«Αι αλύσεις των έκαμναν ένα ατελείωτο γκλου γκλου-γκλου…»
Του ΒΑΣΙΛΗ Σ. ΚΑΡΤΣΙΟΥ
Ο Έλληνας πρόξενος των Σερρών, από τον Οκτώβριο του 1906, Αντώνιος Σακτούρης, έζησε εφιαλτικές στιγμές μετά τα γεγονότα της 14ης Ιουλίου 1907 στη συνοικία Καμενίκια της πόλης των Σερρών και στο χωριό Δοβίστα, τη γενέτειρα του ήρωα της επανάστασης του 1821 στη Μακεδονία, Εμμανουήλ Παπά. Τα αντάρτικα σώματα του καπετάν Μητρούση και του Ανδρέα Μακούλη συγκρούστηκαν με τον τουρκικό στρατό και τη χωροφυλακή και αποδεκατίστηκαν.
Έγραψε ο Σακτούρης στα απομνημονεύματά του:
« Όχι πολύ μετά, (σ.σ.: από μία συνάντησή του με τον στρατιωτικό διοικητή της 9ης μεραρχίας και έμπιστο του σουλτάνο Αβδούλ Χαμήτ, Ιμπραήμ πασά), οι Τούρκοι προέβησαν εις αθρόας συλλήψεις των ομογενών κατοίκων των παρά τας Σέρρας Ελληνικωτάτων χωρίων, Νταρνακοχωρίων. Η δίωξις ήτο αγριοτάτη. Εις πλέον των 150 ανήλθον οι συλληφθέντες. Και μεταξύ αυτών ήσαν οι πρόκριτοι, οι οποίοι υπεβλήθησαν εις φρικώδη βασανιστήρια δια να μαρτυρήσουν. Συνηθεστάτη μέθοδος ήτο να υποχρεώνωνται οι κρατούμενοι να μένουν όρθιοι. Δύο
φρουροί όπισθέν των είχον εντολήν να μη τους επιτρέπουν να καθήσουν. Ευθύς ως εξηντλούντο και έπιπτον κάτω, καθ’ ό και νήστεις, οι φρουροί τους ελόγχιζαν, εξαναγκάζοντες να εγερθούν. Ολόκληρος η περιφέρεια υπεβλήθη εις μαρτύρια και ενομίσαμεν ότι ολόκληρος ή εκεί οργάνωσις της αμύνης εξηφανίσθη.
φρουροί όπισθέν των είχον εντολήν να μη τους επιτρέπουν να καθήσουν. Ευθύς ως εξηντλούντο και έπιπτον κάτω, καθ’ ό και νήστεις, οι φρουροί τους ελόγχιζαν, εξαναγκάζοντες να εγερθούν. Ολόκληρος η περιφέρεια υπεβλήθη εις μαρτύρια και ενομίσαμεν ότι ολόκληρος ή εκεί οργάνωσις της αμύνης εξηφανίσθη.
Ηναγκάσθην να μεταβώ εις Θεσσαλονίκην. Εζήτησα ακρόασιν παρά τω Χιλμή πασά και διεμαρτυρήθειν εντόνως δια τας αγριότητας κατά των ομογενών κατοίκων. Ο ευφυέστατος και εξαιρετικός αυτός Τούρκος (εκ Μυτιλήνης), με ηρεμίαν καταπληκτικήν και υπομειδιών μου είπεν:
- Αϊ, Κύριε Σακτούρη, τα μεγάλα ζητήματα, απαιτούν μεγάλας θυσίας. (Les grandes causes demandent de grandes sacrifices). ΠωςθέλετεναπάρετετηνΜακεδονίαν, χωρίςθυσίας;
Μου υπεσχέθη ούχ ήττον να εξετάση τα συμβάντα.
Μετ’ ολίγας ημέρας ήλθον εις Σέρρας, περιοδεύοντες ανά την Μακεδονίαν, οι αείμνηστοι Γούναρης και Πρωτοπαπαδάκης. Η έκρυθμος και επικίνδυνος κατάστασις τους ηνάγκασε να περιορισθούν εις επίσκεψιν του Διοικητού. Αλλά πληροφορηθέντες ότι την ημέραν εκείνη επρόκειτο ν’ αποσταλούν εις Θεσσαλονίκην 127 από τους συλληφθέντας ομογενείς δια να δικαστούν εις το εκεί Στρατοδικείον, με συνώδευσαν εις τον σιδ. Σταθμόν, όπου οι ατυχείς κατηγορούμενοι, αλυσσόδετοι, συνωστίζοντο επί του εδάφους.
Η εμφάνισις του Προξένου της Ελλάδος, ερχομένου να τους ενθαρρύνη, τους έκαμε να ορθωθούν και να με χαιρετίσουν. Καθώς δε ήσαν αλυσσόδετοι και ηγείροντο και έτειναν τας χείρας, αι αλύσεις των έκαμναν ένα ατελείωτο γκλου γκλου-γκλού… Η σκηνή έκαμε βαθείαν αίσθησιν εις τον Γούναρην και Πρωτοπαπαδάκην. Εξέφρασαν τον θαυμασμόν των δια το ηρωϊκόν φρόνημα των ανθρώπων αυτών, στελλομένων πιθανότατα εις θάνατον. Τινές εξ αυτών φιλοπαιγμόνως μας είπαν: «Μας οδηγούν στο … νηπιαγωγείον. Να μας αξιώση ο Θεός και στο Πανεπιστήμιον»!…
Οι Γούναρης και ο Πρωτοπαπαδάκης, κατόπιν της σκηνής αυτής διέκοψαν την περιοδείαν των και επέστρεψαν εις Θεσσαλονίκην.»
Οι επιπτώσεις υπήρξαν ραγδαίες σε όλα τα επίπεδα. Ενημερώθηκαν οι πρεσβευτές των «Μεγάλων Δυνάμεων» στην Κωνσταντινούπολη και ζητήθηκε από τον Τούρκο πρέσβη στην Αθήνα να προβεί σε αυστηρό διάβημα για την καταστολή της δράσης των Μακεδονικών σωμάτων. Ο Έλληνας πρόξενος στη Θεσσαλονίκη, Λάμπρος Κορομηλάς, μόλις πληροφορήθηκε για τις συμπλοκές στις Σέρρες και τη Δοβίστα μπήκε στη διπλωματική άμαξα και έφυγε για το Βόλο, ενώ ο πρόξενος των Σερρών Αντώνιος Σακτούρης έψαχνε τρόπους διαφυγής. Και δεν είχαν άδικο.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του 6ου Γραφείου της Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού, στην περιοχή των Σερρών και της Στρώμνιτσας στο ελληνικό δίκτυο άμυνας ήταν 143 οπλίτες και 270 άτομα επιμελητείας. Η Υψηλή Πύλη έπνεε τα μένεα γιατί κατά τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις διαπιστώθηκε ότι πολλοί κάτοικοι των Δαρνακοχωρίων και της πόλης των Σερρών εμπλέκονταν στον Μακεδονικό Αγώνα. Μόνο από τη Δοβίστα συνελήφθησαν περισσότερα από 150 άτομα και άλλα 100 από τα γύρω χωριά με την κατηγορία της συμμετοχής ή της υπόθαλψης αντάρτικων ομάδων. Ήταν η πρώτη φορά που οι τουρκικές αρχές είχαν απτές αποδείξεις για την εμπλοκή σε τόσο μεγάλη κλίμακα του ελληνικού πληθυσμού.
Στα μέσα του Νοεμβρίου του 1907, έγινε η μεγάλη δίκη στο έκτακτο δικαστήριο της Θεσσαλονίκης, το οποίο την εποχή εκείνη δίκαζε καθημερινά τέτοιες υποθέσεις, αλλά ποτέ άλλη φορά δεν είχαν παραπεμφθεί τόσα πολλά άτομα. Εκατόν τριάντα επτά άτομα, όλα από την περιφέρεια Σερρών, και από αυτούς οι 100 περίπου από τη Δοβίστα, παρέμειναν προφυλακισμένοι από τα μέσα Ιουλίου του 1907 και αντιμετώπισαν πολυετείς φυλακίσεις. Το γεγονός της δίκης είχε κινητοποιήσει τα ελληνικά προξενεία Σερρών και Θεσσαλονίκης, το υπουργείο Εξωτερικών, τον τύπο της εποχής, αλλά και τις ξένες προξενικές αρχές προς τις οποίες είχαν προσφύγει διακριτικά οι Έλληνες ιθύνοντες για άσκηση πιέσεων, ώστε να μην καταδικαστούν οι υπόδικοι.
Ο Σακτούρης αναφέρει, μεταξύ άλλων, σε έκθεσή του προς το υπουργείο Εξωτερικών:
«… Επειδή ο προδότης προσήπτεν εις το προξενείον πολλάς κατηγορίας, ψευδείς εννοείται, (σ.σ.:!!) και εκ της καταδίκης προσώπων τινών, ως τον κ. Παπάζογλου, εκτελών χρέη άμισθου διερμηνέως εν τω Προξενείω, θα ενοχοποιείτο τρόπον τινά το Προξενείον ως και η Μητρόπολις, διότι θα υπήρχεν ούτω δικαστική απόφασις αναγνωρίζουσα την ανάμιξιν ημών εις έργα επιλήψιμα, διά τούτο προσέφυγα εις τον εν Θεσσαλονίκη Γεν. Πρόξενον της Αυστρίας κ. Para, μεθ’ ού συνδέομαι δια φιλίας από της εποχής της εν Σκοπίοις υπηρεσίας ημών, και παρακάλεσα αυτόν, όλως ατομικώς και φιλικώς, ίνα εξασκήση όπου δεί την επιρροήν του προς δικαίαν και αμερόληπτον εκδίκασιν της υποθέσεως. Παρέστησα εις αυτόν, και τον έπεισα δια γεγονότων, ότι αι ενταύθα αρχαί και ιδιαιτέρως ο Στρατάρχης μεγάλας καταβάλλουσιν ενεργείας προς καταδίκην των κατηγορουμένων, ίνα ούτω εμμέσως και εμέ ενοχοποιήσωσι. Ο κ. Para και λόγω της μετ’ εμού φιλίας, αλλά και διότι ουδεμίαν παραλείπει ευκαιρίαν, ίνα αφ’ ενός μεν παρίσταται ημίν ευχάριστος, αφ’ ετέρου δε καλλιεργεί την αυστριακήν επιρροήν, και του οποίου το προσωπικόν γόητρον και η επιβολή καθ’ άπαντα σχεδόν τον Μακεδονικόν πληθυσμόν κατέστη τω όντι σπουδαία, εδείχθη προθυμότατος και μετά πολλού ενδιαφέροντος, ειλικρινούς νομίζω, κατέβαλε μεγίστας ενεργείας προς επίτευξιν της αθωώσεως τοσούτων ομογενών …»
Στα φύλλα του «Φάρου της Θεσσαλονίκης» της 15ης και 17ης Νοεμβρίου 1907, τα οποία βρίσκονται στην κεντρική βιβλιοθήκη του Δήμου Θεσσαλονίκης δεν αναφέρεται τίποτα για τη δίκη αυτή. Είναι ακριβώς οι ημέρες, που αναμένεται η απόφαση του δικαστηρίου, καθώς στις 20 Νοεμβρίου 1907 ο Έλληνας πρόξενος της Θεσσαλονίκης, Φίλιππος Κοντογούρης, στέλνει με εμπιστευτικό πρωτόκολλο προς το υπουργείο των Εξωτερικών το παρακάτω έγγραφο:
«Εκ των συνεπεία καταγγελιών του γνωστού προδότου Θεοδοσίου συλληφθέντων προ καιρού υπό των αρχών και παραπεμφθέντων ενώπιον του Εκτάκτου Δικαστηρίου 137 ημετέρων, πάντων εκ της περιφερείας Σερρών, οι πλείστοι, ήτοι 128, ηθωώθησαν μέχρι σήμερον, πέντε κατεδικάσθησαν και τέσσαρες εισίν ακόμη υπόδικοι.
Το ευχάριστον τούτο αποτέλεσμα οφείλεται εις το ότι ευτυχώς δεν υπήρξαν άλλαι ενδείξεις εκτός της καταθέσεως του Θεοδοσίου. Το Δικαστήριον μη δυνάμενον να βασίση την απόφασίν του μόνον επί καταθέσεως πρώην κομιτατζή ή αντάρτου (συμφώνως προς καθιερωθείσαν αρχήν η εφήρμοσεν εν άλλαις δίκαις – δίκη Κιατίπωφ εξ Ανω Βροντούς, Στογιάν εκ Σερρών κτλ.) ηναγκάσθη ν’ αθωώση πάντας τους κατηγορουμένους, πλην πέντε εκ Δοβίστης, ων η ενοχή απεδείχθη και εξ άλλων πραγματικών γεγονότων επιβεβαιωσάντων την μαρτυρίαν του Θεοδοσίου. Βεβαίως πάσαι οι καταθέσεις του Θεοδοσίου ήσαν ακριβείς (σ.σ.!!) και οι παραπεμφθέντες είχον πράγματι υποθάλψει τα ελληνικά σώματα και συνδράμει αυτά διαφοροτρόπως, πλην ελαχίστων εξ αυτών. Ούχ ήττον καλόν θα ήτο να εξαρθή το άδικον των αθρόων συλλήψεων, εις ας αι αρχαί Σερρών …(δυσανάγνωση σειρά) … μόνον διότι κατήγγειλεν αυτούς εις φρενοβλαβής και εκπεφυλισμένος κακούργος, χάριν του οποίου υπερεκατόν οικογένειαι έμειναν άνευ άρτου.
Αντίγραφον του παρόντος υποβάλλω τη εν Κωνσταντινουπόλει Β. Πρεσβεία».
Η ιδέα να παρουσιαστεί ο Θεοδόσης Μπουμπούμης, (επιζών αντάρτης από την ομάδα του Μακούλη), ως φρενοβλαβής είχε προταθεί από τις πρώτες ημέρες μετά τη μάχη της Δοβίστας, γιατί ήταν ο μόνος τρόπος να γλιτώσουν οι συλληφθέντες από βαριές ποινές. Ο Θεοδόσης έπαιξε το παιχνίδι του τρελού στο δικαστήριο, και οι περισσότεροι αθωώθηκαν γιατί το δικαστήριο δεν μπορούσε να βασισθεί μόνο στην κατάθεση ενός αντάρτη και μάλιστα …φρενοβλαβή. Ο Σακτούρης από την πλευρά του έστειλε το υπ’ αριθμ. πρωτ. 544/26 Νοεμβρίου 1907 έγγραφο, όπου ανέφερε λεπτομερώς και κατά περιοχή τους συλληφθέντες, τους αθωωθέντες και τους καταδικασθέντες μετά τα γεγονότα στα Καμενίκια και τη Δοβίστα.
Αυτά και άλλα πολλά, για την εποποιία του Μακεδονικού Αγώνα στην ανατολική Μακεδονία, στο βιβλίο μας «Η μάχη της Δοβίστας» των εκδόσεων Ερωδιός.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου