Του Γιάννη Σιώτου *
Πριν από μερικές μέρες έγιναν γνωστές οι προσφορές που αφορούν την πώληση του 100% της ΔΕΠΑ Υποδομών. Στο ρεπορτάζ της Χαράς Τζαναβάρα («9 γαμπροί για τη ΔΕΠΑ Υποδομών», «Εφ.Συν.», 24.2.2020) αναφέρεται ότι από τους εννέα υποψηφίους οι έξι ήταν funds (εταιρείες που διαχειρίζονται κεφάλαια πλουσίων) και οι τρεις ενεργειακές εταιρείες.
Για τις εταιρείες ενέργειας κατανοητό, αλλά οι άλλοι τι περιμένουν από την επένδυσή τους αυτή; Οσο, το δυνατόν μεγαλύτερες αποδόσεις στο μικρότερο δυνατό χρονικό διάστημα. Το ίδιο ακριβώς που θέλουν και οι ανάλογες εταιρείες που έχουν αγοράσει με το κιλό τα δάνεια των τραπεζών. Το ίδιο ακριβώς που θέλουν παρόμοιες εταιρείες που συμμετέχουν στα μετοχολόγια μεγάλων επιχειρήσεων και τραπεζών. Οι γρήγορες και υψηλές αποδόσεις είναι η πεμπτουσία της φιλοσοφίας των διαχειριστών τους και για να τις πετύχουν αξιοποιούν όλα τα διαθέσιμα μέσα. Αν το πετύχουν όλα καλά, αν όμως δεν
τους βγαίνουν οι αριθμοί, τότε αποχωρούν άλλοτε διακριτικά και άλλοτε με εκκωφαντικό θόρυβο, ανάλογα με τη σκοπιμότητα της στιγμής.
Η φιλοσοφία των επενδυτικών αυτών σχημάτων δεν έχει καμία σχέση με εκείνην αυτών που αναπρύσσουν μια ομαλή και ισορροπημένη παραγωγική δραστηριότητα. Είναι κερδοσκοπική, καθώς είναι δομημένη στο κέρδος ανεξαρτήτως της πηγής απ’ όπου αυτό προέρχεται: χρηματιστήριο, τιτλοποιήσεις, εκποιήσεις ακίνητων περιουσιακών στοιχείων, εκποιήσεις συμβολαίων και δικαιωμάτων, εκποιήσεις δικτύων… Κυνηγούν το κέρδος σε ό,τι μπορεί να αγοραστεί ή να πουληθεί σε μια αγορά που προσπαθεί να ισορροπήσει πάνω σε ένα μπαλόνι. Οπως φάνηκε στην περίπτωση της Αργεντινής αλλά και σε άλλες περιπτώσεις εμπλοκής τους, το λεξιλόγιο των διαχειριστών τους περιορίζεται στο κέρδος και στα συνώνυμά του.
Τα «κεφάλια» και όσοι εργάζονται γι’ αυτά, προκειμένου να πιάσουν τους στόχους που εξασφαλίζουν παχυλά μπόνους και υψηλές αποδοχές, μπορούν να κάνουν τα πάντα: να απολύσουν, να ξεσπιτώσουν, να κατεδαφίσουν, να πτωχοποιήσουν,… να χρεοκοπήσουν κράτη ολόκληρα. Ακόμα και η διαχείριση περιουσιακών στοιχείων που βρίσκονται υπό τον έλεγχό τους έχουν όλα τα χαρακτηριστικά του βραχυχρόνιου επενδυτή που στο μυαλό του δεν έχει τίποτα άλλο πέραν της φράσης: «χτύπα και φεύγα».
Αν έχει κανείς τη διάθεση να καταγράψει τα funds, που τα τελευταία χρόνια έχουν εμπλακεί στην ελληνική οικονομία, θα διαπιστώσει ότι ήδη είναι πολλά και όσο θα υλοποιείται το σχέδιο του ξεπουλήματος της δημόσιας περιουσίας που έχει κατά νου ο κ. Μητσοτάκης και οι υπουργοί του, θα γίνονται ακόμα περισσότερα.
Επίσης, βιογραφικά κυβερνητικών αξιωματούχων αποκαλύπτουν ότι δεν είναι λίγοι εκείνοι που έχουν εργαστεί σε τέτοιου είδους επενδυτικά σχήματα. Φαινομενικά αυτή η σύμπτωση μπορεί να χαρακτηριστεί τυχαία και συμπτωματική. Αλλά αν αρχίσεις να κοιτάς μακριά, στο βάθος του ορίζοντα, συνειδητοποιείς ότι η ελληνική οικονομία αργά και μεθοδικά μετατρέπεται σε όμηρο των funds και της φιλοσοφίας τους. Και αυτό σημαίνει ότι αυτοί που αποκτούν μεθοδικά τον έλεγχό της θα έχουν ιδιαίτερα περιορισμένο χρονικό ορίζοντα στον σχεδιασμό τους και ακόμα λιγότερες ανοχές και αντοχές στην υλοποίηση των πλάνων τους.
Ετσι, η ελληνική οικονομία θα είναι αναγκασμένη να ισορροπεί σε ένα τεντωμένο βραχύ σχοινί που θα κινείται με ταχύτητες τέτοιες ώστε σε κάθε «γύρισμα» τα κέρδη αυτών που κρατούν τις άκρες του να αυγαταίνουν. Και όποιος πιστεύει ότι πρόκειται για υπερβολές, δεν έχει παρά να μελετήσει την κρίση του 2008. Τότε αποδείχθηκε ότι γι’ αυτά τα «επενδυτικά οχήματα» έννοιες όπως ποιότητα, αξιοπιστία, ευθύνη, πολύ λίγη σημασία έχουν.
Αλλωστε όλα τους φτιάχτηκαν και φτιάχνονται για να εκφράσουν τη σύγχρονη εκδοχή του κέρδους που δεν έχει καμία σχέση με τον «συντηρητισμό» του παραγωγού – όποια μορφή και αν έχει αυτός. Μόνο τυχαίο δεν μπορεί να θεωρηθεί το γεγονός ότι από την εποχή της προεδρίας Ρέιγκαν που ξεκίνησε η κυριαρχία των επενδυτικών «κατασκευασμάτων» αυτής της μορφής στην παγκόσμια οικονομία, οι οικονομικές κρίσεις έγιναν πιο συχνές και πιο πυκνές.
Αντί λοιπόν ο κ. Μητσοτάκης και οι υπουργοί του να θριαμβολογούν και να εμφανίζουν τέτοιους τύπους ως ζωντανή απόδειξη της «εμπιστοσύνης» των αγορών, ας αναλογιστούν τις ευθύνες για τις καταστροφές που θα υποστούν οι πολίτες αυτής της χώρας αλλά και οι μελλοντικές γενιές από αυτήν τη ρωσική ρουλέτα που τους αναγκάζει να παίξουν. Φυσικά μπορεί να αδιαφορούν ή να σκέπτονται ότι όταν αρχίσουν οι «φουρτούνες» αυτοί δεν θα είναι στο «τιμόνι» ή ότι έχουν τη γνώση και τη δύναμη να επιβάλλουν κανόνες στους επίδοξους σπεκουλαδόρους. Ομως κάνουν σε όλα λάθος και αν δεν το πιστεύουν, ας ρωτήσουν τον κ. Μάκρι, τον πρώην πρόεδρο της Αργεντινής. Αυτός ξέρει…
Πριν από μερικές μέρες έγιναν γνωστές οι προσφορές που αφορούν την πώληση του 100% της ΔΕΠΑ Υποδομών. Στο ρεπορτάζ της Χαράς Τζαναβάρα («9 γαμπροί για τη ΔΕΠΑ Υποδομών», «Εφ.Συν.», 24.2.2020) αναφέρεται ότι από τους εννέα υποψηφίους οι έξι ήταν funds (εταιρείες που διαχειρίζονται κεφάλαια πλουσίων) και οι τρεις ενεργειακές εταιρείες.
Για τις εταιρείες ενέργειας κατανοητό, αλλά οι άλλοι τι περιμένουν από την επένδυσή τους αυτή; Οσο, το δυνατόν μεγαλύτερες αποδόσεις στο μικρότερο δυνατό χρονικό διάστημα. Το ίδιο ακριβώς που θέλουν και οι ανάλογες εταιρείες που έχουν αγοράσει με το κιλό τα δάνεια των τραπεζών. Το ίδιο ακριβώς που θέλουν παρόμοιες εταιρείες που συμμετέχουν στα μετοχολόγια μεγάλων επιχειρήσεων και τραπεζών. Οι γρήγορες και υψηλές αποδόσεις είναι η πεμπτουσία της φιλοσοφίας των διαχειριστών τους και για να τις πετύχουν αξιοποιούν όλα τα διαθέσιμα μέσα. Αν το πετύχουν όλα καλά, αν όμως δεν
τους βγαίνουν οι αριθμοί, τότε αποχωρούν άλλοτε διακριτικά και άλλοτε με εκκωφαντικό θόρυβο, ανάλογα με τη σκοπιμότητα της στιγμής.
Η φιλοσοφία των επενδυτικών αυτών σχημάτων δεν έχει καμία σχέση με εκείνην αυτών που αναπρύσσουν μια ομαλή και ισορροπημένη παραγωγική δραστηριότητα. Είναι κερδοσκοπική, καθώς είναι δομημένη στο κέρδος ανεξαρτήτως της πηγής απ’ όπου αυτό προέρχεται: χρηματιστήριο, τιτλοποιήσεις, εκποιήσεις ακίνητων περιουσιακών στοιχείων, εκποιήσεις συμβολαίων και δικαιωμάτων, εκποιήσεις δικτύων… Κυνηγούν το κέρδος σε ό,τι μπορεί να αγοραστεί ή να πουληθεί σε μια αγορά που προσπαθεί να ισορροπήσει πάνω σε ένα μπαλόνι. Οπως φάνηκε στην περίπτωση της Αργεντινής αλλά και σε άλλες περιπτώσεις εμπλοκής τους, το λεξιλόγιο των διαχειριστών τους περιορίζεται στο κέρδος και στα συνώνυμά του.
Τα «κεφάλια» και όσοι εργάζονται γι’ αυτά, προκειμένου να πιάσουν τους στόχους που εξασφαλίζουν παχυλά μπόνους και υψηλές αποδοχές, μπορούν να κάνουν τα πάντα: να απολύσουν, να ξεσπιτώσουν, να κατεδαφίσουν, να πτωχοποιήσουν,… να χρεοκοπήσουν κράτη ολόκληρα. Ακόμα και η διαχείριση περιουσιακών στοιχείων που βρίσκονται υπό τον έλεγχό τους έχουν όλα τα χαρακτηριστικά του βραχυχρόνιου επενδυτή που στο μυαλό του δεν έχει τίποτα άλλο πέραν της φράσης: «χτύπα και φεύγα».
Αν έχει κανείς τη διάθεση να καταγράψει τα funds, που τα τελευταία χρόνια έχουν εμπλακεί στην ελληνική οικονομία, θα διαπιστώσει ότι ήδη είναι πολλά και όσο θα υλοποιείται το σχέδιο του ξεπουλήματος της δημόσιας περιουσίας που έχει κατά νου ο κ. Μητσοτάκης και οι υπουργοί του, θα γίνονται ακόμα περισσότερα.
Επίσης, βιογραφικά κυβερνητικών αξιωματούχων αποκαλύπτουν ότι δεν είναι λίγοι εκείνοι που έχουν εργαστεί σε τέτοιου είδους επενδυτικά σχήματα. Φαινομενικά αυτή η σύμπτωση μπορεί να χαρακτηριστεί τυχαία και συμπτωματική. Αλλά αν αρχίσεις να κοιτάς μακριά, στο βάθος του ορίζοντα, συνειδητοποιείς ότι η ελληνική οικονομία αργά και μεθοδικά μετατρέπεται σε όμηρο των funds και της φιλοσοφίας τους. Και αυτό σημαίνει ότι αυτοί που αποκτούν μεθοδικά τον έλεγχό της θα έχουν ιδιαίτερα περιορισμένο χρονικό ορίζοντα στον σχεδιασμό τους και ακόμα λιγότερες ανοχές και αντοχές στην υλοποίηση των πλάνων τους.
Ετσι, η ελληνική οικονομία θα είναι αναγκασμένη να ισορροπεί σε ένα τεντωμένο βραχύ σχοινί που θα κινείται με ταχύτητες τέτοιες ώστε σε κάθε «γύρισμα» τα κέρδη αυτών που κρατούν τις άκρες του να αυγαταίνουν. Και όποιος πιστεύει ότι πρόκειται για υπερβολές, δεν έχει παρά να μελετήσει την κρίση του 2008. Τότε αποδείχθηκε ότι γι’ αυτά τα «επενδυτικά οχήματα» έννοιες όπως ποιότητα, αξιοπιστία, ευθύνη, πολύ λίγη σημασία έχουν.
Αλλωστε όλα τους φτιάχτηκαν και φτιάχνονται για να εκφράσουν τη σύγχρονη εκδοχή του κέρδους που δεν έχει καμία σχέση με τον «συντηρητισμό» του παραγωγού – όποια μορφή και αν έχει αυτός. Μόνο τυχαίο δεν μπορεί να θεωρηθεί το γεγονός ότι από την εποχή της προεδρίας Ρέιγκαν που ξεκίνησε η κυριαρχία των επενδυτικών «κατασκευασμάτων» αυτής της μορφής στην παγκόσμια οικονομία, οι οικονομικές κρίσεις έγιναν πιο συχνές και πιο πυκνές.
Αντί λοιπόν ο κ. Μητσοτάκης και οι υπουργοί του να θριαμβολογούν και να εμφανίζουν τέτοιους τύπους ως ζωντανή απόδειξη της «εμπιστοσύνης» των αγορών, ας αναλογιστούν τις ευθύνες για τις καταστροφές που θα υποστούν οι πολίτες αυτής της χώρας αλλά και οι μελλοντικές γενιές από αυτήν τη ρωσική ρουλέτα που τους αναγκάζει να παίξουν. Φυσικά μπορεί να αδιαφορούν ή να σκέπτονται ότι όταν αρχίσουν οι «φουρτούνες» αυτοί δεν θα είναι στο «τιμόνι» ή ότι έχουν τη γνώση και τη δύναμη να επιβάλλουν κανόνες στους επίδοξους σπεκουλαδόρους. Ομως κάνουν σε όλα λάθος και αν δεν το πιστεύουν, ας ρωτήσουν τον κ. Μάκρι, τον πρώην πρόεδρο της Αργεντινής. Αυτός ξέρει…
* δημοσιογράφος, συγγραφέαςΠηγή: https://www.efsyn.gr/stiles/apopseis/232843_i-paradosi-sta-funds
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου