Μετὰ μακρὰν δουλείαν ἠναγκάσθημεν τέλος πάντων νὰ λάβωμεν τὰ ὅπλα εἰς χεῖρας, καὶ νὰ ἐκδικήσωμεν ἑαυτούς, καὶ τὴν πατρίδα ἡμῶν ἀπὸ μίαν τοιαύτην φρικτήν, καὶ ὡς πρὸς τὴν ἀρχὴν αὐτῆς, ἄδικον τυραννίαν, ἥτις οὐδεμίαν ἄλλην εἶχεν ὁμοίαν, ἢ κἂν δυναμένην ὁπωσοῦν μετ᾿ αὐτῆς νὰ παραβληθῇ δυναστείαν.
Ὁ κατὰ τῶν Τούρκων πόλεμος ἡμῶν, μακρὰν τοῦ νὰ στηρίζεται εἰς ἀρχάς τινας δημαγωγικὰς καὶ στασιώδεις, ἢ ἰδιωφελεῖς μέρους τινὸς τοῦ σύμπαντος Ἑλληνικοῦ Ἔθνους σκοπούς, εἶναι πόλεμος ἐθνικός, πόλεμος ἱερός, πόλεμος, τοῦ ὁποίου ἡ μόνη αἰτία εἶναι ἡ ἀνάκτησις τῶν δικαίων τῆς προσωπικῆς ἡμῶν ἐλευθερίας, τῆς ἰδιοκτησίας καὶ
τῆς τιμῆς, τὰ ὁποῖα, ἐνῶ τὴν σήμερον ὅλοι οἱ εὐνομούμενοι καὶ γειτονικοὶ λαοὶ τῆς Εὐρώπης τὰ χαίρουσιν, ἀπὸ ἡμᾶς μόνον ἡ σκληρὰ καὶ ἀπαραδειγμάτιστος τῶν Ὀθωμανῶν τυραννία ἐπροσπάθησεν μὲ βίαν νὰ ἀφαιρέσει, καὶ ἐντὸς τοῦ στήθους ἡμῶν νὰ τὰ πνίξῃ.
Εἴχομεν ἡμεῖς τάχα ὀλιγώτερον παρὰ τὰ λοιπὰ ἔθνη λόγον διὰ νὰ στερώμεθα ἐκείνων τῶν δικαίων, ἢ εἴμεθα φύσεως κατωτέρας καὶ ἀχρειεστέρας, διὰ νὰ νομιζώμεθα ἀνάξιοι αὐτῶν, καὶ καταδικασμένοι εἰς αἰώνιον δουλείαν, νὰ ἕρπωμεν ὡς κτήνη καὶ αὐτόματα εἰς τὴν ἄλογον θέλησιν ἐνὸς ἀπηνοῦς τυράννου, ὅστις ληστρικῶς καὶ ἄνευ τινὸς συνθήκης ἦλθεν μακρόθεν νὰ μᾶς καθυποτάξῃ; Δίκαια, τὰ ὁποῖα ἡ φύσις ἐνέσπειρε βαθέως εἰς τὴν καρδίαν τῶν ἀνθρώπων, καὶ τὰ ὁποῖα οἱ νόμοι, σύμφωνοι μὲ τὴν φύσιν, καθιέρωσαν, ὄχι τριῶν ἢ τεσσάρων, ἀλλὰ καὶ χιλίων καὶ μυρίων αἰώνων τυραννία δὲν δύναται νὰ ἑξαλείψη. Καὶ ἂν ἡ βία, ἢ ἡ ἰσχὺς πρὸς τὸν καιρὸν τὰ καταπλακώσῃ, ταῦτα πάλιν ἁπαλαίωτα καὶ ἀνεξάλειπτα καθ᾿ ἑαυτά, ἡ ἰσχὺς ἠμπορεῖ ν᾿ ἀποκαταστήσῃ καὶ ἀναδείξῃ, οἷα καὶ πρότερον καὶ ἀπ᾿ αἰώνων ἦσαν! Δίκαια τέλος πάντων τὰ ὁποῖα δὲν ἐπαύσαμεν μὲ τὰ ὅπλα νὰ ὑπερασπιζώμεθα ἐντὸς τῆς Ἑλλάδος, ὅπως οἱ καιροὶ καὶ αἱ περιστάσεις ἐπέτρεπον.
Ἀπὸ τοιαύτας ἀρχὰς τῶν φυσικῶν δικαίων ὁρμώμενοι, καὶ θέλοντες νὰ ἐξομοιωθῶμεν με τοὺς λοιποὺς συναδελφούς μας, Εὐρωπαίους Χριστιανούς, ἐκινήσαμεν τὸν πόλεμον κατὰ τῶν Τούρκων, μᾶλλον δὲ τοὺς κατὰ μέρος πολέμους ἑνώσαντες, ὁμοθυμαδὸν ἐκστρατεύσαμεν, ἀποφασίσαντες ἢ νὰ ἐπιτύχωμεν τὸν σκοπόν μας, καὶ νὰ διοικηθῶμεν μὲ νόμους δικαίους, ἢ νὰ χαθῶμεν ἐξ ὁλοκλήρου, κρίνοντες ἀνάξιον νὰ ζῶμεν πλέον ἡμεῖς οἱ ἀπόγονοι τοῦ περικλεοῦς ἐκείνου Ἔθνους τῶν Ἑλλήνων ὑπὸ δουλείαν τοιαύτην, ἰδίαν μᾶλλον τῶν ἀλόγων ζῴων, παρὰ τῶν λογικῶν ὄντων. Δέκα μῆνες ἤδη παρῆλθον ἀφ᾿ οὖ ἠρχίσαμεν νὰ τρέχωμεν τοῦτο τὸ στάδιον τοῦ ἐθνικοῦ πολέμου. Ὁ ὕψιστος Θεὸς μᾶς ἐβοήθησε, καίτοι ὄχι ἱκανὰ προπαρασκευασμένους, εἰς τὸ τοιοῦτον μέγα τῷ ὄντι ἐπιχείρημα· τὰ ὅπλα μας ἐφάνησαν πολλαχοῦ νικηφόρα, πλὴν καὶ πολλαχοῦ εὗρον, καὶ εἰσέτι εὐρίσκουσιν ἀντίστασιν ὄχι μικράν· περιστάσεις ἐναντίαι μᾶς ἀπήντησαν, καὶ ταύτας νὰ ἐξομαλήσωμεν ἕως ὥρας ἐνησχολούμεθα. Ὅθεν δὲν πρέπει νὰ φανῇ παράξενον ἂν ἄχρι τοῦδε ἀνεβάλλομεν τὴν πολιτικὴν τῆς πατρίδος μας διάταξιν, ἂν δὲν ἐπροφθάσαμεν νὰ κηρύξωμεν τὴν ἀνεξαρτησίαν ἡμῶν, καὶ νὰ ἀναφανῶμεν ὡς ἔθνος ἐνώπιον πάντων τῶν εὐνομουμένων λαῶν καὶ ἁπάσης τῆς οἰκουμένης. Πρὶν περὶ τῆς φυσικῆς ἡμῶν ὑπάρξεως ὁπωσοῦν βεβαιωθῶμεν, ἦτον ἀδύνατον νὰ σκεφθῶμεν καὶ περὶ τῆς πολιτικῆς. Ἔστωσαν λοιπὸν τὰ εἰρημένα εἰς μὲν τοὺς ἄλλους ἱκανὴ ἀπολογία τῆς ἀναβολῆς μας, εἰς ἡμᾶς δὲ παραμυθία διὰ τὴν ἐπικρατήσασαν ἀταξίαν.
Ἤδη δέ, ὅτε αἱ ἐναντίαι περιστάσεις ἤρχισαν νὰ ἐξομαλίζωνται, ἀπεφασίσαμεν ἢ μᾶλλον ἠναγκάσθημεν νὰ ὀργανίσωμεν καὶ Σύνταγμα Πολιτικὸν τῆς Ἑλλάδος· καὶ πρῶτον μὲν κατὰ μέρος, οἷον τὸ τῆς Ἀνατολικῆς χέρσου Ἑλλάδος, τὸ τῆς Δυτικῆς χέρσου Ἑλλάδος, τὸ τῆς Πελοποννήσου, τὸ τῶν Νήσων, κ.τ.λ. Ἀλλ᾿ ἐπειδὴ ταῦτα ἀπέβλεπαν μᾶλλον τὰς μερικωτέρας σχέσεις, καθ᾿ ἃς ἑκάστη τῶν εἰρημένων Ἐπαρχιῶν καὶ Νήσων ὤφειλε νὰ διαταχθῇ καὶ διοικηθῇ· διὰ τοῦτο ἦτον ἀνάγκη πᾶσα ἑπομένως νὰ γένῃ καὶ ἓν ἄλλο γενικὸν Προσωρινὸν Πολίτευμα εἰς ὅλα τὰ πράγματα καὶ εἰς ὅλας τὰς ἐσωτερικὰς καὶ ἐξωτερικὰς σχέσεις τῆς Ἑλλάδος ἐπεκτεινόμενον. Πρὸς τούτου τὴν κατασκευὴν καὶ σύνταξιν αἱ κατὰ μέρος Ἐπαρχίαι καὶ Νῆσοι ἔπεμψαν τοὺς πληρεξουσίους Παραστάτας των. Οὗτοι λοιπόν, ἐν ἐθνικῇ συνελεύσει σκεφθέντες καὶ μελετήσαντες ἱκανῶς περὶ τῶν κοινὼν πραγμάτων, ὡργάνισαν μίαν προσωρινὴν Διοίκησιν, καθ᾿ ἣν ἡ Ἑλλὰς ἅπασα μέλλει νὰ κυβερνηθῇ ἐφεξῆς. Ταύτην, καὶ ἁπλῶς μὲν ὡς ἐπὶ τῆς βάσεως τοῦ Δικαίου καὶ τῶν ὀρθῶν Νόμων ἐστηριγμένην, καὶ ἐν μέρει δέ, καθὸ ὡργανισμένην κοινῇ τῶν Ἑλλήνων γνώμῃ, ὀφείλουσιν ὅλοι οἱ λαοί, κάτοικοι τῆς Ἑλλάδος ν᾿ ἀναγνωρίζωσι Μόνην ἔννομον καὶ ἐθνικὴν Διοίκησιν ἀναλόγως προσφερόμενοι.
Τὰ συνιστῶντα τὴν Διοίκησιν Σώματα εἶναι δύο: Τὸ Ἐκτελεστικὸν καὶ τὸ Βουλευτικόν, ἀπὸ τὰ ὁποῖα διορίζεται καὶ τὸ Δικαστικόν, ἀνεξάρτητον ὅμως ἀπὸ ἐκεῖνα διόλου.
Ταῦτα διακυρύττει ἡ ἐθνικὴ Συνέλευσις πρὸς τὸ Πανελλήνιον, ἓν καὶ μόνον προσεπιφέρουσα, ὅτι αὐτῆς μὲν ἐπεραιώθη τὸ ἔργον, καὶ διαλύεται σήμερον. Ἔργον δὲ τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ καὶ χρέος εἶναι νὰ φανῇ εὐπειθὴς καὶ ὑπήκοος εἰς τοὺς νόμους καὶ τοὺς ἐκτελεστὰς καὶ ὑπουργοὺς τῶν νόμων. Ἕλληνες! Εἴπατε πρὸ ὀλίγου ὅτι δὲν θέλετε δουλείαν, καὶ ὁ τύραννος χάνεται καθημέραν ἀπὸ τὸ μέσον σας· ἀλλὰ μόνη ἡ μεταξύ σας ὁμόνοια καὶ ἀκριβὴς ὑποταγὴ εἰς τὴν διοίκησιν ἠμπορεῖ νὰ στερεώσῃ τὴν ἀνεξαρτησίαν σας. Εἴθε ὁ κραταιὸς τοῦ Ὑψίστου βραχίων ν᾿ ἀνυψώσῃ καὶ ἀρχομένους καὶ ἄρχοντας, τὴν Ἑλλάδα ὁλόκληρον, πρὸς τὴν πάρεδρον αὐτοῦ σοφίαν, ὥστε ν᾿ ἀναγνωρίσωσι τ᾿ ἀληθῆ των ἀμοιβαῖα συμφέροντα. Καὶ οἱ μὲν διὰ τῆς προνοίας, οἱ δὲ λαοὶ διὰ τῆς εὐπειθείας νὰ στερεώσωσι τῆς κοινῆς ἡμῶν Πατρίδος τὴν πολύευκτον εὐτυχίαν. Εἴθε! Εἴθε!
Ἐν Ἐπιδαύρῳ τὴν 15ην Ἰανουαρίου A´ τῆς Ἀνεξαρτησίας. ͵αωκβ´ (1822)
Πηγή: Νεκτάριος
Εικόνα: «Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός ευλογεί τη σημαία της Επανάστασης», έργο του Θεόδωρου Βρυζάκη από τη Wiki
το είδα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου