Η Ονδούρα
συγκλονίζεται τις εδώ και αρκετές ημέρες από οργισμένες διαδηλώσεις κατά
του προέδρου Χουάν Ορλάντο Χερνάντες. Ωστόσο η δημοσιογραφική κάλυψη
των κινητοποιήσεων διαφέρει κατά πολύ με εκείνη για τις διαδηλώσεις κατά
του Νικολάς Μαδούρο στη Βενεζουέλα. Δεν είναι δύσκολο βέβαια να
καταλάβει κανείς το λόγο.
Σε αντίθεση με τη Βενεζουέλα, η Ονδουρα είναι ένας στενός σύμμαχος των Ηνωμένων Πολιτειών.
Συγκλίνουσες πληροφορίες κάνουν λόγο για συνεχείς βίαιες συγκρούσεις μεταξύ των διαδηλωτών και των δυνάμεων ασφαλείας της χώρας από την προηγούμενη εβδομάδα, οπότε ξεκίνησαν οι διαδηλώσεις ενάντια των ιδιωτικοποιήσεων που προωθεί η κυβέρνηση Χερνάντες. Ο πρόεδρος τελικά
υπαναχώρησε του σχεδίου του, αλλά οι διαδηλώσεις δεν σταμάτησαν υιοθετώντας συνολικότερα αιτήματα κατά της διαφθοράς και των αντιλαϊκών πολιτικών της κυβέρνησης.
Την Δευτέρα, οι διαδηλωτές πυρπόλησαν κοντέινερ της βιομηχανίας φρούτων Dole σε αγροτική περιοχή. Λίγες ημέρες νωρίτερα, στις 31 Μαϊου, διαδηλωτές επιτέθηκαν στο στην Αμερικανική Πρεσβεία στην πρωτεύουσα της Ονδούρας, Τεγκουσικάλπα. Περιέλουσαν με βενζίνη και έκαψαν περίπου 12 ελαστικά στην είσοδο του κτιρίου της πρεσβείας των ΗΠΑ.
Η κυβέρνηση Χερνάντες προκάλεσε την οργή των πολιτών με τις προτάσεις για την ιδιωτικοποίηση του δημόσιου συστήματος υγείας της χώρας, του συνταξιοδοτικού αλλά και του εκπαιδευτικού συστήματος. Η κυβέρνηση Χερνάντες εκλέχθηκε το 2017 σε μια εκλογική αναμέτρηση που αμφισβητήθηκε ευρέως, ακόμη και από τον φιλοαμερικανικό Οργανισμό Αμερικανικών Κρατών.
Εκτός από την συνεχή πτώση της δημοτικότητάς της, η κυβέρνηση Χερνάντες δέχεται επικρίσεις από μεγάλες οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων όπως η Διεθνής Αμνηστία, ότι είναι μια από τις χειρότερες σε ζητήματα παραβίασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο βόρειο ημισφαίριο. Επίσης, υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ότι πρόκειται για μια χώρα που εμπλέκεται με το εμπόριο ναρκωτικών.
Τόσο η Πρεσβεία των ΗΠΑ όσο και η βιομηχανία φρούτων Dole αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα της αμερικανικής επιρροής στην Λατινική Αμερική. Εδώ και δεκαετίες μεγάλες αγροτικές εταιρίες όπως η Dole και η Chiquita έχουν διώξει μαζικά τους μικρούς αγρότες από την περιοχή. Πώς θα μπορούσαν άλλωστε εκείνοι να ανταγωνιστούν με τέτοιους πολυεθνικούς κολοσσούς που εισπράττουν σημαντικές επιδοτήσεις από την κυβέρνηση των ΗΠΑ (παραβιάζοντας εξόφθαλμα τις αρχές του «ελεύθερου εμπορίου» και του «ισότιμου ανταγωνισμού»).
Η διαδικασία αυτή επιτάχυνε η Συμφωνία Ελευθέρου Εμπορίου Δομινικανής Δημοκρατίας-Κεντρικής Αμερικής (CAFTA). Πρόκειται για μια συμφωνία λιγότερο γνωστή από την NAFTA, η οποία έπληξε σημαντικά την εγχώρια αγροτική παραγωγή της Ονδούρας και άλλων χωρών της Κεντρικής Αμερικής και ανάγκασε αρκετούς πολίτες να μεταναστεύσουν.
Τέτοιοι κολοσσοί της αγροτικής βιομηχανίας, έχουν παίξει επίσης ρόλο στις προσπάθειες των ΗΠΑ για αλλαγές καθεστώτων. Το 1954, η Ουάσιγκτον ανέτρεψε την κυβέρνηση του προέδρου Χάκομπο Άρμπενς στην Γουατεμάλα, εν μέρει λόγω της απόφασής του να κρατικοποιήσει την αμερικανική United Fruit Company.
Το 2009, η δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση του Μανουέλ Σελάγια στην Ονδούρα, ανατράπηκε με τη συνδρομή του στρατού των ΗΠΑ. Είχε δυσαρεστήσει τις ελίτ της χώρας με την αντίστασή του στο νεοφιλελευθερισμό κατευθύνοντας τις δημόσιες επενδύσεις σε προοδευτικές κοινωνικές πολιτικές. Στη συνέχεια προέκυψε ότι η Χίλαρι Κλίντον ως υπουργός Εξωτερικών, έβαλε το χεράκι της στο πραξικόπημα του 2009 κατά της δημοκρατικά εκλεγμένης κυβέρνησης του Σελάγια αλλά και για την ενίσχυση των κυβερνήσεων που ακολούθησαν μετά το πραξικόπημα, με προπαγανδιστικές καμπάνιες εξωραϊσμού της δημόσιας εικόνας τους. Η Ουάσιγκτον παρείχε επίσης γενναιόδωρη χρηματοδότηση στις δυνάμεις ασφαλείας της χώρας παρά τις επικρίσεις της Διεθνούς Αμνηστίας και άλλων οργανώσεων για τα ανθρώπινα δικαιώματα περί παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Σχετικά με τη δημοσιογραφική κάλυψη των διαδηλώσεων, σίγουρα δεν θα δείτε στα συμβατικά αμερικανικά ΜΜΕ συζητήσεις που θα επικρίνουν την κυβέρνηση 24 ώρες το 24ωρο όπως στην περίπτωση της Βενεζουέλας.
Για παράδειγμα, ρεπορτάζ του CNN, μετέδωσε ότι το υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ, χαρακτήρισε τη φωτιά στην Πρεσβεία «απαράδεκτη» και πράξη «βίας» σημειώνοντας μάλιστα ότι Αμερικανοί διπλωμάτες εργάζονται «στενά» με τις αρχές της Ονδούρας. Κουβέντα για το πραξικόπημα του 2009, για τις παρεμβάσεις των ΗΠΑ στη χώρα αλλά και στην ευρύτερη περιοχή ή σχετικά με την χαμηλή δημοτικότητα του Χερνάντες. Ακόμη και για την αναφορά που έγινε στην έρευνα σε βάρος του για αδικήματα περί ναρκωτικών, στο ρεπορτάζ σημειώθηκε επανειλημμένως ότι ο ίδιος αρνείται τους ισχυρισμούς και πως δεν υπάρχουν στοιχεία. Ρεπορτάζ του CBSN, περιορίζεται να επαναλάβει ο αφήγημα του Χερνάντες και πως ο Αμερικανός Πρεσβευτής στην Ονδούρα κάλεσε τους διαδηλωτές να μην προχωρούν σε πράξεις βίας.
Στην πραγματικότητα, οι διαδηλώσεις δεν κατάφεραν να κεντρίσουν το ενδιαφέρον του συμβατικού Τύπου έως ότου έγινε η επίθεση στην Αμερικανική Πρεσβεία. Οι κινητοποιήσεις ξεκίνησαν στις 29 Απριλίου. Ωστόσο εκτός από μια ανάλυση στο World Politics Review και λιγοστά ακόμη δημοσιεύματα, κανένας δεν ασχολήθηκε με τις κινητοποιήσεις στην Ονδούρα έως την περασμένη εβδομάδα και την επίθεση στην πρεσβεία.
πηγή
Σε αντίθεση με τη Βενεζουέλα, η Ονδουρα είναι ένας στενός σύμμαχος των Ηνωμένων Πολιτειών.
Συγκλίνουσες πληροφορίες κάνουν λόγο για συνεχείς βίαιες συγκρούσεις μεταξύ των διαδηλωτών και των δυνάμεων ασφαλείας της χώρας από την προηγούμενη εβδομάδα, οπότε ξεκίνησαν οι διαδηλώσεις ενάντια των ιδιωτικοποιήσεων που προωθεί η κυβέρνηση Χερνάντες. Ο πρόεδρος τελικά
υπαναχώρησε του σχεδίου του, αλλά οι διαδηλώσεις δεν σταμάτησαν υιοθετώντας συνολικότερα αιτήματα κατά της διαφθοράς και των αντιλαϊκών πολιτικών της κυβέρνησης.
Την Δευτέρα, οι διαδηλωτές πυρπόλησαν κοντέινερ της βιομηχανίας φρούτων Dole σε αγροτική περιοχή. Λίγες ημέρες νωρίτερα, στις 31 Μαϊου, διαδηλωτές επιτέθηκαν στο στην Αμερικανική Πρεσβεία στην πρωτεύουσα της Ονδούρας, Τεγκουσικάλπα. Περιέλουσαν με βενζίνη και έκαψαν περίπου 12 ελαστικά στην είσοδο του κτιρίου της πρεσβείας των ΗΠΑ.
Η κυβέρνηση Χερνάντες προκάλεσε την οργή των πολιτών με τις προτάσεις για την ιδιωτικοποίηση του δημόσιου συστήματος υγείας της χώρας, του συνταξιοδοτικού αλλά και του εκπαιδευτικού συστήματος. Η κυβέρνηση Χερνάντες εκλέχθηκε το 2017 σε μια εκλογική αναμέτρηση που αμφισβητήθηκε ευρέως, ακόμη και από τον φιλοαμερικανικό Οργανισμό Αμερικανικών Κρατών.
Εκτός από την συνεχή πτώση της δημοτικότητάς της, η κυβέρνηση Χερνάντες δέχεται επικρίσεις από μεγάλες οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων όπως η Διεθνής Αμνηστία, ότι είναι μια από τις χειρότερες σε ζητήματα παραβίασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο βόρειο ημισφαίριο. Επίσης, υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ότι πρόκειται για μια χώρα που εμπλέκεται με το εμπόριο ναρκωτικών.
Τόσο η Πρεσβεία των ΗΠΑ όσο και η βιομηχανία φρούτων Dole αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα της αμερικανικής επιρροής στην Λατινική Αμερική. Εδώ και δεκαετίες μεγάλες αγροτικές εταιρίες όπως η Dole και η Chiquita έχουν διώξει μαζικά τους μικρούς αγρότες από την περιοχή. Πώς θα μπορούσαν άλλωστε εκείνοι να ανταγωνιστούν με τέτοιους πολυεθνικούς κολοσσούς που εισπράττουν σημαντικές επιδοτήσεις από την κυβέρνηση των ΗΠΑ (παραβιάζοντας εξόφθαλμα τις αρχές του «ελεύθερου εμπορίου» και του «ισότιμου ανταγωνισμού»).
Η διαδικασία αυτή επιτάχυνε η Συμφωνία Ελευθέρου Εμπορίου Δομινικανής Δημοκρατίας-Κεντρικής Αμερικής (CAFTA). Πρόκειται για μια συμφωνία λιγότερο γνωστή από την NAFTA, η οποία έπληξε σημαντικά την εγχώρια αγροτική παραγωγή της Ονδούρας και άλλων χωρών της Κεντρικής Αμερικής και ανάγκασε αρκετούς πολίτες να μεταναστεύσουν.
Τέτοιοι κολοσσοί της αγροτικής βιομηχανίας, έχουν παίξει επίσης ρόλο στις προσπάθειες των ΗΠΑ για αλλαγές καθεστώτων. Το 1954, η Ουάσιγκτον ανέτρεψε την κυβέρνηση του προέδρου Χάκομπο Άρμπενς στην Γουατεμάλα, εν μέρει λόγω της απόφασής του να κρατικοποιήσει την αμερικανική United Fruit Company.
Το 2009, η δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση του Μανουέλ Σελάγια στην Ονδούρα, ανατράπηκε με τη συνδρομή του στρατού των ΗΠΑ. Είχε δυσαρεστήσει τις ελίτ της χώρας με την αντίστασή του στο νεοφιλελευθερισμό κατευθύνοντας τις δημόσιες επενδύσεις σε προοδευτικές κοινωνικές πολιτικές. Στη συνέχεια προέκυψε ότι η Χίλαρι Κλίντον ως υπουργός Εξωτερικών, έβαλε το χεράκι της στο πραξικόπημα του 2009 κατά της δημοκρατικά εκλεγμένης κυβέρνησης του Σελάγια αλλά και για την ενίσχυση των κυβερνήσεων που ακολούθησαν μετά το πραξικόπημα, με προπαγανδιστικές καμπάνιες εξωραϊσμού της δημόσιας εικόνας τους. Η Ουάσιγκτον παρείχε επίσης γενναιόδωρη χρηματοδότηση στις δυνάμεις ασφαλείας της χώρας παρά τις επικρίσεις της Διεθνούς Αμνηστίας και άλλων οργανώσεων για τα ανθρώπινα δικαιώματα περί παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Σχετικά με τη δημοσιογραφική κάλυψη των διαδηλώσεων, σίγουρα δεν θα δείτε στα συμβατικά αμερικανικά ΜΜΕ συζητήσεις που θα επικρίνουν την κυβέρνηση 24 ώρες το 24ωρο όπως στην περίπτωση της Βενεζουέλας.
Για παράδειγμα, ρεπορτάζ του CNN, μετέδωσε ότι το υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ, χαρακτήρισε τη φωτιά στην Πρεσβεία «απαράδεκτη» και πράξη «βίας» σημειώνοντας μάλιστα ότι Αμερικανοί διπλωμάτες εργάζονται «στενά» με τις αρχές της Ονδούρας. Κουβέντα για το πραξικόπημα του 2009, για τις παρεμβάσεις των ΗΠΑ στη χώρα αλλά και στην ευρύτερη περιοχή ή σχετικά με την χαμηλή δημοτικότητα του Χερνάντες. Ακόμη και για την αναφορά που έγινε στην έρευνα σε βάρος του για αδικήματα περί ναρκωτικών, στο ρεπορτάζ σημειώθηκε επανειλημμένως ότι ο ίδιος αρνείται τους ισχυρισμούς και πως δεν υπάρχουν στοιχεία. Ρεπορτάζ του CBSN, περιορίζεται να επαναλάβει ο αφήγημα του Χερνάντες και πως ο Αμερικανός Πρεσβευτής στην Ονδούρα κάλεσε τους διαδηλωτές να μην προχωρούν σε πράξεις βίας.
Στην πραγματικότητα, οι διαδηλώσεις δεν κατάφεραν να κεντρίσουν το ενδιαφέρον του συμβατικού Τύπου έως ότου έγινε η επίθεση στην Αμερικανική Πρεσβεία. Οι κινητοποιήσεις ξεκίνησαν στις 29 Απριλίου. Ωστόσο εκτός από μια ανάλυση στο World Politics Review και λιγοστά ακόμη δημοσιεύματα, κανένας δεν ασχολήθηκε με τις κινητοποιήσεις στην Ονδούρα έως την περασμένη εβδομάδα και την επίθεση στην πρεσβεία.
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου