Σελίδες

Παρασκευή 11 Φεβρουαρίου 2022

Η θεωρία των ιδρυτών-αρχηγών της Φιλικής Εταιρείας (Μέρος Α΄)

 Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΩΝ ΙΔΡΥΤΩΝ-ΑΡΧΗΓΩΝ ΤΗΣ ΦΙΛΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ [1]

Στέργιος Π. Ζυγούρας


ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Η βασική πηγή για την ιστορία της Εταιρείας θεωρείται ο Ξάνθος. Ακολουθεί το α΄ Δοκίμιο του Φιλήμονα. Τι θα βλέπαμε αν συγκρίναμε τα κείμενα του Ξάνθου μεταξύ τους και σε σχέση με τα κοινώς λεγόμενα περί της ίδρυσης και της εξέλιξης της “Φιλικής Εταιρείας”; Θα βλέπαμε ότι τα κοινώς λεγόμενα για την Επανάσταση αποτελούν πεποιθήσεις και μόνον. Ο ακρογωνιαίος λίθος της εξιστόρησης -η “Φιλική Εταιρεία”- βρίσκεται απολύτως εκτός τεκμηρίωσης. Για περισσότερο από έναν αιώνα το μόνο κείμενο που προβάλλεται στοιχειωδώς είναι τα “Απομνημονεύματα” (1845). Όμως, οι ιστορικοί γνωρίζουν ότι προηγουμένως έγραψε μια “Αναφορά” προς την Συντακτική Συνέλευση (1843), ένα κείμενο αντίρρησης που το ονομάζουμε “Απολογία” (1837) και ένα κείμενο που ο ίδιος το ονομάζει “Υπόμνημα” και ισχυρίζεται ότι το έγραψε το 1835.

Στο κείμενο του 1845 αναιρεί βασικά σημεία που ο ίδιος υπέγραψε το 1843. Το προσπερνάμε για να επικεντρωθούμε σε σημαντικότερα θέματα. Στο κείμενο του 1837 επιτίθεται κατά του Φιλήμονα και

του Αναγνωστόπουλου επειδή το 1834 “ο πρώτος παρασυρόμενος από τον δεύτερο έγραψε σοβαρές ανακρίβειες για την ίδρυση της Εταιρείας και τον καταστροφικό ρόλο του Ξάνθου”. Ποιο είναι το πλέον σημαντικό που αβασάνιστα προσπερνάμε; ότι το 1834 ο Φιλήμων κυκλοφόρησε μια πρώτη, μεγάλη ιστορία της Φιλικής Εταιρείας (έχοντας στο μυαλό του μια μεγάλη ιστορία της Επανάστασης) εκφράζοντας πρώτα-πρώτα την αντίρρησή του για δυο κείμενα που προηγήθηκαν. Το ένα απ’ αυτά ήταν ανώνυμο. Το ονομάζει “ΕΚΘΕΣΗ” και συμπεραίνει ότι το έγραψε ο Ξάνθος. Είναι βέβαιο ότι δεν εκδόθηκε, όπως και η “Απολογία”. Ποιο ήταν αυτό το κείμενο το οποίο επιβεβαιώνει ο Ξάνθος στην Απολογία του το 1837;

Με θεωρητικά μηδενικό περιθώριο σφάλματος μπορούμε να πούμε ότι αυτό το κείμενο ήταν το “Υπόμνημα”, που παρέμεινε επίσης ανέκδοτο. Έγινε γνωστό το 1901 και σ’ αυτό φαίνεται καθαρά η πλήρης αντίφαση με το προλογικό σημείωμα κάποιου Γρ. Θεοχάρη, σύμφωνα με το οποίο γράφτηκε το 1835. Το Υπόμνημα ΔΕΝ απαντά στον Φιλήμονα του 1834 και ο Ξάνθος δεν το αναφέρει το 1837, σε αντίθεση με την “Έκθεση”. Άρα, ο Ξάνθος μπορεί να ισχυρίζεται ότι γράφτηκε για να απαντήσει στις απορίες κάποιου κυρίου Θεοχάρη. Επιχειρεί, δηλαδή, ο Ξάνθος να πείσει ότι για πρώτη φορά γράφει -ως ιδιώτης- για την Εταιρεία χάριν ατομικής περιεργείας. Φυσικά, αυτό δεν μας εξασφαλίζει τον χρόνο που γράφτηκε η “Έκθεση”. Άρα, παραμένει το ερώτημα: Πότε και γιατί γράφτηκε το κείμενο του Ξάνθου το οποίο κατακρίνει ο Φιλήμων το 1834; Αν το “Υπόμνημα” του 1835 ταυτίζεται με την “Έκθεση” που επικρίνει ο Φιλήμων, τότε, γιατί ο Ξάνθος εμφανίζει ένα προηγούμενο κείμενό του ως μεταγενέστερο; Γιατί το κάνει, όταν από τις 15/5/1835 ειδοποιείται από το φίλο του Ι. Βρετών για την έκδοση “του Αναγνωστόπουλου”; Η υπόθεση εργασίας που καταθέτουμε λέει ότι ο Ξάνθος, πιεζόμενος να παρέμβει κατά του Φιλήμονα, σπεύδει να το μεταχρονολογήσει στο 1835, εποχή κατά την οποία βρίσκεται στη Βλαχία, ώστε να αποφύγει το ερώτημα “με ποια αφορμή έγραψε για πρώτη φορά;”. Η “Έκθεση” την οποία γνωρίζει ο Φιλήμων, γράφτηκε προφανώς όσο ο Ξάνθος βρισκόταν στον ελλαδικό χώρο, δηλαδή ως το 1827.[2]

ΣΥΝΟΠΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΤΩΝ ΒΑΣΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ ΤΟΥ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΞΑΝΘΟΥ

1827; / (1835) Έκθεσις / Υπόμνημα ΑΝΕΚΔΟΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ. Δημοσιοποιήθηκε το 1901 στο περιοδικό “Αρμονία”. Φέρεται να γράφτηκε το 1835. Αποσιωπάται από τους ιστορικούς που αναφέρονται στα Απομνημονεύματα.
1837 Απολογία ΑΝΕΚΔΟΤΗ. Δημοσιοποιήθηκε το 1979 στο περιοδικό “Μνημοσύνη”. Απαντά στα “ψεύδη” του Ιωάννη Φιλήμονα. Υποτιμάται από τους ιστορικούς.
1843 Αναφορά προς την Εθνοσυνέλευση ΑΝΕΚΔΟΤΗ εξ ορισμού. Αποσιωπάται από τους ιστορικούς. Την παραθέτει ο Δημήτριος Μπογδανόπουλος στο βιβλίο του “Η Φιλική Εταιρεία” (άγνωστη χρονολογία α΄ έκδοσης, γ΄ έκδοση: 2005).
1845 Απομνημονεύματα ΑΘΗΝΑ, 1845. Αυτό είναι το μόνο κείμενο στο οποίο αναφέρεται η ιστορία. Και πάλι όμως, άκρως επιλεκτικά. Παραλείπεται λ.χ. κάθε μνεία στο καταστατικό [του Πατζιμάδη] για την Εταιρεία-Ταμείο της οποίας αναλαμβάνει Γενικός Έφορος ο Υψηλάντης.

 

ΛΟΓΙΚΗ ή ΠΛΕΙΟΨΗΦΙΑ;

Είναι φανερό ότι στο κρίσιμο θέμα “Φιλική Εταιρεία” η ιστορία που αυτοχαρακτηρίζεται “επιστημονική” επέλεξε το δεύτερο. Οι λόγοι μπορούν να διερευνηθούν. Η επανάληψη είναι η μήτηρ της μαθήσεως και μια σωρεία αστείων συλλογισμών θεωρείται ότι μεταβάλλει την πεποίθηση σε τεκμηριωμένη απόδειξη, εάν και εφόσον την επαναλαμβάνουν πολλοί χωρίς να την αμφισβητούν. Ενώ κανένα στοιχείο δεν πιστοποιεί ότι στην Οδησσό ιδρύθηκε κάποια Εταιρεία, κανείς από τους καθ’ ύλην αρμοδίους δεν εντοπίζει την πρώτη κραυγαλέα αντίφαση: κατά την 20ετή διαμάχη Ξάνθου-Αναγνωστόπουλου (που υποτίθεται ότι έγινε για τα πρωτεία) ουδείς προσκόμισε έγγραφο ίδρυσης, κάτι που θα τερμάτιζε τη διαμάχη άμεσα. Αντίθετα, αμφότεροι συμφωνούσαν ότι η Εταιρεία “ιδρύθηκε στην Οδησσό” λόγω των αποφάσεων του Συνεδρίου της Βιέννης. Δεν ταιριάζει λοιπόν ούτε ο χρόνος ίδρυσης (φθινόπωρο ή -πολύ περισσότερο- καλοκαίρι του 1814), ούτε ο τόπος (κάποιοι από μακριά παρακολουθούν προσεκτικά τις διεθνείς εξελίξεις), ούτε η ιδιότητά τους (οι ανώνυμοι δεν θα μπορούσαν ποτέ να παρασύρουν τους επώνυμους).[3] Γιατί αποσιωπάται η Βιέννη; Τι συζητήθηκε εκεί για το ελληνικό θέμα; Πώς η συζήτηση αυτή σχετίζεται με την διαμόρφωση των πραγματικών όρων της μεταναπολεόντειας Ευρώπης;[4] Πώς γίνεται να απαντούν “προς τη Βιέννη” όσοι βρίσκονταν “στην Οδησσό” και όχι οι ευρισκόμενοι στη Βιέννη; Πώς συνδέονται η Φιλόμουσος με τη Φιλική; Γιατί η διαμάχη Ξάνθου-Αναγνωστόπουλου γίνεται με έγγραφα ιδιωτικού και όχι δημόσιου χαρακτήρα; Γιατί κάποιοι πίεζαν τον Ξάνθο από το 1834 να καταθέσει άποψη; Γιατί ο Ξάνθος διατήρησε (όπως θα δούμε) έγγραφα τα οποία δημοσίευε λογοκριμένα το 1845;

Όλα αυτά και πολύ περισσότερα ερωτήματα που απλώνονται κατά την εξέταση των στοιχείων, δημιουργούν νέα, κεντρικά ερωτήματα πάνω στον άξονα “πότε θεμελιώθηκε και πότε παγιώθηκε η εκατέρωθεν σιωπή γύρω από της συνθήκες έκρηξης του 21;”. Πρόκειται για έναν άξονα που περιλαμβάνει και τις προηγούμενες περιόδους: την κορύφωση των ναπολεόντειων πολέμων, την Επτάνησο Πολιτεία, τον Ρήγα, τον πόλεμο των τριών Ιμπερίων, τα Ορλωφικά. Τέλος, η ιστορική συμφωνία γύρω από την “Οδησσό” δεν συνάδει με την γενική διαφωνία μεταξύ παράδοσης και νεωτερικότητας ως προς τον επαναστατικό στόχο. Ακόμα και σήμερα γίνεται (μετά βίας) δεκτό από τη νεωτερικότητα ότι μέχρι το 1821 την Επανάσταση επιδίωκε η παραδοσιακή κοινωνία μέσω της αριστοκρατίας.[5] Πώς λοιπόν το 21 έγινε εφικτή μια εξέγερση στην οποία πρωτοστάτησαν τα παραδοσιακά ηγετικά στοιχεία; Πώς η ανωνυμία της Οδησσού αποδείχθηκε τόσο πειστική; Ποια νεωτερικότητα και ποιο “νέο Έθνος” αποδέχθηκαν οι Υψηλάντες, ο Κολοκοτρώνης, ο Αναγνωσταράς, ο Λεβέντης, ο Οδυσσέας, ο Βαρνακιώτης, η Λασκαρίνα και όσοι ακόμα παρελάμβαναν την απελευθερωτική ιδέα από τους γονείς τους; Σε ποιο σημείο “της Οδησσού” καταγράφεται ο πολιτικός της στόχος;

“Μπερδεμένη είναι η ιστορία της Εταιρείας που οργάνωσε την Επανάσταση, θα σας εξιστορήσω ορισμένα βασικά χωρίς μεγάλες αντιφάσεις”. Αυτό φαίνεται να λέει ο Φιλήμων το 1834 στο Δοκίμιον Ιστορικόν περί της Φιλικής Εταιρίας, ξεκινώντας τις διαψεύσεις από την 3η σελίδα. Αντίθετα λοιπόν με ό,τι πιστεύεται, ο Φιλήμων ξεκίνησε όχι από το “τι είναι” αλλά από το “τι δεν είναι” η Φιλική Εταιρεία. Γιατί να κάνει κάτι τέτοιο στο περιθώριο της άγριας δίωξης των καποδιστριακών και της προσπάθειας Ρώμα-Κολοκοτρώνη να ανατρέψουν την αντικαποδιστριακή σύνθεση της αντιβασιλείας; Πότε μπορεί να γράφτηκε η “Έκθεση” του Ξάνθου και γιατί ένα αδημοσίευτο κείμενο αποτελούσε τόσο μεγάλο κίνδυνο για το ελληνικό βασίλειο; Με τα ερωτήματα αυτά να αποτελούν ως σήμερα τον “απαγορευμένο καρπό” ξεκίνησε -μεταξύ παράδοσης και νεωτερικότητας- η σύγκρουση επί των δευτερευόντων, με άλλα λόγια, η συμφωνία επί της απόκρυψης καίριων στοιχείων από την ιστορία της “Φιλικής Εταιρείας”.

ΠΟΤΕ ΜΙΛΗΣΕ Ο ΞΑΝΘΟΣ ΚΑΙ ΓΙΑΤΙ;

Αν ο Ξάνθος πρωτοεκφράστηκε νωρίτερα από το 1833, απορία προκαλεί πώς δεν τοποθετήθηκε στα όσα έγιναν στην Τροιζήνα. Δεν θα έπρεπε να πανηγυρίζει με την ανακήρυξη του Καποδίστρια τον οποίο “ο ίδιος πρότεινε” το 1818; [Απολογία, αρ.18]. Δεν θα έπρεπε να μείνει στην Ελλάδα και να τον αναμένει; Γιατί προτίμησε να φύγει για τη Βλαχία; Αποστάσεις είχε κρατήσει ο Ξάνθος και από τον Υψηλάντη, λέγοντας ότι διαφωνούσε με τις αποφάσεις του για την Επανάσταση [Αρχείο Ξ., τ. Δ΄, σ. 50]. Δεν θα μπορούσε λοιπόν να συναριθμηθεί άνετα μεταξύ εκείνων που το 1821 ζητούσαν να παραιτηθούν οι Υψηλάντες υπέρ του Καποδίστρια, όταν μάλιστα το 1839 ο Φιλήμων δημόσια επαίνεσε τον Ξάνθο επειδή το 1820 είδεν ως έργον πρώτιστης ανάγκης εκείνο το οποίο η Ελλάς συνηγμένη εις Εθνικήν Συνέλευσιν επέτυχε το 1827;

Στην πραγματικότητα το ίδιο το πολιτικό προφίλ του Ξάνθου δεν φανερώνει καμιά πολιτική τοποθέτηση. Η αλληλογραφία 1820-22 δείχνει μια χλιαρή προσχώρηση στη νεωτερικότητα και τίποτε περισσότερο. Το 1845 ο Ξάνθος κλείνει τα Απομνημονεύματά του με μια έμμεσα φιλοαγγλική θέση: μέμφεται τον Υψηλάντη ότι βιάστηκε, άρα, η Φιλόμουσος και Φιλάνθρωπος Γραικική Εμπορική Εταιρεία (στην οποία ανέλαβε Γενικός Ταμίας ο Υψηλάντης) δεν πρόλαβε να υλοποιήσει το πρόγραμμα χρηματοδότησης της Επανάστασης.[6] Παρά το ότι τα πραγματικά περιστατικά 1818-1820 παραμένουν άγνωστα, βέβαιο φαίνεται ότι ο Ξάνθος δεν έπαιρνε ενεργό μέρος στη σφοδρή πολιτική αντιπαράθεση (προεπαναστατική και μετεπαναστατική).[7] Στο διάστημα 1821-23 φαίνεται να ταυτίζεται περισσότερο με τη νεωτερική πλευρά. Η ιστορία που τον ενέπλεξε έντονα στο αφήγημά της, τον ανάγκασε να δηλώσει πως με δική του πρωτοβουλία επέλεξε τον Υψηλάντη ως αρχηγό του αγώνα. Έπρεπε συνεπώς να δικαιολογήσει στοιχειωδώς την “απόφασή του” αυτή. Στριμωγμένος από την ανάγκη να δικαιολογήσει την “πρωτοβουλία” του, είπε ότι ο Υψηλάντης ήταν ίσως επιτηδειότερος του Καποδίστρια ο οποίος δεν εστοχάζετο τους Έλληνας ικανούς μόνους των να ελευθερωθώσιν [Απολογία, αρ.28].[8]

Αυτό που γνωρίζουμε με ακρίβεια είναι ότι ο Ξάνθος πιέστηκε να έρθει στην Ελλάδα. Το αναφέρει ο Φιλήμων το 1839, τονίζοντας ότι ο Ξάνθος βρίσκεται [οικονομικός] όμηρος της ελληνικής διοίκησης [ΑΙΩΝ, φ. 49, 1839]. Το βεβαιώνει η Σεβαστίτσα Ξάνθου η οποία το Φεβρουάριο του 1837 δείχνει προς την πλευρά του Άρμανσπεργκ [Το Ημερολόγιον του Κ. Μπέλλιου, σ. 141]. Δε γνωρίζουμε πότε ακριβώς έφτασε ο Ξάνθος στην Ελλάδα. Η Απολογία του φέρει ημερομηνία 1/10/1837 και υπογραφή “ΑΩ”. Το σημαντικό σε σχέση με όσα εξετάζουμε είναι ότι ηχηρά ο Ξάνθος παραδέχεται το 1837 πως έγραψε πριν το 1834,[9] κάτι που αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο να τοποθετήθηκε γραπτώς ο Ξάνθος περί το 1826-27 για να περιοριστεί ο “κίνδυνος” που λεγόταν “νομιμοποιημένη αρχηγική εμφάνιση του Καποδίστρια”. Ας μην ξεχνάμε ότι η ιστορία έχει απαλείψει την ισχυρή αντίδραση του Κοραή πριν και μετά τον Απρίλιο του 27 και τις προσπάθειες ακύρωσης του Καποδίστρια πριν και μετά της απόφαση της 2ας Απριλίου 1827 με αποκορύφωμα το περίφημο Σύνταγμα της “λαϊκής κυριαρχίας” που συντάχθηκε κατά παρέκκλιση όσων είχαν προβλεφθεί για το αρχικό σχέδιο της Επιδαύρου.[10] Στην περίπτωση αυτή ο Ξάνθος δεν μπορεί να έδρασε αυτόβουλα, κάτι που επιβεβαιώνεται στα επόμενα 20 χρόνια. Όταν λοιπόν η καποδιστριακή πλευρά κατέγραψε αναλυτικά (δια του Φιλήμονα)[11] πως η Εταιρεία ιδρύθηκε από τους Σκουφά-Τσακάλωφ-Αναγνωστόπουλο, ο Ξάνθος κλήθηκε να εκφραστεί και πάλι σε μια περίοδο έντονης ρευστότητας.[12] Ήρθε στο βασίλειο του Όθωνα και πιέστηκε να δώσει το Αρχείο. Δεν το έδωσε κι αυτό το μάθαμε το 1997 όταν άρχισε η δημοσίευσή του.[13] Συμπέρασμα: Ούτε ο Φιλήμων ούτε ο Ξάνθος μίλησαν ποτέ για “Υπόμνημα” του δεύτερου και αυτό ενισχύει την πιθανότητα να αποτελεί το Υπόμνημα μια μεταχρονολογημένη / ανατιτλισμένη “Εκθεση-άλλοθι” του Ξάνθου ότι άρχισε αυτοβούλως την καταγραφή της ιστορίας, σχεδόν ταυτόχρονα με τον Φιλήμονα.[14]

Η “Απολογία” του 1837 σώζεται με γραφικό χαρακτήρα τρίτου και σημειώσεις του Ξάνθου επάνω στο κείμενο. Έχει τη δομή αντιπαράθεσης σε 36 σημεία του Φιλήμονα. Το 1837 για πρώτη φορά ο Ξάνθος παραθέτει αλληλογραφία (η παλιότερη είναι του 1817) και το κείμενο του “Συμφωνητικού” (1818), θέλοντας να ισχυροποιήσει την θεωρία των ιδρυτών-αρχηγών που ξεκινούν το 1814 (τρεις) και φτάνουν τα 15 μέλη το 1820. Η Απολογία αποτελεί το προοίμιο των Απομνημονευμάτων, του πρώτου και μοναδικού δημόσιου κειμένου του Εμ. Ξάνθου.

Το 1843 ο Ξάνθος έγραψε ότι η Εταιρεία ιδρύθηκε από τους Σκουφά-Τσακάλωφ-Αναγνωστόπουλο-Ξάνθο και ένα χρόνο μετά το διέψευσε. Οι εσωτερικές αντιφάσεις της Απολογίας διευρύνθηκαν, όμως κέντρο της διαφωνίας δεν έγινε το είδος [ο στόχος] της Επανάστασης αλλά τα πρόσωπα των “ιδρυτών”.

Το 1839 ο Φιλήμων είπε ότι αδίκησε τον Ξάνθο, όμως το 1859-61 επανέλαβε ακριβώς τα ίδια  (και για τις οικονομικές καταχρήσεις) και με ακόμα μεγαλύτερη ένταση, αφήνοντας συνεχή υπονοούμενα ότι ουδείς εκ των πρωτενεργών υπήρξε ιδρυτής. Ενώ το θέμα φαινομενικά είχε να κάνει με τους πρωτεργάτες, πολλά υπονοούμενα έδειχναν ένα μεγαλύτερο βάθος αντίθεσης. Αχνά, είχε κάνει την εμφάνισή του η διαμάχη για το έθνος που επαναστάτησε. Ο Φιλήμων έλεγε περίτρανα ότι επαναστάτησε το έθνος των χριστιανών (Έλληνας=χριστιανός), ο Ξάνθος έλεγε λιγότερο φωναχτά ότι επαναστάτησε το έθνος των Ελλήνων (Έλληνας=ελληνόφωνος) και αναρωτιόταν για την παρουσία του Υψηλάντη στην Μολδαβία.

Όλη αυτή την ιστορία είναι δύσκολο κάποιος να την παρακολουθήσει. Πιο δύσκολο είναι το γεγονός ότι στην προσπάθειά τους να τσακωθούν μεταξύ τους “για τα πρωτεία” οι Ξάνθος-Αναγνωστόπουλος, αυτοδιαψεύδονται αμφότεροι πάνω σε σημαντικά θέματα ή συμφωνούν μεταξύ τους πάνω σε άκρως προβληματικές θέσεις, ενώ η ύστατη προσπάθεια του Φιλήμονα για περιορισμένη συγκάλυψη της πραγματικότητας στο β΄ Δοκίμιο διακόπτεται από την έξωση του Όθωνα και την de facto αλλαγή στο status της Ιουλιανής Συνθήκης (αποχώρηση της Ρωσίας). Οι τέσσερις τόμοι που απέμειναν από το “Δοκίμιον ιστορικόν περί της Eλληνικής Eπαναστάσεως” αποτελούν μνημείο αποσιώπησης επί ενάμιση αιώνα. Μάλιστα, κάποιοι ιστορικοί υποστηρίζουν ανερυθρίαστα ότι ο Φιλήμων αναίρεσε όσα έγραψε για τον Ξάνθο το 1834. Μήπως η διαμάχη είχε να κάνει με την δημόσια εκδοχή της κρυμμένης ιστορίας της Φιλικής; Μήπως αφορούσε περισσότερο στο (μετά το 1840) μέλλον και όχι στο παρελθόν;

Αυτά είναι μερικά σημεία από την υποτιθέμενη “αποκατάσταση” του Ξάνθου που έκανε ο Φιλήμων το 1859, είκοσι χρόνια αφού δήλωσε ότι εν αγνοία του τον αδίκησε. Και αυτή ήταν μόνον η αρχή. Δυο χρόνια μετά θα εγκαταλείψει το εγχείρημα με τη δικαιολογία ότι κουράστηκε να ψάχνει στοιχεία που όσοι τα έχουν δεν τα δίνουν. Έτσι, στην αρχή του 4ου (τελευταίου) τόμου θα επανέλθει για τελευταία φορά στο θέμα “Εταιρεία” βάζοντας πρώτο μεταξύ των “αναμορφωτών” τον Τσακάλωφ. Είχε δράση από την εποχή του Ελληνόγλωσσου Ξενοδοχείου από το οποίο αναμορφώθηκε η Φιλική Εταιρεία. Ως προς τα πρωτεία, ο Φιλήμων έλεγε: ούτε Σκουφάς, ούτε Αναγνωστόπουλος, ούτε Ξάνθος. Ως προς την ουσία: διέψευδε πάντα αυτό που άφηνε να φαίνεται ως πιθανό: ότι αόρατος αρχή υπήρχε εξαρχής, ήταν μονομελής και βρισκόταν στη Ρωσία.

Το κείμενο συνεχίζεται και ολοκληρώνεται στο Β΄ Μέρος

[1] Το παρόν κείμενο αποτελεί μια συνοπτική-ενδεικτική παρουσίαση των κενών και των αντιφάσεων επί των οποίων στηρίζεται η κοινή αφήγηση για τις οργανωτικές προϋποθέσεις / ιδεολογικές στοχεύσεις του 1821. Κάποια στοιχεία από τα εδώ αναφερόμενα, αναπτύσσονται ως ένα σημείο στο άρθρο “Πεποιθήσεις και αντιφάσεις στη σχέση Ιωάννη Καποδίστρια – “Φιλικής Εταιρείας” που περιλαμβάνεται στον συλλογικό τόμο “Ιωάννης Καποδίστριας, Διεθνείς θεσμικές και πολιτικές προσεγγίσεις (1800-1831)” με επιμελητές τους Α. Σαμαρά-Κρίσπη, Σ. Μωραΐτη, Σ. Αλειφαντή από τις εκδόσεις “Κασταλία”.

[2] Παραμένει αρκετή ασάφεια ως προς τη 2η επίσκεψη του Ξάνθου στον ελλαδικό χώρο και τον χρόνο αναχώρησής του. Η πρώτη έγινε το 1823. Η 2η έγινε το 1826. Σύμφωνα με επιστολές του Αναγνωστόπουλου και του Ξάνθου [Αρχείο Ε.Ξ., τ. Δ΄, σ. 173-175, 27 επιστολές της Σεβαστής προς τον Εμμανουήλ Ξάνθο, σ. 89], ο Ξάνθος βρισκόταν στη Σύρο το καλοκαίρι του 1826. Έφτασε στην Οδησσό το Δεκέμβριο του ίδιου έτους. Τον Ιούνιο του 1827 γράφει από το Κισινόφ της Βεσσαραβίας προς τον Δ. Ζάννα στη Σύρο. Όμως σύμφωνα με επιστολή που υπάρχει και στα Απομνημονεύματα του Ξάνθου, ο Δ. Υψηλάντης λέει ότι στις 17/9/1827 ο Ξάνθος βρισκόταν στην Κων/πολη απ’ όπου του έγραψε, κρυμμένος σε πλοίο καθοδόν προς την Οδησσό. Με όσα γράφει ο Υψηλάντης δείχνει να αγνοεί ότι ο Ξάνθος ξαναβρέθηκε πρόσφατα στη Ρωσία.

[3] Μέσα στον 20ο αιώνα τα πράγματα χειροτέρεψαν πολύ: ιστορικοί έφτασαν να θεωρούν ως ικανή και αναγκαία συνθήκη (απαραίτητο επαναστατικό προαπαιτούμενο) την χρεοκοπία ενός μικρεμπόρου.

[4] Αποσιωπώνται οι λόγοι για τους οποίους η μεταναπολεόντεια Ευρώπη διαμορφώνει δυο Συμμαχίες: την Ιερά και την Τετραπλή. Με τον τρόπο αυτό προκαθορίζεται αξιωματικά η Ελληνική Επανάσταση (αντίπαλη της Ιεράς Συμμαχίας) και συσκοτίζεται η στάση των δυνάμεων στη Βιέννη. Αποσιωπάται τόσο η οθωμανική ανησυχία ως προς την Ιερά Συμμαχία, όσο και η -άτυπη- εγγύηση των οθωμανικών συνόρων από τους συμμάχους.

[5] Η νεωτερική Επανάσταση του 21 δεν αποτελούσε την κορύφωση ενός εξεγερτικού συνεχούς αλλά την ριζική απομάκρυνση από μια εμπεδωμένη παράδοση πολιτικής διεκδίκησης [Βάσω Σειρηνίδου, 13/5/2021].

[6] Άρα, η London Greek Committee που στην πραγματικότητα υποκατέστησε την Φ.Φ.Γ.Ε.Ε ήταν απαραίτητη.

[7] Ακόμα και η περίπτωση του Ιωάννη Λ. Μελά, που το 1823 αποκαλεί “βδέλυγμα” τον Ξάνθο πρέπει να αποδοθεί στο οξυμένο πνεύμα του γράφοντος που καταγγέλλει με σφοδρότητα μια αντεπανάσταση (κοντραριβολουτζιόνε) την οποία υλοποιούν ο θεοκατάρατος Κολοκοτρώνης με τον ουτιδανό Δ. Υψηλάντη. Ο Μελάς βρίσκεται τον Μάιο στην Ανκόνα και ισχυρίζεται ότι ο αρχηγός της αντεπανάστασης βρίσκεται εκεί (προφανώς ο Ρώμας), άρα, κατηγορεί τον Ξάνθο επειδή είχε επαφές με τον Δ. Ρώμα και επειδή ο Ξάνθος αυτοδιαφημίζεται ως εκείνος που “έχρισε Αρχή” τον Αλ. Υψηλάντη [Δελτίον της Ιστορικής και Εθνολ. Εταιρείας της Ελλάδος, τ. 12, 1958, σ. 48-49]

[8] Ούτε αυτό το σημείο προβλημάτισε τους ιστορικούς. Οι αντιφάσεις του Ξάνθου είναι τεράστιες. Γιατί δεν προσχώρησε στην Επανάσταση του επιτηδειότερου; Γιατί στην Έκθεσή του είχε γράψει ότι ο Καποδίστριας ενέκρινε τον Υψηλάντη ως Γενικό Επίτροπο και το σύστημα των Εφοριών;

[9] “Ο εξώλης εκείνος συκοφάντης [υπονοεί τον Αναγνωστόπουλο], όστις και αν ή, πολλά ολίγα γνωρίζων από την της Εταιρείας Αρχήν και των πραγμάτων της και μην έχων πόθεν να πορισθή ύλην τινά αληθή, εδανείσθη μερικάς αληθείας από την Έκθεσιν ανωνύμου τινός … τα δε περισσότερα παραλλάξας και μεταπλάσας κατά το συμφέρον του … Ο ιστοριογράφος [υπονοεί τον Φιλήμονα]… δεν ευαρεστήθη να δώση πίστιν εις την ρηθείσαν του ανωνύμου έκθεσιν …” Με τον τρόπο αυτό ο Ξάνθος διαμαρτύρεται στην εισαγωγή του 1837 κατά του Φιλήμονα και εκείνου που τον “παρέσυρε”. Επιβεβαιώνει έτσι ότι ο ίδιος έγραψε πριν το 1833-34.

[10] Μάμουκας, Τα κατά την Αναγέννησιν της Ελλάδος τ. Ζ΄ σ. 107-109, τ. Η΄ σ. 39-42, 48-50, 133-134, 138.

[11] Για την καποδιστριακή τοποθέτηση του Φιλήμονα βλ. κατ’ αρχήν την (δια ψευδωνύμου) Επιστολή του κυρίου Α. Θ. Δημητρίου προς τον εις Τριέστιον κύριον XXX, γραμμένη στις 15/10/1831, η οποία εξαγρίωσε τον Κοραή.

[12] Το 1838 καθιερώθηκε η εθνική γιορτή της 25ης Μαρτίου, ενώ ο Φιλήμων επέμενε πως το έθνος έπρεπε να γιορτάζει την Επανάσταση την 24η Φεβρουαρίου. Το 1839 συνελήφθησαν οι της Φιλορθοδόξου Εταιρείας.

[13] Δεν είναι ολοκληρωμένο και αυτό είναι πέραν του προφανούς. Παρόλα αυτά αποτελεί μέχρι στιγμής το πλουσιότερο αρχειακό υλικό ως προς τις επιστολές που διασώζονται.

[14] Στο ότι τα κείμενα “Έκθεση” και “Υπόμνημα” ταυτίζονται καταλήγει και ο Γριτσόπουλος (Μνημοσύνη τ. Ζ΄, 1978)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου