Γράφει ο κ. Κυριάκος Κατσιμάνης, Επίκ. .Καθηγητής Φιλοσοφίας του Παν/μίου Αθηνών, Docteur d’Etat ès Lettres (Paris-Sorbonne)
Α΄ ΜΙΑ ΔΙΑΤΑΞΗ ΑΟΡΙΣΤΗ ΚΑΙ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΗ
«Ο τάχιστος των λόγων». Αναφαίρετο ανθρώπινο δικαίωμα και υπέρτατη δημοκρατική κατάκτηση αποτελεί η ελευθερία της σκέψης και της έκφρασης. Είναι, λοιπόν, ιδιαιτέρως ανησυχητικό το ότι το ανεκτίμητο αυτό αγαθό απειλείται άμεσα εξαιτίας κάποιων προβλέψεων του υπό ψήφιση αντιρατσιστικού νόμου που ποινικοποιούν τη δυνατότητα να εκφραστεί κανείς ελεύθερα, δηλαδή στην ουσία δεν επιτρέπουν ακόμη και να σκεφτεί κανείς σωστά, σύμφωνα με τον πασίγνωστο αφορισμό του Ρήγα. Πραγματικά, τι άλλο από εκμηδένιση της σκέψης και φίμωση της έκφρασης είναι η διάταξη που απειλεί με«φυλάκιση τριών μηνών έως τριών ετών και χρηματική ποινή 5.000-20.000 € όποιον προκαλεί, διεγείρει ή προτρέπει σε πράξεις ή ενέργειες που μπορούν να προκαλέσουν διακρίσεις και μίσος κατά προσώπου ή ομάδας προσώπων κτλ..;».
Το ερώτημα που γεννάται αμέσως είναι το ακόλουθο: μήπως παρακολουθούμε θέατρο του παραλόγου; Όπως προκύπτει από το παραπάνω απόσπασμα, επιλήψιμη είναι η «διέγερση», η «πρόκληση» και η «προτροπή» όχι καθαυτές αλλά κατά το μέτρο που οδηγούν σε ορισμένες «πράξεις ή ενέργειες». Αλλά και αυτές, με τη σειρά τους, δεν είναι αυτοτελώς κολάσιμες, αλλά (μόνο) εφόσον οδηγούν «σε διακρίσεις και μίσος». Μέσα σε
αυτό το αλλόκοτο και ομιχλώδες οδοιπορικό της ενοχής σε ποιο σημείο ακριβώς μπορεί άραγε να εντοπίσει κανείς το αληθινό αδίκημα;
Πιο συγκεκριμένα:
α) οι λέξεις «προκαλεί» και «διεγείρει» είναι από νοηματική άποψη εξαιρετικά αόριστες και για το λόγο αυτό επικίνδυνες. Ποιος θα σύρει τη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στον επιτρεπτό και τον ανεπίτρεπτο βαθμό της «πρόκλησης» και της «διέγερσης»;
β) Η ποινικοποίηση της «διάκρισης», δηλαδή της διαφορετικότητας και της διαφοροποίησης, ισοδυναμεί με απόρριψη της ίδιας της πολιτιστικής ταυτότητας και ιδιοπροσωπίας ενός λαού (στην προκειμένη περίπτωση του ελληνικού), οι οποίες είναι αλληλένδετες με την έννοια της διάκρισης. Είναι άραγε αυτό στις προθέσεις του νομοθέτη; Αν ναι, καλό θα ήταν να δηλωθεί expressis verbis. γ) Είναι καθαρός παραλογισμός να αποσκοπεί κανείς στην τιμωρία του «μίσους», που όμως, ως συναίσθημα, είναι ιδιαίτερα δύσκολο να διακριβωθεί και να σταθμιστεί και μάλιστα πριν ακόμη εκδηλωθεί!
Το συμπέρασμα είναι απλό: όταν έχουμε ξεκάθαρες και δρακόντειες ποινές που στοχεύουν αμφιλεγόμενα και απροσδιόριστα αδικήματα, τότε έχουμε αυτομάτως έναν εκκολαπτόμενο ολοκληρωτισμό, στον οποίο κυρίαρχο στοιχείο είναι η καθυπόταξη του πολίτη με τη μέθοδο του προληπτικού εκφοβισμού. Δε χρειάζεται να είναι κανείς όχι συνταγματολόγος αλλά ούτε καν νομικός για να αντιληφθεί ότι η παραπάνω διάταξη νομοτεχνικώς είναι διάτρητη και συνταγματικώς απαράδεκτη.
Β΄ Η ΣΥΓΧΥΣΗ ΤΗΣ ΑΙΤΙΑΣ ΜΕ ΤΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ
Ωστόσο, εκείνο που προέχει είναι να δούμε το θέμα από την αρχή και στην ουσία του.
Ας ξεκινήσουμε, λοιπόν, από τα εξής αυτονόητα:
1. Οι ειρηνικοί και φιλόξενοι Έλληνες, που πριν από μερικά χρόνια δεν ήξεραν καν τι θα πει «ρατσισμός», μήπως τρελάθηκαν απότομα;
Τι άλλαξε ξαφνικά, ώστε μέσα σε λίγα χρόνια να φουντώσει στην Ελλάδα ο δήθεν «ρατσισμός» και να χρειάζεται σήμερα ειδικός νόμος για την καταπολέμησή του; -- Η απάντηση είναι απλή καιπασίγνωστη:
· Άλλαξε το ότι η χώρα μας πλημμύρισε από λαθρομετανάστες, που σε πολλές γειτονιές της Αθήνας και άλλων πόλεων έχουν μετατρέψει την ειρηνική καθημερινότητά μας σε αληθινή κόλαση.
· Και, ακόμη, άλλαξε το ότι εμείς οι Έλληνες κινδυνεύουμε να καταντήσουμε μετανάστες στον ίδιο μας τον τόπο.
2. Κάθε λογικός άνθρωπος θα περίμενε να χαρακτηριστεί η λαθρομετανάστευση ο υπ’ αριθμόν ένα εθνικός κίνδυνος, που μας απειλεί άμεσα και από κοινωνική, και από οικονομική, και από δημογραφική, και από εθνολογική, και από πολιτιστική, και από υγειονομική άποψη. Αντί, όμως, για αυτό, καταβάλλεται προσπάθεια…να κρυφτεί το πρόβλημα «κάτω από το χαλί», ώστε να μη φαίνεται. Λες και θα πάψει έτσι να υπάρχει…
3. Είναι προφανές ότι κάποιοι --συνειδητά, εμπρόθετα και προσχεδιασμένα-- μπερδεύουν το αποτέλεσμα με το αίτιο.
· Αντί, λοιπόν, να διαπιστωθεί το πασιφανές και το αυτονόητο, ότι δηλαδή πηγή του κακού είναι η λαθρομετανάστευση, θεσπίζονται δρακόντειοι αντιρατσιστικοί νόμοι, που ποινικοποιούν τη διαμαρτυρία και την αγανάκτηση των γηγενών εξαιτίας της. Και τις ποινικοποιούν βαφτίζοντάς τες «ρατσισμό»!
· Αντί να υπάρξει συστράτευση, ώστε να επαναπροωθηθούν οι λαθρομετανάστες στους τόπους προέλευσής τους, ανακαλύπτεται ξαφνικά ότι για όλα φταίνε τα θύματα της λαθρομετανάστευσης, δηλαδή οι αναξιοπαθούντες Έλληνες.
· Και φταίνε, επειδή…είναι «ρατσιστές»!
4. Άρα με τον κυοφορούμενο «αντιρατσιστικό» νόμο το πρόβλημα λύνεται αυτομάτως, ή μάλλον καταργείται, με την έννοια ότι απαγορεύεται να υπάρχει! Για παράδειγμα:
· Διαμαρτύρονται οι Ελληνίδες και οι Έλληνες επειδή κλείνουν τα μαγαζιά τους και χάνουν τις δουλειές τους εξαιτίας του παραεμπορίου των λαθρομεταναστών; -- Φταίνε αυτοί που διαμαρτύρονται. Είναι «ρατσιστές», άρα πρέπει να τιμωρηθούν.
· Φωνάζουν οι Ελληνίδες και Έλληνες, επειδή οι συνοικίες τους έχουν «γκετοποιηθεί» και οι ίδιοι δε διανοούνται καν να ξεμυτίσουν από τα κλειδαμπαρωμένα σπίτια τους τα βράδια λόγω του ότι τρέμουν τα στίφη των λαθρομεταναστών; -- Φταίνε αυτοί που φωνάζουν. Είναι «ρατσιστές», άρα πρέπει να τιμωρηθούν.
· Αγανακτούν οι Ελληνίδες και οι Έλληνες, επειδή οι λαθρομετανάστες τούς κλέβουν και κάποτε τους βιάζουν και τους δολοφονούν; -- Φταίνε αυτοί που αγανακτούν. Είναι «ρατσιστές», άρα πρέπει να τιμωρηθούν!
· Κάνουν οι Ελληνίδες και οι Έλληνες καταγγελίες ότι οι συμμορίες των λαθρομεταναστών δρουν ασύδοτες, με αποτέλεσμα να έχει ανεβεί κατακόρυφα ο δείκτης της κοινωνικής παθογένειας (εγκληματικότητα, πορνεία, διακίνηση ναρκωτικών) και να υπάρχει στις πόλεις μας ένα διάχυτο κλίμα μιζέριας, νοσηρότητας, εξαθλίωσης και φόβου; -- Φταίνε αυτοί που καταγγέλλουν. Είναι «ρατσιστές», άρα πρέπει να τιμωρηθούν!
Γ΄ Η ΜΟΝΗ ΕΦΙΚΤΗ ΚΑΙ ΡΕΑΛΙΣΤΙΚΗ ΛΥΣΗ
5. Πρόκειται για ένα εκπληκτικό ρεσιτάλ παραλογισμού και στρουθοκαμηλισμού –αν όχι κακοπιστίας και υποκρισίας. Και εδώ γεννιέται το μεγάλο ερώτημα:
· Ως πότε θα κάνουμε ότι δεν καταλαβαίνουμε;
· Ως πότε θα παραμένουμε συνένοχοι με τη σιωπή μας;
6. Με Νόμους Ραγκούση, με «Υπατίες» και με «αντιρατσιστικά» νομοσχέδια ο (δήθεν) «ρατσισμός» των Ελλήνων δεν καταστέλλεται. Αντίθετα, γιγαντώνεται και θεριεύει.
Αξιότιμοι κκ. πολιτικοί ταγοί της χώρας, είναι λάθος να χτυπά κανείς το κεφάλι του στον τοίχο για να βρει διέξοδο την ώρα μάλιστα που η πόρτα δίπλα του είναι ορθάνοιχτη.
Επομένως, η λύση δεν μπορεί παρά να είναι μία και μόνο:
· Δρομολογήστε την άμεση επαναπροώθηση των λαθρομεταναστών στους τόπους της προέλευσής τους.
· Ποινικοποιήστε την άσκηση βίας αλλά και την υποκίνηση πράξεων βίας εναντίον των λαθρομεταναστών. Αυτό είναι και λογικό, και επιβεβλημένο, και σύμφωνο με τις αξίες του ανθρωπισμού και τις αρχές τις δημοκρατίας. Περιοριστείτε, όμως,αποκλειστικά και μόνο σ’ αυτό.
· Ταυτόχρονα, εξαιρέστε από την ποινικοποίηση την ελεύθερη έκφραση της διαμαρτυρίας και της αγανάκτησης των Ελλήνων, οι οποίοι υποφέρουν τα πάνδεινα εξαιτίας της λαθρομετανάστευσης. Είναι το μόνο που τους έχει απομείνει!
istorikathemata.com
το είδα
Α΄ ΜΙΑ ΔΙΑΤΑΞΗ ΑΟΡΙΣΤΗ ΚΑΙ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΗ
«Ο τάχιστος των λόγων». Αναφαίρετο ανθρώπινο δικαίωμα και υπέρτατη δημοκρατική κατάκτηση αποτελεί η ελευθερία της σκέψης και της έκφρασης. Είναι, λοιπόν, ιδιαιτέρως ανησυχητικό το ότι το ανεκτίμητο αυτό αγαθό απειλείται άμεσα εξαιτίας κάποιων προβλέψεων του υπό ψήφιση αντιρατσιστικού νόμου που ποινικοποιούν τη δυνατότητα να εκφραστεί κανείς ελεύθερα, δηλαδή στην ουσία δεν επιτρέπουν ακόμη και να σκεφτεί κανείς σωστά, σύμφωνα με τον πασίγνωστο αφορισμό του Ρήγα. Πραγματικά, τι άλλο από εκμηδένιση της σκέψης και φίμωση της έκφρασης είναι η διάταξη που απειλεί με«φυλάκιση τριών μηνών έως τριών ετών και χρηματική ποινή 5.000-20.000 € όποιον προκαλεί, διεγείρει ή προτρέπει σε πράξεις ή ενέργειες που μπορούν να προκαλέσουν διακρίσεις και μίσος κατά προσώπου ή ομάδας προσώπων κτλ..;».
Το ερώτημα που γεννάται αμέσως είναι το ακόλουθο: μήπως παρακολουθούμε θέατρο του παραλόγου; Όπως προκύπτει από το παραπάνω απόσπασμα, επιλήψιμη είναι η «διέγερση», η «πρόκληση» και η «προτροπή» όχι καθαυτές αλλά κατά το μέτρο που οδηγούν σε ορισμένες «πράξεις ή ενέργειες». Αλλά και αυτές, με τη σειρά τους, δεν είναι αυτοτελώς κολάσιμες, αλλά (μόνο) εφόσον οδηγούν «σε διακρίσεις και μίσος». Μέσα σε
αυτό το αλλόκοτο και ομιχλώδες οδοιπορικό της ενοχής σε ποιο σημείο ακριβώς μπορεί άραγε να εντοπίσει κανείς το αληθινό αδίκημα;
Πιο συγκεκριμένα:
α) οι λέξεις «προκαλεί» και «διεγείρει» είναι από νοηματική άποψη εξαιρετικά αόριστες και για το λόγο αυτό επικίνδυνες. Ποιος θα σύρει τη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στον επιτρεπτό και τον ανεπίτρεπτο βαθμό της «πρόκλησης» και της «διέγερσης»;
β) Η ποινικοποίηση της «διάκρισης», δηλαδή της διαφορετικότητας και της διαφοροποίησης, ισοδυναμεί με απόρριψη της ίδιας της πολιτιστικής ταυτότητας και ιδιοπροσωπίας ενός λαού (στην προκειμένη περίπτωση του ελληνικού), οι οποίες είναι αλληλένδετες με την έννοια της διάκρισης. Είναι άραγε αυτό στις προθέσεις του νομοθέτη; Αν ναι, καλό θα ήταν να δηλωθεί expressis verbis. γ) Είναι καθαρός παραλογισμός να αποσκοπεί κανείς στην τιμωρία του «μίσους», που όμως, ως συναίσθημα, είναι ιδιαίτερα δύσκολο να διακριβωθεί και να σταθμιστεί και μάλιστα πριν ακόμη εκδηλωθεί!
Το συμπέρασμα είναι απλό: όταν έχουμε ξεκάθαρες και δρακόντειες ποινές που στοχεύουν αμφιλεγόμενα και απροσδιόριστα αδικήματα, τότε έχουμε αυτομάτως έναν εκκολαπτόμενο ολοκληρωτισμό, στον οποίο κυρίαρχο στοιχείο είναι η καθυπόταξη του πολίτη με τη μέθοδο του προληπτικού εκφοβισμού. Δε χρειάζεται να είναι κανείς όχι συνταγματολόγος αλλά ούτε καν νομικός για να αντιληφθεί ότι η παραπάνω διάταξη νομοτεχνικώς είναι διάτρητη και συνταγματικώς απαράδεκτη.
Β΄ Η ΣΥΓΧΥΣΗ ΤΗΣ ΑΙΤΙΑΣ ΜΕ ΤΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ
Ωστόσο, εκείνο που προέχει είναι να δούμε το θέμα από την αρχή και στην ουσία του.
Ας ξεκινήσουμε, λοιπόν, από τα εξής αυτονόητα:
1. Οι ειρηνικοί και φιλόξενοι Έλληνες, που πριν από μερικά χρόνια δεν ήξεραν καν τι θα πει «ρατσισμός», μήπως τρελάθηκαν απότομα;
Τι άλλαξε ξαφνικά, ώστε μέσα σε λίγα χρόνια να φουντώσει στην Ελλάδα ο δήθεν «ρατσισμός» και να χρειάζεται σήμερα ειδικός νόμος για την καταπολέμησή του; -- Η απάντηση είναι απλή καιπασίγνωστη:
· Άλλαξε το ότι η χώρα μας πλημμύρισε από λαθρομετανάστες, που σε πολλές γειτονιές της Αθήνας και άλλων πόλεων έχουν μετατρέψει την ειρηνική καθημερινότητά μας σε αληθινή κόλαση.
· Και, ακόμη, άλλαξε το ότι εμείς οι Έλληνες κινδυνεύουμε να καταντήσουμε μετανάστες στον ίδιο μας τον τόπο.
2. Κάθε λογικός άνθρωπος θα περίμενε να χαρακτηριστεί η λαθρομετανάστευση ο υπ’ αριθμόν ένα εθνικός κίνδυνος, που μας απειλεί άμεσα και από κοινωνική, και από οικονομική, και από δημογραφική, και από εθνολογική, και από πολιτιστική, και από υγειονομική άποψη. Αντί, όμως, για αυτό, καταβάλλεται προσπάθεια…να κρυφτεί το πρόβλημα «κάτω από το χαλί», ώστε να μη φαίνεται. Λες και θα πάψει έτσι να υπάρχει…
3. Είναι προφανές ότι κάποιοι --συνειδητά, εμπρόθετα και προσχεδιασμένα-- μπερδεύουν το αποτέλεσμα με το αίτιο.
· Αντί, λοιπόν, να διαπιστωθεί το πασιφανές και το αυτονόητο, ότι δηλαδή πηγή του κακού είναι η λαθρομετανάστευση, θεσπίζονται δρακόντειοι αντιρατσιστικοί νόμοι, που ποινικοποιούν τη διαμαρτυρία και την αγανάκτηση των γηγενών εξαιτίας της. Και τις ποινικοποιούν βαφτίζοντάς τες «ρατσισμό»!
· Αντί να υπάρξει συστράτευση, ώστε να επαναπροωθηθούν οι λαθρομετανάστες στους τόπους προέλευσής τους, ανακαλύπτεται ξαφνικά ότι για όλα φταίνε τα θύματα της λαθρομετανάστευσης, δηλαδή οι αναξιοπαθούντες Έλληνες.
· Και φταίνε, επειδή…είναι «ρατσιστές»!
4. Άρα με τον κυοφορούμενο «αντιρατσιστικό» νόμο το πρόβλημα λύνεται αυτομάτως, ή μάλλον καταργείται, με την έννοια ότι απαγορεύεται να υπάρχει! Για παράδειγμα:
· Διαμαρτύρονται οι Ελληνίδες και οι Έλληνες επειδή κλείνουν τα μαγαζιά τους και χάνουν τις δουλειές τους εξαιτίας του παραεμπορίου των λαθρομεταναστών; -- Φταίνε αυτοί που διαμαρτύρονται. Είναι «ρατσιστές», άρα πρέπει να τιμωρηθούν.
· Φωνάζουν οι Ελληνίδες και Έλληνες, επειδή οι συνοικίες τους έχουν «γκετοποιηθεί» και οι ίδιοι δε διανοούνται καν να ξεμυτίσουν από τα κλειδαμπαρωμένα σπίτια τους τα βράδια λόγω του ότι τρέμουν τα στίφη των λαθρομεταναστών; -- Φταίνε αυτοί που φωνάζουν. Είναι «ρατσιστές», άρα πρέπει να τιμωρηθούν.
· Αγανακτούν οι Ελληνίδες και οι Έλληνες, επειδή οι λαθρομετανάστες τούς κλέβουν και κάποτε τους βιάζουν και τους δολοφονούν; -- Φταίνε αυτοί που αγανακτούν. Είναι «ρατσιστές», άρα πρέπει να τιμωρηθούν!
· Κάνουν οι Ελληνίδες και οι Έλληνες καταγγελίες ότι οι συμμορίες των λαθρομεταναστών δρουν ασύδοτες, με αποτέλεσμα να έχει ανεβεί κατακόρυφα ο δείκτης της κοινωνικής παθογένειας (εγκληματικότητα, πορνεία, διακίνηση ναρκωτικών) και να υπάρχει στις πόλεις μας ένα διάχυτο κλίμα μιζέριας, νοσηρότητας, εξαθλίωσης και φόβου; -- Φταίνε αυτοί που καταγγέλλουν. Είναι «ρατσιστές», άρα πρέπει να τιμωρηθούν!
Γ΄ Η ΜΟΝΗ ΕΦΙΚΤΗ ΚΑΙ ΡΕΑΛΙΣΤΙΚΗ ΛΥΣΗ
5. Πρόκειται για ένα εκπληκτικό ρεσιτάλ παραλογισμού και στρουθοκαμηλισμού –αν όχι κακοπιστίας και υποκρισίας. Και εδώ γεννιέται το μεγάλο ερώτημα:
· Ως πότε θα κάνουμε ότι δεν καταλαβαίνουμε;
· Ως πότε θα παραμένουμε συνένοχοι με τη σιωπή μας;
6. Με Νόμους Ραγκούση, με «Υπατίες» και με «αντιρατσιστικά» νομοσχέδια ο (δήθεν) «ρατσισμός» των Ελλήνων δεν καταστέλλεται. Αντίθετα, γιγαντώνεται και θεριεύει.
Αξιότιμοι κκ. πολιτικοί ταγοί της χώρας, είναι λάθος να χτυπά κανείς το κεφάλι του στον τοίχο για να βρει διέξοδο την ώρα μάλιστα που η πόρτα δίπλα του είναι ορθάνοιχτη.
Επομένως, η λύση δεν μπορεί παρά να είναι μία και μόνο:
· Δρομολογήστε την άμεση επαναπροώθηση των λαθρομεταναστών στους τόπους της προέλευσής τους.
· Ποινικοποιήστε την άσκηση βίας αλλά και την υποκίνηση πράξεων βίας εναντίον των λαθρομεταναστών. Αυτό είναι και λογικό, και επιβεβλημένο, και σύμφωνο με τις αξίες του ανθρωπισμού και τις αρχές τις δημοκρατίας. Περιοριστείτε, όμως,αποκλειστικά και μόνο σ’ αυτό.
· Ταυτόχρονα, εξαιρέστε από την ποινικοποίηση την ελεύθερη έκφραση της διαμαρτυρίας και της αγανάκτησης των Ελλήνων, οι οποίοι υποφέρουν τα πάνδεινα εξαιτίας της λαθρομετανάστευσης. Είναι το μόνο που τους έχει απομείνει!
istorikathemata.com
το είδα
<<< Νόμος Γκεϊσό αλά ελληνικά;
Δίνουν το πρόβλημα, προσφέρουν και τη λύση… (BINTEO) >>>
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου