του Κώστα Θεριανού
«Έλεος μεν περί τον ανάξιον, φόβος δε περί τον όμοιον»
Με αυτή τη φράση περιγράφει ο Αριστοτέλης στην Ποιητική τα συναισθήματα που νοιώθουν κατά την παρακολούθηση μιας τραγωδίας οι θεατές, ανάλογα με την κοινωνική τάξη στην οποία ανήκουν. Οι πλούσιοι αισθάνονται λύπη για τα όσα συμβαίνουν στα πρόσωπα του έργου επί σκηνής. Όλα αυτά που βλέπουν απέχουν αρκετά από το να συμβούν στους ίδιους. Όσοι ανήκουν όμως στις κατώτερες κοινωνικές τάξεις αισθάνονται φόβο, διότι όλα όσα παθαίνουν οι πρωταγωνιστές του έργου μπορεί να τους συμβούν. Με την λογική αυτή θα επιχειρήσουμε να δείξουμε την σχέση ανάμεσα στο μνημόνιο και την μετανάστευση, όπως την ζουν και την αντιλαμβάνονται τα λαϊκά στρώματα της χώρας μας. Άλλωστε, στην πολιτική δεν έχει αποτελεσματικότητα το να ξεκινάει κάποιος από σωστές αναλύσεις και αρχές αν δεν μπορεί να παρέμβει στα βιώματα και τις ανάγκες του λαού προκειμένου να οικοδομήσει σε αυτά πολιτικές κινητοποιήσεις και κοινωνικές συμμαχίες.
Καταρχάς, να ξεκαθαρίσουμε ότι κανένα κοινωνικό φαινόμενο δεν υπάρχει απομονωμένο από τα άλλα. Αυτός είναι ένας μεταφυσικός και αντιδιαλεκτικός τρόπος προσέγγισης των πραγμάτων. Η «αλήθεια βρίσκεται στον Όλον» έλεγε ο Χέγκελ. Αντίστοιχα και η μετανάστευση δεν υπάρχει μόνη της. Υπάρχει σε σχέση με την κατάσταση της οικονομίας, των κοινωνικών υποδομών και την αναλογία ημεδαπού και αλλοδαπού πληθυσμού. Η μετανάστευση προκαλείται και υπάρχει χωρίς ουσιαστικές τριβές όταν επιλύει αντιφάσεις τόσο στην χώρα προέλευσης όσο και στην χώρα υποδοχής. Η χώρα προέλευσης εγκαταλείπεται από το πλεονάζον εργατικό δυναμικό της και η χώρα υποδοχής κερδίζει από το εισρέον εργατικό δυναμικό, καθώς έχει ελλείψεις σε συγκεκριμένους κλάδους. Αυτό εξηγεί γιατί η
μετανάστευση δεν επιφέρει αναγκαστικά και άνοδο της άκρας δεξιάς. Μεταπολεμικά, έχουν υπάρξει πολλά και μεγάλα μεταναστευτικά ρεύματα, χωρίς να αυξηθούν τα ποσοστά της άκρας δεξιάς. Αυτό συνέβηκε τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες όπου η μετανάστευση ήταν σχεδιασμένη και οι μετανάστες πήγαιναν να εργασθούν σε συγκεκριμένες θέσεις εργασίας στις χώρες υποδοχής. Και σε κάθε περίπτωση υπήρχαν πολιτικές «αναλογίας» ημεδαπού και αλλοδαπού πληθυσμού. Η Γερμανία έφτασε στο απόγειο της βιομηχανικής της ανάπτυξης να μην έχει πάνω από 3,5% μεταναστών σε σχέση με τον ημεδαπό πληθυσμό. 3,5% οι οποίοι είχαν εργασία, στέγη, εκπαίδευση και που στην πλειονότητα τους εργάζονταν υπό την αυστηρή επίβλεψη των γερμανικών συνδικάτων ώστε να περιορίζονται φαινόμενα χρησιμοποίησης της μεταναστευτικής εργασίας από το κεφάλαιο προκειμένου να ρευστοποιηθούν και να ακυρωθούν τα δικαιώματα των Γερμανών εργαζομένων. Αλλά και στην Ελλάδα το μεγάλο ρεύμα της δεκαετίας του ’90 δεν έφερε έκρηξη του ρατσισμού, γιατί οι μετανάστες έβρισκαν θέσεις εργασίας, ήταν λευκοί και ήταν πολιτισμικά κοντά με τον ελληνικό πληθυσμό. Η μαζική, ανεξέλεκτη μετανάστευση των τριών τελευταίων ετών ανέτρεψε όλες αυτές τις, προφανώς εκμεταλλευτικές, ισορροπίες.
μετανάστευση δεν επιφέρει αναγκαστικά και άνοδο της άκρας δεξιάς. Μεταπολεμικά, έχουν υπάρξει πολλά και μεγάλα μεταναστευτικά ρεύματα, χωρίς να αυξηθούν τα ποσοστά της άκρας δεξιάς. Αυτό συνέβηκε τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες όπου η μετανάστευση ήταν σχεδιασμένη και οι μετανάστες πήγαιναν να εργασθούν σε συγκεκριμένες θέσεις εργασίας στις χώρες υποδοχής. Και σε κάθε περίπτωση υπήρχαν πολιτικές «αναλογίας» ημεδαπού και αλλοδαπού πληθυσμού. Η Γερμανία έφτασε στο απόγειο της βιομηχανικής της ανάπτυξης να μην έχει πάνω από 3,5% μεταναστών σε σχέση με τον ημεδαπό πληθυσμό. 3,5% οι οποίοι είχαν εργασία, στέγη, εκπαίδευση και που στην πλειονότητα τους εργάζονταν υπό την αυστηρή επίβλεψη των γερμανικών συνδικάτων ώστε να περιορίζονται φαινόμενα χρησιμοποίησης της μεταναστευτικής εργασίας από το κεφάλαιο προκειμένου να ρευστοποιηθούν και να ακυρωθούν τα δικαιώματα των Γερμανών εργαζομένων. Αλλά και στην Ελλάδα το μεγάλο ρεύμα της δεκαετίας του ’90 δεν έφερε έκρηξη του ρατσισμού, γιατί οι μετανάστες έβρισκαν θέσεις εργασίας, ήταν λευκοί και ήταν πολιτισμικά κοντά με τον ελληνικό πληθυσμό. Η μαζική, ανεξέλεκτη μετανάστευση των τριών τελευταίων ετών ανέτρεψε όλες αυτές τις, προφανώς εκμεταλλευτικές, ισορροπίες.
Ας έρθουμε στο κρίσιμο ζήτημα του πως αναπαριστούν τα λαϊκά στρώματα την σχέση της μετανάστευσης με το μνημόνιο. Για τα μεσαία στρώματα το μνημόνιο είναι μια συμφορά, καθώς τα φτωχοποιεί ακυρώνοντας με βίαιο και οδυνηρό τρόπο προσδοκίες και αναπαραστάσεις ζωής. Όμως, για τα λαϊκά στρώματα δίπλα στο μνημόνιο στέκεται ένα εξίσου με το μνημόνιο σημαντικό ζήτημα: η ανεξέλεγκτη, μαζική και παράνομη μετανάστευση με όλα τα προβλήματα που επιφέρει. Το μνημόνιο είναι για τα λαϊκά στρώματα μια καταστροφή. Σαν καταστροφή, όμως, αντίστοιχου μεγέθους βιώνουν και την μαζική παράνομη μετανάστευση. Ή δεν έχει καμία σχέση με τις λαϊκές γειτονιές ή προσποιείται ότι δεν βλέπει ή είναι ιδεοληπτικά τυφλός/ή όποιος/ -α δεν θέλει να αναγνωρίσει την σχέση μαζικής και παράνομης μετανάστευσης με την δραματική υποβάθμιση της ζωής των λαϊκών στρωμάτων.
Τα λαϊκά στρώματα είναι αυτά που δέχονται το κοινωνικό ντάμπιγκ, που βλέπουν τις γειτονιές τους να γίνονται ανασφαλείς και να διαλύονται, που αισθάνονται ότι το παιδί τους θα μείνει πίσω φοιτώντας σε μια τάξη όπου η συντριπτική πλειονότητα των συμμαθητών/ -τριών δεν μιλάει επαρκώς την ελληνική γλώσσα. Θα απαντήσει κάποιος: όλα αυτά μπορούν να αντιμετωπισθούν μόνο με κράτος πρόνοιας, ειδικά αντισταθμιστικά εκπαιδευτικά προγράμματα κ.λπ. Δεν αντιλέγει κανείς. Όμως, όλα αυτά είναι γενικά και μακρινά. Σε τελική ανάλυση, κανείς σοβαρός αριστερός δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι ακόμη και αν η αριστερά πάρει την κυβέρνηση στην χώρα μας όλα αυτά θα υλοποιηθούν σε άμεσο χρονικό ορίζοντα. Μπορεί και να αργήσουν… ενώ το πρόβλημα όχι μόνο θα παραμένει, αλλά μπορεί και να μεγαλώνει (άλλωστε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ «υποσχέθηκε» προεκλογικά στα λαϊκά στρώματα επανένωση των οικογενειών όλων των μεταναστών!). Αλλά μπαίνει και ένα δεύτερο ζήτημα: μπορεί η Ελλάδα να εξασφαλίσει κοινωνικές δομές και αντισταθμιστικά εκπαιδευτικά προγράμματα σε όλους τους δυστυχείς του πλανήτη ακόμη και αν η ίδια από μόνη της έχει μετασχηματιστεί… σε «βαθιά» κομμουνιστική χώρα. Και ένα τρίτο: μια χώρα που παρέχει κοινωνικές υποδομές σε όποιον/ -α περνάει τα σύνορα της δεν γίνεται αυτομάτως πόλος έλξης των απανταχού της γης των κολασμένων; Μπορεί μια μικρή χώρα όπως η Ελλάδα να τα διαχειριστεί όλα αυτά;
Το πρόβλημα στις γειτονιές του κέντρου της Αθήνας ξεκίνησε το φθινόπωρο του 2008. Τα συνθήματα «να τους πάρετε σπίτι σας», «να φέρετε στα σχολεία μας τα παιδιά σας» δεν διατυπώθηκαν από την Χρυσή Αυγή, η οποία τότε ήταν ένα θλιβερό γκρουπούσκουλο. Τα φώναζαν οι απελπισμένοι κάτοικοι του Αγίου Παντελεήμονα ως απάντηση στα «αντιρατσιστικά» συλλαλητήρια ανθρώπων που δεν έμεναν στην γειτονιά και πήγαιναν εκεί για να τους «μαλώσουν» που δεν θέλουν τους ξένους. Φυσικά, κανείς από τους διαδηλωτές δεν πήρε ποτέ κανέναν παράνομο μετανάστη σπίτι του και κανείς δεν μας έκανε την τιμή να φέρει το παιδί του στα σχολεία της γειτονιάς. Μετά, τα συνθήματα αυτά τα υιοθέτησε η Χρυσή Αυγή που ανακάλυψε το «αρχιμήδειο σημείο» για να «κουνήσει» σύντομα όλη την Ελλάδα. Γνώρισε γοργή μαζικοποίηση, καπηλευόμενη ένα πρόβλημα που η αριστερά αρνούταν να δει. Πρώτη επιτυχία: δημοτικό σύμβουλιο της Αθήνας και ταυτόχρονη λαϊκή και θεσμική νομιμοποίηση. Δεύτερη επιτυχία: εκλογές του 2012 – είσοδος στην Βουλή.
Γνωρίζω ότι πολλοί που θα διαβάσουν αυτές τις γραμμές θα χαρακτηρίσουν τον γράφοντα «εθνικιστή», «φασίστα», «χρυσαυγίτη» κ.λπ. Δεν έχει νόημα να απαντήσω με χαρακτηρισμούς. Θα απαντήσω με τα λόγια του Μάο από το Κόκκινο Βιβλιαράκι: «να ξεκινάτε να κάνετε πολιτική από τις ανάγκες του λαού και όχι από τις δικές σας ανάγκες»… Ήρθε η ώρα να διαχωριστεί η ανάγκη και το πρόβλημα από την ανάγκη της αυτοϊκανοποίησης της ιδεοληψίας…
το είδα
<<< "Επαναστατώντας" δια εκπροσώπων
Η δήθεν «καταδικαστική» απόφαση της Ελλάδος από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για το ζήτημα του θρησκευτικού όρκου >>>
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου