του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
Aκόμα και με την ιδέα της οργάνωσης της δολοφονίας του Γιουγκοσλάβου Προέδρου Μιλόσεβιτς, φαίνεται να έπαιξε ο Ρώσος Πρόεδρος Μπαρίς Γέλτσιν, προκειμένου να αποτρέψει μια αμερικανική επίθεση στη Γιουγκοσλαβία.
Φαίνεται ότι ο Ρώσος Πρόεδρος είχε πανικοβληθεί από την ατμόσφαιρα εξέγερσης των στρατιωτικών της χώρας του, εξ αφορμής των ΝΑΤΟϊκών επιδρομών στα Βαλκάνια και προσπαθούσε πάση θυσία να αποτρέψει την Ουάσιγκτων.
Οι πληροφορίες αυτές προκύπτουν από τις εκατοντάδες σελίδες αποχαρακτηρισθέντων εγγράφων που έδωσε πρόσφατα στη δημοσιότητα το Ίδρυμα Κλίντον και αφορούν τις συνομιλίες των Προέδρων Κλίντον και Γέλτσιν, στη δεκαετία του 1990.
Τα έγγραφα είναι απολύτως χαρακτηριστικά των σχέσεων ΗΠΑ-Ρωσίας εκείνη την περίοδο, ιδιαίτερα της αμερικανικής ανάμειξης στις ρωσικές εκλογές, όπως και του κλίματος που επικρατούσε μεταξύ των Ρώσων στρατιωτικών κατά την περίοδο του πολέμου στη Γιουγκοσλαβία.
Το θέμα παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον γιατί συμπίπτει με
μια συγκυρία που χαρακτηρίζεται από εντονότατες αντιπαραθέσεις στο εσωτερικό των ΗΠΑ γύρω από το αν αναμείχθηκαν ή όχι οι Ρώσοι στις αμερικανικές εκλογές, και ενώ η Ρωσία κατηγορείται περίπου για τα … πάντα, στα πλαίσια ενός εντεινόμενου Ψυχρού Πολέμου.
Στην αρχή της ρωσικής προεκλογικής εκστρατείας του 1996, οι πιθανότητες εκλογής του κομμουνιστή Γκενάντι Ζιουγκάνωφ ήταν πολύ μεγάλες και του Μπαρίς Γέλτσιν (που τελικά τις κέρδισε) σχεδόν μηδαμινές.
Φοβούμενος προφανώς μήπως η Ουάσιγκτων «τα βρει» με τον αντίπαλό του, ο Γέλτσιν ζήτησε τηλεφωνικά, στις 21 Απριλίου 1996, από τον Κλίντον «να μην υποστηρίξει τον (ηγέτη του ΚΚΡΟ και προεδρικό υποψήφιο) Ζουγκάνωφ». «Δεν πρέπει να ανησυχείς για κάτι τέτοιο», του απάντησε ο Κλίντον “Είναι πενήντα χρόνια που παλεύουμε εναντίον ενός τέτοιου αποτελέσματος”.
Ο Κλίντον όχι μόνο δεν υποστήριξε τον Ζιουγκάνωφ, αλλά και, όπως αποκάλυψαν έρευνες τότε του περιοδικού Time και άλλων αμερικανικών ΜΜΕ, έστειλε μια ολόκληρη ομάδα πρώην αμερικανών αξιωματούχων που, εγκατεστημένοι σε έναν όροφο του ξενοδοχείου Οκτιάμπριασκαγια της Μόσχας, οργάνωσαν την προεκλογική εκστρατεία του Γέλτσιν.
Δύο εβδομάδες αργότερα, στις 7 Μάιου 1996, ο Γέλτσιν τηλεφώνησε στον Κλίντον ζητώντας του επειγόντως δάνειο για να τον βοηθήσει στην προεκλογική του εκστρατεία. Ακολούθησε ο εξής διάλογος:
«Γέλτσιν: Σε παρακαλώ, κατάλαβέ με σωστά. Μπιλ, χρειάζομαι επειγόντως ένα δάνειο 2,5 δις δολαρίων για τη Ρωσία.
Κλίντον: Να σε ρωτήσω κάτι. Δεν σε βοήθησε η αναδιάρθρωση του ρωσικού χρέους από τη Λέσχη του Παρισιού; Νόμιζα ότι θα είχαν μπει δισεκατομμύρια δολάρια στη χώρα σου.
Γέλτσιν: ‘Όχι. Θα ‘ρθουν το δεύτερο εξάμηνο. Και το πρώτο εξάμηνο θα ‘χουμε μόνο 300 εκατομμύρια, εξαιτίας των όρων που έθεσε το ΔΝΤ… Αλλά χρειάζομαι χρήματα να πληρώσω συντάξεις και μισθούς. Αν δεν λυθεί το ζήτημα αυτό των συντάξεων και των μισθών, θα μου είναι πολύ δύσκολο να πάω σε εκλογές. Αν μπορείς να το κανονίσεις με το ΔΝΤ να μας δώσει 2,5 δις το πρώτο εξάμηνο ίσως να τα καταφέρουμε. ‘Η αν μπορείς με τις δικές σας τράπεζες με εγγυήσεις της ρωσικής κυβέρνησης.
Κλίντον: Θα το ελέγξω με το ΔΝΤ και με μερικούς από τους φίλους μας και θα δω τι μπορεί να γίνει.»
Αντιμέτωπος με το σχεδόν βέβαιο ενδεχόμενο να χάσει τις εκλογές, ο Ρώσος Πρόεδρος σκέφτηκε, απλούστατα, να μην τις κάνει, όπως προκύπτει από το εξής που του είπε ο Κλίντον στη διάρκεια της ίδιας τηλεφωνικής συνομιλίας:
“Είμαι πολύ ευχαριστημένος που απέρριψες την συμβουλή να αναβληθούν οι εκλογές. Αυτή η εκλογή θα είναι ορόσημο για τη ρωσική δημοκρατία. Πιστεύω ότι έχεις δίκιο να εμπιστεύεσαι τη σωφροσύνη των Ρώσων εκλογέων. Η δήλωσή σου γνωρίζει τεράστια ευνοϊκή δημοσιότητα στις Ηνωμένες Πολιτείες και ανά τον κόσμο».
‘Όταν ο Γέλτσιν εκλιπαρεί τον Κλίντον για το Ιράκ και τη Γιουγκοσλαβία
Αυτή βέβαια η οικονομικο-πολιτική «βοήθεια» προς το μετακομμουνιστικό καθεστώς στη Ρωσία συνοδευόταν με επέκταση του ΝΑΤΟ και απειλές κατά του Ιράκ και της Γιουγκοσλαβίας, που έφερναν σε όλο και πιο δύσκολη θέση τον Γέλτσιν και τον ανάγκαζαν να εκλιπαρεί – χωρίς αποτέλεσμα – τον Κλίντον να μαλακώσει κάπως την εξωτερική του πολιτική.
Στις 22 Νοεμβρίου 1997, ο Κλίντον άφησε να εννοηθεί ότι εξετάζει στρατιωτική δράση κατά του Ιράκ και ο Γέλτσιν τον παρακάλεσε να μην καταφύγει σε αυτή, λέγοντάς του: «Ξέρεις ότι είμαστε έτοιμοι να ασκήσουμε πίεση (στον Σαντάμ) σε καθημερινή βάση και θα κρατήσουμε συνεχώς εκεί τον αντιπρόσωπό μας, τον Βίκτωρα Ποσοβαλιούκ. Θέλουμε να πιέσουμε (τον Σαντάμ) να δεχτεί τους όρους μας. Θα συνεχίσουμε να ενεργούμε μέχρι το μυαλό του να σιάξει».
Ο Κλίντον βέβαια τον «έγραψε» και στα τέλη 1998 βομβάρδισε το Ιράκ ακόμα μια φορά, χωρίς προειδοποίηση και χωρίς κήρυξη πολέμου.
Εκεί όμως που ο Γέλτσιν τα χρειάστηκε και άρχισε να παρακαλάει τον Κλίντον με κάθε τρόπο ήταν με τη Σερβία. Οι επιδρομές του ΝΑΤΟ κατά της Σερβίας ξεκίνησαν στις 24 Μαρτίου του 1999, σκοτώνοντας 538 αμάχους, καταστρέφοντας πολλές από τις υποδομές της χώρας, βομβαρδίζοντας ακόμα και την κινεζική πρεσβεία στο Βελιγράδι και γεμίζοντας τη χώρα ραδιενεργό απεμπλουτισμένο ουράνιο. Στη Ρωσία προκλήθηκε ένα τεράστιο κύμα αγανάκτησης, με το 96% του πληθυσμού να χαρακτηρίζει την επίθεση «έγκλημα κατά την ανθρωπότητας».
Στις 25 Απριλίου 1999 ένας εξουθενωμένος και απελπισμένος Γέλτσιν εξόρκιζε επί μιάμισυ ολόκληρη ώρα τον Αμερικανό Πρόεδρο να σταματήσει τον πόλεμο, εξηγώντας του ότι ο ρωσικός στρατός θέλει να επέμβει. Χαρακτηριστικό είναι το εξής απόσπασμα:
«Γέλτσιν: Ξέρεις ότι ακούω ανησυχίες από τους στρατιωτικούς μας που μιλάνε να στείλουν στρατιωτικούς να βοηθήσουν τον Μιλόσεβιτς. Ξέρεις ότι τα καταδίκασα αυτά, και συγκάλεσα το Συμβούλιο Ασφαλείας μου, και τους είπα να τα σταματήσουν αυτά. Όποιος Στρατηγός πει να στείλουμε στρατό να βοηθήσει τον Μιλόσεβιτς θα αποταχθεί με συνοπτικές διαδικασίες.
Κλίντον: Ευχαριστώ»
Στη συνέχεια του τηλεφωνήματος, ο Γέλτσιν προσπαθεί να εξηγήσει στον Κλίντον ότι δεν θα μπορέσει να κρατήσει αυτή τη θέση επί πολύ και τελικά αρχίζει να φωνάζει στο τηλέφωνο:
“Μη σπρώχνεις τη Ρωσία στον πόλεμο. Ξέρεις τι είναι η Ρωσία. Ξέρεις πως είναι εξοπλισμένη η Ρωσία, αλλά μη σπρώχνεις τη Ρωσία στον πόλεμο».
Τελικά, ο Ρώσος Πρωθυπουργός Τσερνομύρντιν πήγε στο Βελιγράδι και «έπεισε» τον Μιλόσεβιτς να συνθηκολογήσει, λέγοντάς του ότι οι Δυτικοί είναι αποφασισμένοι να ισοπεδώσουν τη χώρα του. Εξηγώντας τότε την «αποστολή» Τσερνομύρντιν στο Βελιγράδι, ο ανταποκριτής της Guardian στις Βρυξέλλες και παλαιός ανταποκριτής στη Μόσχα Μάρτιν Γουώκερ συνέδεσε την υπόθεση αυτή με τους λογαριασμούς του Ρώσου Πρωθυπουργού σε τράπεζες του εξωτερικού.
Η Ρωσία ήταν, το 1991, η πιο φιλοαμερικανική και πιο φιλοκαπιταλιστική χώρα στον κόσμο, πιο φιλοαμερικανική και πιο φιλοκαπιταλιστική και από αυτές ακόμα τις Ηνωμένες Πολιτείες!
Ήταν οι ίδιοι οι Αμερικανοί και το ΔΝΤ που την «εκπαίδευσαν» αντίθετα, «παράγοντας» τελικά τον Πούτιν, για τον οποίο τόσο πολύ διαμαρτύρονται και τον οποίο τώρα χρησιμοποιούν για να δικαιολογήσουν τον νέο Ψυχρό Πόλεμο.
Το ενδιαφέρον μάλιστα είναι ότι κυρίως διαμαρτύρονται για την … «ρωσική ανάμειξη» στις αμερικανικές εκλογές!
πηγή
Aκόμα και με την ιδέα της οργάνωσης της δολοφονίας του Γιουγκοσλάβου Προέδρου Μιλόσεβιτς, φαίνεται να έπαιξε ο Ρώσος Πρόεδρος Μπαρίς Γέλτσιν, προκειμένου να αποτρέψει μια αμερικανική επίθεση στη Γιουγκοσλαβία.
Φαίνεται ότι ο Ρώσος Πρόεδρος είχε πανικοβληθεί από την ατμόσφαιρα εξέγερσης των στρατιωτικών της χώρας του, εξ αφορμής των ΝΑΤΟϊκών επιδρομών στα Βαλκάνια και προσπαθούσε πάση θυσία να αποτρέψει την Ουάσιγκτων.
Οι πληροφορίες αυτές προκύπτουν από τις εκατοντάδες σελίδες αποχαρακτηρισθέντων εγγράφων που έδωσε πρόσφατα στη δημοσιότητα το Ίδρυμα Κλίντον και αφορούν τις συνομιλίες των Προέδρων Κλίντον και Γέλτσιν, στη δεκαετία του 1990.
Τα έγγραφα είναι απολύτως χαρακτηριστικά των σχέσεων ΗΠΑ-Ρωσίας εκείνη την περίοδο, ιδιαίτερα της αμερικανικής ανάμειξης στις ρωσικές εκλογές, όπως και του κλίματος που επικρατούσε μεταξύ των Ρώσων στρατιωτικών κατά την περίοδο του πολέμου στη Γιουγκοσλαβία.
Το θέμα παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον γιατί συμπίπτει με
μια συγκυρία που χαρακτηρίζεται από εντονότατες αντιπαραθέσεις στο εσωτερικό των ΗΠΑ γύρω από το αν αναμείχθηκαν ή όχι οι Ρώσοι στις αμερικανικές εκλογές, και ενώ η Ρωσία κατηγορείται περίπου για τα … πάντα, στα πλαίσια ενός εντεινόμενου Ψυχρού Πολέμου.
Στην αρχή της ρωσικής προεκλογικής εκστρατείας του 1996, οι πιθανότητες εκλογής του κομμουνιστή Γκενάντι Ζιουγκάνωφ ήταν πολύ μεγάλες και του Μπαρίς Γέλτσιν (που τελικά τις κέρδισε) σχεδόν μηδαμινές.
Φοβούμενος προφανώς μήπως η Ουάσιγκτων «τα βρει» με τον αντίπαλό του, ο Γέλτσιν ζήτησε τηλεφωνικά, στις 21 Απριλίου 1996, από τον Κλίντον «να μην υποστηρίξει τον (ηγέτη του ΚΚΡΟ και προεδρικό υποψήφιο) Ζουγκάνωφ». «Δεν πρέπει να ανησυχείς για κάτι τέτοιο», του απάντησε ο Κλίντον “Είναι πενήντα χρόνια που παλεύουμε εναντίον ενός τέτοιου αποτελέσματος”.
Ο Κλίντον όχι μόνο δεν υποστήριξε τον Ζιουγκάνωφ, αλλά και, όπως αποκάλυψαν έρευνες τότε του περιοδικού Time και άλλων αμερικανικών ΜΜΕ, έστειλε μια ολόκληρη ομάδα πρώην αμερικανών αξιωματούχων που, εγκατεστημένοι σε έναν όροφο του ξενοδοχείου Οκτιάμπριασκαγια της Μόσχας, οργάνωσαν την προεκλογική εκστρατεία του Γέλτσιν.
Δύο εβδομάδες αργότερα, στις 7 Μάιου 1996, ο Γέλτσιν τηλεφώνησε στον Κλίντον ζητώντας του επειγόντως δάνειο για να τον βοηθήσει στην προεκλογική του εκστρατεία. Ακολούθησε ο εξής διάλογος:
«Γέλτσιν: Σε παρακαλώ, κατάλαβέ με σωστά. Μπιλ, χρειάζομαι επειγόντως ένα δάνειο 2,5 δις δολαρίων για τη Ρωσία.
Κλίντον: Να σε ρωτήσω κάτι. Δεν σε βοήθησε η αναδιάρθρωση του ρωσικού χρέους από τη Λέσχη του Παρισιού; Νόμιζα ότι θα είχαν μπει δισεκατομμύρια δολάρια στη χώρα σου.
Γέλτσιν: ‘Όχι. Θα ‘ρθουν το δεύτερο εξάμηνο. Και το πρώτο εξάμηνο θα ‘χουμε μόνο 300 εκατομμύρια, εξαιτίας των όρων που έθεσε το ΔΝΤ… Αλλά χρειάζομαι χρήματα να πληρώσω συντάξεις και μισθούς. Αν δεν λυθεί το ζήτημα αυτό των συντάξεων και των μισθών, θα μου είναι πολύ δύσκολο να πάω σε εκλογές. Αν μπορείς να το κανονίσεις με το ΔΝΤ να μας δώσει 2,5 δις το πρώτο εξάμηνο ίσως να τα καταφέρουμε. ‘Η αν μπορείς με τις δικές σας τράπεζες με εγγυήσεις της ρωσικής κυβέρνησης.
Κλίντον: Θα το ελέγξω με το ΔΝΤ και με μερικούς από τους φίλους μας και θα δω τι μπορεί να γίνει.»
Αντιμέτωπος με το σχεδόν βέβαιο ενδεχόμενο να χάσει τις εκλογές, ο Ρώσος Πρόεδρος σκέφτηκε, απλούστατα, να μην τις κάνει, όπως προκύπτει από το εξής που του είπε ο Κλίντον στη διάρκεια της ίδιας τηλεφωνικής συνομιλίας:
“Είμαι πολύ ευχαριστημένος που απέρριψες την συμβουλή να αναβληθούν οι εκλογές. Αυτή η εκλογή θα είναι ορόσημο για τη ρωσική δημοκρατία. Πιστεύω ότι έχεις δίκιο να εμπιστεύεσαι τη σωφροσύνη των Ρώσων εκλογέων. Η δήλωσή σου γνωρίζει τεράστια ευνοϊκή δημοσιότητα στις Ηνωμένες Πολιτείες και ανά τον κόσμο».
‘Όταν ο Γέλτσιν εκλιπαρεί τον Κλίντον για το Ιράκ και τη Γιουγκοσλαβία
Αυτή βέβαια η οικονομικο-πολιτική «βοήθεια» προς το μετακομμουνιστικό καθεστώς στη Ρωσία συνοδευόταν με επέκταση του ΝΑΤΟ και απειλές κατά του Ιράκ και της Γιουγκοσλαβίας, που έφερναν σε όλο και πιο δύσκολη θέση τον Γέλτσιν και τον ανάγκαζαν να εκλιπαρεί – χωρίς αποτέλεσμα – τον Κλίντον να μαλακώσει κάπως την εξωτερική του πολιτική.
Στις 22 Νοεμβρίου 1997, ο Κλίντον άφησε να εννοηθεί ότι εξετάζει στρατιωτική δράση κατά του Ιράκ και ο Γέλτσιν τον παρακάλεσε να μην καταφύγει σε αυτή, λέγοντάς του: «Ξέρεις ότι είμαστε έτοιμοι να ασκήσουμε πίεση (στον Σαντάμ) σε καθημερινή βάση και θα κρατήσουμε συνεχώς εκεί τον αντιπρόσωπό μας, τον Βίκτωρα Ποσοβαλιούκ. Θέλουμε να πιέσουμε (τον Σαντάμ) να δεχτεί τους όρους μας. Θα συνεχίσουμε να ενεργούμε μέχρι το μυαλό του να σιάξει».
Ο Κλίντον βέβαια τον «έγραψε» και στα τέλη 1998 βομβάρδισε το Ιράκ ακόμα μια φορά, χωρίς προειδοποίηση και χωρίς κήρυξη πολέμου.
Εκεί όμως που ο Γέλτσιν τα χρειάστηκε και άρχισε να παρακαλάει τον Κλίντον με κάθε τρόπο ήταν με τη Σερβία. Οι επιδρομές του ΝΑΤΟ κατά της Σερβίας ξεκίνησαν στις 24 Μαρτίου του 1999, σκοτώνοντας 538 αμάχους, καταστρέφοντας πολλές από τις υποδομές της χώρας, βομβαρδίζοντας ακόμα και την κινεζική πρεσβεία στο Βελιγράδι και γεμίζοντας τη χώρα ραδιενεργό απεμπλουτισμένο ουράνιο. Στη Ρωσία προκλήθηκε ένα τεράστιο κύμα αγανάκτησης, με το 96% του πληθυσμού να χαρακτηρίζει την επίθεση «έγκλημα κατά την ανθρωπότητας».
Στις 25 Απριλίου 1999 ένας εξουθενωμένος και απελπισμένος Γέλτσιν εξόρκιζε επί μιάμισυ ολόκληρη ώρα τον Αμερικανό Πρόεδρο να σταματήσει τον πόλεμο, εξηγώντας του ότι ο ρωσικός στρατός θέλει να επέμβει. Χαρακτηριστικό είναι το εξής απόσπασμα:
«Γέλτσιν: Ξέρεις ότι ακούω ανησυχίες από τους στρατιωτικούς μας που μιλάνε να στείλουν στρατιωτικούς να βοηθήσουν τον Μιλόσεβιτς. Ξέρεις ότι τα καταδίκασα αυτά, και συγκάλεσα το Συμβούλιο Ασφαλείας μου, και τους είπα να τα σταματήσουν αυτά. Όποιος Στρατηγός πει να στείλουμε στρατό να βοηθήσει τον Μιλόσεβιτς θα αποταχθεί με συνοπτικές διαδικασίες.
Κλίντον: Ευχαριστώ»
Στη συνέχεια του τηλεφωνήματος, ο Γέλτσιν προσπαθεί να εξηγήσει στον Κλίντον ότι δεν θα μπορέσει να κρατήσει αυτή τη θέση επί πολύ και τελικά αρχίζει να φωνάζει στο τηλέφωνο:
“Μη σπρώχνεις τη Ρωσία στον πόλεμο. Ξέρεις τι είναι η Ρωσία. Ξέρεις πως είναι εξοπλισμένη η Ρωσία, αλλά μη σπρώχνεις τη Ρωσία στον πόλεμο».
Τελικά, ο Ρώσος Πρωθυπουργός Τσερνομύρντιν πήγε στο Βελιγράδι και «έπεισε» τον Μιλόσεβιτς να συνθηκολογήσει, λέγοντάς του ότι οι Δυτικοί είναι αποφασισμένοι να ισοπεδώσουν τη χώρα του. Εξηγώντας τότε την «αποστολή» Τσερνομύρντιν στο Βελιγράδι, ο ανταποκριτής της Guardian στις Βρυξέλλες και παλαιός ανταποκριτής στη Μόσχα Μάρτιν Γουώκερ συνέδεσε την υπόθεση αυτή με τους λογαριασμούς του Ρώσου Πρωθυπουργού σε τράπεζες του εξωτερικού.
Η Ρωσία ήταν, το 1991, η πιο φιλοαμερικανική και πιο φιλοκαπιταλιστική χώρα στον κόσμο, πιο φιλοαμερικανική και πιο φιλοκαπιταλιστική και από αυτές ακόμα τις Ηνωμένες Πολιτείες!
Ήταν οι ίδιοι οι Αμερικανοί και το ΔΝΤ που την «εκπαίδευσαν» αντίθετα, «παράγοντας» τελικά τον Πούτιν, για τον οποίο τόσο πολύ διαμαρτύρονται και τον οποίο τώρα χρησιμοποιούν για να δικαιολογήσουν τον νέο Ψυχρό Πόλεμο.
Το ενδιαφέρον μάλιστα είναι ότι κυρίως διαμαρτύρονται για την … «ρωσική ανάμειξη» στις αμερικανικές εκλογές!
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου