Σελίδες

Τετάρτη 13 Σεπτεμβρίου 2023

Κοραής: ένας εν Χριστώ ή απλώς ένας εν κρυπτώ αδελφός στην “ελληνική υπόθεση”; – Ελληνική Επανάσταση & Διαφωτισμός 1

 Στέργιος Π. Ζυγούρας

Το πρόβλημα με τον Κοραή είναι παρόμοιο αλλά χειρότερο από το πρόβλημα της Ελληνικής Επανάστασης: υπάρχει συμφωνία ως προς την ταυτότητά του.

Για την Ελληνική Επανάσταση, το βασικό πρόβλημα ορισμού παραμένει. Η σχέση του λαϊκού πυρήνα της Οδησσού με μια ελληνόφωνη ελίτ που παρασύρεται από τα φιλελεύθερα προτάγματα του ευρωπαϊκού διαφωτισμού παραμένει άφαντη. Το ίδιο και το πολιτικό πρόγραμμα της λεγόμενης «Φιλικής Εταιρείας». Η Επανάσταση μοιάζει με μια πορεία του τύπου «ξεκινάμε και στο δρόμο βλέπουμε». Κάποια πρόοδος όμως έχει σημειωθεί: τα τελευταία χρόνια άρχισαν κάπως να συμφωνούν οι ιστορικοί ότι η βασική τους διαφωνία βρίσκεται στον ορισμό του «έθνους» που επαναστάτησε. Για τον Κοραή τα πράγματα είναι πολύ πιο σκοτεινά, επειδή όλοι σχεδόν συμφωνούν σε τρία σημεία:

  1. Ο Κοραής ήταν άσχετος με την μυστική επαναστατική οργάνωση
  2. Ο Κοραής δεν είχε βασικές διαφωνίες με τον Καποδίστρια και τον υποστήριζε ως το 1830
  3. Ο Κοραής ήταν ένας πιστός χριστιανός που απλώς διαφωνούσε σε επί μέρους θέματα με τους πατερικούς κανόνες και τα εκκλησιαστικά ήθη

Πριν δούμε τα του Κοραή, ας θυμηθούμε το προβληματικό πλαίσιο του 21: Oι ιστορικοί κάθε απόχρωσης αποφεύγουν να σημειώσουν ότι στη διάρκεια της Επανάστασης οι επώνυμοι, για να καθορίσουν τη στάση τους στις πολιτικές εξελίξεις, επικοινωνούσαν με τους Κοραή, Καποδίστρια, μητροπολίτη Ιγνάτιο και όχι με τους Αναγνωστόπουλο, Τσακάλωφ, Ξάνθο. Η απώλεια του Αλ. Υψηλάντη έχει τη σημασία της, αλλά εκεί υπάρχει ένα άλλο θολό σημείο: το 1820 ο Υψηλάντης δεν ανέλαβε αρχηγός μιας Εταιρείας του 1814 και η προς αυτόν σφοδρή εναντίωση (πριν και μετά την έναρξη της επανάστασης) αφορούσε -όπως πάντα- στο διαφαινόμενο πολίτευμα της βασιλείας προς το οποίο η επιλογή του έδειχνε. Ο Υψηλάντης κήρυξε την υπερεθνική επανάσταση του Φοίνικα, ενώ, μετά την αποτυχία του, οι πολιτικοί του αντίπαλοι την υποκατέστησαν σε μεγάλο βαθμό από την εθνική επανάσταση της Αθηνάς. Κάποιοι ιστορικοί, παραδέχονται ενίοτε ορισμένα κενά στον ιστορικό σκελετό της επανάστασης και αναλαμβάνουν να τα καλύψουν. Όμως: η ερμηνευτική άποψη «μυστικός μηχανισμός απαιτείται μόνον μέχρι την έκρηξη της επανάστασης» ανάγει την ταυτότητα της Επανάστασης σε τραγέλαφο, γιατί ακυρώνει κάθε σύνδεση του 21 με τον πολυδιαφημισμένο κοσμικό διαφωτισμό ενώ ταυτόχρονα δηλώνει βέβαιη για τον επαναστατικό στόχο. Με τέτοιες απόψεις πάνω στην ατεκμηρίωτη Οδησσό, η ιστορία της Ελλάδας καθίσταται επιστημονικός μύθος. Επίσης, η άποψη «καρμπονάροι ή τέκτονες» ήταν μόνον οι της Οδησσού και όχι οι Κοραής, Καποδίστριας… προσβάλλει τη νοημοσύνη και την ίδια την ιστορία. Ακόμα όμως κι αν κάποιος εξηγήσει τις εγκυκλίους του κυβερνήτη Καποδίστρια κατά της μασονίας, ακόμα κι αν εξηγήσει γιατί ο Μακρυγιάννης λέει εμφατικά ότι επέμενε το 1831 να μένει πιστός στον όρκο του «Ηρακλέους», τα θέματα που οδηγούν στο Ιάσιο της 24.02.1821 παραμένουν πολύπλοκα και σκοτεινά.

 

Η αντίδραση στα «περί νηστείας» του Κοραή

Ένα από τα τεκμήρια που επιμελώς παραμερίζονται και αναδεικνύουν τη διαρκή σχέση του Κοραή με την Επανάσταση είναι η απάντηση του Αθανασίου Παρίου στον Κοραή σχετικά με τις θέσεις που εξέφρασε γραπτώς ως προς τις νηστείες. Ο δεύτερος θεωρείται γνωστός. Ο πρώτος χαρακτηρίζεται Όσιος και Άγιος από την Ορθόδοξη Εκκλησία, φανατικός, σκοταδιστής, μισαλλόδοξος, μηχανορράφος, λιβελλογράφος από τον ιστορικό Λέανδρο Βρανούση.

Στην απάντηση που έγραψε ο Αθανάσιος Πάριος το 1791 κυριαρχεί:

  1. Το ύφος οικειότητας που ξεκινά από την προσφώνηση (προς Διαμαντήν τον Κοραήν) και διακρίνει όλη την επιστολή. Το ύφος αυτό δεν μπορεί να εξηγηθεί μόνον από την οξύτητα του λόγου που φτάνει μέχρι και τον σαρκασμό.
  2. Το κεντρικό νόημα μ’ αυτά που λες και κάνεις Διαμαντή, δεν είσαι χριστιανός, που, ενώ διατρέχει όλη την επιστολή, συνειδητά υποβαθμίζεται στο μέτρο του δυνατού και δεν διατυπώνεται παρά μόνον πλαγίως (έλα στα σύγκαλά σου Διαμαντή, άσε τον Βολταίρο και γύρνα πίσω στη νοητή Κιβωτό)

Το δεύτερο σημείο είναι μάλιστα αυτό στο οποίο κορυφώνει και κλείνει την επιστολή του ο Πάριος, λέγοντας έμμεσα στον Κοραή υπέκυψες στη γοητεία της φυγοκέντρου δυνάμεως που υπερνίκησε την κεντρομόλο. Το βασικό συμπέρασμα που βγαίνει (και επιβεβαιώνεται από άλλα κείμενα, μεταγενέστερα) είναι ακόμα σημαντικότερο:

Έφυγες, αδελφέ Διαμαντή, από την ομάδα μας και πήγες στην αντίπαλη! Αυτήν που υποκρίνεται πως έχει κάποιες διαφορές, ενώ στην πραγματικότητα έχει βαλθεί δολίως να μας εξαφανίσει.

Αυτό φαίνεται να λέει ο Αθανάσιος Πάριος, υπονοώντας ότι εμείς (δηλαδή οι καλόγεροι και οι ιερωμένοι) ξεκινήσαμε τον διαφωτισμό, την κοσμική γνώση και τώρα εσύ έγινες βολταιρικός. Ακολουθείς όσους με τεχνάσματα αντέστρεψαν τα νοήματα και διαλαλούν ότι η κοσμική γνώση είναι το φως, ενώ, χωρίς την πίστη στο Θεό, αυτή είναι το σκοτάδι του διαβόλου που καταστρέφει τον άνθρωπο, επειδή τον κάνει να χάσει την ψυχή του. Άρα, ο Πάριος θέτει ζήτημα «θνητοψυχίας» για τον Κοραή και -έμμεσα- το ερώτημα: «Μπορεί κάποιος να είναι χριστιανός αν δεν πιστεύει στην αθανασία της ψυχής;»

Δυο ακόμα ενδιαφέροντα στοιχεία προκύπτουν από την επιστολή:

Το πρώτο είναι η επιβεβαίωση ότι οι χριστιανοί που πρώτοι δίδαξαν τη θύραθεν παιδεία, δεν απορρίπτουν την κοσμική γνώση, αντίθετα, μ’ αυτήν επιβεβαιώνουν τη Σοφία του Θεού και τη χρησιμοποιούν για να ωφελούν τον σαρκικό άνθρωπο που αγωνίζεται να σώσει την ψυχή του. Ελέγχει λοιπόν ο Πάριος τον Κοραή και ως γιατρό, λέγοντάς του αυτά που λες είναι ενάντια και στην κοινή λογική και στην ιατρική. Δεν μπορεί να ταυτιστεί το αυγό με την κότα ούτε η ελιά με το λάδι, ούτε το σταφύλι με το κρασί.

Το δεύτερο που λέει για τον Κοραή είναι: ενώ μας έχεις εγκαταλείψει, υποκρίνεσαι ότι είσαι μαζί μας, τολμώντας μάλιστα να χρησιμοποιείς επιχειρήματα από τις θείες Γραφές, το νόημα των οποίων σκόπιμα διαστρέφεις.

Η μομφή αυτή θα γίνει εντονότερη στο «Νέο Ραψάκη», όπου αποδοκιμάζεται και η Εταιρεία «Ρόπαλον του Ηρακλέους». Ένα κείμενο ξεχασμένο, που πιθανώς γράφτηκε το 1805 και απηχεί την κορύφωση της διαμάχης μεταξύ παράδοσης και νεωτερικότητας σε όσα διαδραματίζονται στο α΄ ελληνικό κράτος (Επτάνησος Πολιτεία) και μέσα στο διεθνές κάδρο: Επανάσταση των Σέρβων, αντίθεση του Ναπολέοντα προς την ορθόδοξη πολιτική του τσάρου Αλέξανδρου και την «ολέθρια» πολιτική του Σουλτάνου που «ευτυχώς» θα σπάσει την ρωσοτουρκική συμμαχία το 1806. Ας δούμε λοιπόν ορισμένα στοιχεία που μας οδηγούν στο «γιατί το 1821 είναι τόσο περίπλοκο και αντιφατικό;».

 

Στοιχεία της ανείπωτης ιστορίας «των φώτων» (διαφωτισμού)

Ο Νέος Ραψάκης συνεχίζει την σφοδρή διαμάχη του 1798-99 κατά την οποία τα δυο γαλλόφωνα κείμενα με τίτλο Aux habitants de la Grèce έχουν επίσης αποσιωποιηθεί ή έχει στρεβλωθεί η σημασία τους. Τα κείμενα του 1798 έχουν αποδοθεί στα ελληνικά με τίτλους Προς τους Ρωμαίους της Ελλάδος και Στοχασμοί ενός φιλέλληνος. Περιέχουν κραυγές αγωνίας της κοραϊκής άποψης – ναπολεόντειας πολιτικής και παροτρύνουν τους Επτανήσιους να μην επιμείνουν στην υποστήριξη της ρωσοτουρκικής συμμαχίας που θα διώξει από τα Επτάνησα τον ανερχόμενο -πολιτικά- Ναπολέοντα, αναδεικνύοντας το α΄ ελληνικό κράτος που προκύπτει μέσω των Οθωμανών, όχι μέσω του φραντσέζικου 1792. Στα κείμενα αυτά κατηγορείται ο τσάρος Παύλος ως «παπιστής» και έμμεσα υπονοείται ότι στόχος της Γαλλικής Επανάστασης ήταν η πολιτική αναμόρφωση της Ευρώπης με την καταστροφή της παπικής Εκκλησίας και επαναφορά της ενιαίας, ρωμαϊκής Εκκλησίας. Τα κείμενα αυτά έχουν αποσυνδεθεί από την Διδασκαλία Πατρική και την Αδελφική Διδασκαλία όπου κονταροχτυπιούνται η χριστιανική πλευρά με την κοραϊκή ιδεολογία τη στιγμή που ο Ρήγας σβήνει, όχι όμως και η ακατάσχετη δύναμη του ελληνισμού να δημιουργήσει κράτος. Χαρακτηριστικό της υποκριτικής στάσης του Κοραή είναι ότι ενώ ο ίδιος υιοθετεί πλήρως το έτος Α΄ της νέας εποχής ως το έτος 1792, στο ανώνυμο κείμενο (που παραδέχθηκε ότι είναι δικό του) με τίτλο Αδελφική Διδασκαλία, γράφει ότι εκδίδεται στη Ρώμη (!) το έτος Α΄ της Ελευθερίας. Ποιος θεωρεί ότι απελευθερώθηκε το 1798, όταν ο Κοραής κατηγορεί τον «φιλότουρκο συγγραφέα της Πατρικής Διδασκαλίας που ψευδώς χρησιμοποιεί το όνομα του Πατριάρχη Ιεροσολύμων» και υπερασπίζεται την Ανατολική χριστιανική Εκκλησία που μέσα από τις ιερές γραφές της αναδεικνύει την «δημοκρατικήν ισονομίαν» και απορρίπτει «τας αυτογνώμονας βουλήσεις«; Κεντρική θέση του Κοραή είναι ότι η αποστολική ρήση «πειθαρχεῖν δεῖ Θεῷ μᾶλλον ἤ  ἀνθρώποις» σημαίνει «πρέπει να πειθαρχώμεν εις τους νόμους· επειδή οι νόμοι άλλο δεν είναι πλην η ομόφωνος και κοινή γνώμη ενός λαού, η δε φωνή του λαού είναι φωνή του Θεού.»

Ενώ ο Κοραής δηλώνει «εν Χριστώ αδελφός», επιλέγει να αντιπαραθέσει στους «Πατέρες» τους «Αδελφούς». Τι μπορεί να σημαίνει αυτό για την κατεύθυνση της Επανάστασης και το πολίτευμα της Πατρίδας το 1798;


Ο Πάριος γράφει ότι μόλις το 1805 έλαβε γνώση της Αδελφικής Διδασκαλίας και ἐπειδή έφριξε, ανέλαβε να απαντήσει. Υπό το όνομα «Ραψάκης» παρομοιάζεται ο Κοραής με τον ομώνυμο Ασσύριο αρχιστράτηγο που προσπάθησε να ξεγελάσει τους Ιουδαίους της Ιερουσαλήμ. Μιλώντας τη δική τους γλώσσα, δηλαδή, την εβραϊκή, τους προτρέπει σε επανάσταση κατά των αρχόντων τους. Λαλεί ιουδαϊστί [ο Κοραής] ήτοι λαλεί ως αδελφός ζηλωτής· λαλεί ως έμπειρος της Θείας Γραφής (ενώ δεν την ασπάζεται). «Αδιάντροπε και πάντολμε Ραψάκη, εσύ να μεταχειρισθής στάθμην θρησκείας, ειπέ μοι, εσύ όπου καμίαν δεν έχεις;» Αυτό είναι το μοτίβο του Πάριου που γράφει -κατά τη διάρκεια κλυδωνισμού του α΄ ελληνικού κράτους- κατά του «αυθάδη λιμπερτίνου» Κοραή, συντάκτη της Αδελφικής Διδασκαλίας, σ’ ένα κείμενο που παρέμεινε ανέκδοτο και θέτει νέα προβλήματα ως προς την ιδιαίτερη στόχευσή του· παραμένει όμως -όπως και ο Κοραής του 1791- μεταξύ ημίφωτος και σκότους. Στον Ραψάκη, ο Πάριος λέει απερίφραστα ότι ο Κοραής είναι γνήσιος μιμητής του θνητόψυχου Βολταίρου.

Ως το 1806 υπήρχε τουλάχιστον ένα κείμενο της παράδοσης που έλεγε «δεν ήταν δικός μας ο Ρήγας» (Νέος Ραψάκης) και ένα νεωτερικό που έλεγε «ήταν δικός μας ο Ρήγας» (Ελληνική Νομαρχία). Αν και το πρώτο δεν εκδόθηκε, ο Ρήγας κατατάχθηκε στους γηϊνόφρονες, χωρίς αμφιβολίες τις περισσότερες φορές. Στην απροσδιοριστία του Ρήγα στηρίχτηκε σε μεγάλο βαθμό η απροσδιοριστία του 21.


Τι προκύπτει από την μελέτη του διαφωτισμού στην Ελλάδα σε σχέση με την επανάσταση; Η μαρξιστική σχολή του Κ. Θ. Δημαρά ανακάλυψε ένα προοδευμένο νεοελληνικό έθνος να σχηματοποιείται στον 18ο αι. από έναν κοσμικού περιεχομένου νεοελληνικό διαφωτισμό. Αυτό έγινε με προκατάληψη, επιλεκτικότητα και λογική του τύπου 1+1=11. Έγινε με τον διαφωτισμό αποσυσχετισμένο από τον εταιρισμό, τον εταιρισμό αποσυνδεδεμένο από την πολιτική και με τις αντιφάσεις της διεθνούς πολιτικής σπρωγμένες κάτω απ’ το χαλί. Αλλά και από την «αντίπερα όχθη», καμιά πειστική-ολοκληρωμένη απάντηση δεν δόθηκε στο ποιοι, πώς και γιατί οργάνωσαν την Ελληνική Επανάσταση. Αν λοιπόν ο Κ. Θ. Δημαράς πέρασε από το θάρρος στο θράσος, από την ανακάλυψη του κοραϊκού εταιρισμού στην αποσύνδεση του Καποδίστρια από την επανάσταση, βασικό μερίδιο ευθύνης γι’ αυτό είχε η απουσία διαφορετικής άποψης.

Ένα από αυτά που δεν εξηγούνται στον «διαφωτισμό» είναι πώς ο κοινώς αποδεκτός φορέας του, οι μοναχοί και οι ιερείς, έγιναν κατηγορούμενοι μιας «προδοσίας» κατά της ελευθερίας του ανθρώπου. Ο κοινός αποδεκτός όρος-στόχος για τις δυο πλευρές, η «ΕΥΔΑΙΜΟΝΙΑ» παρουσιάζεται και δεσπόζει στην απάντηση του Πάριου προς τον Κοραή το 1791. Καθώς όμως ο διαφωτισμός παρουσιάζεται ως ένα κοσμικό-αντιχριστιανικό κίνημα εν τη γενέσει του, κείμενα όπως του Κοραή και του Πάριου που ονοματίζουν τις δυο πλευρές εξαφανίζονται. Εξαφανίζονται και κείμενα όπως το Δοκίμιον περί Πατριωτισμού που γράφτηκε ταυτόχρονα με τον Ραψάκη (ή λίγο πριν) και επανεκδόθηκε το 1817 υπό το βάρος των τότε εξελίξεων. Το «δοκίμο», που εξηγεί τι σημαίνει «πατριωτισμός», αφιερώνει σημαντικό μέρος στον στόχο του που είναι η «ευδαιμονία«: «Ένας Νόμος, ένας Δαίμων, ένα πνεύμα, μία πρόνοια [πρέπει να] διέπει και λειτουργεί στην θεία επί της γης Πολιτεία» και στο νόμο αυτό δεν μπορεί να καταστρατηγούνται οι χριστιανικοί κανόνες. Δεν μπορεί να διαχωρίζεται το πολιτικό από το θρησκευτικό στοιχείο. Ό,τι, δηλαδή, τόνισε από την Κέρκυρα ο Καποδίστριας το 1819.

Στην περίοδο 1800-07 ανήκουν και γνωστά κείμενα όπως η «Ελληνική Νομαρχία». Πλην όμως το εν μέρει λιβελλογράφημα κατά μοναχών και ιερέων αναφέρεται ως κείμενο πολιτιτικού στοχασμού, αποσπάται από την περίοδο στην οποία ανήκει (Επτάνησος Πολιτεία) και συσχετίζεται με το 1821 ώστε να καλυφθεί το δραματικό κενό που αναφέραμε στην αρχή του παρόντος κειμένου. Λείπει συνεπώς, ως σήμερα από την ιστορία η μάχη «ουρανοφρόνωνγηϊνοφρόνων«, όπως την ονοματίζει ο Πάριος στον «Ραψάκη», θεωρώντας τον Κοραή ηγέτη της δεύτερης ομάδας. Όσο για τον Κοραή της Αδελφικής Διδασκαλίας, ο Πάριος λέει καθαρά στον «Ραψάκη» ότι είναι «φιλόσοφος«, αλλά όχι «φιλόχριστος» και «φιλάδελφος«, αλλά όχι «φιλόθεος«.

Είναι οι κοραϊστές, οι συνοδοιπόροι του Voltaire και του Bentham και υλιστές της εποχής; Είναι αυτοί που απώλεσαν την πίστη προς την αιώνια ζωή της ανθρώπινης ψυχής; Είναι αυτοί που αρνήθηκαν την ορθόδοξη πίστη και υποκρίθηκαν ότι επιδιώκουν τον «εκσυγχρονισμό» των χριστιανών σ’ ένα πλαίσιο προτεσταντισμού; Ναι, αυτό μπορεί να ισχύει, με την προϋπόθεση ότι η άλλη πλευρά εννοεί την «ελευθερία» ως δυνατότητα κάθαρσης του ανθρώπου από τα πάθη του, σ’ ένα πλαίσιο ελεύθερης βούλησης που ορίζεται από τον Βιβλικό Τριαδικό Θεό. Στην περίπτωση αυτή η «ευδαιμονία» παίρνει εκατέρωθεν σημασία πνευματική ή υλιστική. Και η αλήθεια της κάθε μιας είναι εκείνη που προσλαμβάνεται βιωματικά ή φαντασιακά από τον κάθε παραδοσιακό (ουρανόφρονα) ή νεωτερικό (γηϊνόφρονα), τοποθετώντας τον στο παζλ του 21, το οποίο θα έπρεπε ίσως να το περιγράφαμε με όρους «καποδιστριακών» και «κοραϊστών».

Η συνηθισμένη μέθοδος του Κοραή για την δυσφήμηση των αντιπάλων του. Διάλογος Δημοχάρη-Πασιχάρη στον Πρόλογο του Αρριανού: των Επικτήτου Διατριβών βιβλία τέσσαρα. Το 1827 η κοινή γνώμη πληροφορείται ότι ο Καποδίστριας όχι μόνον δεν εγγυάται την ευδαιμονία των Ελλήνων, αλλά πρόκειται να φυλακίσει την Ελληνική ελευθερία, εφόσον, εκείνοι που τον προσκάλεσαν, επιθυμούσαν την ανάσταση της «νεκρωθείσης από τους Τούρκους Γραικορωμαϊκής Αυτοκρατορίας». Είναι άραγε τυχαίο ότι τότε έγραψε ο Ξάνθος ένα υπόμνημα που διέψευσε ο Φιλήμων το 1834;

 

Το θέμα του διαφωτισμού μπορεί να προσφέρει νέα πρόοδο στην ερμηνεία της Ελληνικής Επανάστασης καθώς μέσα από τις δυο αντίθετες τάσεις του προσδιορίζονται και οι δυο τάσεις του έθνους που επαναστατεί: ήταν το γλωσσικό έθνος ή το ευρύτερα πολιτισμικό έθνος εκείνο που επαναστάτησε το 1821; Με άλλα λόγια: ήταν νεωτερική/εθνική ή παραδοσιακή/υπερεθνική η Επανάσταση; Μέσα από την γλώσσα ήθελαν να προσδιοριστούν εκείνοι που δήλωναν ρήξη με τον παρελθόν. Και το παρελθόν δεν είναι άλλο από το χριστιανικό, που προσδιορίζει κάθε επαναστατική προσπάθεια μέχρι και τον Ρήγα. Όμως «Φιλέλληνες» δεν ήταν μόνον οι αλλόγλωσσοι, όπως ομολογεί ακόμα και ο Κοραής. Το αίτημα του επανελληνισμού της Ευρώπης υπήρχε από τον 15ο αιώνα και ήταν υπερεθνικό. Δεν μπορεί, συνεπώς, με αξιωματικό τρόπο να συρρικνώνεται στα όρια του ελληνόφωνου ο Έλληνας που τον 18ο αιώνα επιδιώκει πολιτική συγκρότηση και ευδαιμονία. Τα κείμενα που περιγράφουν την σύγκρουση της νεωτερικότητας με την παράδοση στο διάστημα 1798-1820 έχουν πολλά να προσφέρουν και εδώ κάνουμε την αρχή μ’ ένα κείμενο του 1791, της περιόδου, δηλαδή, κατά την οποία η νεωτερική παράταξη της Γαλλικής Επανάστασης προσπαθεί να την επαναπροσδιορίσει.

Καλύτερο κλείσιμο σ’ αυτή την μικρή ανάλυση δεν θα μπορούσε μάλλον να υπάρξει από τον πρόλογο του Αθανασίου Ψαλίδα στο έργο του «Αληθής ευδαιμονία ήτοι βάσις πάσης θρησκείας», δημοσιευμένο την ίδια χρονιά με την απάντηση του Πάριου προς τον Κοραή.


Στον Ψαλίδα του 1791 εμφανίζονται και οι «Φίλοι των Μουσών«. Είναι απλή συνωνυμία ή πρόκειται για την ίδια τάση που θα «νομιμοποιήσει» (παρασκηνιακά) μεταξύ 1813-1815 την Επανάσταση του Φοίνικα των Ελλήνων η οποία συνεχίζει (από το σημείο στο οποίο διακόπηκε το 1807) όταν δύει το άστρο του Ναπολέοντα;



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου