να αντιληφθούν ότι οι πράξεις τους αυτές θα κατέληγαν να αποτελέσουν την “αγχόνη” όχι μόνον για τις ίδιες, αλλά και για το ίδιο το Ελληνικό Δημόσιο, το οποίο -στα πλαίσια της υποχρέωσής του για στήριξη του τραπεζικού συστήματος- θα ήταν υποχρεωμένο να προχωρήσει στην ανακεφαλαιοποίησή τους, σε μία περίοδο μάλιστα που αυτό (το Ελληνικό Δημόσιο) δεν είχε τα απαραίτητα κεφάλαια για να το πράξει;

Και βεβαίως, πέραν από την “άμεση” καταστροφή που υπέστησαν, τόσον οι Τράπεζες, όσο και η χώρα, από τις εγκληματικές αυτές επιλογές, υπήρξαν και άλλες, “έμμεσες” -επίσης καταστροφικές- επιδράσεις προς την ελληνική οικονομία: Λόγω του ότι η ρευστότητα των τραπεζών κατευθύνονταν στην αγορά ομολόγων του Δημοσίου, περιορίζονταν τα κεφάλαια που θα μπορούσαν να κατευθυνθούν στην πραγματική οικονομία, με αποτέλεσμα το θάνατο από “ασφυξία” χιλιάδων επιχειρήσεων, εξέλιξη που ενίσχυσε την ύφεση, αύξησε την ανεργία και προκάλεσε ακόμη μεγαλύτερη απελπισία στην κοινωνία (είναι γνωστό ότι, λόγω της στενότητας των κεφαλαίων που είχαν, οι τράπεζες ανακάλεσαν, συχνά αντισυμβατικά, χιλιάδες δάνεια από επιχειρήσεις, πολλές από τις οποίες οδηγήθηκαν έτσι στο κλείσιμο). Μεταξύ του τέλους του 2009 και του τέλους του 2011, ποσό μεγαλύτερο από € 27 δισεκατομμύρια, (ποσοστό μεγαλύτερο του 13% του τότε ΑΕΠ) αντί να στηρίξει την ελληνική οικονομία που κατέρρεε, κατευθύνθηκε στην αγορά τοξικών κρατικών ομολόγων! Ή, ακόμη χειρότερα, κατευθύνθηκε στα ταμεία ξένων τραπεζών, οι οποίες πουλούσαν τα τοξικά ελληνικά τους ομόλογα!

Παράλληλα, αξίζει να σημειωθεί ότι, οι δεκάδες χιλιάδες μικρομέτοχοι των τραπεζών είχαν πλήρη άγνοια για το τί γίνονταν στα επενδυτικά χαρτοφυλάκια των τραπεζών τους. Κατά τα τελευταία χρόνια, τα ομόλογα που διακρατούσαν οι τράπεζες, έπαυσαν να αναφέρονται με αναλυτικά στοιχεία στις λογιστικές καταστάσεις ή στα Ετήσια Δελτία τους. Στις δε γενικές συνελεύσεις, ουδεμία συγκεκριμένη απάντηση δίδονταν στα ερωτήματα των μετόχων για το τί ακριβώς συνέβαινε.


Εύλογα, δημιουργούνται τα παρακάτω ερωτήματα:


  • Η απόφαση για την αύξηση των θέσεών τους σε ελληνικά ομόλογα ήταν των ιδίων των τραπεζών;

  • Ποιοι λάμβαναν τις αποφάσεις για τη διαμόρφωση των θέσεων των χαρτοφυλακίων των τραπεζών;


  • Με ποιες διαδικασίες λαμβάνονταν οι αποφάσεις αυτές; Υπάρχουν τα σχετικά πρακτικά;

  • Τηρήθηκαν οι διαδικασίες που αφορούν στα όρια ανάληψης ρίσκου από τις τράπεζες; Λειτούργησε ο εσωτερικός τους έλεγχος;

  • Ποια ήταν η στάση και ποιες ήταν οι ενέργειες της Τράπεζας της Ελλάδας, δηλαδή, του εποπτικού φορέα του ελληνικού τραπεζικού συστήματος; Προειδοποίησε τις τράπεζες που επόπτευε για τον υπερβολικό κίνδυνο που συσσωρεύονταν στα επενδυτικά τους χαρτοφυλάκια; Τους επέβαλε κάποιες κυρώσεις;

  • Υπήρξαν εντολές από την πολιτική ηγεσία της χώρας ή την Τράπεζα της Ελλάδος για την ενίσχυση των θέσεών τους σε ομόλογα, ή ακόμη χειρότερα, για αγορές ομολόγων από τις διεθνείς αγορές (όπου ως πωλητές κατά κανόνα εμφανίζονταν οι ξένες τράπεζες); Έγιναν κάποιες συμφωνίες για να συμβούν όλα αυτά; Ποιές είναι οι συμφωνίες αυτές;

Θα μάθουμε ποτέ για ποιους λόγους, ή με την εντολή ή την προτροπή ποιών, οι ελληνικές τράπεζες, όχι μόνο δεν ρευστοποίησαν τα ομόλογα που κατείχαν, αλλά απεναντίας υπερδιπλασίασαν τις θέσεις τους κατά την κρίσιμη περίοδο ; Και γιατί την ίδια περίοδο “φόρτωναν” με αυτά τα ομόλογα τους ανυποψίαστους έλληνες μικροομολογιούχους-επενδυτές;

Και γιατί η Τράπεζα της Ελλάδος “φόρτωνε” με αυτά τα ομόλογα το Κοινό Κεφάλαιο των Αποθεματικών των Ασφαλιστικών Ταμείων την εποχή που η ίδια προειδοποιούσε για την κακή κατάσταση της ελληνικής οικονομίας και την αφερεγγυότητα του ελληνικού κράτους ;

Τα ομόλογα αυτά δεν αγοράστηκαν για να υποστηριχθεί η χώρα, σε κάποια απόπειρα έκδοσης ομολόγων (κάτι που επίσης θα ήταν κατακριτέο) αφού από τον Μάρτιο του 2010 είχε διακοπεί η έκδοση νέων ομολόγων, αλλά αγοράστηκαν από τη διεθνή αγορά και πωλητές ήταν οι ευρωπαϊκές τράπεζες. Με την αγορά τους, βελτιώθηκε η θέση των πωλητών και επιδεινώθηκε η θέση των αγοραστών. Με ποια λογική έγινε αυτό;

Κάποιος μπορεί να ισχυρισθεί ότι οι ελληνικές τράπεζες διακρατούσαν ελληνικά ομόλογα για να μπορούν να τα διαθέτουν ως “εγγυήσεις” προς την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, για να τους εξασφαλίζεται χρηματοδότηση, μέσω των δανείων που έδινε η ΕΚΤ προς τις ευρωπαϊκές εμπορικές τράπεζες. Όμως, αυτό το επιχείρημα δεν ευσταθεί, επειδή διαφορετικά φανερώνει μια “κοντόφθαλμη” οπτική από την πλευρά των τραπεζών. Δεν είναι δυνατό να διακρατούν ή να αγοράζουν αξιόγραφα τα οποία γνωρίζουν ότι σύντομα μπορούν να γίνουν η αιτία για τη βύθισή τους! Από την άλλη πλευρά, εάν ήθελαν να κατέχουν ομόλογα που γίνονται δεκτά ως εγγύηση από την ΕΚΤ, θα μπορούσαν να είχαν αγοράσει ομόλογα άλλου κράτους της Ευρωζώνης, τα οποία είχαν υψηλή βαθμολογία από τους οίκους αξιολόγησης, ή η ελληνική Κυβέρνηση να είχε διεκδικήσει για τις τράπεζες της χώρας την αποδοχή άλλου είδους εγγυήσεων. Βεβαίως, υπάρχει και η πιο απλοϊκή σκέψη. Εάν οι τράπεζες ήθελαν ρευστότητα, θα μπορούσαν να είχαν ρευστοποιήσει τα ομόλογά τους και να αποκτήσουν ρευστότητα με τα μετρητά που θα εισέπρατταν. Παράλληλα, έτσι θα εξυγίαιναν και τον ισολογισμό τους, θα αυξανόταν η φερεγγυότητά τους στη διεθνή διατραπεζική αγορά και τελικά, θα μπορούσαν να διασωθούν, ωφελώντας σημαντικά και την ίδια τη χώρα.

Η “διπλή” ζημιά για τη χώρα, την οικονομία και τους Έλληνες φορολογούμενους:

Τέλος, θα πρέπει να επισημανθεί ότι, η ζημιά για τη χώρα (και τους Έλληνες φορολογούμενους) από την ακατανόητη πράξη των τραπεζών να αυξήσουν τις θέσεις τους σε Ελληνικά ομόλογα κατά την περίοδο 2009-2011, κατά περίπου 27 δισεκατομμύρια ευρώ, ήταν διπλή.

Η αύξηση των θέσεων των Ελληνικών τραπεζών σε Ελληνικά ομόλογα κατά 27 δισεκατομμύρια ευρώ (31,9 ή 32,9 αν ληφθούν υπ’ όψη και οι λήξεις ομολόγων στη διετία 2010-2011, με τα χρήματα των οποίων αγοράστηκαν εκ νέου ομόλογα), αυτόματα σημαίνει ότι μειώθηκαν αντίστοιχα οι θέσεις των τραπεζών του εξωτερικού.

Σε πρακτικό επίπεδο, αυτό σημαίνει ότι, στο PSI που ακολούθησε, “κουρεύτηκαν” παραπάνω ομόλογα € 27 δισεκατομμυρίων από τις ελληνικές τράπεζες και αντίστοιχα ποσό λιγότερο από τις ξένες τράπεζες.

Σε όρους PSI (Μαρτίου 2012) αυτό σήμαινε παραπάνω ζημιές ύψους € 14,7 δισεκατομμυρίων κατ’ ελάχιστο για τις ελληνικές τράπεζες (υπολογισμός με βάση τα 27 δισεκατομμύρια ομολόγων που επιβεβαιωμένα αγοράστηκαν από τις “αγορές”). Επιπλέον, στο δεύτερο PSI του Δεκεμβρίου 2012, από το παραπάνω ποσό των € 27 δισεκατομμυρίων, υπήρξε ένα επιπλέον “κούρεμα” της τάξης των € 5,46 δισεκατομμυρίων κατ’ ελάχιστο. Δηλαδή, από τα € 27 δισεκατομμύρια που οι ελληνικές τράπεζες αύξησαν τις θέσεις τους κατά την περίοδο 2009-2011, λόγω των δύο “κουρεμάτων” του 2012, υπήρξε μια άμεση και καθαρή ζημιά ύψους € 20,2 δισεκατομμυρίων ευρώ κατ’ ελάχιστο, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι διάφορες πολλαπλασιαστικές επιδράσεις στο σύνολο της ελληνικής οικονομίας, ή και η καταστροφή που υπέστησαν οι ιδιώτες μικρομέτοχοι, η οποία επίσης αποτιμάται σε μερικά δεκάδες δισεκατομμύρια ευρώ. Για να καταλάβουμε το μέγεθος του ποσού αυτού, αλλά και το τί σημαίνει για την Ελληνική οικονομία και την κοινωνία, αξίζει να αναφέρουμε πως, το συνολικό ποσό που εξοικονομήθηκε για το Ελληνικό Δημόσιο, κατά την περίοδο 2010- 2013, από τις κάθε είδους περικοπές και την πολιτική λιτότητας που εφαρμόστηκαν στη χώρα κατά την περίοδο αυτή, φτάνουν στο ποσό των € 30 δισεκατομμυρίων περίπου.

Όμως, όπως προαναφέρθηκε, καθώς τα χρήματα αυτά εξανεμίστηκαν από τα κεφάλαια των ελληνικών τραπεζών, η χώρα δανείστηκε και πάλι για να τα αντικαταστήσει! Έτσι, ουσιαστικά, από την αύξηση των ελληνικών ομολόγων στα τραπεζικά χαρτοφυλάκια κατά τη διετία 2010-2011, πέραν της ζημιάς που έπαθε το τραπεζικό σύστημα, η χώρα αναγκάστηκε –λόγω της αύξησης των ομολόγων των τραπεζών- να δανειστεί, για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, επιπλέον ποσά (τα οποία κυμαίνονται ανάμεσα στα € 15 έως € 20 δισεκατομμύρια), σε σχέση με αυτά που θα χρειάζονταν εάν δεν είχαν αυξηθεί οι θέσεις των Ελληνικών τραπεζών σε Ελληνικά ομόλογα.

Επαγωγικά, θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι, οι ζημιές τόσο για τις τράπεζες, όσο και για τη χώρα, ήταν πολύ μεγαλύτερες, αφού, η χρηματοδότηση της αγοράς ομολόγων από τις τράπεζες, σημαίνει τη μείωση των πόρων για τη χρηματοδότηση της οικονομίας, σε μια από τις κρισιμότερες χρονικές περιόδους στην οικονομική ιστορία της χώρας. Είναι σαφές ότι, εάν τα χρήματα αυτά μπορούσαν να κυκλοφορήσουν στην ελληνική οικονομία, αντί να οδεύσουν είτε στα ταμεία του Κράτους, είτε στα ταμεία των ξένων τραπεζών, η ύφεση της περιόδου 2010-2012 θα ήταν ηπιότερη.

Από την άλλη πλευρά, η αποδυνάμωση των χαρτοφυλακίων των τραπεζών, προκάλεσε ανησυχίες στους καταθέτες και ήταν ένας από τους λόγους για τη φυγή κεφαλαίων προς το εξωτερικό, με όλα τα αρνητικά αποτελέσματα που είχε η εξέλιξη αυτή, τόσο για τις ίδιες τις τράπεζες, όσο και για την εθνική οικονομία. Βεβαίως, τα κέρδη για το τραπεζικό σύστημα, το δημόσιο χρέος, αλλά και την εθνική οικονομία, θα ήταν πολύ μεγαλύτερα εάν οι Τράπεζες, αντί να αγοράζουν ομόλογα από τις διεθνείς αγορές, ρευστοποιούσαν τα χαρτοφυλάκια ομολόγων, ή έστω είχαν την πρόνοια να τα ασφαλίσουν μέσω του “μηχανισμού” των CDS.

Δε μπορούμε να βρούμε καμία δικαιολογία για την πράξη αυτή. Κανείς δε μπορεί να ισχυρισθεί ότι δε γνώριζε το τί θα μπορούσε να συμβεί. Αυτό αποδεικνύεται από πλήθος στοιχείων:


α) Αναφορές και προειδοποιήσεις από τα ΜΜΕ:

Κατά την περίοδο μεταξύ του 2009 και του των αρχών του 2012, τόσο στον ελληνικό, όσο κυρίως στον διεθνή Τύπο δημοσιεύθηκαν χιλιάδες (στην κυριολεξία χιλιάδες) άρθρα τα οποία περιέγραφαν το πώς, οι διάφορες ευρωπαϊκές -κυρίως- τράπεζες ρευστοποιούσαν με σπουδή τα ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου που διατηρούσαν έως τότε στα χαρτοφυλάκιά τους, υπό το φόβο της πλήρους κατάρρευσης της τιμής τους που προκαλούνταν από τη δυσμενή οικονομική κατάσταση της λλάδας, αλλά και το ισχυρό ενδεχόμενο μίας αναδιάρθρωσης του Ελληνικού Δημοσίου Χρέους.

Σταχυολογούμε μερικά μόνον από τα άρθρα αυτά. 1) Άρθρο της έγκυρης βρετανικής εφημερίδας “The Telegraph”, της 17/5/2010 αναφέρει: Τίτλος: Οι τράπεζες ξεφορτώνονται τα ελληνικά ομόλογα και τα πουλούν προς την ΕΚΤ καθώς η Ευρωζώνη εκπέμπει σήματα πιστωτικού κινδύνου. Υπότιτλος: Οι ξένοι κάτοχοι ελληνικών και πορτογαλικών ομολόγων εκμεταλλεύονται την “παρέμβαση κινδύνου” της ΕΚΤ και μειώνουν τις θέσεις τους”. Το σύνολο του άρθρου αναφέρεται στο ζήτημα αυτό. (Συνημμένο 12) 2) Άρθρο του γερμανικού “Spiegel”, της 31/5/2010 αναφέρει: Τίτλος: Οι Γερμανοί τραπεζίτες υποψιάζονται γαλλική “μηχανορραφία”. Στο άρθρο αναφέρεται ότι, οι γαλλικές τράπεζες πουλούν τεράστιες ποσότητες ελληνικών ομολόγων προς την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Μάλιστα, το άρθρο αναφέρει ότι, καθημερινά, η ΕΚΤ αγοράζει (από ξένες τράπεζες) ομόλογα αξίας 3 δισεκατομμυρίων ευρώ, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων αφορά σε ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου. (Συνημμένο 13) Άρθρα που περιγράφουν τις πωλήσεις ομολόγων Ελληνικού Δημοσίου από ξένες (κυρίως γαλλικές και γερμανικές) τράπεζες, από έγκυρα ΜΜΕ του εξωτερικού, την περίοδο αυτή (Μάιος – Ιούνιος – Ιούλιος 2010) υπάρχουν -στην κυριολεξία- χιλιάδες.

β) Προειδοποιήσεις από την Τράπεζα της Ελλάδος:


Όμως, δεν ήταν μόνον τα αναφερόμενα στα ελληνικά ή διεθνή ΜΜΕ, που περιέγραφαν τις δυσμενείς εξελίξεις και προοπτικές της Ελληνικής οικονομίας και συνεπώς και τους εξαιρετικά μεγάλους κινδύνους που συνεπάγονταν η διακράτηση των Ελληνικών ομολόγων. Προειδοποιήσεις για τους κινδύνους που ελόχευαν από την υπερβολική ανάληψη ρίσκου από την πλευρά των Τραπεζών, αναφέρονταν σε κάθε έκθεση (Ετήσιες Εκθέσεις Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, Εκθέσεις Χρηματοοικονομικής Σταθερότητας κλπ) που εξέδιδε η Τράπεζα της Ελλάδος.

γ) Από τα τέλη του 2009 και -κυρίως- κατά τη διάρκεια του 2010, η διαφορά των επιτοκίων των ελληνικών ομολόγων, σε σχέση με τα γερμανικά (τα λεγόμενα “spreads”), αυξήθηκε σημαντικά, ως αποτέλεσμα της μεγάλης πτώσης της τιμής των ελληνικών ομολόγων. Βεβαίως, ακόμη και οι φοιτητές των οικονομικών σχολών γνωρίζουν ότι, η πτώση της τιμής ενός ομολόγου κατά κύριο λόγο οφείλεται στην αύξηση των πιθανοτήτων αθέτησης της αποπληρωμής τους από τον εκδότη. Η πορεία των spreads κατά το 2010, όπως αναφέρονται από την Τράπεζα της Ελλάδος (Έκδοση “Το χρονικό της μεγάλης κρίσης”, σελ. 90), είχε ως εξής (τα spreads εκφράζονται σε “μονάδες βάσης”, όπου 100 μονάδες βάσης ισούνται με 1%): (Συνημμένο 11α)


31.12.2009: 229
29.1.2010: 377
26.2.2010: 351
31.3.2010: 331
27.4.2010: 654
31.5.2010: 508
30.6.2010: 789
30.7.2010: 756
31.8.2010: 937
30.9.2010: 824
29.10.2010: 820
30.11.2010: 930
31.12.2010: 960

γ) Υποβαθμίσεις από τους οίκους αξιολόγησης – Αναφορές Διεθνών Οργανισμών: Καθ’ όλο το διάστημα από τις αρχές του 2009 έως και τα τέλη του 2011, οι διεθνείς οργανισμοί εξέδιδαν προειδοποιητικές εκθέσεις για την προβληματική κατάσταση της ελληνικής οικονομίας και την αρνητική της πορεία. Παράλληλα, οι κυριότεροι διεθνείς οίκοι αξιολόγησης υποβάθμιζαν διαρκώς την ελληνική οικονομία και αξιολογούσαν αρνητικά τα ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου, ενώ αξιολογούσαν τις προοπτικές της ως αρνητικές. Οι εξελίξεις αυτές περιγράφονται στην Έκθεση Χρηματοοικονομικής Σταθερότητας του έτους 2010, που εξέδωσε η Τράπεζα της Ελλάδας τον Ιούλιο του 2010, σημειώνονται τα γεγονότα που επέδρασαν στην πτωτική πορεία των τιμών των Ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου. Πιο συγκεκριμένα, στις σελίδες 52 έως 55 αναφέρονται τα παρακάτω: (Συνημμένο 14)

Η ανοδική πορεία των αποδόσεων των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου (Σημείωση Μηνυτή: Δηλαδή, η πτωτική πορεία των τιμών) είχε ήδη ξεκινήσει από τις αρχές Σεπτεμβρίου 2009. Ακολούθως, καθοριστικό ρόλο στην περαιτέρω σημαντική άνοδο των αποδόσεων διαδραμάτισαν κυρίως οι παρακάτω εξελίξεις (βλ. διάγραμμα): • Στις 22 Οκτωβρίου 2009 η Eurostat ανακοίνωσε τις εκτιμήσεις της για τα δημόσια οικονομικά της Ευρώπης, σύμφωνα με τις οποίες το έλλειμμα της Ελλάδος για το 2008 (7,7% του ΑΕΠ) ήταν το υψηλότερο μεταξύ των 27 κρατών-μελών της ΕΕ και το χρέος της το δεύτερο υψηλότερο. Παράλληλα, η Eurostat εξέφρασε πολλές επιφυλάξεις για την αξιοπιστία των δημοσιονομικών στοιχείων που υπέβαλε η Ελλάδα στην ΕΕ, με βάση τα οποία το έλλειμμα του 2009 εκτιμήθηκε σε 12,5% του ΑΕΠ (από περίπου 6% σύμφωνα με την αρχική εκτίμηση) και το χρέος σε 113,4% του ΑΕΠ.

Την ίδια ημέρα, ο οίκος Fitch υποβάθμισε την πιστοληπτική αξιολόγηση της χώρας, ενώ στη συνέχεια αρνητική ήταν και η συμβολή της σημαντικής προς τα κάτω αναθεώρησης των στοιχείων του ΑΕΠ για το γ’ τρίμηνο του 2009 που υποδήλωναν νέα συρρίκνωση της ελληνικής οικονομίας.

Στις 3 Νοεμβρίου 2009 δημοσιεύθηκε η έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με τίτλο “Η οικονομική ύφεση αποτελεί πρόκληση για τα δημόσια οικονομικά”, η οποία προέβλεπε μηδενική ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας για το 2010 και έδινε ιδιαίτερη έμφαση στην ανάγκη διόρθωσης των δημοσιονομικών ανισορροπιών της ελληνικής οικονομίας.

Την έκθεση αυτή ακολούθησε πληθώρα οικονομικών αναλύσεων με οξύτατα αρνητικά σχόλια για τη δημοσιονομική κατάσταση της Ελλάδος, ενώ πύκνωσε ο αριθμός των δημοσιευμάτων στο διεθνή τύπο με θέμα την πιθανή πτώχευση της χώρας λόγω αδυναμίας διόρθωσης των δημοσιονομικών ανισορροπιών. Παράλληλα, άλλα ανυπόστατα δημοσιεύματα άρχισαν να κάνουν λόγο για αναδιάρθρωση του χρέους ή ακόμη και για έξοδο της Ελλάδος από τη ζώνη του ευρώ.


Το Νοέμβριο του 2009 η κρατικών συμφερόντων εταιρία επενδύσεων του εμιράτου του Ντουμπάι, Dubai World, πρότεινε το εξάμηνο πάγωμα των οφειλών της λόγω αδυναμίας αποπληρωμής τους και τα διεθνή μέσα οικονομικής ενημέρωσης συσχέτισαν το γεγονός με τις εξελίξεις στην ελληνική αγορά ομολόγων. • Μετά από σχετική προειδοποίηση στις 7 Δεκεμβρίου 2009 και στη συνέχεια υποβάθμιση από τον οίκο Standard & Poor’s, την οποία ακολούθησε σχεδόν αμέσως η υποβάθμιση και από τον οίκο Fitch, το επίπεδο των ελληνικών πιστωτικών περιθωρίων (spread) υπερέβη τις 200 μονάδες βάσης. Το φαινόμενο αυτό μεταδόθηκε και στα ομόλογα άλλων χωρών (π.χ. της Πορτογαλίας και της Ισπανίας), οι οποίες επίσης αντιμετωπίζουν δημοσιονομικές προκλήσεις, υποβαθμίσεις της πιστοληπτικής τους ικανότητας από τους οίκους αξιολόγησης και αρνητικά σχόλια του διεθνούς τύπου. • Στις 14 Ιανουαρίου 2010 η ελληνική κυβέρνηση ανακοίνωσε το Επικαιροποιημένο Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΕΠΣΑ) 2010-2013, εξέλιξη που μόνο προσωρινά ανέκοψε την ανοδική τάση των αποδόσεων των ομολόγων. • Το δίμηνο Φεβρουαρίου-Μαρτίου 2010 παρατηρήθηκε μικρής έκτασης αποκλιμάκωση των αποδόσεων, καθώς στις 2 Φεβρουαρίου η ελληνική κυβέρνηση ανακοίνωσε νέα μέτρα για τον περιορισμό των δημόσιων δαπανών, με έμφαση στην περικοπή του κόστους μισθοδοσίας στο δημόσιο τομέα, ενώ στις 5 Μαρτίου η ελληνική κυβέρνηση εξήγγειλε νέα μέτρα για τον περιορισμό των δαπανών, καθώς και αύξηση της φορολογίας με στόχο την τόνωση των εσόδων. • Στις 25 Μαρτίου στη σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου συμφωνήθηκε και ανακοινώθηκε η δημιουργία μηχανισμού στήριξης της ελληνικής οικονομίας με τη συμμετοχή της ΕΕ, της ΕΚΤ και του ΔΝΤ, χωρίς όμως η ανακοίνωση αυτή να συνοδεύεται από λεπτομέρειες για τον τρόπο υλοποίησής του. Παράλληλα, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ανακοίνωσε χαλάρωση των κριτηρίων για την αποδοχή εξασφαλίσεων από τις τράπεζες με σκοπό την παροχή ρευστότητας προς αυτές, αλλά οι ασάφειες όσον αφορά τους όρους λειτουργίας και ενεργοποίησης του μηχανισμού στήριξης και τα αλλεπάλληλα αρνητικά δημοσιεύματα στο διεθνή τύπο για το ενδεχόμενο πτώχευσης της χώρας ή αναδιάρθρωσης του χρέους της συνέβαλαν στην περαιτέρω άνοδο των αποδόσεων. • Στις 22 Απριλίου 2010 ο Πρωθυπουργός της Ελλάδος ανακοίνωσε την προσφυγή της χώρας στο μηχανισμό χρηματοδοτικής στήριξης, ενώ την προηγούμενη ημέρα η Eurostat αναθεώρησε προς τα άνω το δημοσιονομικό έλλειμμα της χώρας. • Στις 27 Απριλίου 2010 ο οίκος Standard & Poor’s ήταν ο πρώτος ο οποίος υποβάθμισε τη χώρα σε επίπεδο κάτω από εκείνο της “επενδυτικής βαθμίδας” (investment grade).(Σημείωση μηνυτή: δηλαδή στην κατηγορία “σκουπίδια”)


Ακολούθησε πληθώρα δημοσιευμάτων στο διεθνή τύπο για την πιθανότητα αναδιάρθρωσης του χρέους της Ελλάδος, ενώ πλέον στα ίδια δημοσιεύματα συμπεριλαμβάνονταν και άλλες χώρες που αντιμετωπίζουν δημοσιονομικές ανισορροπίες, εξέλιξη που εκτόξευσε εκ νέου τις αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων και προκάλεσε άνοδο των αποδόσεων των ομολόγων και σε άλλες χώρες. • Στις 3 Μαΐου 2010 η ΕΚΤ ανέστειλε την εφαρμογή του ελάχιστου ορίου πιστοληπτικής διαβάθμισης για τα ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου και τα ομόλογα με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου που αποδέχεται ως εξασφαλίσεις στο πλαίσιο της παροχής ρευστότητας από το Ευρωσύστημα. • Στις 10 Μαΐου 2010 ανακοινώθηκε από την ΕΕ, την ΕΚΤ και το ΔΝΤ μηχανισμός βοήθειας ύψους 750 δισεκ. ευρώ με στόχο τη διασφάλιση της σταθερότητας της ζώνης του ευρώ. Παράλληλα, η ΕΚΤ ανακοίνωσε την έναρξη προγράμματος αγοράς κρατικών και εταιρικών ομολόγων της ζώνης του ευρώ για την αποκατάσταση της ρευστότητάς τους. Οι εξελίξεις αυτές συνέτειναν στην αποκλιμάκωση των αποδόσεων και των ελληνικών ομολόγων. • Στις 14 Ιουνίου 2010 ο οίκος Moody’s υποβάθμισε την πιστοληπτική αξιολόγηση της Ελλάδος σε επίπεδο κάτω από εκείνο της “επενδυτικής βαθμίδας” (σημείωση μηνυτή: δηλαδή στην κατηγορία “σκουπίδια”), με συνέπεια τα ελληνικά κρατικά ομόλογα να αφαιρεθούν από διεθνείς δείκτες ομολόγων και τα επενδυτικά κεφάλαια που ακολουθούν την απόδοση ενός δείκτη (index tracking funds) να υποχρεωθούν σε ρευστοποίηση των ελληνικών τίτλων”. Επίσης, στη σελίδα 53 της έκθεσης παρατίθεται διάγραμμα της πορείας των αποδόσεων των Ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου, όπου εμφανίζεται η επίδραση των παραπάνω περιγραφόμενων γεγονότων και εξελίξεων.


Παράλληλα, καθ’ όλο το διάστημα από το 2009 έως και το 2012, οι διεθνείς οίκοι αξιολόγησης υποβάθμιζαν διαρκώς τις αξιολογήσεις τους επί των Ελληνικών Τραπεζών, ενώ οι μεγάλοι επενδυτικοί οίκοι του εξωτερικού, σε μελέτες που εξέδιδαν (και οι οποίες κυκλοφορούσαν στα επενδυτικά γραφεία και σε επενδυτές, ενώ δημοσιεύονταν στα διεθνή και τα ελληνικά ΜΜΕ).

Σημειώνεται ότι, στις 5 Ιουλίου 2012, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς της Κύπρου, ξεκίνησε έρευνα κατά της “Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας Λτδ” για να εξακριβώσει εάν τα αρμόδια στελέχη της Τράπεζας υπέπεσαν σε διάφορες παραβάσεις, αναφορικά με τη διακράτηση στα χαρτοφυλάκιά τους μεγάλων ποσοτήτων Ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου (ΟΕΔ), η κατάρρευση της τιμής των οποίων και το “κούρεμα” που ακολούθησε προκάλεσε τεράστιες κεφαλαιακές ζημιές στην Τράπεζα. (Σημείωση Μηνυτή: Το γεγονός αυτό είχε συνέβαλε στη μετά από μερικούς μήνες κατάρρευση του τραπεζικού τομέα της Κύπρου και οδήγησε στα γεγονότα του Μαρτίου 2013 και την οιονεί χρεοκοπία της Δημοκρατίας της Κύπρου). Όμως, ένα από τα κυριότερα στοιχεία στα οποία βασίστηκε για να καταδικάσει τις πράξεις της Τράπεζας Κύπρου ήταν το γεγονός ότι, η Τράπεζα συνέχιζε να αγοράζει ή και να τηρεί στα χαρτοφυλάκιά της Ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου, παρά το ότι γνώριζε τους κινδύνους που συνεπάγονταν η κατοχή τους. Ένα από τα πιο ισχυρά στοιχεία που χρησιμοποιεί συχνά στο σκεπτικό της είναι ότι “τα ΟΕΔ, από τις 9/4/2010 αξιολογούνταν από τον οίκο αξιολόγησης Fitch σε ΒΒΒ- (τελευταία βαθμίδα πριν τη μη επενδυτική βαθμίδα – “σκουπίδια”) με αρνητικό ορίζονται και από τις 27/4/2010 αξιολογούνταν από τον οίκο αξιολόγησης Standard & Poor’s σε ΒΒ+ (δηλαδή σε μη επενδυτική βαθμίδα – “σκουπίδια”). Η πιο πάνω πληροφόρηση παρέχει σαφή συσχετισμό του ύψους των ΟΕΔ με τα ίδια κεφάλαια της Εταιρίας προς ανάδειξη του υψηλού κινδύνου συγκέντρωσης σε συνάρτηση με τον υψηλό πιστωτικό κίνδυνο που αναδεικνύεται μέσα από τις δύο αξιολογήσεις των οίκων (Fitch και Standard & Poor’s)”. (Απόφαση Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου Αναφορικά με την Επένδυση της Εταρείας ΤΡΑΠΕΖΑ ΚΥΠΡΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΤΑΙΡΕΙΑ LTD ΣΕ ΟΜΟΛΟΓΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ – 28 Απριλίου 2014, σελ. 12) (Συνημμένο 15).

δ) Μελέτες και Αναλύσεις Ελληνικών Τραπεζών:


Καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου 2009 – 2011, οι Διευθύνσεις Μελετών πολλών τραπεζών εξέδιδαν πολλές και ποικίλες μελέτες και αναλύσεις, τις οποίες διένειμαν σε πελάτες τους, σε αναλυτές, σε επενδυτές και στον Τύπο. Στις αναλύσεις αυτές, προβάλλονται απερίφραστα οι κίνδυνοι που αντιμετώπιζε η χώρα, οι ζοφερές προοπτικές της Ελληνικής οικονομίας, αλλά και η επιδεινούμενη πορεία της. Οι εκδόσεις αυτές είναι εκατοντάδες. 

Ενδεικτικά αναφέρουμε την έκδοση του “Οικονομικού Δελτίου” της Alpha Bank (Νο 112), η οποία επί χρόνια αποτελεί ένα από τα πιο αξιόλογα και έγκυρα έντυπα οικονομικής ενημέρωσης από τα οικονομικών μελετών των Ελληνικών τραπεζών. Στο τεύχος αυτό, σε πολυσέλιδη μελέτη (σελ. 9 έως 31) με τίτλο “Δημοσιονομική προσαρμογή: Δυνατότητες εξόδου από την κρίση και αναπτυξιακές προοπτικές” (Συνημμένο 16) αναφέρεται ότι: (σελ. 9): Τον Νοέμβριο του 2009 η Ελλάδα εισήλθε σε βαθειά δημοσιονομική κρίση, η οποία εξελίχθηκε σε κρίση στην αγορά των ελληνικών κρατικών ομολόγων (ΕΚΟ) και συνεχίζεται έως τον Ιούνιο του 2010, (σελ. 9): η Ελλάδα εξακολουθεί να θεωρείται από τους διεθνείς αναλυτές και επενδυτές ως χώρα η οποία δύσκολα θα αποφύγει την χρεοκοπία ή την αναδιάρθρωση του χρέους της με σημαντικές απώλειες για τους δανειστές της (σελ 10): Η πιθανότητα χρεοκοπίας του Ελληνικού Δημοσίου (σύμφωνα με τη γνώμη των διεθνών αναλυτών) αυξήθηκε σημαντικά (εκτιμήθηκε έως και 22%) στις αρχές του 2010, (σελ. 15): Το spread βέβαια διευρύνθηκε σημαντικά στο υπόλοιπο του Μαρτίου 2010 και στις αρχές Απριλίου 2010, σηματοδοτώντας την ύπαρξη σημαντικών κεφαλαιακών ζημιών στους επενδυτές που τοποθέτησαν τα χρήματά τους στα ανωτέρω ομόλογα. (σελ. 15): Επιπλέον των ανωτέρω, οι αρνητικές εξελίξεις στην αγορά των ΕΚΟ ενισχύθηκαν ουσιαστικά όταν από τα τέλη Μαρτίου 2010 άρχισαν να δημοσιεύονται στο διεθνή Τύπο αναλύσεις με εξαιρετικά αρνητικά συμπεράσματα όσον αφορά α) τη δυναμική του δημοσίου χρέους στην Ελλάδα, με εκτιμήσεις ότι το ΧτΓΚ μπορεί να ανέλθει ακόμη και άνω του 150% του ΑΕΠ το 2014 (σημείωση μηνυτή: κατά το 2014, το χρέος έφθασε στο 176% του ΑΕΠ). (σελ. 16): Με αυτή ακριβώς την αφορμή, η S&P’s (που πριν από ένα μήνα είχε αποσύρει το χρέος του Ελληνικού Δημοσίου από την κατάσταση «πιστωτικής επιτηρήσεως για υποβάθμιση») προχώρησε (λόγω των αυξημένων spreads), δύο ημέρες πριν την ανακοίνωση της ΣΔΠ&Μ σε δραματική υποβάθμιση του μακροχρόνιου χρέους του Ελληνικού Δημοσίου κατά τρεις βαθμίδες, στο BB+ (από ΒΒΒ+) και μάλιστα με προοπτική αρνητική. Η εξέλιξη αυτή δημιούργησε ανεξέλεγκτες συνθήκες στην αγορά των ΕΚΟ, όπου με ελάχιστες συναλλαγές και με την πρακτική του short selling, τα spread και τα CDSs διαμορφώνονταν σε αστρονομικά επίπεδα, (σελ 19): τομέα. Οι προβλέψεις για την επερχόμενη χρεοκοπία της Ελλάδος ή για την αναδιάρθρωση του χρέους (με σημαντικές ζημίες για τους κατόχους του ελληνικού δημοσίου χρέους) και για την έξοδό της από τη ΖτΕ αυξήθηκαν, αντί να μειωθούν, (σελ 19): Αυτή η ενεργός προαγωγή της ελληνικής χρεοκοπίας ή της αναδιαπραγματεύσεως του ελληνικού χρέους, ή οι συχνές παραινέσεις ή απειλές για έξοδο της Ελλάδος από τη ΖτΕ (π.χ. από πολλούς Γερμανούς πολιτικούς και αναλυτές), έχουν οδηγήσει αναπόφευκτα στον εκ βάθρων συγκλονισμό όχι μόνο της αγοράς των ΕΚΟ αλλά και των αγορών ομολόγων όλων των χωρών της ΝΑ Ευρώπης και της Ιρλανδίας, με τεράστια αύξηση των spreads και των CDS και αυτών των χωρών. Όπως αναφέρθηκε, τέτοια δημοσιεύματα από τμήματα μελετών τραπεζών (ή από άλλους φορείς) υπάρχουν εκατοντάδες. Δηλαδή, ενώ τα τμήματα μελετών των τραπεζών αναφέρουν για τους κινδύνους χρεοκοπίας του Κράτους, για τον “κλονισμό” στην αγορά ομολόγων και για όλους τους κινδύνους που αυτές οι εξελίξεις συνεπάγονταν, οι ίδιες οι Τράπεζες συνέχιζαν να αυξάνουν τις θέσεις τους σε Ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου και μάλιστα σε ύψος που έφθανε (κατά μέσο όρο) 2,2 φορές τα ίδια τους κεφάλαια!!! (Από το βιβλίο του μηνυτή με τίτλο “Οι ζημιές μας, κέρδη τους – Η λεηλασία της Ελλάδος”, σελ. 164) (Συνημμένο 17)


Ενδείξεις από την πορεία του Χρηματιστηρίου:

Ενδείξεις για την τραγική πορεία της Ελληνικής οικονομίας, αλλά και την πολύ δύσκολη θέση στην οποία βρέθηκε ο τραπεζικός κλάδος έδινε καθημερινά και η εξέλιξη των τιμών των μετοχών στο Χρηματιστήριο της Αθήνας, αλλά και των τραπεζικών μετοχών ειδικότερα.

Αν λάβουμε σαν ημερομηνία έναρξης της “Ελληνικής κρίσης” την 20 Οκτωβρίου 2009 (ημέρα κατά την οποία ο τότε Υπουργός των Οικονομικών, κ. Γιώργος Παπακωνσταντίνου, ανακοίνωσε στο ECOFIN ότι το δημοσιονομικό έλλειμμα του 2009 θα κυμαινόταν στο 12,5% του ΑΕΠ, αντί του 6% που το υπολόγιζε η προηγούμενη Κυβέρνηση), τότε, μέχρι και την εφαρμογή του PSI (9/3/2012), ο Γενικός Δείκτης τιμών του Χρηματιστηρίου της Αθήνας είχε σημειώσει απώλειες κατά 74,0%. Ο τραπεζικός δείκτης (δηλαδή ο δείκτης που συντίθεται από τις τραπεζικές μετοχές) είχε απολέσει το 89,6% της αξίας του, ενώ η επίδοση των βασικών τραπεζικών μετοχών είχε ως εξής: Εθνική Τράπεζα: -89,1%, Eurobank: -95,9%, Alpha Bank: -88,0%, Τράπεζα Πειραιώς: – 93,6%. Σημειώνεται ότι, κατάρρευση σημείωσαν και οι τιμές των μετοχών της Αγροτικής Τράπεζας και του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου, οι οποίες σήμερα δεν διαπραγματεύονται πλέον στο Χρηματιστήριο της Αθήνας. Ενδεικτικά όμως αναφέρεται ότι, μεταξύ του διαστήματος 31/10/2009 έως 28/2/2012, η τιμή της μετοχής της Αγροτικής Τράπεζας υποχώρησε κατά 92% και του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου κατά 88%.

Τα παραπάνω εξαιρετικά αρνητικά αποτελέσματα επιβεβαιώνονται και από μελέτη της Ένωσης Ελληνικών Τραπεζών (“Το Ελληνικό Τραπεζικό Σύστημα το 2011 και το 2012”, σελ. 79): Ποιες ήταν οι επιπτώσεις της δημοσιονομικής κρίσης της χώρας μας για τους μετόχους των ελληνικών τραπεζών; Την τελευταία πενταετία, οι μέτοχοι των ελληνικών τραπεζών – μεταξύ των οποίων εκατοντάδες χιλιάδες ιδιώτες επενδυτές, περιλαμβανομένων κυρίως των μικρο- επενδυτών, και ασφαλιστικά ταμεία – απώλεσαν άνω του 96% της αξίας των επενδύσεών τους. Συγκεκριμένα, ενώ στο τέλος του 2007 η χρηματιστηριακή αξία του τραπεζικού κλάδου ανερχόταν στα € 80 δισ. περίπου, σήμερα, ως αποτέλεσμα της τρέχουσας δημοσιονομικής κρίσης, είναι μικρότερη από € 3 δισ. Επισημαίνεται δε ότι, από τη χρήση του 2008, μέχρι και σήμερα, οι μέτοχοι των ελληνικών τραπεζών δεν εισέπραξαν μέρισμα σε μετρητά, ενώ συμμετείχαν σε αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου συνολικού ύψους € 13,7 δισ., στηρίζοντας έμπρακτα το τραπεζικό σύστημα της χώρας μας. (Συνημμένο 8α)

Ο ρόλος της Εταιρικής Διακυβέρνησης των Τραπεζών:


Η Εταιρική Διακυβέρνηση είναι ένα σύστημα αρχών και πρακτικών επί τη βάσει του οποίου οργανώνεται, λειτουργεί και διοικείται μία ανώνυμη εταιρία, ώστε να διαφυλάσσονται και ικανοποιούνται τα έννομα συμφέροντα όλων όσων συνδέονται με την εταιρία. Όλες οι Ελληνικές Τράπεζες (όπως και όλες οι εταιρίες που έχουν τις μετοχές τους εισηγμένες στο Χρηματιστήριο της Αθήνας) έχουν δημιουργήσει έναν “Κώδικα Εταιρικής Διακυβέρνησης” τον οποίον -όπως ισχυρίζονται- τηρούν κατά τη λειτουργία τους.

Συνήθως, ένας “Κώδικας Εταιρικής Διακυβέρνησης” προβλέπει μία σειρά εταιρικών οργάνων και διαδικασιών που διασφαλίζουν την ομαλή και σύννομη λειτουργία της Τράπεζας.

Οι διαδικασίες λειτουργίας προβλέπονται από:

– Tον Εσωτερικό Κανονισμό Εταιρικής Διακυβέρνησης και Λειτουργίας, με τον οποίο διασφαλίζεται η διαφάνεια και η σύμμετρη πληροφόρηση και καλύπτονται θέματα, τα οποία δεν προβλέπονται από το καταστατικό της Τράπεζας, αλλά είναι απαραίτητα για την εύρυθμη λειτουργία της.

– Τον Κώδικα Δεοντολογίας που διέπει τις υποχρεώσεις του προσωπικού της Τράπεζας. – Την Επιτροπή Ελέγχου (παρακολουθεί και αξιολογεί σε ετήσια βάση την επάρκεια και την αποτελεσματικότητα του Συστήματος Εσωτερικού Ελέγχου σε επίπεδο Τράπεζας και Ομίλου, με βάση τα σχετικά στοιχεία και πληροφορίες της Μονάδας Εσωτερικής Επιθεώρησης, τις διαπιστώσεις και παρατηρήσεις των εξωτερικών ελεγκτών, καθώς και των εποπτικών αρχών).

Τα όργανα τα οποία συνήθως είναι αρμόδια και υπεύθυνα για την ομαλή και σύννομη λειτουργία της Τράπεζας, είναι: – Η Επιτροπή Διαχείρισης Κινδύνων, με σκοπό να καλύπτονται αποτελεσματικά όλες οι μορφές κινδύνων, περιλαμβανομένου του λειτουργικού και να διασφαλίζεται ο ενοποιημένος έλεγχός τους, η εξειδικευμένη αντιμετώπισή τους και ο απαιτούμενος συντονισμός σε ατομική και ενοποιημένη βάση. – Η Γενική Διεύθυνση Εσωτερικού Ελέγχου (Μονάδα Εσωτερικής Επιθεώρησης κατά την Πράξη 2577/2006 του Διοικητή της Τράπεζας Ελλάδος), η οποία είναι ανεξάρτητη, αναφέρεται στο Διοικητικό Συμβούλιο μέσω της Επιτροπής Ελέγχου και στον Πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου της Τράπεζας και έχει την ευθύνη του εσωτερικού ελέγχου σε επίπεδο Ομίλου.

– Η Διεύθυνση Κανονιστικής Συμμόρφωσης, η οποία θεσπίζει και εφαρμόζει διαδικασίες και εκπονεί ετήσιο πρόγραμμα κανονιστικής συμμόρφωσης, με στόχο να επιτυγχάνεται η έγκαιρη και διαρκής συμμόρφωση του Ομίλου προς το ισχύον ρυθμιστικό πλαίσιο, εξασφαλίζοντας τη συμμόρφωση με το κανονιστικό πλαίσιο για την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες μέσω της τραπεζικής λειτουργίας, αλλά και για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας.


Πέραν των παραπάνω οργάνων, οι Τράπεζες διαθέτουν και μία σειρά Διευθύνσεων και Τμημάτων, ο ρόλος των οποίων είναι να αναλύουν και να διαχειρίζονται τους κινδύνους που αντιμετωπίζει ή αναλαμβάνει η Τράπεζα.

Λειτούργησαν άραγε τα (εκ του νόμου υποχρεωτικά) όργανα των Τραπεζών; Αντελήφθησαν -ως όφειλαν- τον κίνδυνο που δημιουργούνταν για τις Τράπεζες, τους μετόχους τους, αλλά και την Εθνική Οικονομία; Προέβησαν στις απαραίτητες ενέργειες; Έκαναν τους απαραίτητους ελέγχους; Προχώρησαν σε ενστάσεις και σε καταγγελίες;

Ο εποπτικός και ελεγκτικός ρόλος της Τράπεζας της Ελλάδος:

Η Τράπεζα της Ελλάδος είναι επιφορτισμένη με την προληπτική εποπτεία του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, την οποία ασκεί η Διεύθυνση Εποπτείας Πιστωτικού Συστήματος (ΔΕΠΣ). Η εποπτεία αυτή, όπως προσδιορίζεται από σειρά νομοθετημάτων, στοχεύει στη διασφάλιση της σταθερότητας και της εύρυθμης λειτουργίας του εγχώριου χρηματοπιστωτικού συστήματος. Όπως η ίδια η Τράπεζα της Ελλάδος περιγράφει, η έννοια της “εποπτείας” έγκειται “στην εδραίωση της εμπιστοσύνης των καταθετών, με τη διασφάλιση της οικονομικής ευρωστίας των πιστωτικών ιδρυμάτων και την ενίσχυση της ικανότητάς τους να αντιμετωπίζουν τις επιπτώσεις από τυχόν εξωγενείς διαταραχές, συμβάλλοντας στη σταθερότητα του ευρύτερου χρηματοπιστωτικού συστήματος της χώρας”.

Ο ρόλος αυτός περιγράφεται τόσο στο Καταστατικό της, όσο και σε σειρά νομοθετημάτων και κανονιστικών διατάξεων.

Παράλληλα, στις σελίδες 161-162 της έκδοσης “Το Χρονικό της μεγάλης κρίσης” της Τράπεζας της Ελλάδος (Συνημμένο 11β) αναφέρονται οι τρόποι που -λόγω της κρίσης- η Τράπεζα της Ελλάδος ενίσχυσε και διεύρυνε τις εποπτικές της αρμοδιότητες. Πιο συγκεκριμένα αναφέρεται:

Ενίσχυση και διεύρυνση των εποπτικών αρμοδιοτήτων της ΤτΕ Λόγω της έντασης, της διάρκειας και της πολυπλοκότητας της κρίσης, η Τράπεζα της Ελλάδος εντατικοποίησε την ασκούμενη εποπτεία, αυξάνοντας το εύρος των στοιχείων που ζητούσε από τα πιστωτικά ιδρύματα και τη συχνότητα υποβολής τους και διενεργώντας περισσότερους και πιο στοχευμένους επιτόπιους ελέγχους. Ειδικότερα, ξεκίνησε η συλλογή στοιχείων για τη ρευστότητα των πιστωτικών ιδρυμάτων σε ημερήσια βάση και στοιχείων για την ποιότητα του χαρτοφυλακίου και την κεφαλαιακή επάρκεια σε μηνιαία βάση. Επίσης, ζητήθηκε η υποβολή πλειάδας καινούργιων στοιχείων και εποπτικών αναφορών, καθώς και η συνεργασία των πιστωτικών ιδρυμάτων στη διενέργεια των διαγνωστικών μελετών για το δανειακό χαρτοφυλάκιο και της άσκησης ανακεφαλαιοποίησης. Παράλληλα, τα πιστωτικά ιδρύματα συνέταξαν σχέδια για τις μεσοπρόθεσμες χρηματοδοτικές τους ανάγκες, επιχειρηματικά σχέδια, σχέδια ανακεφαλαιοποίησης κ.λπ.”

Χρηματοπιστωτική Σταθερότητα: Όπως περιγράφεται και σε κείμενα της ιδίας, η Τράπεζα της Ελλάδος είναι αρμόδια για την παρακολούθηση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, η οποία αποβλέπει στον εντοπισμό των παραγόντων που θα μπορούσαν να προκαλέσουν αστάθεια του χρηματοπιστωτικού συστήματος της χώρας και αξιολογεί το βαθμό ανθεκτικότητάς του. Για το σκοπό αυτό έχει συσταθεί η Διεύθυνση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας παρακολουθεί τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού τομέα στην Ελλάδα, εντός του πλαισίου που διαμορφώνεται στην Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά και διεθνώς. Στη Διεύθυνση υπάγονται οι παρακάτω Υπηρεσιακές Μονάδες:


– Τμήμα Επίβλεψης Συστημάτων Πληρωμών – Τμήμα Μακροπροληπτικής Πολιτικής – Τμήμα Παρακολούθησης Χρηματοοικονομικών Κινδύνων – Τμήμα Χρηματοοικονομικών Ιδρυμάτων Αγορών και Υποδομών


Η εποπτεία του τραπεζικού συστήματος από την Τράπεζα της Ελλάδος:

H Τράπεζα της Ελλάδος, με βάση το θεσμικό πλαίσιο (περιγράφεται αναλυτικά στον ιστότοπο της Τράπεζας στη διεύθυνση http://www.bankofgreece.gr/Pages/ el/Bank/responsibilities.aspx (Συνημμένο 18) είναι αρμόδια για την εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων και την εποπτεία και τον έλεγχο των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών επιχειρήσεων καθώς και των διαμεσολαβητών στις ασφαλίσεις. Για την εποπτεία του Πιστωτικού Συστήματος, έχει συσταθεί η Διεύθυνση Εποπτείας Πιστωτικού Συστήματος, η οποία προΐσταται ενός αριθμού Υπηρεσιακών Μονάδων.

Διεύθυνση Εποπτείας Πιστωτικού Συστήματος: Η Διεύθυνση Εποπτείας Πιστωτικού Συστήματος είναι επιφορτισμένη με την εποπτεία και τον έλεγχο των πιστωτικών ιδρυμάτων, των εταιριών χρηματοδοτικής μίσθωσης, των εταιριών πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων, των ανταλλακτηρίων συναλλάγματος, των εταιριών διαμεσολάβησης στη μεταφορά κεφαλαίων και εν γένει των κατηγοριών επιχειρήσεων που περιέρχονται στην εποπτεία της Τράπεζας της Ελλάδος με βάση την ισχύουσα νομοθεσία. Η άσκηση της εποπτείας αφορά: α) στην εξέταση συμμόρφωσης των εποπτευόμενων προσώπων, σε ατομική και ενοποιημένη βάση, προς το πλαίσιο που διέπει τη λειτουργία τους και, ιδίως, β) στην αξιολόγηση αιτημάτων και την εξέταση της τήρησης των όρων και προϋποθέσεων για τη χορήγηση αδειών λειτουργίας, γ) στη διαρκή παρακολούθηση της εφαρμογής του νέου πλαισίου εποπτείας της κεφαλαιακής επάρκειας (Βασιλεία ΙΙ), των κανόνων ρευστότητας και της συγκέντρωσης κινδύνων, δ) στην αξιολόγηση των συστημάτων εσωτερικού ελέγχου περιλαμβανομένης της διαχείρισης κινδύνων, της κανονιστικής συμμόρφωσης και ιδίως της επάρκειας των διαδικασιών για την αποφυγή της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, όπως επίσης και ε) στα θέματα διαφάνειας των διαδικασιών και των όρων των συναλλαγών, χωρίς να υπεισέρχεται όμως σε θέματα καταχρηστικότητας, για τα οποία η Τράπεζα της Ελλάδος δεν έχει αρμοδιότητα, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία.

Κύρια μέσα άσκησης της εποπτείας είναι η παρακολούθηση των οικονομικών καταστάσεων και λοιπών στοιχείων που υποβάλλουν περιοδικά τα εποπτευόμενα πρόσωπα, η εκτίμηση των εκθέσεων των διεθνών οργανισμών, συμπεριλαμβανομένου του Ευρωσυστήματος για θέματα χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και οι επιτόπιοι έλεγχοι.

Για την άσκηση του έργου αυτού, στη Διεύθυνση υπάγονται 25 Υπηρεσιακές Μονάδες (Τμήματα) στα οποία απασχολούνται πολλές δεκάδες υπαλλήλων και επιστημόνων.


Συστήματα πληρωμών και διακανονισμού χρεογράφων: Η Τράπεζα της Ελλάδος έχει: (α) την ευθύνη για τη διαχείριση και τη λειτουργία του Συστήματος Παρακολούθησης Συναλλαγών επί Τίτλων με Λογιστική Μορφή (Άυλοι Τίτλοι). Πρόκειται ουσιαστικά για το Σύστημα στο οποίο διακανονίζονται όλες οι συναλλαγές που αφορούν ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου τόσο στην πρωτογενή όσο και στη δευτερογενή αγορά. (β) την ευθύνη της λειτουργίας της Ηλεκτρονικής Δευτερογενούς Αγοράς Τίτλων (ΗΔΑΤ). Πρόκειται για την οργανωμένη δευτερογενή αγορά για τους τίτλους του Ελληνικού Δημοσίου. Ιδρύθηκε με στόχο τη δημιουργία μιας συγκροτημένης και αποτελεσματικής αγοράς η οποία είναι σε θέση να διασφαλίσει διαφάνεια στη διαμόρφωση των τιμών και μεγαλύτερη ρευστότητα. 

Ο ρόλος της Τράπεζας της Ελλάδος στα εξεταζόμενα γεγονότα:

Καθ’ ολη τη διάρκεια της περιόδου από 20/10/2009 έως και 12 Μαρτίου 2012, υπήρξαν διαρκείς διαβεβαιώσεις του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας για παρακολούθηση του τραπεζικού συστήματος. Οι διαβεβαιώσεις αυτές συνήθως ανέφεραν ότι: “Η Τράπεζα της Ελλάδος συνεχίζει να παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις στο τραπεζικό σύστημα και ενεργεί για τη διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας στη χώρα”. (Έκθεση για τη Χρηματοπιστωτική Σταθερότητα, Ιούλιος 2010, σελίδα 7, Πρόλογος του Διοικητή κ. Γεωργίου Προβόπουλου). (Συνημμένο 14α)

Στα πλαίσια της έρευνας διεξήγαγε ο μηνυτής για τη συγγραφή του βιβλίου “Οι ζημιές μας, κέρδη τους – Η λεηλασία της Ελλάδος”, (Εκδόσεις EuroCapital, Αθήνα, 2013) (Συνημμένο 17), θέλοντας να βρει απαντήσεις σε βασικά ερωτήματα, απέστειλε επιστολή προς τον κ. Γεώργιο Προβόπουλο, Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος (Η επιστολή κατατέθηκε στην Υπηρεσία Πρωτοκόλλου του Διοικητή της ΤτΕ στις 17 Ιουλίου 2013), από τον οποίον ζητούνταν απαντήσεις στα παρακάτω ερωτήματα: (Συνημμένο 19)

1) Με βάση τους τακτικούς ή και -ενδεχομένως- έκτακτους ελέγχους που, ως εποπτεύουσα αρχή, πραγματοποιούσε επί των χαρτοφυλακίων των ελληνικών τραπεζών την περίοδο μεταξύ του Δεκεμβρίου του 2009 και του Δεκεμβρίου του 2011, αντελήφθη η Τράπεζα της Ελλάδος, τους εξαιρετικούς κινδύνους που συνεπάγονταν η διακράτηση τόσο μεγάλων ποσοτήτων ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου, τα οποία σε αξία ξεπερνούσαν ακόμη και το 200% των ιδίων κεφαλαίων των ελληνικών τραπεζών;

Τηρήθηκαν οι διαδικασίες εσωτερικού ελέγχου που προβλέπουν οι εσωτερικοί κανονισμοί λειτουργίας των τραπεζών;

Εξέδωσε η Τράπεζα της Ελλάδος κάποια οδηγία προς τις τράπεζες για τους κινδύνους που διέβλεπε; Προκάλεσε κάποια συνάντηση με τις διοικήσεις των τραπεζών; Ή, σε ποιες άλλες ενέργειες προέβη η Τράπεζα της Ελλάδας για την αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης;

2) Πραγματοποίησε, η Τράπεζα της Ελλάδος, κάποια έρευνα για να διαπιστωθούν τα αίτια της συσσώρευσης τόσο μεγάλων ποσοτήτων ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών που εποπτεύει, καθώς επίσης και τα αίτια για τη θεαματική αύξηση στις θέσεις τους επί των ελληνικών ομολόγων κατά την περίοδο μεταξύ του Οκτωβρίου 2009 και Φεβρουαρίου 2012. Ή, εάν η Τράπεζα της Ελλάδος, ανέθεσε την πραγματοποίηση μιας τέτοιας έρευνας σε ελεγκτικό ή άλλο οίκο του εσωτερικού ή του εξωτερικού. Εάν ναι, ποιο είναι το πόρισμα της έρευνας αυτής;

Μέχρι και σήμερα, ούτε ο κύριος Γεώργιος Προβόπουλος, ούτε ο νέος (από 27/6/2014) Διοικητής κ. Γιάννης Στουρνάρας, αλλά ούτε κάποια υπηρεσία της Τράπεζας της Ελλάδος, έχουν απαντήσει στα ερωτήματα που τέθηκαν.

Σημειωτέον ότι για το αντίστοιχο θέμα στην Κύπρο (δηλαδή, στην έρευνα για τους λόγους για τους οποίους η Τράπεζα Κύπρου είχε αγοράσει μεγάλες ποσότητες ελληνικών ομολόγων), η Κεντρική Τράπεζα Κύπρου είχε απευθύνει προειδοποίηση προς τις Κυπριακές Τράπεζες, δηλαδή για την μεγάλη έκθεσή τους σε ομόλογα του ελληνικού δημοσίου και η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς Κύπρου επέβαλε πρόστιμα στην Τράπεζα Κύπρου για παράλειψη ενημέρωσης των επενδυτών. (Συνημμένο 15 )


Κύριε Εισαγγελέα,

Επειδή όπως είναι φυσικό, τα παραπάνω αναπάντητα ερωτήματα ρίχνουν βαριά σκιά στο τραπεζικό σύστημα της χώρας καθώς δημιουργούν σοβαρές υπόνοιες για το ρόλο που έπαιξαν οι διοικήσεις των τραπεζών και ενδεχομένως και άλλοι -θεσμικοί ή μη θεσμικοί φορείς- στην εμφάνιση εξαιρετικά υψηλών ζημιών στους ισολογισμούς τους, τον -σχεδόν- εκμηδενισμό των ιδίων κεφαλαίων τους, και την καταστροφή εκατοντάδων χιλιάδων ιδιωτών μικροεπενδυτών λόγω της σχεδόν πλήρους απαξίωσης των μετοχών τους.

Επειδή λόγω των ζημιών που υπέστησαν οι τράπεζες, το Κράτος αναγκάστηκε να μεριμνήσει για την ανακεφαλαιοποίησή τους, με χρήματα που αναγκάστηκε να δανειστεί από τους ευρωπαίους δανειστές και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, με αποτέλεσμα την επιβάρυνση του Δημοσίου Χρέους για περισσότερα από 30 δισεκατομμύρια ευρώ, με όλες τις αρνητικές επιδράσεις που αυτή η πράξη προκάλεσε και που εξακολουθεί να προκαλεί στην οικονομία μας. 

Επειδή υπάρχουν αμφιβολίες για το εάν λειτούργησαν τα αρμόδια όργανα των τραπεζών (επιτροπές διαχείρισης κινδύνων, εσωτερικός έλεγχος κλπ), αλλά και για το εάν η Τράπεζα της Ελλάδος ανταποκρίθηκε με επάρκεια στην εκ του Καταστατικού της και του νόμου αποστολή της και εάν όντως πέτυχε την εύρυθμη και ασφαλή λειτουργία του τραπεζικού συστήματος και τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. 

Επειδή είμαι Έλληνας φορολογούμενος και έχω υποστεί (και συνεχίζω να υφίσταμαι) βλάβη από την ενδεχόμενη παράνομη συμπεριφορά των προσώπων στα οποία αναφέρομαι με την παρούσα, αλλά και όσων θα αποκαλυφθούν από την προανάκριση. 

Επειδή το Ελληνικό Δημόσιο υπέστη σοβαρότατη βλάβη. Επειδή προσκομίζω και επικαλούμαι προς απόδειξη της βασιμότητας της 

αναφοράς μου, τα παραπάνω αναφερόμενα σχετικά μου υπ’ αριθμό 1 έως 19.



Για τους λόγους αυτούς


Ζητώ την ποινική δίωξη παντός υπευθύνου και την παραδειγματική τιμωρία του. 

Αντίκλητό μου ορίζω τον δικηγόρο Αθηνών κ. Ιωάννη Κυριακόπουλο (ΑΜ ΔΣΑ 17254)

Συνημμένα Έγγραφα

1) Δελτίο Δημοσίου Χρέους Νο 56 (31/12/2009).

2) Δήλωση Επιτρόπου Όλι Ρεν, σε απάντηση του Ευρωβουλευτή (Σύριζα) Νίκου Χουντή στο Ευρωκοινοβούλιο – Ιανουάριος 2014.

3) Προκόπης Παυλόπουλος – την υπ’ αριθμόν 42/6-8-2012 Αίτηση Κατάθεσης Εγγράφων προς τον κ. Υπουργό των Οικονομικών.  3α) Πίνακας κατόχων Ομολόγων Ελληνικού Δημοσίου – Από ΤτΕ προς τον κ. Προκόπη Παυλόπουλο.

4) 12/12.12.2011 – Επερώτηση κ. Προκόπη Παυλόπουλο προς τον Υπουργό των Οικονομικών.

5) ΑΠ 2/60213/0023/7-9-2012 – Απάντηση κ. Χ. Σταϊκούρα στην από 12/12.12.2011 Επερώτηση προς Υπουργό Οικονομικών.

6) 34/9.12.2012 – Αίτηση Κατάθεσης Εγγράφων κ. Προκόπη Παυλόπουλου προς τον Υπουργό των Οικονομικών.

7) Δελτίο Δημοσίου Χρέους Νο 64, 31/12/2011.

8) Ένωση Ελληνικών Τραπεζών, “Το Ελληνικό Τραπεζικό Σύστημα το 2011 και το 2012”, σελ. 49. 8α) Ένωση Ελληνικών Τραπεζών, “Το Ελληνικό Τραπεζικό Σύστημα το 2011 και το 2012”, σελ. 79

9) Τράπεζα της Ελλάδος – “Έκθεση για την Ανακεφαλαιοποίηση και Αναδιάταξη του Ελληνικού Τραπεζικού Τομέα”, σελ. 6.

10) Ένωσης Ελληνικών Τραπεζών (“Το Ελληνικό Τραπεζικό Σύστημα το 2011 και το 2012”, σελ. 82.

11) Τράπεζα της Ελλάδος, “Το Χρονικό της μεγάλης κρίσης”, σελ. 53. 11α) Τράπεζα της Ελλάδος, “Το χρονικό της μεγάλης κρίσης”, σελ. 90. 11β) Τράπεζα της Ελλάδος, “Το χρονικό της μεγάλης κρίσης”, σελ. 161-162.

12) Άρθρο της βρετανικής εφημερίδας “The Telegraph”, της 17/5/2010.

13) Άρθρο του γερμανικού “Spiegel”, της 31/5/2010.

14) Έκθεση Χρηματοοικονομικής Σταθερότητας του έτους 2010 – Τράπεζα της Ελλάδας, Ιούλιος 2010, σελ. 52-54.14α) Έκθεση Χρηματοοικονομικής Σταθερότητας του έτους 2010 – Τράπεζα της Ελλάδας, Ιούλιος 2010, σελ. 7.

15) Απόφαση Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου Αναφορικά με την Επένδυση της Εταρείας ΤΡΑΠΕΖΑ ΚΥΠΡΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΤΑΙΡΕΙΑ LTD ΣΕ ΟΜΟΛΟΓΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ – 28 Απριλίου 2014.

16) “Οικονομικού Δελτίου” της Alpha Bank (Νο 112) – Ιούνιος 2010, σελ. 9 έως 31.

17) Γιάννης Σιάτρας, “Οι ζημιές μας, κέρδη τους – Η λεηλασία της Ελλάδας”, σελ. 164

18) Η εποπτεία του τραπεζικού συστήματος από την Τράπεζα της Ελλάδος (ιστοσελίδα)

19) Επιστολή του Γιάννη Σιάτρα προς τον Διοικητή της ΤτΕ κ. Γ. Προβόπουλο (13/7/2013).

(Το σύνολο των συνημμένων εγγράφων -πλην του Νο 17 το οποίο παραδίδεται σε φυσική μορφή- σας παραδίδεται και σε CD).

Aθήνα, 13 Μαΐου 2015

Ο μηνυτής

Ιωάννης Σιάτρας


ΣΧΕΤΙΚΑ


– Ομόλογα των Τραπεζών: Γι’ αυτό το έγκλημα κατά της χώρας, θα τιμωρηθεί κάποιος;

– Ομαδική Αγωγή κατά των Τραπεζών 

– Zήτησαν δάνειο 240 δις για να χαρίσουν στις τράπεζες 340 δις και αυτές κατέρρευσαν

– PSI

– Τράπεζες

το είδα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΔΙΑΔΩΣΕ ΤΟ, ΜΗΝ ΜΕΝΕΙΣ ΘΕΑΤΗΣ, ΓΙΝΕ ΜΕΡΟΣ ΤΗΣ ΛΥΣΗΣ