Σελίδες

Κυριακή 15 Δεκεμβρίου 2024

Παραδείγματα μαρξιστικής εθελοτυφλίας για το 1821 #3β

 Συνέχεια από το α΄ μέρος

Θα μπορούσε να συνοδεύεται ένας μεταποιημένος Καποδίστριας από έναν πραγματικό Μαυροκορδάτο;

Εφεύρεση/μεταποίηση στοιχείων και δογματισμός: οι βάσεις της μαρξιστικής εθελοτυφλίας (έκδ. 1988)


Χαρακτηριστικό παράδειγμα εθελοτυφλίας και εμμονής ως προς τον Καποδίστρια (δηλ. ως προς την επαναστατική ταυτότητα) αποτελεί η περίπτωση του Χρήστου Λούκου. Ο ιστορικός που δια βίου μελετά τον Ιωάννη Καποδίστρια, αυτός που αποτελεί παράδειγμα ήπιου προφορικού-γραπτού λόγου, αυτός που έχει παραδεχθεί δημόσια ότι η τοποθέτησή του πριν ακόμα από την σύνταξη του διδακτορικού του (1982) ήταν περισσότερο πολιτική παρά επιστημονική, συνεχίζει αδιάκοπα να επανεξετάζει τη ζωή του Καποδίστρια, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι ήταν ορθά τα βασικά στοιχεία της τοποθέτησής του στο διάστημα 1972-82. Μια ευκαιρία για να διαπιστώσουμε το βάθος της εθελοτυφλίας δίνεται το 2019.

Το 2019 ο Χρήστος Λούκος επανατοποθετείται στο θέμα «Καποδίστριας» μέσω του θέματος «Μαυροκορδάτος». Μέσα από την εισήγησή του «Τα προβλήματα ενός ιστορικού κατά τη σύνταξη μιας βιογραφίας για τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο» ο Χ. Λούκος υπερασπίζεται την

ορθότητα των παλιών του θέσεων για τον Καποδίστρια. Αντικρούει τις πολυάριθμες «λανθασμένες» βιογραφίες και κριτικές για τον Μαυροκορδάτο. Ασκεί κριτική στην πολιτική του Καποδίστρια και εκθειάζει την πολιτική του Μαυροκορδάτου, αγγίζοντας το θέμα «χαρακτήρας της Επανάστασης του 21». Αναφέρεται κυρίως στα δραματικά γεγονότα του 1824, στα οποία -έμμεσα- δίνει μια σωστή ερμηνευτική κατεύθυνση. Όπως και στην δεκαετία του 1980, ο Χ. Λούκος προσπερνά, υποβαθμίζει, μετουσιώνει δεκάδες στοιχεία της περιόδου 1813-1831 ώστε να έχει ως προαπαιτούμενα, εκείνα τα εργαλεία που του επιτρέπουν να κρίνει τον πολιτικό Μαυροκορδάτο ή τον πολιτικό Καποδίστρια εντός ενός προαποφασισμένου και ατεκμηρίωτου πλαισίου. Ιδού πέντε αποσπάσματα, μέσω των οποίων ακούσια δέχεται αυτά τα οποία απορρίπτει ή εξαφανίζει: την άρρηκτη σχέση «επανάστασης-Καποδίστρια», την πλήρη ρήξη Φοίνικα-Αθηνάς πολύ πριν το 1821.

Απ. 1 – Εξ αρχής θέτει δόγματα ο Χ. Λούκος. Απαξιώνει μιαν «άλλη άποψη», υπαρκτή μεν στην βιβλιογραφία, ανύπαρκτη δε ιστορικά. Εξαφανίζοντας τον πραγματικό Καποδίστρια, απαξιώνει στη θέση του έναν φαντασιακό, ξεκινώντας από τη θέση ότι η επανάσταση ήταν φιλελεύθερη-δημοκρατική, πράγμα αναπόδεικτο. Πέρα από τον εξίσου φαντασιακό Μαυροκορδάτο, υπάρχει και μια κολοσσιαία αντίφαση: Στο διάστημα ενηλικίωση-έξωση του Όθωνα η Ελλάδα συνεχίζει να υπακούει στο τριμερές status του Ιουλίου 1827, με τον μονάρχη να γέρνει ελαφρώς περισσότερο προς το μέρος της Ρωσίας. Όμως η φιλελεύθερη – δημοκρατική σιωπή στο διάστημα 1833-43 παραμένει ανερμήνευτη. Το ίδιο και η κατάργηση του προσωρινού πολιτεύματος το 1826 στην Επίδαυρο. Όσο για τον Υψηλάντη και τον «εμφύλιο»: Ο πρώτος προκύπτει μέσα από την αφήγηση του Ξάνθου και ο δεύτερος έχει να κάνει με προσωπικά, ταξικά ή τοπικιστικά αίτια. Γι’ αυτά, ο Χ. Λούκος δεν έχει διατυπώσει καμία απορία ή ένσταση.

 

Απ. 2 – Για τον Χ. Λούκο, ο Αλ. Υψηλάντης προφανώς αποτελεί «αρχηγό της Εταιρείας» σύμφωνα μ’ ένα έγγραφο της 12.4.1820 που υπογράφεται στην Αγ. Πετρούπολη. Όμως αυτό υπογράφεται και από τον Ι. Μάνο ο οποίος απουσιάζει από την ιστορία. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι αυτό το έγγραφο (πρωτότυπο του οποίου δεν εμφανίζεται) καθιστά τον Υψηλάντη γενικό Ταμία ενός νέου σχήματος με την ονομασία «Φιλόμουσος και Φιλάνθρωπος Γραικική Εμπορική Εταιρεία». Αυτή συσχετίζεται με μια προϋπάρχουσα «Εταιρεία των Φιλικών», σύμφωνα με το καταστατικό που συντάσσει στην Μόσχα ο Πατζιμάδης. Οι επιστολές που στέλνει ο Υψηλάντης «εκ μέρους της Αρχής» ξεκινούν στις 15.6.1820 στην Μόσχα, πράγμα που δεν ερμηνεύεται. Ένα πλήθος τεκμηρίων αναφέρει ότι ο Υψηλάντης «αρχηγός» λαμβάνει εντολές και αποτελεί πληρεξούσιο της Αρχής και μόνο. Στα τεκμήρια περιλαμβάνονται έγγραφα του ίδιου του Αλ. Υψηλάντη, αλλά και του Εμ. Ξάνθου. Ποια είναι η Αρχή; Ουδείς ρωτάει, ουδείς απαντάει. Τι έγινε στην Αγ. Πετρούπολη και τι στην Μόσχα; Η Εταιρεία της Οδησσού «εκχωρεί ιδρυτικά δικαιώματα»; Αυτό αποτελεί αναπόδεικτη υπόθεση και απλή πεποίθηση. Είναι σχεδόν προφανές ότι η επικράτηση του Υψηλάντη ως εκλεκτού του Φοίνικα ανάγκασε την Αθηνά να παρουσιάσει την «ψήφο της Κωνσταντινούπολης» για την αρχηγία του κράτους ως «ψήφο της ιδρυτικής Οδησσού» για εκχώρηση μέρους της «προϋπάρχουσας συλλογικής εξουσίας» στον Ιωάννη Καποδίστρια. Με ποια τεκμήρια όμως, και σε ποια λογική, μπορεί μια λαϊκή επαναστατική πρωτοβουλία να εκχωρείται σε κόμητες ή πρίγκιπες και μάλιστα με τον αστείο τρόπο που το Συμφωνητικό της 22.9.1818 προβλέπει και το οποίο αποτελεί τη σπονδυλική στήλη του Ξάνθειου αφηγήματος; Τα ερωτήματα θα συμπληρώνονταν, αν αποκαλυπτόταν το σύνολο των αδημοσίευτων μετεπαναστατικών αναφορών του Ξάνθου και αν διερευνάτο ο λόγος για τον οποίο ο Ξάνθος περιέκοπτε από τα απομνημονεύματά του ό,τι αφορούσε στον Καποδίστρια, στον τσάρο, στον Αλή πασά, στον ρόλο του Πατζιμάδη …

 

Απ. 3 – Στην μετάβαση από το 1823 στο 1824 έχουμε μια πλήρως αποσιωπημένη πραγματικότητα, άρα, μια άκρως προβληματική αφήγηση. Τα «αγγλικά δάνεια» δεν ζητήθηκαν από την «Ελλάδα» αλλά από την Αγγλία, φαινομενικά ως απόδειξη αρωγής, ουσιαστικά ως αντιστάθμισμα για την αναγνώριση της Επανάστασης. Η Αγγλία το παρουσίασε ως απόδειξη της «αλλαγής πολιτικής» και για να πείσει, έβαλε στην βιτρίνα τον λόρδο Byron, κίνηση που παραλίγο να της στοιχίσει ακριβά. Από πλευράς επαναστατημένων υπήρχε καθολική συμφωνία ενός τέτοιου δανείου την εποχή που η εξουσία ήταν μοιρασμένη μεταξύ των δυο πλευρών. Μετά όμως την «δυσκατάληπτο» παραίτηση Ορλάνδου από την προεδρία του Βουλευτικού (τα «ιερότερα χρέη» της μετάβασης του Ορλάνδου στο Λονδίνο ήταν αποφασισμένα τον Ιούλιο του 1823), ο Μαυροκορδάτος απέτυχε να πάρει την θέση του. Τουλάχιστον, πρακτικά. Ήταν η στιγμή που ο Byron ξεκινούσε από την Γένοβα για την Ζάκυνθο, όπου δεν θα έφτανε ποτέ. Η καθήλωση του Byron στην Κεφαλονιά επί εξάμηνο δεν έφερε τα αναμενόμενα αποτελέσματα για τον υποψιασμένο -πλέον- λόρδο περί του τι γίνεται στην Ελληνική Επανάσταση σε σχέση με το τι του είπαν ότι γίνεται. Μ’ ένα άριστα οργανωμένο timing ως προς την αποβίβαση του Byron στο Μεσολόγγι, η νόμιμη κυβέρνηση Μαυρομιχάλη ανετράπη στα χαρτιά από βουλευτές που ψήφισαν «Κουντουριώτη», πράγμα που προκάλεσε τον λεγόμενο «εμφύλιο των δυο κυβερνήσεων». Ενώ η προσμονή του χρηματισμού (εξαγορά συνειδήσεων) άρχισε να εμπεδώνει την πραξικοπηματική ανατροπή του Μαυρομιχάλη, ενώ τα χρήματα δεν είχαν ακόμα φτάσει, ανετράπησαν και οι νόμιμοι διαχειριστές του δανείου Byron & Stanhope, οι οποίοι αρνήθηκαν να αναγνωρίσουν τον Κουντουριώτη ως παραλήπτη των χρημάτων και θέλησαν να τα δώσουν σε μια «ουδέτερη» (νέα) κυβέρνηση. Ο Byron που είχε ήδη καταγράψει το ποιος προκαλεί τις φιλελεύθερες επαναστάσεις, είχε παραδεχθεί ότι η Ελληνική δεν ήταν καρμποναρική, δεν ήταν φιλελεύθερη. Τη στιγμή εκείνη ο Μαυροκορδάτος συνέχιζε τυπικά να είναι πρόεδρος του Βουλευτικού, ενώ συνέχιζε να παραιτείται από την θέση αυτή και να είναι δικτάτωρ της Δ. Ελλάδος, μετά από την επίμονη, καθολική αίτηση οπλαρχηγών και προκρίτων στο β΄ μισό του 1823. Τελικά, δανειοδοτήθηκε η φίλα προσκείμενη προς τους φιλελεύθερους της Αγγλίας παράταξη της Αθηνάς. Το χειρότερο ήταν ότι εκχωρήθηκε -από ελληνικής πλευράς- η άδεια εισόδου της επανάστασης στο λονδρέζικο χρηματιστήριο. Έτσι, οι εγχώριοι πολιτικοί παράγοντες χειραγωγήθηκαν, όπως η κοινή γνώμη του Λονδίνου που αγόραζε τις ομολογίες βάσει του ελεγχόμενου-ψευδολογούντος Τύπου για το τι συνέβαινε «στην Ελλάδα». Το 1825 η κατάσταση χειροτέρεψε. Η νέα «χρηματοδότηση» ισοδυναμούσε όχι μόνο με την κρατική υποθήκευση, αλλά και με την έμμεση βοήθεια στον Ιμπραήμ, αφού τα πλοία-τεχνολογικά θαύματα που αγόραζε η επανάσταση με το β΄ δάνειο «για να βοηθήσουν το Μεσολόγγι» ήταν εικονικά στο 90%. Κατόπιν εκβιασμού, ο Κουντουριώτης, είχε υπογράψει από το 1824 την άρση της απόφασης που χαρακτήριζε εχθρικά τα πλοία μεταφοράς και εφοδιασμού του Ιμπραήμ. Βοήθεια στον Ιμπραήμ προσέφερε και ο επικεφαλής του «ελληνικού στόλου-θαύματος», ναύαρχος Κόχραν, ο οποίος συγκρούστηκε ευθέως με την νικηφόρα στρατηγική του Καραϊσκάκη, ίδρυσε [αντίπαλο] στρατόπεδο υπονόμευσής του και ολοκλήρωσε την εκχώρηση της Ρούμελης στους Οθωμανούς μια μέρα μετά τον «θάνατο» του Καραϊσκάκη, αφού πρώτα είχε προσπαθήσει να επηρεάσει την Τροιζήνα εναντίον του Καποδίστρια. Όταν λοιπόν ο Μαυροκορδάτος καθοδηγούσε το 1823 τον Λουριώτη για τα «επιτόκια και τα discount» που θα αντιμετώπιζε μέσω του ταμπλώ του London Stock Exchange (εκεί παίζονταν όλες οι «λαϊκές» επαναστάσεις της Κ. και Ν. Αμερικής), στόχο είχε να χρηματοδοτήσει την Επανάσταση της Αθηνάς, όχι την Επανάσταση του Φοίνικα. Όλα αυτά, οι υποστηρικτές «του Μαυροκορδάτου» προσποιούνται ότι δεν τα βλέπουν. Δεν βλέπουν, άρα, δεν εξηγούν γιατί ο Stanhope έψαχνε τον Καποδίστρια στην Ελβετία πριν έρθει στην Επανάσταση, το ίδιο και ο «Μεσσίας» Cochrane, που προσπάθησε -ανεπιτυχώς- να παρασύρει τον κόμη σε υπογραφές εκχώρησης αυξημένων δικαιωμάτων ως προς την αγγλική παρέμβαση. Γιατί ο Καποδίστριας αντιμετωπιζόταν από την Αγγλία ως επαναστατικός παράγοντας; Η άρνηση παραδοχής της εξαιρετικά μεγάλης τεκμηρίωσης ξεκινά και εδράζεται στην αποδοχή μιας φαντασιακής Οδησσού που οργανώνει τον αγώνα επειδή στη Βιέννη «αδιαφόρησαν οι βασιλείς της Ευρώπης». Τυφλωμένος ο Χ. Λούκος, χαρακτηρίζει «ευρωπαϊκή» την «αγγλική» εμπλοκή του 23. Χαρακτηρίζει «σωτήρια» την εμπλοκή που έφερε την «απελπιστική κατάσταση» του 1825-26, την οποία έσπευσε να περισώσει ο Καποδίστριας, όταν λύθηκε το θέμα «τσάρος Αλέξανδρος».

 

Απ. 4 – Εδώ όχι μόνον δεν εξηγείται πώς και γιατί μέχρι τη νομιμοποιημένη εμφάνιση του Καποδίστρια αναλαμβάνει τα επαναστατικά ηνία το Τρισυπόστατον της Ζακύνθου (Ρώμας, Στεφάνου, Δραγώνας), όχι μόνον δεν αναρωτιέται κανείς «πού είναι οι εκλογές του 1825;» όταν λήγει η «θητεία» του Κουντουριώτη, όχι μόνον δεν αναφέρεται η Εθνοσυνέλευση του 1826, όχι μόνον δεν εξηγείται γιατί δεν αποπειράται ο Μαυροκορδάτος να σώσει το Μεσολόγγι όπως «το έκανε» και το 1822 και το 1823, … αλλά εμφανίζεται και η αντιστροφή της ιστορίας. Η πραγματικότητα είναι ότι ο Μαυροκορδάτος υπήρξε ορκισμένος εχθρός κάθε καποδιστριακού παράγοντα. Υποστήριζε τις προσπάθειες δολοφονίας του Βαρνακιώτη, του Καραϊσκάκη και του Ανδρούτσου. Κινήθηκε με δόλο και ψεύδος και μάλιστα διαφήμιζε την τεχνική της δυσφήμησης στους οπαδούς του. Για κάποιον λόγο, το ελληνικό παράρτημα του νεοεμφανιζόμενου κράτους δικαίου, της δημοκρατίας και της ισονομίας είχε αναλάβει να δολοφονεί τους πολιτικούς του αντιπάλους, πράγμα αόρατο για τους μαρξιστές και δυσθεώρητο για τους μη μαρξιστές ιστορικούς.

 

Απ. 5 – Και μόνον αυτό το σημείο αρκούσε, για να πιστοποιήσει την εθελοτυφλία του ιστορικού. Ο όρος «αντιπολίτευση» είναι εξωπραγματικός και πρακτικά και ως προς τον ισχύοντα θεσμό. Το πολίτευμα της Τροιζήνας φτιάχτηκε ενώ είχε καταργηθεί το προσωρινό πολίτευμα. Φτιάχτηκε από αντίδραση προς τον Καποδίστρια και αποκλειστικά για να δημιουργήσει συνθήκες Άστρους, δηλαδή, για μπει δυνατότητα βέτο στον Καποδίστρια και για να επαναληφθεί η μέθοδος εκπαραθύρωσης του Μαυρομιχάλη. Επιπλέον, το πολίτευμα αντέφασκε με την Ιουλιανή Συμφωνία. Καταργήθηκε με τη σύμφωνη γνώμη των αντικαποδιστριακών, ύστερα από όσα τους είπε ο Καποδίστριας σχετικά με τις ευρωπαϊκές αποφάσεις. Η εθελοτυφλία που καταργεί τη λογική χρησιμοποιεί και τον αναχρονισμό. Ο Χ. Λούκος βλέπει την εφημερίδα Ο Απόλλων ως «αντιπολιτευόμενη». Η προσπάθεια νομιμοποίησης της εξέγερσης-αντεπανάστασης από την δημοκρατική πλευρά στηρίζεται στο ψυχολογικής διάστασης και ψευδές επιχείρημα «καποδιστριακό καθεστώς». Ο φόβος για «αντίποινα της Ρωσίας» είναι κωμικό επιχείρημα. Όσο για την «ανταλλαγή πυρών μεταξύ Ρωσίας-Ύδρας», αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε πραγματική περιγραφή των αντιπάλων, … στην περίπτωση αυτή όμως θα έπρεπε να ανατραπεί η εθελοτυφλία περί «Φιλικής Εταιρείας» και «Φίλων των Μουσών» στην Αθήνα & στη Βιέννη/Μόναχο.

Τι παράπονα μπορεί να είχε στα μέσα του 1819 ο Κοραής απ’ τον Καποδίστρια; Φιλολογικά;


Ο Χ. Λούκος παραλείπει να πει ότι ο Κοραής δεν έφτασε ξαφνικά το 1830 στην προτροπή της χρήσης δρεπάνου κατά του Καποδίστρια, αντίστοιχου μ’ εκείνο που θέρισε τον Κάρολο Ι’ στη Γαλλία. Παρέβλεψε την αντίθεση του Κοραή στην αντικατάσταση του Υψηλάντη από τον Καποδίστρια (1827). Είναι προφανές ότι τότε πιέστηκε ο Ξάνθος να γράψει το Υπόμνημα «του 1835» το οποίο κατήγγειλε ο Φιλήμων το 1834. Ο Χ. Λούκος δεν είδε το σύνολο της νεωτερικής αντίθεσης από το 1816 και την υποκριτική υποστήριξη προς τον Καποδίστρια έναντι του Αλ. Υψηλάντη, με αποκορύφωμα την «υποστήριξη» που προσέφερε ο Μαυροκορδάτος το φθινόπωρο του 21, προκειμένου να μην εκπροσωπεί ο Δ. Υψηλάντης τον «Γενικό Επίτροπο της Αρχής». Έτσι, ο Λούκος διαπιστώνει όψιμα την λυσσαλέα επίθεση των αντικαποδιστριακών το 1830 και την ερμηνεύει με τον όρο «αντιπολίτευση». Λες και επρόκειτο για θεσμικό ρόλο ενός δημοκρατικού πολιτεύματος, μετατρέπει το επιθυμητό σε ιστορικό γεγονός. Η προσπάθεια του Κοραή να εξαφανίσει από τη μνήμη το νεκρό Καποδίστρια απουσιάζει. Η φυσική αυτουργία αποδίδεται στους Μαυρομιχάληδες, ενώ αυτοί, μετείχαν στην συνωμοσία, αλλά όπως δείχνουν τα στοιχεία που χονδροειδώς παραποιήθηκαν, δεν σκότωσαν. Αποτέλεσαν τα βολικά θύματα για να χαρακτηριστεί η δολοφονία «προσωπικό» και «εσωτερικό» θέμα. Το 1831 ο Π. Μαυρομιχάλης πλήρωσε την υπογραφή του 1819 υπέρ των «λύσεων Καποδίστρια» και την καποδιστριακή γραμμή που τήρησε μέχρι να ανατραπεί από τους φιλελεύθερους.

Ένας ακόμα πολύτιμος μάρτυρας που «εξαφανίστηκε», παρότι λίγα αποκάλυψε, είναι ο Ξένος. Όπως ο Παπαρρηγόπουλος, γνώριζε πολλά από το στενό οικογενειακό περιβάλλον του. Γνώριζε όμως και από προσωπική πείρα τις εξελίξεις επί Όθωνα και Γεωργίου Α΄, αφού ήταν κεντρικό πρόσωπο στην υλοποίηση της συνέχειας του 21 («Μεγάλη Ιδέα»). Ως προς το ποιοι και γιατί δολοφόνησαν τον Καποδίστρια, είναι … παρολίγον σαφής: Οι Μανιάτες μεν, η Υδραϊκή συνωμοσία δε, ουχί η μανιατική μνησικακία. Πραξικόπημα ήταν ο φόνος του Καποδίστρια. Εκτροχιάστηκε το νεαρόν κράτος ημών. Είτε δεν είχε καταλάβει ο Ξένος, είτε δεν επιθυμούσε να πει ολόκληρη την αλήθεια. Από τις δυο εκδοχές, η δεύτερη εκτιμάται -μακράν- ως η πιθανότερη. Αν ομολογούσε την σύνδεση των Υδραίων με την Βρετανία, θα έπρεπε να εξηγήσει τι έγινε το 1824, πώς έπεσε το Μεσολόγγι, γιατί ο ίδιος έδρασε μέσω του «αγγλικού κόμματος». Τουλάχιστον, είπε μερικά πράγματα με το όνομά τους: «σατανικές συκοφαντίες και αηδέστατες κοπρολογίες» ήταν τα κείμενα του φιλελεύθερου-συνταγματικού Τύπου για τον Καποδίστρια, «κερδοσκόπος-τοκογλύφος» ήταν ο Λ. Κουντουριώτης τις κρίσιμες στιγμές. Είπε κάποια από αυτά που ως σήμερα δεν τολμούν να διαπιστώσουν ούτε οι μετριοπαθείς ιστορικοί. Τα είπε με κάποιες προσωπικές αφορμές, αλλά και επειδή θεωρούσε ως υπερεθνικό τον στόχο που είχε τεθεί για το 1821, εξαρτώντας τους Φιλικούς από τους Φίλους των Μουσών. Η εξαφάνιση του Ξένου καταφανώς συντελεί στην στερέωση της «αντιπολιτευτικής θεωρίας» και στην απόκρυψη των πραγματικών αιτίων της επίθεσης στον Καποδίστρια που αποκαλύπτουν τον χαρακτήρα και τους πρωταγωνιστές της Επανάστασης.


 Πού βρίσκεται λοιπόν το εμμονικό στοιχείο, ο ανορθολογισμός και η εθελοτυφλία του ιστορικού; Βρίσκεται κυρίως στο ότι τα γενεσιουργά γεγονότα και τα στοιχεία βάσει των οποίων κρίνει την πορεία της επανάστασης, όχι μόνο ουδέποτε αποδείχθηκαν ή ερμηνεύτηκαν ικανοποιητικά, αλλά, αντίθετα, κάθε νέο στοιχείο που προκύπτει, ενισχύει την θέση ότι ο Καποδίστριας υπήρξε ο καίριος οργανωτής της υπόθεσης του 21 που έγινε πάνω σε μια αγγλο-ρωσική συμφωνία του 1814-15 (Βιέννη-Παρίσι), όταν μέσω του θέματος «Πολωνία», μέσω του «δραπέτη» Βοναπάρτη, μέσω της Ιεράς και της Τετραπλής Συμμαχίας οι δυο μεγαλύτερες στρατιωτικές δυνάμεις, Ρωσία-Βρετανία, έχτιζαν θέσεις ενόψει των επόμενων φάσεων για την αναθεώρηση της Ευρώπης και του κόσμου.

Η εθελοτυφλία φαίνεται επίσης στο ότι όσο παρασυρμένος και να είναι κάποιος που ενδιαφέρεται μόνον για την ετικέτα και όχι για το περιεχόμενο, θα έβλεπε και θα προσπαθούσε να εξηγήσει γιατί και το 1822 και το 1823 ο Μαυροκορδάτος ανέλαβε απόλυτη εξουσία στην Δ. Ελλάδα (και πολιτική και στρατιωτική), ουσιαστικά, διορίζοντας τον εαυτό του. Μάλιστα, τη δεύτερη φορά ο Νοταράς αποτελεί Επίτροπο του Μαυροκορδάτου, δείχνοντας ότι γνώριζαν άριστα την «επιτροπική» έννοια υπό την οποία εμφανίστηκε ο Αλ. Υψηλάντης. Όσο παρασυρμένος και να είναι κάποιος, θα προσπαθούσε να εξηγήσει γιατί δεν «προσπάθησε να σώσει την Δ. Ελλάδα» ο Μαυροκορδάτος και το 1825-26. Θα προσπαθούσε να ερμηνεύσει γιατί υπέγραψαν τόσοι το 1825 ένα αντιμαυροκορδατικό κείμενο που έμμεσα έλεγε «όχι άλλο σώσιμο». Θα έβλεπε και θα προσπαθούσε να εξηγήσει γιατί το νεότευκτο κράτος δικαίου ευτέλιζε την δικαστική διαδικασία (Καραϊσκάκης), γιατί δολοφόνησε έναν «προδότη», αντί να τον καταδικάσει με στοιχεία σε δημόσια δίκη (Οδυσσέας), γιατί ο Κουντουριώτης λάβαινε συστάσεις από το Λονδίνο να εκτελέσει άνευ δίκης τον Κολοκοτρώνη. Θα έβλεπε και θα προσπαθούσε να εξηγήσει πώς έτυχε και τα εγκλήματα του Καραϊσκάκη ήταν τόσα πολλά (13) και όσα ακριβώς του Μαυρομιχάλη. Θα έβλεπε και θα προσπαθούσε να εξηγήσει την προσπάθεια του Κοραή να εξαφανίσει το νεκρό -πλέον- Καποδίστρια, δηλ. την παρακαταθήκη της μνήμης. Θα έβλεπε πως ο Μαυροκορδάτος ουδόλως απέκλειε τις δολοφονίες από τα μέσα επίτευξης πολιτικών στόχων. Όσο προκατειλημμένος και να είναι κάποιος, θα έβλεπε τις διαφορές στην νοηματοδότηση της ελευθερίας μεταξύ Μαυροκορδάτου και Καποδίστρια. Θα έβλεπε την προ-ένταξη του καθενός, θα έβλεπε -τουλάχιστον- το κίνητρο στο ψεύδος ενός εκάστου.

Όταν ο Byron και ο Stanhope εξέλειψαν και ο Καραϊσκάκης προσποιήθηκε υποταγή στον Κουντουριώτη, το εναπομείναν μεγάλο εμπόδιο της βρετανικής πολιτικής λεγόταν «Οδυσσέας». Ο φίλος του Byron, Edward Trelawny είχε αναλάβει διαμεσολαβητής στην χρηματοδότηση του Οδυσσέα Ανδρούτσου από το Λονδίνο. Ο Οδυσσέας δολοφονήθηκε, ενώ ο Trelawny γλύτωσε ως εκ θαύματος, πυροβολημένος δυο φορές μέσα στη σπηλιά του Οδυσσέα. Επέστρεψε στην Αγγλία με ειδική άδεια από το Λονδίνο και δεν αποκάλυψε ποτέ ποιος πλήρωσε τους Fenton και Whitcombe. Για άλλη μια φορά ο Μαυροκορδάτος επικεντρώνεται στην αποτυχία της παραδοσιακής Επανάστασης. Δεν επικεντρώνεται στον αντιοθωμανικό στόχο.


Πέρα από όσα φάνηκαν με τα πέντε αποσπάσματα, ο κατάλογος των παραβλέψεων που συμπληρώνει την μαρξιστική θεμελίωση του δικαιώματος στην εθελοτυφλία είναι μακρύς και δεν αφορά μόνο στον Χρήστο Λούκο Ενδεικτικά:

  • Τι έπρεπε να καταλάβουν οι Γεωργάκης & Σάββας όταν ο Υψηλάντης τους έγραφε στις 24.10.1820 ότι «η Σεβαστή Αρχή με επρόσταξε να κινηθώ δια ξηράς …»;
  • Γιατί ο Υψηλάντης διόριζε στρατηγούς «δυνάμει της επιτροπείας και πληρεξουσιότητος ην έλαβον παρά της σεβαστής Αρχής της Εταιρίας των Φιλικών»; Επειδή «Αρχή» ήταν οι 8 της 22.09.1818 οι οποίοι με κάποιον τρόπο διπλασιάστηκαν, αφού ο ίδιος έγινε Επίτροπος / Πληρεξούσιος;
  • Τι εννοούσε ο Ξάνθος όταν έγραφε στον Κουμπάρη (19.3.21) ότι «ο Γενικός Επίτροπος και αρχιστράτηγος του Ελληνικού έθνους εκκίνησε από Κισνόβιον και εμβήκεν εις Ιάσιον, λαβών ανωτέρας διαταγάς»; Ότι την διαταγή έδωσαν οι 8-16 Αρχηγοί;
  • Στο υπόμνημα του 1826 ο Ι. Καποδίστριας δηλώνει ότι εκτός της «Οδησσού», δεν είχε σχέση ούτε με την Εταιρεία του Ρήγα. Γιατί να πει κάτι τέτοιο αν η Αθηναϊκή Φιλόμουσος καθ’ ομοίωση της οποίας έγινε η Εταιρεία Βιέννης/Μονάχου ήταν όντως άσχετη με τον Ρήγα;
  • Ο Νικ. Υψηλάντης, εξηγώντας ποια τρελή ιδέα εφάρμοσε ο Καποδίστριας στη Βιέννη για το ελληνικό ζήτημα, λέει ότι «ενέγραψε την Ιερά Συμμαχία συνδρομήτρια στην Εταιρεία της Αθήνας». Αυτό δεν χρειάζεται να εξηγηθεί;
  • Το 1859 ο Φιλήμων δηλώνει ότι στη Βιέννη του 1814 ο Καποδίστριας συνέστησε την Εταιρεία των Αθηνών και αφήνει σοβαρά υπονοούμενα για τον αρχηγικό του ρόλο στην οργάνωση της Επανάστασης. Το 1861 δηλώνει ότι άμεσος πρόδρομος της Φιλικής ήταν το Ελληνόγλωσσο Ξενοδοχείο. Το έργο του ουδέποτε επανεκδόθηκε.
  • Το 1962 ο Κ. Δημαράς απαγορεύει στον Καποδίστρια να χαρακτηρίζει προσχηματικό τον φανερό στόχο της Φιλομούσου Αθηνών, σβήνοντας την επίμαχη λέξη από το καποδιστριακό υπόμνημα του 1826.

Ουσιαστικά, το πρόβλημα των εμμονών και της εθελοτυφλίας εντοπίζεται στο ότι οι μαρξιστές δεν διακρίνουν και δεν παραδέχονται τις δυο προδιαμορφωμένες τάσεις του 21. Αυτές που -χάριν ευκολίας- μπορούμε να ονομάσουμε αρχικά «Υπερεθνική» και «Εθνική» ή «Παράδοση» και «Νεωτερικότητα».

Ζήτω η εθνική Αθηνά! Κάτω ο υπερεθνικός Φοίνικας! Η επιστολή αυτή είναι ένα διαμάντι αποκαλύψεων. Η κοραϊκή πλευρά υποκριτικά ζητούσε τον Καποδίστρια στην θέση του Αλέξ. Υψηλάντη και πριν την επανάσταση. Στην επιστολή ο Μαυροκορδάτος παραδέχεται την μεταξύ τους σχέση, ενώ, ταυτόχρονα ισχυρίζεται ότι ο πρώτος έκανε του κεφαλιού του, εν αγνοία του δεύτερου και παρά τις προειδοποιήσεις Καρατζά-Μαυροκροδάτου που μετέφεραν από την Πίζα οι Τσακάλωφ και Αναγνωστόπουλος. Παραδέχεται ότι ο ίδιος και η τάση που εκπροσωπούσε δεν συγκατένευσαν στην έκρηξη της Επανάστασης. Μόνο που αυτό δεν το είδε ο Χρήστος Λούκος.


 

Από όσους απορρίπτουν την εξάρτηση του Υψηλάντη από τον Καποδίστρια, ουδείς εξήγησε γιατί ο δεύτερος επανέφερε το έμβλημα του πρώτου ως κρατικό έμβλημα στην Δ΄ Εθνοσυνέλευση (η δεύτερη σφραγίδα έγινε το 1833 για να σημάνει ετεροχρονισμένα τη δραχμή και την οριστική απεξάρτηση του κράτους από τον Φοίνικα)


 

Είναι τμήμα μιας διεθνούς σύγκρουσης η μάχη Φοίνικα-Αθηνάς;

Το μαρξιστικό δικαίωμα στην ιστορική τύφλωση καθιστά αόρατες τις δυο ελληνόφωνες τάσεις που βρίσκονται σε διαρκή σύγκρουση από την εποχή της Αθωνιάδας. Και το «δικαίωμα» αυτό ξεκινά από την αποσιώπηση της υπερεθνικής φάσης 1770-1790. Η διάλυση του πολέμου Αυστρίας & Ρωσίας εναντίον της Πύλης που επιφέρουν οι εξελίξεις στη Γαλλία και η αντιρωσική πολιτική της Μ. Βρετανίας, καθιστούν μονόδρομο τον τεμαχισμό του υπερεθνικού σχεδίου: την «εθνικοποίηση» κάθε ορθόδοξης φέτας ως αίτημα προς τους συντονιστές της ευρωπαϊκής αναμόρφωσης. Αυτή η de facto εξέλιξη αυξάνει την πολιτική υποκρισία και κάνει την διεθνή κατάσταση περισσότερο πολύπλοκη. Στη φάση αυτή ο Ρήγας παίρνει εντολή να υλοποιήσει την καρδιά του υπερεθνικού σχεδίου σε συνεργασία με τον φυσικό του αντίπαλο: ο Βοναπάρτης έχει εξουσιοδοτηθεί να λυτρώσει την Γαλλία από την «επαναστατική εκτροπή» και να ομαλοποιήσει τη σχέση «Επανάσταση-Πάπας». Θα δείξει τις πραγματικές του προθέσεις πριν αναλάβει πολιτικό ρόλο, ενώ η πλευρά την οποία εκπροσωπεί ο Ρήγας προσποιείται την ανήξερη και την αντίθετη, ακόμα και μετά την φυσική του εξόντωση.* [Μισόλογα περί της τότε «προδοσίας» θα φανούν μερικά χρόνια αργότερα στην μάχη Πάριου-Κοραή]. Έτσι το σχέδιο εκτελείται τροποποιημένο, χωρίς το Ρήγα, χωρίς τα ναπολεόντεια στρατεύματα στην Ήπειρο. Η αντιναπολεόντεια συμμαχία Βρετανίας-Ρωσίας-Πύλης (1798) γίνεται αιτία να ιδρυθεί η μαγιά της υπερεθνικής ευρωπαϊκής αναμόρφωσης: το α΄ ελληνικό κράτος. Η εξαφάνισή του θα δημιουργήσει την «υπερεθνική αμηχανία» εντός της οποίας αγωνίζονται οι Σέρβοι, ο Νικοτσάρας, ο Μπλαχάβας. Όλα ξεκινούν και πάλι όταν η ήττα του Ναπολέοντα είναι δρομολογημένη (1812), όμως, όσα θα συμβούν ως το 1821 θα παραμείνουν σκοτεινά και δίπλα σ’ αυτά θα εξαλειφθούν και τα γεγονότα 1790-1814. Το τοπίο για ιστορικές επινοήσεις μιας «εθνικής μετάλλαξης» του «ελληνικού σχεδίου» είναι πλέον ανοιχτό. Η «εθνική επιφοίτηση» θα αποδοθεί στους ανώνυμους της Οδησσού και το μόνο στοιχείο που καλυμμένα θα περιγράφει τα πραγματικά εταιρικά στρατόπεδα είναι η μετέπειτα διαμάχη Αναγνωστόπουλου – Ξάνθου. Θα ξεπεραστεί κι αυτή από τον ιστορικό συμβιβασμό, όμως το «δικαίωμα της ιστορικής τύφλωσης» θα φτάσει σε τέτοιο βαθμό στον 20ο αιώνα που κάποιοι θα παραλείπουν από την εικόνα Ρήγα-Ελλάδας-Κοραή, τόσο τον ουράνιο Θεό, όσο και τον Αναγεννώμενο Φοίνικα σύμβολο της ελληνικής υπερεθνικότητας η οποία λέει: Μετά το πεπρωμένο ανίσταμαι και εκ του ολισθήματος ισχυροτέρα. Μπορεί ο τυφλωμένος μαρξιστής να παραδεχθεί ότι κάποια συλλογικότητα έχει εκδηλώσει το 1813 βούληση ανάστασης και πολιτικής αναγέννησης όταν μάλιστα δεν το εξηγεί ούτε ο «παραδοσιακός» ιστορικός του 20ου αιώνα; Άπαντες έχουν δεχθεί ως γενεσιουργό αιτία την λαϊκή βούληση, παραβλέποντας ακόμα και τα τεκμήρια που δείχνουν ότι οι υποστηρικτές αυτής της γραμμής προσπάθησαν να σταματήσουν τον Υψηλάντη και εξέφραζαν τη διάθεσή τους να «συμμαζέψουν τα πράγματα» μετά από μια Επανάσταση που δεν έπρεπε να ξεσπάσει.

1813: Συνέλευση του Τιμίου και Φιλογενούς Εμπορικού Ελληνικού Συστήματος Κωνσταντινουπόλεως «Η ΑΝΟΡΘΟΥΜΕΝΗ ΕΛΛΑΣ». Δημοσιεύεται το 1815 στον Κερδώο Ερμή όπου αναφέρεται ότι το εμπόριο είναι «το μέσον το οποίον η θεία Πρόνοια μετεχειρίσθη δια να ανεγείρη το Γένος, προσκαλούσα τας Μούσας εις τον πάτριον αυτών Ελικώνα»


Αν και το διάστημα 1750-1800 έχει -διστακτικά- αναγνωριστεί από τους νεωτερικούς ιστορικούς ως η περίοδος μιας παραδοσιακής επαναστατικής βούλησης, η παραδοχή παραμένει άνευ αντικρίσματος επειδή: Ο 19ος αιώνας ξεκινάει με την αποσιώπηση του α΄ ελληνικού κράτους. Η επταετία της Επτανήσου Πολιτείας θάβεται, με αποτέλεσμα να εξαφανίζεται τόσο η σύγκρουση του ναπολεόντειου περιβάλλοντος με τα Επτάνησα και τη Σερβία, όσο και η πενταετία 1807-12 στην οποία προετοιμάζεται η καποδιστριακή δράση. Εκεί λοιπόν που η νεωτερική ιστορική τάση είχε την ευκαιρία να εξηγήσει τους λόγους μετάβασης στον «εθνικό στόχο» και αποδείξει τη σχέση της β΄ φάσης (1792) της Γαλλικής Επανάστασης με τη βούληση δημιουργίας ελληνικού κράτους, προκύπτει ένα κενό. Ως αποτέλεσμα: ένας υποθετικός Ρήγας συνδέεται με μιαν ανυπόστατη Οδησσό και μια φαντασιακώς καταλυτική Ναυμαχία στο Ναβαρίνο. Στο πλαίσιο αυτό είχαν συμφωνήσει οι δυο πλευρές των ιστορικών μέσα στον 20ο αιώνα. Η αποδοχή αναπόδεικτων και παράδοξων ιστορικών θεσφάτων μαθηματικώς οδηγεί σε μια σωρεία παραλλαγών, υποβαθμίσεων, αποκρύψεων σε κομβικά ιστορικά γεγονότα που ξεπερνούν την καποδιστριακή περίοδο και εκτείνονται ως το 1864. Κεντρικό σημείο αυτής της γραμμής είναι η αξιωματική θέση «οι επαναστάσεις γίνονται από τον λαό». Η θέση αυτή α) τοποθετεί το ιακωβινικό 1792 στην επαναστατική πρόθεση του 1789 και β) αποσιωπά την φιλοναπολεόντεια στάση της Δύσης στη Βιέννη του 1814, όπου φαίνεται καθαρά ότι πλην της Ρωσίας, οι αντιθέσεις της Ευρώπης είχαν να κάνουν προσωπικά με τον Βοναπάρτη, όχι με την πολιτική του κοσμικού κράτους που προωθούσε. Με τον τρόπο αυτό προκαθορίζεται ανιστόρητα η πρόθεση δημιουργίας ελληνικού κράτους η οποία συζητείται στη Βιέννη.

Εφόσον η πραγματική ιστορική διαφωνία είναι επί του επαναστατικού στόχου και του επαναστατικού υποκειμένου, ο άξονας που θα έπρεπε να καθοδηγεί την ιστορική έρευνα είναι εκείνος που σχηματίζεται από τις καίριες πολιτικές αποφάσεις:

  1. Συνέδριο της Βιέννης (1814): Παρακράτηση των Επτανήσων από την Βρετανία. Η ανεξαρτησία του 1800 δεν επανέρχεται, προκειμένου να ελέγχει η Βρετανία τις επαναστατικές εξελίξεις. Ρωσο-Βρετανική σύμπραξη για το ελληνικό θέμα υπό την εταιρική ομπρέλα «Οι Φίλοι των Μουσών» – Δημιουργία δυο μεταναπολεόντειων συμμαχιών (Ιεράς, Τετραπλής) το 1815
  2. Ρωσο-Βρετανικό πρωτόκολλο της Αγ. Πετρούπολης (1826)
  3. Επεισοδιακή ανάδειξη και καθυστερημένη άφιξη του Καποδίστρια (1827-28)
  4. Έναρξη ρωσοτουρκικού πολέμου (1828). Αποδοχή της Συνθήκης του Λονδίνου από τον Σουλτάνο (1829) εντός της ρωσοτουρκικής συνθήκης ειρήνης.
  5. Ανεξαρτησία-Απόλυτη Μοναρχία (1830), Πολιτειακή μεταβολή (1843), Αλλαγή της βασιλικής δυναστείας (1862-63), Παράδοση των Επτανήσων στο Ελληνικό Βασίλειο (1864)

Ο άξονας αυτός θα έπρεπε να εμπλουτίζεται με στοιχεία όπως:

Αίτηση αποκλειστικής προστασίας προς την Μ. Βρετανία 1825 αμέσως μετά την κατασίγαση του εμφυλίου, αίτηση προς τη Γαλλία 1825, αίτηση προς τη Ρωσία 1826. Εξέλιξη των πολιτικών και στρατιωτικών γεγονότων σε συνάρτηση με το β΄ δάνειο. Γ΄ Εθνοσυνέλευση Επιδαύρου 1826 – Κατάργηση του προσωρινού πολιτεύματος – Άτυπη ανάληψη της εξουσίας από το Τρισυπόστατο της Ζακύνθου. Απάντηση του Καποδίστρια (12.12.1824) στην επιστολή-πρόσκληση της κυβέρνησης Μαυρομιχάλη της 1.1.1824. Καποδιστριακό Υπόμνημα 1826. Απόφαση της Τροιζήνας 1827 περί Καποδίστρια και αντικαποδιστριακή αντίδραση.

Μπορεί τα παραγνωρισμένα στοιχεία των πολιτικών εξελίξεων να είναι αρκετά για να πείσουν κάποιον ότι η ιστορία του 21 είναι διεθνής, ότι κακώς έχει θεωρηθεί «τοπικός σχεδιασμός», ότι ο «φιλελληνισμός» δεν ήταν αποτέλεσμα συμπάθειας προς μια τοπικότητα αλλά ενθουσιασμός για την αναγέννηση του πυρήνα η οποία προέκυψε από την προετοιμασία αιώνων, ότι ο «εμφύλιος» ήταν η σύγκρουση των δυο τάσεων και ως καταλύτη είχε την ανατροπή της ως τότε πολιτικής ισορροπίας μέσω των αγγλικών χρημάτων. Τα στοιχεία αυτά -δυστυχώς- δεν λειτουργούν στην πράξη. Η πίστη είναι πάντα πιο δυνατή από τη γνώση. Πολλοί πιστεύουν ακράδαντα ότι η ανθρώπινη ελευθερία είναι ευθέως ανάλογη με τον συνταγματισμό και η δικαιοσύνη ευθέως ανάλογη με τη δημοκρατία σε ιδεατό ή πρακτικό επίπεδο. Και να το πιστεύουν, έχουν απόλυτο δικαίωμα. Μπορούν όμως να λένε ατεκμηρίωτα ότι το 1821 εξερράγη μια φιλελεύθερη επανάσταση;

Η Επανάσταση του 1789 ονομάζεται «Γαλλική» μόνον από τους Έλληνες. Το ίδιο και το Φραγκικό κράτος που ονομάζεται «Γαλλία». Η Φραγκία πάλι, ονομάζει (όπως και η Αγγλία) το κράτος των Ελλήνων «Γραικία» παρότι δεν στέλνει φιλογραικούς αλλά φιλέλληνες. Το επαναστατικό φαινόμενο του 18ου αιώνα είναι ευρωπαϊκό και στο πλαίσιο αυτό διεξάγεται και η «Αμερικανική» Επανάσταση. Ο διαφωτισμός έχει διπλή ανάγνωση, το ίδιο και η ανθρώπινη ταυτότητα, το ίδιο και οι επαναστάσεις. Ο Φοίνικας και η Αθηνά έχουν διεθνείς διασυνδέσεις, αλλά ταυτόχρονα φαίνονται να αποτελούν τμήματα δυο διεθνών τάσεων που εργάζονται για την ευρωπαϊκή και την παγκόσμια αναμόρφωση προς δυο αντίθετες κατευθύνσεις.

Το 1926 ο Κανδηλώρος επιχειρεί να κλείσει το θέμα «Οδησσός» ως προς την «διαμάχη Ξάνθου-Αναγνωστόπουλου» υπέρ του πρώτου. Ο στόχος του είναι καταφανώς πολιτικός. Όμως, και μόνον η επιλογή του κεντρικού άξονα που εξαφανίζει την διαμάχη Κοραή-Καποδίστρια και εμφανίζει τον Σκουφά ως εμπνευστή της επανάστασης, προσφέρει κάκιστες ιστορικές υπηρεσίες. Απευθυνόμενος -ουσιαστικά- προς τους παραδοσιακούς ιστορικούς, τους λέει «σταματήστε τις άγονες αντιπαραθέσεις, τα χειρότερα έρχονται από τους μαρξιστές». Στη σελ. 261 υπερασπίζεται τον Καποδίστρια, ο οποίος, σύμφωνα με τον Κορδάτο, αποδοκίμασε την επαναστατική βούληση από την Κέρκυρα το 1819. Όμως, κι αυτό είναι άνευ ουσίας, επειδή α) ουδόλως αναφέρεται στο καποδιστριακό κείμενο και στο πλούσιο παρασκήνιο, β) στη σελ. 10 έχει πει ότι ο Αμβρ. Φραντζής έγινε ηχώ απιθανοτάτων φημών ως προς την Φιλική Εταιρεία (δηλ. εμφάνισε την Εταιρεία ως καρπό της συνεργασίας του Μαυροκορδάτου φιραρή, του Κ. Υψηλάντη και του Ι. Καποδίστρια). Ως προς την σύμπραξη Φοίνικα-Αθηνάς στο 21 ήταν ακριβής, αλλά αποσιώπησε τελείως τη μεταξύ τους σύγκρουση. Ως προς το ίδιο θέμα φάνηκε και … προφητικός. Το 1930 η αβασίλευτη Ελληνική δημοκρατία είχε την Αθηνά στο νόμισμα της δραχμής και τον Φοίνικα στο πεντάδραχμο. Ως προς το πολιτικό στοιχείο, ο Κανδηλώρος είχε δίκιο. Το 1944 ο Βελουχιώτης, ως εκπρόσωπος της «τότε Φιλικής Εταιρείας» (ΕΑΜ, δηλ. ΚΚΕ) εκσφενδόνιζε ως καλός παπαγάλος τους μαρξιστικούς μύδρους κατά του «Γιάννη Καποδίστρια», ενώ ο Woodhouse ισχυρίστηκε ότι μάθαινε για τον Καποδίστρια από τον Άρη (sic!)


Ο Παναγιώτης Καλεβράς έχει κάνει βασικές λανθασμένες ερμηνείες ως προς τα γεγονότα που οδήγησαν στο 21. Παραμένει όμως ένας πολύτιμος αυτόπτης μάρτυρας του παρασκηνίου. Όσα καταθέτει στο «σύγγραμμα λίαν περίεργον – ΕΠΙΣΤΟΛΑΙ», για την σχέση Φοίνικα-Αθηνάς (Μόσχα, 1812) ταιριάζουν με μαρτυρίες όσων είχαν πρόσβαση στο κρυφό αρχείο του Ρώμα, καθώς και με όσα φαίνεται ότι συμφωνήθηκαν στο Τιλσίτ το 1807. Κυρίως όμως επιβεβαιώνουν το «χριστιανικό πνεύμα» υπό το οποίο εργαζόταν η κοραϊκή παράταξη (βλ. προηγούμενο κείμενο). Ο Λεοντίδης φιγουράρει από τους πρώτους στον κατάλογο της Φιλικής που «ιδρύθηκε το 1814». Άθελά του ενίσχυσε την πιο ακραία από τις μαρξιστικές εταιρικές θεωρίες για το 21: ότι το ισχυρότερο κίνητρο δημιουργίας μιας επανάστασης είναι η ατυχία στο εμπόριο.


 

Επίλογος

Το έτος αωκα (1821) ο Φοίνικας αναγεννάται υπό την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος και την προστασία του Σταυρού, δημιουργώντας την ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΕΙΑ. Αυτή είναι η καποδιστριακή ερμηνεία της Επανάστασης (28.9.1829). Δυο εβδομάδες πριν, ο Σουλτάνος έχει αναγνωρίσει την ήττα του. Σύμφωνα με μαρξιστές ιστορικούς, η κύρια απασχόληση του Καποδίστρια ήταν η υφαρπαγή επαναστατικών αποτελεσμάτων από Επαναστάσεις στις οποίες υπήρξε αμέτοχος.

Συμπληρώσαμε δυο αιώνες κατάκρισης ή υπεράσπισης του Καποδίστρια, με τον πραγματικό Καποδίστρια απόντα. Παρών είναι μόνον ο «Κυβερνήτης». Η περιοδικώς αναζωπυρούμενη διαμάχη συνήθως έχει «κυβερνητικό» χαρακτήρα, οπότε εκτρέπεται περαιτέρω από το θέμα ουσίας: ποια ήταν η ταυτότητα του 21; Η μάχη περί του Καποδίστρια έχει να κάνει αποκλειστικά μ’ αυτό.

«Έκανε ορφανοτροφείο, πάταξε την πειρατεία, έκανε Γεωργική Σχολή, ίδρυσε σχολεία…». Έτσι ξεκινά μια θετική αποτίμηση του Καποδίστρια, η οποία παγιώνει την εντύπωση ενός κυβερνήτη κράτους. Το κράτος δεν είχε ιδρυθεί το 1827, ενώ τα σύνορά του άλλαξαν δυο φορές μετά το 1829. Οι καθ’ ύλην αρμόδιοι, οι ιστορικοί, αρνούνται να εξετάσουν τον Καποδίστρια ως σχεδιαστή επανάστασης – ιδρυτή κράτους, που -ουσιαστικά- το ιδρύει στις 28.9.1829. Όταν η «Φιλική Εταιρεία» αποδόθηκε μοναδικά από τον μαρξιστή Finlay (υπήρξαν μαρξιστές πριν τον Marx), όλοι έκαναν πως δεν είδαν. Ουδείς σχολίασε θετικά ή αρνητικά. Ο Σκώτος απεφάνθη πως η Εταιρεία έπαιξε δευτερεύουσα μόνον σημασία, καθώς απηχούσε μόνο τον ορθόδοξο φανατισμό, άρα, ήταν ασύμβατη με μια κοινωνική Επανάσταση, όπως ήταν το 21. Η ελληνόφωνη άποψη κινήθηκε σε περισσότερο αντιφατικά μονοπάτια. Ιδιαίτερα η νεωτερική ιστορία έκρινε την Επανάσταση φτωχή σε πόρους, στρατιωτικά ασυντόνιστη και πολιτικά αυτοκαταστροφική. Δικαιολογεί έτσι την «σωτήρια επέμβαση των ξένων» (με χρήματα, τακτικό στρατό, κοινοβουλευτισμό κλπ). Ταυτόχρονα, είδε την Επανάσταση ως καρπό άριστου σχεδιασμού και οργάνωσης, εφόσον την Εταιρεία της την ίδρυσαν και τη διοίκησαν οι απλοί, καθημερινοί άνθρωποι που ξεκίνησαν από την Οδησσό, ενώ ο Υψηλάντης είχε μειωμένη ικανότητα ή αρνητική συνεισφορά. Πρόκειται για τον μύθο της λαϊκής Επανάστασης που χαρακτηρίζεται «αστική» επειδή την οργανώνουν «αστοί» εκτός του Οθωμανικού κράτους, παρασέρνοντας όχι μόνο την μη αστική ελληνική κοινωνία (αυτό θεωρείται πανεύκολο) αλλά και τις παραδοσιακές κεφαλές (αρχιερείς, προκρίτους, οπλαρχηγούς) τις μόνες που θα ακολουθούσε η αγροτική κοινωνία.

Του παραλογισμού ηγείται η «διεθνιστική» ιδεολογία και ακολουθεί -σε μικρή απόσταση- η «εθνική» ιδεολογία. Η δεύτερη κατηγορία λαθεύει περισσότερο σχετικά με την αφετηρία της, όμως οι μαρξιστές έχουν την πρωτιά σε απόλυτες τιμές απόκλισης από την λογική. Σχεδόν όλοι συμφωνούν ότι μια Επανάσταση μπορεί να οργανωθεί μόνον από τον πρόσωπα όπως ο Σκουφάς, ενώ το επαναστατικό αποτέλεσμα μπορεί να οργανωθεί μόνον από πρόσωπα όπως ο Καποδίστριας. Σχεδόν όλοι συμφωνούν ότι ο Καποδίστριας θέλησε να κυβερνήσει ένα κράτος που προέκυψε από Επανάσταση, τους εμπνευστές της οποίας αποθάρρυνε, έδιωχνε, και λοιδωρούσε! Σχεδόν όλοι θεωρούν λογικό να πηγαίνει ο Αναγνωσταράς στη Ρωσία το 1817 για να ζητήσει τα δεδουλευμένα και τον Καποδίστρια να λέει αργότερα «κακώς τον πίστεψα όταν με βεβαίωσε ότι δεν ανήκε σε μυστικές οργανώσεις». Αλλά κι όταν ο Κολοκοτρώνης λέει ότι πήγε το 1819 στην Κέρκυρα με πρόφαση να ζητήσει τους μισθούς του από τον Maitland, στην πραγματικότητα για να δει τον Καποδίστρια και πάλι σχεδόν όλοι βλέπουν «οικογενειακή υπόθεση του Ιωάννη». Όσο για την «Βιέννη», κάθε φορά που εμφανίζεται αντί της «Οδησσού», οι ιστορικοί σπεύδουν να δηλώσουν ότι αυτός που την αναφέρει, μπερδεύει την Φιλόμουσο με την Φιλική. Μόνο που αυτοί που την αναφέρουν, είναι ειδήμονες τόσο στα μυστικοεταιρικά θέματα, όσο και στην πολιτική. Και δεν θα τολμούσε να αναφέρει ένας πρόξενος της Μ. Βρετανίας στον προϊστάμενό του, τον υπουργό εξωτερικών ανύπαρκτα θέματα ως υπαρκτά. Ο Meyer είναι μεταξύ εκείνων που όχι μόνο μεταφέρουν την διάχυτη ελληνική άποψη ότι η Επανάσταση θεμελιώθηκε επί των παλαιών βάσεων στο Συνέδριο της Βιέννης, αλλά το μανιφέστο της ήταν το καποδιστριακό κείμενο της Κέρκυρας, με ημερομηνία την Ανάσταση του 1819.

Η ανάδειξη του πραγματικού Καποδίστρια δεν είναι προσωποπαγές ιστορικό θέμα. Απαιτεί διερεύνηση του ευρύτατου περιβάλλοντος και της αντίθετης τάσης. Η ανάδειξη του πραγματικού Καποδίστρια συμβάλλει τα μέγιστα, αλλά δεν ξεδιαλύνει απόλυτα το μεγάλο «ελληνικό ζήτημα». Αντίθετα, ένας «Καποδίστριας – Οργανωτής του 1821» ανοίγει θέματα που ξεπερνούν τον ορίζοντα ενός χριστιανικού κράτους με πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολη.

ΔΕΚ 2024

 

Σχετικά άρθρα

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου