Σημείο τομής στα ενεργειακή πολιτική της Ελλάδας αποτελεί πλέον ο
νόμος για την ιδιωτικοποίηση της λιγνιτικής παραγωγής, που ψηφίστηκε στη
Βουλή στις 25 Απριλίου από μια οριακή πλειοψηφία 151 βουλευτών, με τον
ανεξάρτητο από το Ποτάμι, αλλά σταθερά στρατευμένο στον
νεοφιλελευθερισμό, βουλευτή Χάρη Θεοχάρη, να προσφέρει στην κυβέρνηση
την κρίσιμη ψήφο.
ΤΟΥ ΛΕΩΝΙΔΑ ΒΑΤΙΚΙΩΤΗ
Η μετεγγραφή της τελευταίας στιγμής, που απαιτήθηκε για να περάσει ο νόμος που ιδιωτικοποιεί τη ΔΕΗ, δεν είναι μόνο σύμβολο καιροσκοπισμού, αλλά και επιστέγασμα της πολιτικής εξαπάτησης εκ μέρους των στελεχών της σημερινής κυβέρνησης, τα οποία έχτισαν το πολιτικό τους κεφάλαιο, αντιδρώντας στο ξεπούλημα της μεγαλύτερης βιομηχανίας της χώρας για να αποδειχθούν ιδανικοί νεκροθάφτες της. Οι δηλώσεις του ίδιου του Αλ. Τσίπρα στον
Ατμοηλεκτρικό Σταθμό του Αμυνταίου το 2014, «η ΔΕΗ θα είναι το κύκνειο άσμα μιας κυβέρνησης που ήδη ψυχορραγεί και σε λίγους μήνες δεν θα είναι παρούσα», θα αποτελούν κορυφαίο παράδειγμα πολιτικής κοροϊδίας, με στόχο την υφαρπαγή της ψήφου!
Ο νόμος που ιδιωτικοποιεί το 40% της λιγνιτικής παραγωγής είναι χειρότερος για το δημόσιο συμφέρον συγκριτικά με τον νόμο για τη «μικρή ΔΕΗ», που προωθούσε η κυβέρνηση Αντ. Σαμαρά το 2014, για έναν απλό λόγο: Ο νόμος που ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝΕΛ και Χ. Θεοχάρης μπορεί να μην περιλαμβάνει το 30% του πελατολόγιου της ΔΕΗ και των υδροηλεκτρικών, όπως περιελάμβανε το σχέδιο της «μικρής ΔΕΗ», το εύρος της ιδιωτικοποίησης είναι δηλαδή μικρότερο, αλλά εκείνο το σχέδιο διέθετε ένα δίχτυ ασφαλείας: ως κατώτατη τιμή πώλησης είχε οριστεί το 30% της χρηματιστηριακής αξίας της ΔΕΗ, που ανερχόταν στο 1,5 δισεκ. ευρώ. Επρόκειτο για μια τιμή σκανδαλωδώς χαμηλή, δεδομένης της κατρακύλας του χρηματιστηρίου κι άλλων πιο ουσιαστικών κριτηρίων. Για παράδειγμα, η αξία των κοιτασμάτων λιγνίτη της «μικρής ΔΕΗ», με βάση την ενεργειακή ισοδυναμία με το πετρέλαιο είχε υπολογιστεί σε 27,3 δισ. ευρώ από τον Χρ. Παπαγεωργίου, τέως διευθυντή Λιγνιτικού Κέντρου Δυτικής Μακεδονίας της ΔΕΗ. Επιπλέον, το 1,5 δισ. ευρώ ισοδυναμούσε μόνο με το κόστος κατασκευής της λιγνιτικής μονάδας Πτολεμαΐδα 5, ενώ δύο ακόμη φράγματα (του Θησαυρού και της Πλατανόβρυσης) στοίχιζαν σε τιμές εποχής 1,1 δισ. και ο θερμοηλεκτρικός σταθμός Μελίτης 961 εκατ. ευρώ. Δεν υπάρχει αυταπάτη ότι ΝΔ-ΠΑΣΟΚ χάριζαν τη ΔΕΗ!
Πουλιέται όσο-όσο
Παρ’ όλα αυτά, τότε υπήρχε ένα κατώτατο όριο. Σήμερα δεν υπάρχει! Βγαίνουν στο σφυρί, μέσω της δημιουργίας δύο ανωνύμων εταιρειών, που θα αποσπαστούν από τη ΔΕΗ για να πουληθούν, δύο μονάδες στη Μεγαλόπολη (3 &4), μία μονάδα (Μελίτης 1) και μία άδεια παραγωγής στη Φλώρινα, κτιριακές, μηχανολογικές και βοηθητικές εγκαταστάσεις, βοηθητικά μηχανήματα, εξοπλισμός και μηχανήματα και αχανείς εκτάσεις και δεν έχει καθοριστεί ελάχιστο τίμημα, για παράδειγμα 1.000 ή έστω 100 ευρώ! Ο νόμος της σημερινής κυβέρνησης, σε συνέχεια των διαδικασιών απελευθέρωσης που ξεκίνησαν από το 1999 με τον νόμο 2773, είναι χειρότερος από τη «μικρή ΔΕΗ» των ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, γιατί, παράλληλα, η ΔΕΗ συνεχίζει να χάνει πελάτες λιανικής (έστω κι αν το μερίδιο των ιδιωτών είναι μόνο 16%, καθώς κανείς δεν ξεχνά την απάτη των Hellas Power και Energa, που πήραν τα λεφτά των λογαριασμών κι έφυγαν), ενώ η πώληση των υδροηλεκτρικών εργοστασίων δεν έχει αποκλειστεί. Η ρήση δε στελέχους ιδιωτικής ενεργειακής εταιρείας «για να κατέβει ο λιγνίτης θέλει και λίγο νεράκι» προμηνύει την πώληση, αργά ή γρήγορα, και των υδροηλεκτρικών εργοστασίων.
Τον λόγο για τον οποίο δεν καθορίστηκε ελάχιστο τίμημα για την πώληση των λιγνιτικών μονάδων, αλλά αντίθετα αφέθηκε στην κρίση ενός ανεξάρτητου εκτιμητή, με την «εκτίμηση να παραμένει εμπιστευτική, μέχρι το άνοιγμα των οικονομικών προσφορών των συμμετεχόντων στον διαγωνισμό, οπότε και θα παραδοθεί στο Διοικητικό Συμβούλιο της ΔΕΗ ΑΕ και στον εντολοδόχο παρακολούθησης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής», όπως ορίζεται στο άρ. 3, παρ. 4 του νόμου, μας τον εξήγησε ο Νίκος Φωτόπουλος, εκπρόσωπος των εργαζομένων στο Δ.Σ. της ΔΕΗ: «Προϋπόθεση για να βρεθεί αγοραστής για τις λιγνιτικές μονάδες είναι να δοθούν… τσάμπα. Γι’ αυτό δεν καθόρισαν τίμημα, κατά παράβαση πάγιων πρακτικών, που εφαρμόζονται σε όλο τον κόσμο. Υπάρχουν τόσες πολλές αβεβαιότητες που, ακόμη κι αν βρεθούν ιδιώτες, θα είναι μειωμένης αξιοπιστίας, χωρίς στρατηγικό σχεδιασμό», τόνισε ο Νίκος Φωτόπουλος, ξεχωρίζοντας μεταξύ άλλων αβεβαιοτήτων την τιμή του διοξειδίου του άνθρακα, που έφθασε τα 14 ευρώ. Εργαλείο για την επιτάχυνση της ενεργειακής μετάβασης, υποτίθεται, που το μόνο το οποίο κατάφερε είναι να εισάγει τη γάγγραινα της χρηματιστικοποίησης στην ενέργεια, «ιδιωτικοποιώντας ένα παγκόσμιο στοιχείο ενεργητικού, όπως η ικανότητα της γης να ανακυκλώνει το διοξείδιο»[1] και προσθέτοντας με αυτόν τον τρόπο περαιτέρω αστάθεια στην αγορά. Είναι ενδεικτικός ο τριπλασιασμός της τιμής του μέσα σε έναν χρόνο.
Η σημαντικότερη ωστόσο επίπτωση από την ιδιωτικοποίηση των λιγνιτικών μονάδων θα αφορά την τιμή καταναλωτή, που θα πάρει τα ύψη, τονίζει η Γιώτα Σταθά, μέλος του Δ.Σ. του Συλλόγου Διπλωματούχων Μηχανικών Ομίλου ΔΕΗ. «Αν η Ελλάδα σήμερα διαθέτει φθηνή ενέργεια, αυτό οφείλεται στη λιγνιτική παραγωγή. Όπως επίσης και στην υδροηλεκτρική παραγωγή, δεδομένου ότι το κόστος παραγωγής είναι εξαιρετικά χαμηλό, το λειτουργικό κόστος ασήμαντο, απασχολούν ελάχιστο προσωπικό, κ.ο.κ. Ελέγχοντας τα υδροηλεκτρικά, ελέγχεις την ευστάθεια του συστήματος σε μεγάλο βαθμό, κι επί της ουσίας την παραγωγή των ΑΠΕ, καθώς, για να ενταχθούν οι ΑΠΕ και κυρίως οι ανεμογεννήτριες στο σύστημα, θα πρέπει να υπάρχουν κατανεμημένες μονάδες παραγωγής που μπορούν να παράγουν σταθερό φορτίο και να εξομαλύνουν τις επικίνδυνες ταλαντώσεις που προκαλούν αυτές στο δίκτυο. Συγκεκριμένα, θερμοηλεκτρικές, είτε έχουν καύσιμο λιγνίτη είτε φυσικό αέριο είτε πετρέλαιο, και υδροηλεκτρικές».
Με βάση τα παραπάνω, η προοπτική περάσματος της λιγνιτικής παραγωγής στα χέρια των ιδιωτών το 2020, την ίδια ώρα που οι υπόλοιπες μονάδες με τα υφιστάμενα δεδομένα είναι υποχρεωμένες να σταματήσουν να λειτουργούν, ενώ δεν ξέρουμε αν η Πτολεμαΐδα 5 θα είναι έτοιμη για να μπει στην παραγωγή, σημαίνει ότι η Οριακή Τιμή Συστήματος θα ελέγχεται αποκλειστικά και μόνο από τους ιδιώτες. Η τιμή, επομένως, της κιλοβατώρας θα ακριβύνει!
Φτώχεια ελέω Γερμανίας
Η τιμή καταναλωτή στην Ελλάδα θα αυξηθεί για έναν επιπλέον λόγο, συνεχίζει η Γιώτα Σταθά. «Οι υπό εξέλιξη αναδιαρθρώσεις στην αγορά της ενέργειας υποτάσσονται στην ένταξη της Ελλάδας στο λεγόμενο «μοντέλο-στόχος» (target model). Πράγματι, στο Μνημόνιο Τσίπρα, που υπογράφηκε τον Αύγουστο του 2015, εκεί όπου τίθεται ο στόχος μείωσης του μεριδίου της ΔΕΗ μέσω των δημοπρασιών ρεύματος (ΝΟΜΕ) στο 50% μέχρι το 2020 (άρ. 4.3), αναφέρεται επίσης ότι θα δοθεί κάθε τεχνική βοήθεια εκ μέρους των δανειστών «για την εφαρμογή της μεταρρύθμισης στην αγορά φυσικού αερίου και τη μετάβαση στο “μοντέλο-στόχο” της ΕΕ για την αγορά ηλεκτρισμού». Για τη Γιώτα Σταθά, το περίφημο «μοντέλο-στόχος» δεν είναι τίποτε άλλο από μια συγκαλυμμένη προσπάθεια της Γερμανίας, που έχει το υψηλότερο ενεργειακό κόστος στην Ευρώπη, να δημιουργήσει μια ενιαία αγορά όπου θα συγκλίνουν οι τιμές κάθε κράτους-μέλους, έτσι ώστε η ίδια να πληρώνει λιγότερα. «Σε αυτό όμως το πλαίσιο, χώρες όπως η Ελλάδα, που πληρώνουν ως τώρα φθηνή ενέργεια, θα πληρώνουν στο μέλλον πιο ακριβά».
Προς επίρρωση των παραπάνω τα εξής: με βάση στοιχεία της Eurostat,[2] για να φωτίζει ένας λαμπτήρας των 10 watt 3 ώρες την ημέρα ολόκληρο το 2017, ο μέσος Ευρωπαίος πολίτης (ξέρετε, αυτός που… δεν υπάρχει) πλήρωσε 2,04 ευρώ. Αυτός που υπάρχει είναι ο Έλληνας καταναλωτής, που πλήρωσε 1,94 ευρώ, λιγότερα δηλαδή από τον μέσο όρο. Λιγότερα από το μέσο όρο πλήρωσαν επίσης ο Αυστριακός, ο Σουηδός, ο Κύπριος και πολλοί άλλοι καταναλωτές. Στην άλλη άκρη του φάσματος, που πλήρωσαν περισσότερα από το μέσο όρο, είναι επτά μόλις χώρες: Ιταλία (2,14 ευρώ), Πορτογαλία (2,28), Ισπανία (2,30), Ιρλανδία (2,31), Βέλγιο (2,80), Γερμανία και Δανία (3,05). Αξίζει να υπογραμμιστεί μάλιστα ότι η τιμή της ενέργειας στη Γερμανία είναι σημαντικά ακριβότερη, ακόμη και πριν τους φόρους, 2,51 ευρώ για την ακρίβεια, στην κλίμακα που εξετάζουμε, έναντι 1,53 ευρώ που πληρώνουμε στην Ελλάδα. Απλώς, η Γερμανία εκμεταλλευόμενη την ηγεμονική της θέση στην ΕΕ θα επιβάλει στους υπόλοιπους λαούς να παραιτηθούν από το συγκριτικό τους πλεονέκτημα, προκειμένου η εγχώρια βιομηχανία της να ανταγωνιστεί με καλύτερους όρους.
Στην Ελλάδα, ωστόσο, η πανευρωπαϊκή σύγκλιση των τιμών θα οδηγήσει σε νέα ύψη την ενεργειακή φτώχεια, «όπως ορίζεται διεθνώς η αδυναμία πρόσβασης σε βασικές ενεργειακές υπηρεσίες, όπως είναι ο ηλεκτρισμός, το φυσικό αέριο, η θέρμανση, η ψύξη κ.α. Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας, υπολογίζεται ότι πληθυσμός μεταξύ 1,2 και 2,6 δισ. ανθρώπων στον πλανήτη ζει σε συνθήκες ενεργειακής φτώχειας. Σύμφωνα με μελέτη του Ευρωπαϊκού Ινστιτούτου Απόδοσης Κτιρίων, ο αριθμός των ενεργειακά φτωχών πολιτών στην Ευρώπη κυμαίνεται από 50 ως 125 εκατ.».[3] Ήδη, στην Ελλάδα, με βάση ανακοίνωση του ΔΕΔΔΗΕ, στις αρχές Μαΐου, οι ρευματοκλοπές αυξάνονται κάθε χρόνο σταθερά. Οι «μη τεχνικές απώλειες», όπως αποκαλείται η διαφορά μεταξύ της ενέργειας που εισάγεται στο σύστημα κι εκείνης που τιμολογείται, από 3,2% του συνόλου το 2015, έφθασε το 4,2% το 2016. Ο δεκαπλασιασμός των μηνύσεων (από 324 το 2015 σε 2.971 το πρώτο 10μηνο του 2017) δεν αποδείχθηκε ικανός να ανακόψει το φαινόμενο, όπως βεβαιώνει ο τετραπλασιασμός των κρουσμάτων που έχουν εντοπιστεί (από 3.226 το 2011 σε 11.528 το 2016). Φαίνεται, επομένως, ότι το άνοιγμα της αγοράς ηλεκτρισμού δεν ωφέλησε τους καταναλωτές. Ούτε και τώρα πρόκειται να μειώσει τις τιμές. Η αναφορά στην εισηγητική έκθεση του νόμου, ότι η περίφημη «αποεπένδυση», όπως αποκαλείται το ξεπούλημα, θα οδηγήσει «τελικά στη μείωση των τιμών ενέργειας στον τελικό καταναλωτή ενέργειας» δεν προκύπτει από πουθενά. Είναι μια ευφημιστική κενολογία που επαναλαμβάνεται χωρίς ποτέ κανείς να κάνει τον κόπο να ελέγξχει αν ισχύει ή όχι…
Νόμος κομμένος και ραμμένος στα μέτρα των ιδιωτών
Η επέλαση των ιδιωτών στην ηλεκτρική ενέργεια προωθείται σε βάρος του δημοσίου συμφέροντος ακόμη και με σκανδαλώδη τρόπο. «Στην παράγραφο 10 του άρθρου 3 του νόμου, ορίζεται ότι η ισχύς της Μεγαλόπολης 5 δεν θα υπερβαίνει τα 500 MW, ανεξαρτήτως της εγκατεστημένης ισχύος», τονίζει ο Σαράντος Αλεξανδρής, μέλος Δ.Σ. του Σωματείου Ορυχείων Σταθμών ΔΕΗ Μεγαλόπολης κι επίσης μέλος του Δ.Σ. της ΓΕΝΟΠ-ΔΕΗ. «Πίσω από αυτήν την επιλογή κρύβεται η προτεραιότητα που θα δίνεται στο εξής στους ιδιώτες, οι οποίοι θα αγοράσουν τις προς πώληση μονάδες της Μεγαλόπολης, 3 και 4. Για να μπουν αυτοί στο σύστημα, η μονάδα, που θα μείνει στη ΔΕΗ και μπορεί να φτάσει σε πλήρη λειτουργία τα 811 MW, θα υπολειτουργεί. Γιατί όμως οι φορολογούμενοι και ο ισολογισμός της ΔΕΗ να αναλάβουν το κόστος κατασκευής μιας τόσο μεγάλης μονάδας, αν αυτή πρόκειται να υπολειτουργεί;», τονίζει ο συνομιλητής μας.
Επιπλέον, όταν οι μονάδες 3 και 4 θα βρίσκονται σε συντήρηση, γιατί να απαγορεύεται στη ΔΕΗ να καλύψει το κενό που θα δημιουργείται; Ερώτημα εν πολλοίς ρητορικό, με όσους γνωρίζουν τα της αγοράς να δείχνουν την Κόρινθος Power, με έδρα του Άγιους Θεοδώρους, συμφερόντων Μυτιληναίου και Μότορ Όιλ…
Οι κίνδυνοι που εγκυμονεί η ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ σχετίζεται και με τι αχανείς εκτάσεις που θα πάρει ο «επενδυτής». «Στη Μεγαλόπολη ξεπερνούν τα 45.000 στρέμματα. Είναι γη που απαλλοτριώθηκε από τους κατόχους της, για να εξυπηρετηθεί ένας ανώτερος σκοπός, όπως η εξασφάλιση φθηνού ρεύματος. Οι ιδιώτες τι χρήση θα επιφυλάξουν σε αυτές τις εκτάσεις; Γιατί δεν καθορίζεται η χρήση, ώστε να αποτραπεί το ενδεχόμενο να μετατραπούν σε χώρους απόθεσης επικίνδυνων απορριμμάτων;», αναρωτιέται ο Σαράντος Αλεξανδρής.
Με τα παραπάνω κι άλλα μέτρα που περιλαμβάνει ο νόμος (όπως, για παράδειγμα, την πρόβλεψη να περάσει στη ΔΕΗ το πλεονάζον προσωπικό[4]), είναι θέμα χρόνου η ΔΕΗ να μετατραπεί σε «κακιά ΔΕΗ», καθώς μία-μία οι πιο κερδοφόρες δραστηριότητές της θα περνούν σε ιδιώτες, ενώ στη ΔΕΗ θα μένουν τα χρέη (3,9 δισεκ. ευρώ το 2017 σύμφωνα με τον ισολογισμό, με τζίρο 4,95 δισεκ.) και η υποχρέωση να παρέχει στους ιδιώτες φθηνή ενέργεια, όπως γίνεται με τις δημοπρασίες (ΝΟΜΕ), για τις οποίες, σύμφωνα με τον Ν. Φωτόπουλο, έπρεπε να παρέμβει ο εισαγγελέας. «Πώς επιτρέπεται, όταν το μεταβλητό κι όχι το συνολικό κόστος παραγωγής ανέρχεται σε 59 ευρώ ανά μεγαβατώρα, η ΔΕΗ να πουλάει στους ιδιώτες ακόμη και 32 ευρώ;», ρωτάει ο συνδικαλιστής.
Η προοπτική πώλησης των λιγνιτικών μονάδων θα θέσει σε αμφισβήτηση και το πλαίσιο των ΝΟΜΕ, καθώς κανείς ιδιώτης παραγωγός λιγνιτικής ενέργειας δεν πρόκειται να τη διαθέσει κάτω του κόστους, με αποτέλεσμα ακόμη κι αυτή η αργή αύξηση των μεριδίων των ιδιωτών παρόχων στη λιανική να ανακοπεί και να απαιτηθούν νέες μορφές πιο άγριας ιδιωτικοποίησης. Επομένως, η δήλωση του προέδρου της ΔΕΗ, Μανόλη Παναγιωτάκη, ότι «η ΔΕΗ έχει συμφέρον να πετύχει η πώληση των λιγνιτών» μόνο ως ευσεβής πόθος μπορεί να εκληφθεί. Δεν στηρίζεται στην πραγματικότητα!
Η ζέση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ να ιδιωτικοποιήσει την ενέργεια και να επιταχύνει τη συρρίκνωση του μεριδίου της λιγνιτικής παραγωγής στο ενεργειακό μείγμα σε βάρος του επιπέδου των τιμών και της ενεργειακής κυριαρχίας, συντελείται σε μια περίοδο που όλος ο υπόλοιπος κόσμος αποτιμά το κόστος της ιδιωτικοποιημένης ενέργειας και ζητά την έξοδο των ιδιωτών και την επανακρατικοποίηση ή δημοτικοποίηση της ενέργειας. Στην Αγγλία, για παράδειγμα, αξιόπιστη έρευνα έδειξε ότι, αν επανερχόταν στο δημόσιο η ενέργεια, κάθε νοικοκυριό θα εξοικονομούσε 158 λίρες ετησίως.[5] Στη βάση ενός ογκούμενου κινήματος απόρριψης των ιδιωτικοποιήσεων, το συνέδριο των Βρετανών Εργατικών τον Ιούνιο του 2017 ψήφισε να επαναφέρει υπό κρατικό έλεγχο τους σιδηρόδρομους, την ενέργεια και το νερό. Πιθανότατα και οι άνθρωποι του Τζ. Κόρμπιν να αποδειχθούν εξίσου… συνεπείς με τους συνεργάτες του Αλ. Τσίπρα. Αυτό όμως σε τίποτε δεν αλλάζει τη διαπίστωση ότι η ιδιωτικοποίηση της ενέργειας, όπου εφαρμόστηκε μέχρι τέλος, απέτυχε παταγωδώς!
[1] Andriana Vlachou & Georgios Pantelias (2017), “The EU’s Emissions Trading System, Part 1: Taking Stock”, Capitalism Nature Socialism, 28:2, 84-102, DOI: 10.1080/10455752.2016.1233287· Andriana Vlachou & Georgios Pantelias (2017), “The EU’s Emissions Trading System, Part 2: A Political Economy Critique”, Capitalism Nature Socialism, 28:3, 108-127, DOI: 10.1080/10455752.2016.1234027.
[2] http://ec.europa.eu/eurostat/documents/10186/8482435/Q12017_electricity_prices_graphics.pdf
[3] Κοροβέση Άλις, Μεταξά Κυριακή, Τουλουπάκη Ελευθερία και Χρυσόγελος Νίκος (2017), Ενεργειακή φτώχεια στην Ελλάδα, Θεσσαλονίκη: Ίδρυμα Χάινριχ Μπελ Ελλάδας.
[4] Αξίζει να τονιστεί ότι, παρά τα περί αντιθέτου λεγόμενα, ο ενεργειακός τομέας στην Ελλάδα, όπου εξακολουθεί να δεσπόζει η ΔΕΗ, είναι κλάδος υψηλής έντασης κεφαλαίου, όπως δείχνει το γεγονός ότι απασχολεί το 0,9% των εργαζομένων, ενώ συμβάλλει στο 2,7% της Ακαθάριστης Προστιθέμενης Αξίας. Σωστά, επομένως, συμπεραίνεται πως «το γεγονός ότι, κατά τη διάρκεια των χρόνων της κρίσης, το μερίδιο του ενεργειακού κλάδου στην Ελλάδα αυξήθηκε σε όρους Ακαθάριστης Προστιθέμενης Αξίας, ενώ παρέμεινε σχεδόν σταθερό σε όρους απασχόλησης, υποδηλώνει ότι η ποσοστιαία μεταβολή στην παραγωγικότητα της εργασίας στον ενεργειακό κλάδο ήταν υψηλότερη σε σχέση με τη συνολική οικονομία». (“Energy, Logistics, Tourism: Sectoral Prospects, Incipient Investment Projects and Contribution to GDP”, Eurobank: Economy & Markets, Volume XII, Issue 1, April 2018).
[5] Energy, rail and water privatization costs UK household 250 £ a year, https://corporatewatch.org/energy-rail-and-water-privatisation-costs-uk-households-250-a-year/ [τελευταία πρόσβαση 7 Μαΐου 2018].
Πηγή: Τριμηνιαίο περιοδικό Δημοσιογραφία, τεύχος 17, 2018
debtfree.gr
ΤΟΥ ΛΕΩΝΙΔΑ ΒΑΤΙΚΙΩΤΗ
Η μετεγγραφή της τελευταίας στιγμής, που απαιτήθηκε για να περάσει ο νόμος που ιδιωτικοποιεί τη ΔΕΗ, δεν είναι μόνο σύμβολο καιροσκοπισμού, αλλά και επιστέγασμα της πολιτικής εξαπάτησης εκ μέρους των στελεχών της σημερινής κυβέρνησης, τα οποία έχτισαν το πολιτικό τους κεφάλαιο, αντιδρώντας στο ξεπούλημα της μεγαλύτερης βιομηχανίας της χώρας για να αποδειχθούν ιδανικοί νεκροθάφτες της. Οι δηλώσεις του ίδιου του Αλ. Τσίπρα στον
Ατμοηλεκτρικό Σταθμό του Αμυνταίου το 2014, «η ΔΕΗ θα είναι το κύκνειο άσμα μιας κυβέρνησης που ήδη ψυχορραγεί και σε λίγους μήνες δεν θα είναι παρούσα», θα αποτελούν κορυφαίο παράδειγμα πολιτικής κοροϊδίας, με στόχο την υφαρπαγή της ψήφου!
Ο νόμος που ιδιωτικοποιεί το 40% της λιγνιτικής παραγωγής είναι χειρότερος για το δημόσιο συμφέρον συγκριτικά με τον νόμο για τη «μικρή ΔΕΗ», που προωθούσε η κυβέρνηση Αντ. Σαμαρά το 2014, για έναν απλό λόγο: Ο νόμος που ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝΕΛ και Χ. Θεοχάρης μπορεί να μην περιλαμβάνει το 30% του πελατολόγιου της ΔΕΗ και των υδροηλεκτρικών, όπως περιελάμβανε το σχέδιο της «μικρής ΔΕΗ», το εύρος της ιδιωτικοποίησης είναι δηλαδή μικρότερο, αλλά εκείνο το σχέδιο διέθετε ένα δίχτυ ασφαλείας: ως κατώτατη τιμή πώλησης είχε οριστεί το 30% της χρηματιστηριακής αξίας της ΔΕΗ, που ανερχόταν στο 1,5 δισεκ. ευρώ. Επρόκειτο για μια τιμή σκανδαλωδώς χαμηλή, δεδομένης της κατρακύλας του χρηματιστηρίου κι άλλων πιο ουσιαστικών κριτηρίων. Για παράδειγμα, η αξία των κοιτασμάτων λιγνίτη της «μικρής ΔΕΗ», με βάση την ενεργειακή ισοδυναμία με το πετρέλαιο είχε υπολογιστεί σε 27,3 δισ. ευρώ από τον Χρ. Παπαγεωργίου, τέως διευθυντή Λιγνιτικού Κέντρου Δυτικής Μακεδονίας της ΔΕΗ. Επιπλέον, το 1,5 δισ. ευρώ ισοδυναμούσε μόνο με το κόστος κατασκευής της λιγνιτικής μονάδας Πτολεμαΐδα 5, ενώ δύο ακόμη φράγματα (του Θησαυρού και της Πλατανόβρυσης) στοίχιζαν σε τιμές εποχής 1,1 δισ. και ο θερμοηλεκτρικός σταθμός Μελίτης 961 εκατ. ευρώ. Δεν υπάρχει αυταπάτη ότι ΝΔ-ΠΑΣΟΚ χάριζαν τη ΔΕΗ!
Πουλιέται όσο-όσο
Παρ’ όλα αυτά, τότε υπήρχε ένα κατώτατο όριο. Σήμερα δεν υπάρχει! Βγαίνουν στο σφυρί, μέσω της δημιουργίας δύο ανωνύμων εταιρειών, που θα αποσπαστούν από τη ΔΕΗ για να πουληθούν, δύο μονάδες στη Μεγαλόπολη (3 &4), μία μονάδα (Μελίτης 1) και μία άδεια παραγωγής στη Φλώρινα, κτιριακές, μηχανολογικές και βοηθητικές εγκαταστάσεις, βοηθητικά μηχανήματα, εξοπλισμός και μηχανήματα και αχανείς εκτάσεις και δεν έχει καθοριστεί ελάχιστο τίμημα, για παράδειγμα 1.000 ή έστω 100 ευρώ! Ο νόμος της σημερινής κυβέρνησης, σε συνέχεια των διαδικασιών απελευθέρωσης που ξεκίνησαν από το 1999 με τον νόμο 2773, είναι χειρότερος από τη «μικρή ΔΕΗ» των ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, γιατί, παράλληλα, η ΔΕΗ συνεχίζει να χάνει πελάτες λιανικής (έστω κι αν το μερίδιο των ιδιωτών είναι μόνο 16%, καθώς κανείς δεν ξεχνά την απάτη των Hellas Power και Energa, που πήραν τα λεφτά των λογαριασμών κι έφυγαν), ενώ η πώληση των υδροηλεκτρικών εργοστασίων δεν έχει αποκλειστεί. Η ρήση δε στελέχους ιδιωτικής ενεργειακής εταιρείας «για να κατέβει ο λιγνίτης θέλει και λίγο νεράκι» προμηνύει την πώληση, αργά ή γρήγορα, και των υδροηλεκτρικών εργοστασίων.
Τον λόγο για τον οποίο δεν καθορίστηκε ελάχιστο τίμημα για την πώληση των λιγνιτικών μονάδων, αλλά αντίθετα αφέθηκε στην κρίση ενός ανεξάρτητου εκτιμητή, με την «εκτίμηση να παραμένει εμπιστευτική, μέχρι το άνοιγμα των οικονομικών προσφορών των συμμετεχόντων στον διαγωνισμό, οπότε και θα παραδοθεί στο Διοικητικό Συμβούλιο της ΔΕΗ ΑΕ και στον εντολοδόχο παρακολούθησης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής», όπως ορίζεται στο άρ. 3, παρ. 4 του νόμου, μας τον εξήγησε ο Νίκος Φωτόπουλος, εκπρόσωπος των εργαζομένων στο Δ.Σ. της ΔΕΗ: «Προϋπόθεση για να βρεθεί αγοραστής για τις λιγνιτικές μονάδες είναι να δοθούν… τσάμπα. Γι’ αυτό δεν καθόρισαν τίμημα, κατά παράβαση πάγιων πρακτικών, που εφαρμόζονται σε όλο τον κόσμο. Υπάρχουν τόσες πολλές αβεβαιότητες που, ακόμη κι αν βρεθούν ιδιώτες, θα είναι μειωμένης αξιοπιστίας, χωρίς στρατηγικό σχεδιασμό», τόνισε ο Νίκος Φωτόπουλος, ξεχωρίζοντας μεταξύ άλλων αβεβαιοτήτων την τιμή του διοξειδίου του άνθρακα, που έφθασε τα 14 ευρώ. Εργαλείο για την επιτάχυνση της ενεργειακής μετάβασης, υποτίθεται, που το μόνο το οποίο κατάφερε είναι να εισάγει τη γάγγραινα της χρηματιστικοποίησης στην ενέργεια, «ιδιωτικοποιώντας ένα παγκόσμιο στοιχείο ενεργητικού, όπως η ικανότητα της γης να ανακυκλώνει το διοξείδιο»[1] και προσθέτοντας με αυτόν τον τρόπο περαιτέρω αστάθεια στην αγορά. Είναι ενδεικτικός ο τριπλασιασμός της τιμής του μέσα σε έναν χρόνο.
Η σημαντικότερη ωστόσο επίπτωση από την ιδιωτικοποίηση των λιγνιτικών μονάδων θα αφορά την τιμή καταναλωτή, που θα πάρει τα ύψη, τονίζει η Γιώτα Σταθά, μέλος του Δ.Σ. του Συλλόγου Διπλωματούχων Μηχανικών Ομίλου ΔΕΗ. «Αν η Ελλάδα σήμερα διαθέτει φθηνή ενέργεια, αυτό οφείλεται στη λιγνιτική παραγωγή. Όπως επίσης και στην υδροηλεκτρική παραγωγή, δεδομένου ότι το κόστος παραγωγής είναι εξαιρετικά χαμηλό, το λειτουργικό κόστος ασήμαντο, απασχολούν ελάχιστο προσωπικό, κ.ο.κ. Ελέγχοντας τα υδροηλεκτρικά, ελέγχεις την ευστάθεια του συστήματος σε μεγάλο βαθμό, κι επί της ουσίας την παραγωγή των ΑΠΕ, καθώς, για να ενταχθούν οι ΑΠΕ και κυρίως οι ανεμογεννήτριες στο σύστημα, θα πρέπει να υπάρχουν κατανεμημένες μονάδες παραγωγής που μπορούν να παράγουν σταθερό φορτίο και να εξομαλύνουν τις επικίνδυνες ταλαντώσεις που προκαλούν αυτές στο δίκτυο. Συγκεκριμένα, θερμοηλεκτρικές, είτε έχουν καύσιμο λιγνίτη είτε φυσικό αέριο είτε πετρέλαιο, και υδροηλεκτρικές».
Με βάση τα παραπάνω, η προοπτική περάσματος της λιγνιτικής παραγωγής στα χέρια των ιδιωτών το 2020, την ίδια ώρα που οι υπόλοιπες μονάδες με τα υφιστάμενα δεδομένα είναι υποχρεωμένες να σταματήσουν να λειτουργούν, ενώ δεν ξέρουμε αν η Πτολεμαΐδα 5 θα είναι έτοιμη για να μπει στην παραγωγή, σημαίνει ότι η Οριακή Τιμή Συστήματος θα ελέγχεται αποκλειστικά και μόνο από τους ιδιώτες. Η τιμή, επομένως, της κιλοβατώρας θα ακριβύνει!
Φτώχεια ελέω Γερμανίας
Η τιμή καταναλωτή στην Ελλάδα θα αυξηθεί για έναν επιπλέον λόγο, συνεχίζει η Γιώτα Σταθά. «Οι υπό εξέλιξη αναδιαρθρώσεις στην αγορά της ενέργειας υποτάσσονται στην ένταξη της Ελλάδας στο λεγόμενο «μοντέλο-στόχος» (target model). Πράγματι, στο Μνημόνιο Τσίπρα, που υπογράφηκε τον Αύγουστο του 2015, εκεί όπου τίθεται ο στόχος μείωσης του μεριδίου της ΔΕΗ μέσω των δημοπρασιών ρεύματος (ΝΟΜΕ) στο 50% μέχρι το 2020 (άρ. 4.3), αναφέρεται επίσης ότι θα δοθεί κάθε τεχνική βοήθεια εκ μέρους των δανειστών «για την εφαρμογή της μεταρρύθμισης στην αγορά φυσικού αερίου και τη μετάβαση στο “μοντέλο-στόχο” της ΕΕ για την αγορά ηλεκτρισμού». Για τη Γιώτα Σταθά, το περίφημο «μοντέλο-στόχος» δεν είναι τίποτε άλλο από μια συγκαλυμμένη προσπάθεια της Γερμανίας, που έχει το υψηλότερο ενεργειακό κόστος στην Ευρώπη, να δημιουργήσει μια ενιαία αγορά όπου θα συγκλίνουν οι τιμές κάθε κράτους-μέλους, έτσι ώστε η ίδια να πληρώνει λιγότερα. «Σε αυτό όμως το πλαίσιο, χώρες όπως η Ελλάδα, που πληρώνουν ως τώρα φθηνή ενέργεια, θα πληρώνουν στο μέλλον πιο ακριβά».
Προς επίρρωση των παραπάνω τα εξής: με βάση στοιχεία της Eurostat,[2] για να φωτίζει ένας λαμπτήρας των 10 watt 3 ώρες την ημέρα ολόκληρο το 2017, ο μέσος Ευρωπαίος πολίτης (ξέρετε, αυτός που… δεν υπάρχει) πλήρωσε 2,04 ευρώ. Αυτός που υπάρχει είναι ο Έλληνας καταναλωτής, που πλήρωσε 1,94 ευρώ, λιγότερα δηλαδή από τον μέσο όρο. Λιγότερα από το μέσο όρο πλήρωσαν επίσης ο Αυστριακός, ο Σουηδός, ο Κύπριος και πολλοί άλλοι καταναλωτές. Στην άλλη άκρη του φάσματος, που πλήρωσαν περισσότερα από το μέσο όρο, είναι επτά μόλις χώρες: Ιταλία (2,14 ευρώ), Πορτογαλία (2,28), Ισπανία (2,30), Ιρλανδία (2,31), Βέλγιο (2,80), Γερμανία και Δανία (3,05). Αξίζει να υπογραμμιστεί μάλιστα ότι η τιμή της ενέργειας στη Γερμανία είναι σημαντικά ακριβότερη, ακόμη και πριν τους φόρους, 2,51 ευρώ για την ακρίβεια, στην κλίμακα που εξετάζουμε, έναντι 1,53 ευρώ που πληρώνουμε στην Ελλάδα. Απλώς, η Γερμανία εκμεταλλευόμενη την ηγεμονική της θέση στην ΕΕ θα επιβάλει στους υπόλοιπους λαούς να παραιτηθούν από το συγκριτικό τους πλεονέκτημα, προκειμένου η εγχώρια βιομηχανία της να ανταγωνιστεί με καλύτερους όρους.
Στην Ελλάδα, ωστόσο, η πανευρωπαϊκή σύγκλιση των τιμών θα οδηγήσει σε νέα ύψη την ενεργειακή φτώχεια, «όπως ορίζεται διεθνώς η αδυναμία πρόσβασης σε βασικές ενεργειακές υπηρεσίες, όπως είναι ο ηλεκτρισμός, το φυσικό αέριο, η θέρμανση, η ψύξη κ.α. Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας, υπολογίζεται ότι πληθυσμός μεταξύ 1,2 και 2,6 δισ. ανθρώπων στον πλανήτη ζει σε συνθήκες ενεργειακής φτώχειας. Σύμφωνα με μελέτη του Ευρωπαϊκού Ινστιτούτου Απόδοσης Κτιρίων, ο αριθμός των ενεργειακά φτωχών πολιτών στην Ευρώπη κυμαίνεται από 50 ως 125 εκατ.».[3] Ήδη, στην Ελλάδα, με βάση ανακοίνωση του ΔΕΔΔΗΕ, στις αρχές Μαΐου, οι ρευματοκλοπές αυξάνονται κάθε χρόνο σταθερά. Οι «μη τεχνικές απώλειες», όπως αποκαλείται η διαφορά μεταξύ της ενέργειας που εισάγεται στο σύστημα κι εκείνης που τιμολογείται, από 3,2% του συνόλου το 2015, έφθασε το 4,2% το 2016. Ο δεκαπλασιασμός των μηνύσεων (από 324 το 2015 σε 2.971 το πρώτο 10μηνο του 2017) δεν αποδείχθηκε ικανός να ανακόψει το φαινόμενο, όπως βεβαιώνει ο τετραπλασιασμός των κρουσμάτων που έχουν εντοπιστεί (από 3.226 το 2011 σε 11.528 το 2016). Φαίνεται, επομένως, ότι το άνοιγμα της αγοράς ηλεκτρισμού δεν ωφέλησε τους καταναλωτές. Ούτε και τώρα πρόκειται να μειώσει τις τιμές. Η αναφορά στην εισηγητική έκθεση του νόμου, ότι η περίφημη «αποεπένδυση», όπως αποκαλείται το ξεπούλημα, θα οδηγήσει «τελικά στη μείωση των τιμών ενέργειας στον τελικό καταναλωτή ενέργειας» δεν προκύπτει από πουθενά. Είναι μια ευφημιστική κενολογία που επαναλαμβάνεται χωρίς ποτέ κανείς να κάνει τον κόπο να ελέγξχει αν ισχύει ή όχι…
Νόμος κομμένος και ραμμένος στα μέτρα των ιδιωτών
Η επέλαση των ιδιωτών στην ηλεκτρική ενέργεια προωθείται σε βάρος του δημοσίου συμφέροντος ακόμη και με σκανδαλώδη τρόπο. «Στην παράγραφο 10 του άρθρου 3 του νόμου, ορίζεται ότι η ισχύς της Μεγαλόπολης 5 δεν θα υπερβαίνει τα 500 MW, ανεξαρτήτως της εγκατεστημένης ισχύος», τονίζει ο Σαράντος Αλεξανδρής, μέλος Δ.Σ. του Σωματείου Ορυχείων Σταθμών ΔΕΗ Μεγαλόπολης κι επίσης μέλος του Δ.Σ. της ΓΕΝΟΠ-ΔΕΗ. «Πίσω από αυτήν την επιλογή κρύβεται η προτεραιότητα που θα δίνεται στο εξής στους ιδιώτες, οι οποίοι θα αγοράσουν τις προς πώληση μονάδες της Μεγαλόπολης, 3 και 4. Για να μπουν αυτοί στο σύστημα, η μονάδα, που θα μείνει στη ΔΕΗ και μπορεί να φτάσει σε πλήρη λειτουργία τα 811 MW, θα υπολειτουργεί. Γιατί όμως οι φορολογούμενοι και ο ισολογισμός της ΔΕΗ να αναλάβουν το κόστος κατασκευής μιας τόσο μεγάλης μονάδας, αν αυτή πρόκειται να υπολειτουργεί;», τονίζει ο συνομιλητής μας.
Επιπλέον, όταν οι μονάδες 3 και 4 θα βρίσκονται σε συντήρηση, γιατί να απαγορεύεται στη ΔΕΗ να καλύψει το κενό που θα δημιουργείται; Ερώτημα εν πολλοίς ρητορικό, με όσους γνωρίζουν τα της αγοράς να δείχνουν την Κόρινθος Power, με έδρα του Άγιους Θεοδώρους, συμφερόντων Μυτιληναίου και Μότορ Όιλ…
Οι κίνδυνοι που εγκυμονεί η ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ σχετίζεται και με τι αχανείς εκτάσεις που θα πάρει ο «επενδυτής». «Στη Μεγαλόπολη ξεπερνούν τα 45.000 στρέμματα. Είναι γη που απαλλοτριώθηκε από τους κατόχους της, για να εξυπηρετηθεί ένας ανώτερος σκοπός, όπως η εξασφάλιση φθηνού ρεύματος. Οι ιδιώτες τι χρήση θα επιφυλάξουν σε αυτές τις εκτάσεις; Γιατί δεν καθορίζεται η χρήση, ώστε να αποτραπεί το ενδεχόμενο να μετατραπούν σε χώρους απόθεσης επικίνδυνων απορριμμάτων;», αναρωτιέται ο Σαράντος Αλεξανδρής.
Με τα παραπάνω κι άλλα μέτρα που περιλαμβάνει ο νόμος (όπως, για παράδειγμα, την πρόβλεψη να περάσει στη ΔΕΗ το πλεονάζον προσωπικό[4]), είναι θέμα χρόνου η ΔΕΗ να μετατραπεί σε «κακιά ΔΕΗ», καθώς μία-μία οι πιο κερδοφόρες δραστηριότητές της θα περνούν σε ιδιώτες, ενώ στη ΔΕΗ θα μένουν τα χρέη (3,9 δισεκ. ευρώ το 2017 σύμφωνα με τον ισολογισμό, με τζίρο 4,95 δισεκ.) και η υποχρέωση να παρέχει στους ιδιώτες φθηνή ενέργεια, όπως γίνεται με τις δημοπρασίες (ΝΟΜΕ), για τις οποίες, σύμφωνα με τον Ν. Φωτόπουλο, έπρεπε να παρέμβει ο εισαγγελέας. «Πώς επιτρέπεται, όταν το μεταβλητό κι όχι το συνολικό κόστος παραγωγής ανέρχεται σε 59 ευρώ ανά μεγαβατώρα, η ΔΕΗ να πουλάει στους ιδιώτες ακόμη και 32 ευρώ;», ρωτάει ο συνδικαλιστής.
Η προοπτική πώλησης των λιγνιτικών μονάδων θα θέσει σε αμφισβήτηση και το πλαίσιο των ΝΟΜΕ, καθώς κανείς ιδιώτης παραγωγός λιγνιτικής ενέργειας δεν πρόκειται να τη διαθέσει κάτω του κόστους, με αποτέλεσμα ακόμη κι αυτή η αργή αύξηση των μεριδίων των ιδιωτών παρόχων στη λιανική να ανακοπεί και να απαιτηθούν νέες μορφές πιο άγριας ιδιωτικοποίησης. Επομένως, η δήλωση του προέδρου της ΔΕΗ, Μανόλη Παναγιωτάκη, ότι «η ΔΕΗ έχει συμφέρον να πετύχει η πώληση των λιγνιτών» μόνο ως ευσεβής πόθος μπορεί να εκληφθεί. Δεν στηρίζεται στην πραγματικότητα!
Η ζέση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ να ιδιωτικοποιήσει την ενέργεια και να επιταχύνει τη συρρίκνωση του μεριδίου της λιγνιτικής παραγωγής στο ενεργειακό μείγμα σε βάρος του επιπέδου των τιμών και της ενεργειακής κυριαρχίας, συντελείται σε μια περίοδο που όλος ο υπόλοιπος κόσμος αποτιμά το κόστος της ιδιωτικοποιημένης ενέργειας και ζητά την έξοδο των ιδιωτών και την επανακρατικοποίηση ή δημοτικοποίηση της ενέργειας. Στην Αγγλία, για παράδειγμα, αξιόπιστη έρευνα έδειξε ότι, αν επανερχόταν στο δημόσιο η ενέργεια, κάθε νοικοκυριό θα εξοικονομούσε 158 λίρες ετησίως.[5] Στη βάση ενός ογκούμενου κινήματος απόρριψης των ιδιωτικοποιήσεων, το συνέδριο των Βρετανών Εργατικών τον Ιούνιο του 2017 ψήφισε να επαναφέρει υπό κρατικό έλεγχο τους σιδηρόδρομους, την ενέργεια και το νερό. Πιθανότατα και οι άνθρωποι του Τζ. Κόρμπιν να αποδειχθούν εξίσου… συνεπείς με τους συνεργάτες του Αλ. Τσίπρα. Αυτό όμως σε τίποτε δεν αλλάζει τη διαπίστωση ότι η ιδιωτικοποίηση της ενέργειας, όπου εφαρμόστηκε μέχρι τέλος, απέτυχε παταγωδώς!
[1] Andriana Vlachou & Georgios Pantelias (2017), “The EU’s Emissions Trading System, Part 1: Taking Stock”, Capitalism Nature Socialism, 28:2, 84-102, DOI: 10.1080/10455752.2016.1233287· Andriana Vlachou & Georgios Pantelias (2017), “The EU’s Emissions Trading System, Part 2: A Political Economy Critique”, Capitalism Nature Socialism, 28:3, 108-127, DOI: 10.1080/10455752.2016.1234027.
[2] http://ec.europa.eu/eurostat/documents/10186/8482435/Q12017_electricity_prices_graphics.pdf
[3] Κοροβέση Άλις, Μεταξά Κυριακή, Τουλουπάκη Ελευθερία και Χρυσόγελος Νίκος (2017), Ενεργειακή φτώχεια στην Ελλάδα, Θεσσαλονίκη: Ίδρυμα Χάινριχ Μπελ Ελλάδας.
[4] Αξίζει να τονιστεί ότι, παρά τα περί αντιθέτου λεγόμενα, ο ενεργειακός τομέας στην Ελλάδα, όπου εξακολουθεί να δεσπόζει η ΔΕΗ, είναι κλάδος υψηλής έντασης κεφαλαίου, όπως δείχνει το γεγονός ότι απασχολεί το 0,9% των εργαζομένων, ενώ συμβάλλει στο 2,7% της Ακαθάριστης Προστιθέμενης Αξίας. Σωστά, επομένως, συμπεραίνεται πως «το γεγονός ότι, κατά τη διάρκεια των χρόνων της κρίσης, το μερίδιο του ενεργειακού κλάδου στην Ελλάδα αυξήθηκε σε όρους Ακαθάριστης Προστιθέμενης Αξίας, ενώ παρέμεινε σχεδόν σταθερό σε όρους απασχόλησης, υποδηλώνει ότι η ποσοστιαία μεταβολή στην παραγωγικότητα της εργασίας στον ενεργειακό κλάδο ήταν υψηλότερη σε σχέση με τη συνολική οικονομία». (“Energy, Logistics, Tourism: Sectoral Prospects, Incipient Investment Projects and Contribution to GDP”, Eurobank: Economy & Markets, Volume XII, Issue 1, April 2018).
[5] Energy, rail and water privatization costs UK household 250 £ a year, https://corporatewatch.org/energy-rail-and-water-privatisation-costs-uk-households-250-a-year/ [τελευταία πρόσβαση 7 Μαΐου 2018].
Πηγή: Τριμηνιαίο περιοδικό Δημοσιογραφία, τεύχος 17, 2018
debtfree.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου