Σελίδες

Πέμπτη 17 Ιουλίου 2014

WAKE UP: Ἡ ἐξέγερση ὡς ἀμερικανιά

Ὅποιος κυκλοφορῇ κατά Πάντειο καί Χαμοστέρνας μεριά ἀποκλείεται νά μήν ἔχῃ προσέξει τά τεράστια γράμματα πού μᾶς καλοῦν ἀγγλιστί –πιό σωστά: ἀμερικανιστί- νά wake upήσουμε (= ξυπνήσουμε). Κάθε φορά πού βλέπω τό ἐπιμελῶς γραμμένο σύνθημα ἀναρωτιέμαι: Σέ ποιόν ἀπευθύνονται; Ἄν ἀπευθύνονταν στόν ἑλληνικό λαό συνολικά (τῶν φτωχῶν καί μή ἀγγλομαθῶν στρωμάτων συμπεριλαμβανομένων), καί ἐπιθυμοῦσαν πράγματι νά ξυπνήσῃ, τί ἁπλούστερο νά γράψουν «ΞΥΠΝΗΣΤΕ»;

Ἑπομένως δέν ἀπευθύνονται σ᾿ ὅλο τόν λαό. Μήπως ἀπευθύνονται στούς τουρίστες; Τό γεγονός ὅτι τό τεράστιο σύνθημα ἦταν γραμμένο στήν πρόσοψη ἑνός πανεπιστημιακοῦ ἱδρύματος –δέν ξέρω ἄν εἶναι ἀκόμα-, ἡ ἀπουσία τέτοιων συνθημάτων ἀπό χώρους ὅπου συχνάζουν τουρίστες, καθώς καί ἡ χρήση τοῦ ἀμερικανικοῦ ἀλφαβήτου ἀπό τούς ὁμογάλακτους γραφιτᾶδες πείθουν ὅτι οὔτε στούς τουρίστες ἀπευθύνονται.

Σέ ποιούς λοιπόν ἀπευθύνονται; Τό πιθανώτερο εἶναι ὅτι ἀπευθύνονται στήν αὐτόχθονα -ἀγγλομαθῆ, σημειωτέον- ἑλληνική νεολαία, μαθητιῶσα καί φοιτητιῶσα. Μά κι ἄν εἶναι ἔτσι τά πράγματα, γιατί δέν τούς ἀπευθύνονται στήν γλῶσσα τους, ἔτσι ὥστε νά
εἶναι καί περισσότερο σίγουροι ὅτι τό «ξύπνημα» θά εἶναι πιό αὐθεντικό; Στό κάτω κάτω τά ἑλληνικά τά ξέρουν καί τά καταλαβαίνουν, πρός τό παρόν τοὐλάχιστον, καλλίτερα ἀπό τά ἀμερικάνικα.

Ἐπειδή καί στίς περιπτώσεις χρήσης τῆς ἀμερικανικῆς γλώσσας ἤ τοῦ ἀμερικανικοῦ ἀλφαβήτου ἰσχύει τό δόγμα «τό μέσο εἶναι τό μήνυμα», θά πρέπῃ νά εἰκάσουμε ὅτι τό πραγματικό μήνυμα δέν εἶναι αὐτό τοῦ «ξυπνήματος», τῆς «ἐξέγερσης», ἀλλά ὅτι ἡ ἐξέγερση εἶναι ἀποδεκτή ἀπό τούς ἀόρατους συμβουλάτορες μόνο ὅταν ἐκφράζεται ὡς ἀμερικανιά, ὅταν δηλαδή συμμορφώνεται πρός τά κελεύσματα τοῦ ἀφανοῦς πολιτισμικοῦ ἰμπεριαλισμοῦ.

Ἡ ἰσχύς τοῦ δόγματος «τό μέσο εἶναι τό μήνυμα» ἀναδεικνύεται ἐναργέστερα στήν περίπτωση τῶν καλαίσθητων ἤ ἀκαλαίσθητων γραφημάτων / «γκράφιτι», ὅπου τά κατά κανόνα ἀκατάληπτα ἀπό τρίτους «μηνύματα» γράφονται σέ ἀμερικάνικη γλῶσσα καί ἀλφάβητο, μεταφέροντας τήν καταθλιπτική αἴσθηση μιᾶς χώρας ὑπό πολιτισμική κατοχή. Εὐφυέστατος πραγματικά τρόπος νά κάνῃς τούς κατοίκους μιᾶς χώρας ξένους στόν τόπο τους καί τόν τόπο ξένο πρός τούς κατοίκους μιᾶς χώρας: ξαμολᾷς ὀρδές «χρήσιμων ἠλιθίων» οἱ ὁποῖοι ἀναλαμβάνουν ἰδίοις ἐξόδοις νά ντύσουν τούς τοίχους τῶν πόλεων μ᾿ αὐτήν τήν ἀπίστευτη ξενόγλωσση καί ξενότροπη πολύχρωμη μεταμοντέρνα κουρελαρία.

Διαβλέπω τήν ἤδη ὑποφώσκουσα ἀντίρρηση: βρίσκουν καί τά κάνουν. Πρέπει, ὄντως, νά παραδεχθοῦμε ὅτι ὁ ἑλληνικός λαός συνολικά, μέ τίς νεώτερες γενιές σέ ρόλο πρωταγωνιστῆ στήν ἐπιχείρηση πολιτισμικῆς του ἀλλοτρίωσης, ἔχει συμμορφωθῆ χωρίς σπουδαῖες ἀντιστάσεις στά πολιτισμοκτόνα αὐτά κελεύσματα. Δέν θά ξεχάσω ποτέ τήν ἀντίδραση τοῦ φοιτητικοῦ κοινοῦ, πρίν ἀπό πολλά χρόνια, σ᾿ ἕνα πανεπιστημιακό ἀμφιθέατρο, ὅταν ὁ Πάγκαλος ἀντί νά χρησιμοποιήσῃ τόν ὅρο «δεκαετία τοῦ ἑξήντα» καί «δεκαετία τοῦ ἑβδομήντα» ἀναφέρθηκε στά «σίξτις» καί στά «σέβεντις»: ἕνα αὐθόρμητο ἐπιδοκιμαστικό μούρμουρο ξαπλώθηκε στό ἀμφιθέατρο καί τό κοινό ξέσπασε σέ χειροκροτήματα.

Δέν ἐξηγεῖται λοιπόν τό φαινόμενο μέ μόνη τήν «ἔξωθεν παρέμβαση». Στό συλλογικό ἀσυνείδητο τῶν μορφωμένων στρωμάτων τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ εἶναι ἐγκαθιδρυμένο ὄχι ἐδῶ καί δεκαετίες, ἀλλά αἰῶνες -ἴσως καί χιλιετίες- ἕνα καταθλιπτικό συναίσθημα πολιτισμικῆς μειονεξίας, ἡ κραυγαλέα ἀπουσία πολιτισμικῆς αὐτοπεποίθησης πού μάταια προσπαθοῦμε νά καλύψουμε μέ ἐπιδερμικές ἀναφορές στό ἔνδοξο ἀρχαιοελληνικό παρελθόν. Εἶναι αὐτό πού ὁ Ἐλύτης χαρακτήρισε «ψευδοφάνεια» καί πού ἡ νεώτερη γενιά –γιά νά λέμε καί τά καλά της- συνόψισε ὑπέροχα σέ μιά λέξη μέ λόγια ρίζα καί λαϊκή μορφολογία: δηθενιά.

Εἶναι αὐτή ἡ δηθενιά πού κάνει ἕνα μεγάλο τμῆμα τῶν Ἑλλήνων νά χρησιμοποιῇ τά «γκρήκλις». Εἶναι αὐτή ἡ δηθενιά πού ὠθεῖ τούς μαθητές νά ἐξομολογοῦνται τόν ἔρωτά τους μ᾿ ἕνα «I love you» ἤ -ἀκόμα χειρότερα- «sagapo» (μά στό θεό σας, πόσο εἰλικρινά μπορεῖ νά ἀγαπάῃ κάποιος ὅταν agapa ;) ἤ τήν αἰώνια φιλία τους μέ ἕνα F(riends) F(or) E(ver). Πόσο αὐθεντικός μπορεῖ νά εἶναι ἕνας ὀπαδός πού δηλώνει «original», πόσο δημιουργικός μπορεῖ νά εἶναι ἕνας νεαρός πού πιθηκίζει στό κινητό του τήν «ἕτοιμη» συντομογραφία 4u (= for you), χωρίς νά μπαίνῃ κἄν στόν πειρασμό νά τήν «μεταφράσῃ», ἔστω, σέ ἕνα, π.χ., «:σ1» (γιά σένα);

Αὐτή εἶναι ἡ δηθενιά πού ἐξηγεῖ τήν προσφυγή στούς γοτθικούς χαρακτῆρες (τήν ὥρα πού ἡ ἀντίστοιχη μεσαιωνική βυζαντινή καλλιγραφική παράδοση ἀγνοεῖται καί περιφρονεῖται). Αὐτή ἡ δηθενιά εἶναι πού κάνει τούς ξενοσπουδαγμένους ἐπιστήμονες νά ἀντικαθιστοῦν τά οὐσιαστικά τῆς ἑλληνικῆς μέ «ἀγγλοειδεῖς» ἀντωνυμίες (π.χ. ὄχι «ἡ διδασκαλία τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς» ἀλλά «διδάσκοντας αρχαία ελληνικά» καί πάει λέγοντας). Αὐτή ἡ δηθενιά εἶναι πού κάνει καί τούς ντόπιους φασίστες νά δοξάζουν τά «Waffen SS» καί νά πιθηκίζουν τούς ναζιστικούς χαιρετισμούς ἤ τά σατανιστικά καμώματα τῆς Heavy Metal (ὥς καί οἱ «ἐθνικιστές», εἰσαγόμενοι κι αὐτοί!) Τέλος -ἄν καί τέλος δέν ὑπάρχει-, εἶναι αὐτή ἡ δηθενιά πού κάνει ἕνα νεαρό μέλος μιᾶς «ἀντιεξουσιαστικῆς» ὁμάδας νά γράφῃ «Μπάτσοι γουρούνiα δολοφόνοι», μή ὑποψιαζόμενο, προφανῶς, ὅτι ἔχει ἀρχίσει ἤδη νά συμμορφώνεται «ἀντιφατικώτατα» στά πολιτισμικά κελεύσματα τῶν μπάτσων τοῦ πλανήτη.

Κάπως ἔτσι ἐπανερχόμαστε στό πνεῦμα τοῦ «Wake up», τῆς ἐξέγερσης ὡς ἀμερικανιᾶς, ὡς πολιτισμικῆς ὑποδούλωσης, ὡς ρωμαίικης δηθενιᾶς, ὡς μή αὐθεντικῆς προσποίησης, ἕνα εἶδος «Villa Amalia’s» ἤ «Antifa».



Μιά πρόταση

Μιά κινέζικη παροιμία συμβουλεύει, καί πολύ σωστά: Ἀντί νά καταγγέλλῃς τό σκοτάδι, ἄναψε ἕνα κερί. Καίρια ἐπισήμανση πού δείχνει ὅτι οἱ συνεχεῖς καταγγελίες τῶν συμπτωμάτων τῆς πολιτισμικῆς μας ὑποδούλωσης, ὅταν δέν συνοδεύωνται ἀπό ρεαλιστικές προτάσεις ἄρσης τοῦ ἀδιεξόδου, ἔχουν τό ἀντίθετο ἀπό τό -ὑποτίθεται- ἐπιδιωκόμενο ἀποτέλεσμα: ἐξοικειώνουν καί ἐθίζουν τόν λαό σέ ἀπαράδεκτες μεθοδεύσεις καί καταστάσεις πού γίνονται ἀντιληπτές περίπου ὡς μοιραῖες, καί τοῦ καταρρακώνουν τό ἠθικό καί τήν ὁποιαδήποτε διάθεση γιά ἐνεργή ἀντίσταση.

Συνήθως οἱ προτάσεις γιά ἄρση τοῦ πολιτισμικοῦ ἀδιεξόδου δέ πᾶνε πέρα ἀπό τήν ἀναγωγή στήν «ἀρχαία κληρονομιά» πού σέ μερικές μάλιστα περιπτώσεις γίνεται νοητή ὡς ἐπανάκαμψη στίς στεῖρες πρακτικές ἑνός ξαναζεσταμένου ἀττικισμοῦ.

Εἶμαι ἀπό τούς λίγους -ἐλπίζω ὄχι ὁ μόνος- πού ὑποστηρίζουν ὅτι οἱ ρίζες τοῦ καταχρηστικῶς λεγομένου «νέου» ἑλληνισμοῦ πηγαίνουν πολύ βαθύτερα ἀπό τό Βυζάντιο, στό ὁποῖο, ὅπως εἶναι γνωστό, «…ἡ ὑπὸ τῶν Ἑλλήνων γλῶσσα δὲν ἐγράφετο ὁποία ἐλαλεῖτο» (βλ. Γ. Χατζιδάκι, Σύντομος ἱστορία τῆς Ἑλλη νικῆς γλώσσης, σ. 8).

Οἱ ρίζες τῆς γλωσσικῆς καί πολιτισμικῆς μας «δηθενιᾶς» πηγαίνουν καί πέρα ἀπό τόν ἀττικισμό τῶν πρώτων μ.Χ. αἰώνων, ἀφοῦ ἡ χρήση πάγκοινων σήμερα λέξεων ὅπως βρώμα, κρεββάτι, νερό, σιχαίνομαι, σκορπίζομαι κ.λπ. καταδικάζεται ἀπό τούς ἀττικιστές, πρᾶγμα πού ἀποδεικνύει ὅτι ἦσαν σέ κοινή χρήση ἤδη δύο χιλιετίες πιό πρίν.

Ὅμως, τό γεγονός ὅτι πάγκοινες σημερινές λέξεις ὅπως βάτραχος, βουνό, θάλασσα, μάραθος, σῦκο, χρυσός κ.λπ. ἀποδίδονται σήμερα ἀπό τήν γλωσσολογική ἐπιστήμη στήν λεγόμενη «προελληνική», δηλ. στήν γλῶσσα πού ὁμιλοῦνταν σ᾿ αὐτόν τόν τόπο πρό τοῦ 2000 π.Χ., δείχνει ὅτι οἱ ρίζες τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας μας –καί ἑπομένως τοῦ συμπλέγματος πολιτισμικῆς αὐτοκαταπίεσής μας καί αὐτοπεριφρόνησης- πιθανώτατα ἔχουν ὑπερτετρακισχιλιετῆ ἡλικία, ἀφοῦ ἀπό ἕνα σημεῖο κι ἔπειτα ἀποφασίσαμε νά υἱοθετήσουμε τήν αὐτοθυσιαστική πρακτική τῆς υἱοθέτησης τῆς πιό καλλιεργημένης ἐκδοχῆς τῆς ἑλληνικῆς πού ἦταν ἡ ἀττική διάλεκτος.

Ἐκεῖ νομίζω βρίσκεται ἡ ρίζα τοῦ συμπλέγματος πολιτισμικῆς μειονεξίας πού μᾶς κατατρύχει ἔκτοτε, ἀλλά ἐκεῖ βρίσκεται καί ἡ ρίζα τῆς πνευματικῆς, πολιτισμικῆς, γλωσσικῆς μας ἀπελευθέρωσης, ἀρκεῖ νά μελετήσουμε ἀντιπαραβολικά νέα καί ἀρχαία ἑλληνική, ἀναγόμενοι ἔτσι στίς ἀπαρχές τῆς γλώσσας μας τῆς ἑλληνικῆς, τῆς γλώσσας μας τῆς ἀνθρώπινης. Ὅπως τό λέει καί ὁ εὐαγγελικός λόγος: «γνώσεσθε τὴν ἀλήθειαν, καὶ ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς».

  Χρῖστος Δάλκος

το είδα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου