H πορεία της κατασκευής του ρωσικού αγωγού South Stream, με τα δεκάδες εμπόδια και μεταπτώσεις, συμπίπτει χρονολογικά (και όχι τυχαία) με την έναρξη και την περιδίνιση της Ελλάδας σε μια πλαστή κρίση δανεισμού. Υπό την έννοια αυτή, το άρθρο αυτό του Ρώσου γεωπολιτικού αναλυτή, Pyotr Iskenderov, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Του Pyotr Iskenderov
Strategic Culture Foundation
17 Ιουλίου 2012
Ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, επιβεβαίωσε στην πρόσφατη σύνοδο κορυφής ΕΕ-Ρωσίας ότι η κατασκευή του αγωγού φυσικού αερίου South Stream θα ξεκινήσει στα τέλη του 2013 και προβλέπεται ότι σε 1,5 – 2 χρόνια το έργο της σύνδεσης των προβλεπόμενων υποδομών θα έχει αποπερατωθεί [1]. Ανέφερε επίσης ότι το έργο ουσιαστικά τέθηκε σε λειτουργία ξανά το προηγούμενο έτος, όταν η Τουρκία συμφώνησε στην κατασκευή του υποθαλάσσιου τμήματος του αγωγού στα τουρκικά χωρικά ύδατα της Μαύρης Θάλασσας [2]. Σήμερα, η προβλεπόμενη χωρητικότητα του South Stream έχει οριστεί σε 63 δισ. κυβικά μέτρα ετησίως και το κόστος του εκτιμάται στα 15,5 δισ. ευρώ.
Το έργο του αγωγού South Stream, μαζί με αυτό του
δίδυμου αγωγού του, του North Stream, αποτελεί το κλειδί της στρατηγικής της Ρωσίας για τη διατήρηση του απόλυτα ασφαλούς ενεργειακού εφοδιασμού της Ευρώπης, με ζητούμενο την θωράκιση των ρωσικών εξαγωγών φυσικού αερίου από τους κινδύνους που τυχόν θα δημιουργηθούν λόγω μεταστροφών των πολιτικών στις χώρες διέλευσης. Τα τελευταία χρόνια, η αμέλεια έναντι των υποχρεώσεων που αφορούσαν τη διέλευση και προπάντων η παράνομη εκτροπή και κλοπή φυσικού αερίου από την Ουκρανία και τη Λευκορωσία, είχαν ως αποτέλεσμα να παρατηρηθεί περιστασιακή μείωση στα ενεργειακά αποθέματα της Ευρώπης, ένα πρόβλημα που ποτέ δεν θα προκύψει ξανά στο μέλλον, εάν και οι δύο αγωγοί, Νorth Stream και South Stream, τεθούν σε λειτουργία. Oι αγωγοί έχουν ως στόχο τον συνδυασμό σε ένα ολοκληρωμένο δίκτυο παροχής ενέργειας, γεγονός που θα εξασφαλίσει για την Ευρώπη μια σταθερότητα ροής τέτοια ώστε να μην επηρεάζεται από την ασυνέπεια πολιτικών επιλογών όπως αυτών του Κιέβου και του Μινσκ.
Από γεωγραφική άποψη, ο South Stream είναι η μεγαλύτερη από τις δύο αυτές υποδομές, αλλά παρ’ όλα αυτά για τον σχεδιασμό του χρειάστηκαν μόνο 5 περίπου χρόνια, παρά τις επαναλαμβανόμενες γεωπολιτικές επιπλοκές. Το έργο ξεκίνησε όταν, τον Ιούνιο του 2007, ο διευθύνων σύμβουλος της Gazprom και ο διευθύνων σύμβουλος της Ιταλικής ENI, Paolo Scaroni, υπέγραψαν σχετική συμφωνία στη Ρώμη [3]. Η συμφωνία με την οποία η Βουλγαρία προσχώρησε στο σχέδιο επικυρώθηκε τον Ιούλιο του 2008. H συμφωνία με τη Σερβία, έναν άλλο σημαντικό εταίρο του South Stream, επιτεύχθηκε το 2006, όταν η ρωσική Gazprom και η σερβική Srbijagas, το μονοπώλιο της βαλκανικής αυτής χώρας στο φυσικό αέριο, υπέγραψαν συμφωνία για τη διεξαγωγή μελέτης σκοπιμότητας για την κατασκευή του τμήματος του αγωγού που θα εκτεινόταν σε ολόκληρη τη χώρα μέχρι τα βουλγαρικά σύνορα. Η επόμενη φάση άρχισε τον Ιανουάριο του 2008, όταν η Μόσχα και το Βελιγράδι επικύρωσαν μια μεγάλη δέσμη διακρατικών συμφωνιών συνεργασίας στον τομέα της ενέργειας, μια από τις οποίες αφορούσε στην κατασκευή ενός μέρους του South Stream, που θα περνούσε μέσα από τη Σερβία. Το τμήμα του αγωγού με αφετηρία τη Βουλγαρία θα διέσχιζε τη Σερβία και την Ουγγαρία, και στο Baumgarten θα συνδεόταν με το έργο του αγωγού φυσικού αερίου της Αυστρίας. Στην πραγματικότητα, η Ρωσία διαθέτει ένα Σχέδιο Β’ το οποίο θα εφαρμόσει σε περίπτωση που η αρχική ρύθμιση δεν υλοποιηθεί, λόγω πιθανών πολιτικών αναταράξεων στις χώρες διέλευσης: να διοχετεύεται ρωσικό φυσικό αέριο στο Arnolstein της Αυστρίας μέσω της Κροατίας και της Σλοβενίας. Η εταιρεία MOL της Ουγγαρίας προσέφερε στην Gazprom μια εναλλακτική διαδρομή, που θα χρησιμοποιηθεί σε περίπτωση που η Αυστρία τυχόν αποχωρήσει από το σχέδιο: το κέντρο διανομής φυσικού αερίου στη θέση Varosfeld της Ουγγαρίας θα μπορεί να χρησιμεύσει ως προορισμός του αγωγού [4].
Οι μεταγενέστερες εξελίξεις απέδειξαν ότι η διατήρηση διάφορων εναλλακτικών σχεδίων στο τραπέζι ήταν μια προνοητική κίνηση. Και αυτό διότι, από την αρχή, ο South Stream έγινε στόχος έντονων γεωπολιτικών παιχνιδιών, που κατευθύνθηκαν από τις Βρυξέλλες και την Ουάσιγκτον, των οποίων η “ανάγνωση” της ενεργειακής ασφάλειας κυριαρχείται από ανησυχίες σχετικά με την προβαλλόμενη υπερβολική εξάρτηση από τη Ρωσία. Για να μειώσει την εξάρτηση της ΕΕ από τη Μόσχα, το 2003 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιδότησε μια έρευνα για να εξετάσει τη σκοπιμότητα της κατασκευής του αμερικανοϊσραηλινών συμφερόντων αγωγού Nabucco. Το 2009 στην Βουδαπέστη συγκλήθηκε ολόκληρη σύνοδος κορυφής, αφιερωμένη στο έργο του αγωγού Νabucco, προκείμένου να εκθειαστεί η βιωσιμότητα και ο καινοτόμος χαρακτήρας του, που υποτίθεται θα παρείχε άμεση σύνδεση μεταξύ της Κασπίας και των προμηθευτών ενέργειας της Μέσης Ανατολής από τη μία πλευρά, και τους αγοραστές από την ΕΕ , την Τουρκία και τη Γεωργία από την άλλη [5].
Μέσα σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα αποδείχθηκε ότι οι παραπάνω στόχοι απείχαν πολύ από την εμπειρική πραγματικότητα, η οποία έδειξε ότι ο Nabucco παρουσίαζε σοβαρά προβλήματα που τον έκαναν μη βιώσιμο. Όπως επεσήμανε και μια μελέτη που δημοσίευσαν οι New York Times, η μόνη πιθανή πηγή πόρων για το έργο προέρχονταν από το Αζερμπαϊτζάν, προσφορά που κάλυπτε λιγότερο από το 12% των προβλεπόμενων δαπανών για την κατασκευή του αγωγού. Αντίθετα, και ενώ ακόμη δεν έχει ολοκληρωθεί το έργο του South Stream, οι προμήθειες ρωσικού φυσικού αερίου ήδη καλύπτουν πάνω από το 1/3 των ενεργειακών αναγκών της Ευρώπης [6]. Οι προοπτικές για τον αγωγό Nabucco συρρικνώνονται ακόμα περισσότερο, αν λάβει κανείς υπ’ όψιν το γεγονός ότι Ρωσία και Αζερμπαϊτζάν συζητούν αυτή τη στιγμή την πώληση φυσικού αερίου από το Αζερμπαϊτζάν στη Ρωσία. Σε μια προσπάθεια να σώσουν από βέβαιο ναυάγιο τα ενεργειακά τους σχέδια, οι Βρυξέλλες έφτασαν στο σημείο να βάλουν στο μάτι τα ενεργειακά κοιτάσματα του Ιράκ και του Ιράν, παρ’ όλο που οι πολιτικοί κίνδυνοι είναι σαφώς απαγορευτικοί.
Η ΕΕ χρησιμοποιεί όση πολιτική επιρροή διαθέτει για να σαμποτάρει την πρωτοβουλία της Ρωσίας. Κάνοντας χρήση διαπλοκής, οι Βρυξέλλες ανάγκασαν την Αυστρία να αποχωρήσει από την συμφωνία για τον South Stream. Η Αυστρία προφασίστηκε τη ζοφερή κατάσταση των ενεργειακών σχέσεων μεταξύ ΕΕ και Μόσχας και τους υποτιθέμενους κινδύνους σύζευξης της Gazprom με την Baumgarten. Η Ρωσία αμέσως κατάστρωσε νέο σχέδιο, που περιελάμβανε το πέρασμα του αγωγού από το Τρεβίζο της Ιταλίας και η Gazprom υπέγραψε συμφωνία διέλευσης με την κυβέρνηση της Σλοβενίας. Ένα παρόμοιο σενάριο εκτυλίχθηκε όταν οι Ούγγροι προφασίστηκαν ότι είχαν πρόβλημα με την καθυστέρηση της μελέτης σκοπιμότητας για το τμήμα αγωγού που θα περνούσε από τη χώρα τους. Αμέσως μετά η Κροατία εξέφρασε ενδιαφέρον να συμμετάσχει στο σχέδιο. Πηγές της Gazprom αναφέρουν ότι οι διαπραγματεύσεις με το Ζάγκρεμπ σημειώνουν πρόοδο και το ενδιαφέρον της Σλοβενίας είναι πέρα από κάθε αμφισβήτηση [7]. Αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα ότι η Ουγγαρία θα αποκλειστεί, αφού οι προθεσμίες για τις συμφωνίες δεν έχουν εκπνεύσει και οι δυσκολίες που παρουσιάστηκαν έχουν μάλλον υπερεκτιμηθεί [8]. Όσον αφορά τη Βουλγαρία, το 2011 η κυβέρνηση Μπορίσοφ, εξέφρασε ορισμένες επιφυλάξεις σχετικά με το έργο, αλλά φέτος τον Ιούνιο η υφυπουργός οικονομίας, ενέργειας και τουρισμού της Βουλγαρίας, Εβγκένια Χαριτόνοφ, επανέλαβε τις αρχικές δεσμεύσεις της χώρας [9]. Η αλλαγή στάσης ίσως οφείλεται στις προειδοποιήσεις της Gazprom ότι ο ρόλος της Βουλγαρίας στο πρόγραμμα θα πρέπει να δοθεί στη Ρουμανία. Είναι γνωστό ότι μεταξύ των δύο χωρών υπάρχει μια διαχρονική περιφερειακή αντιπαλότητα. Συνοπτικά, θα λέγαμε ότι η διαδρομή του South Stream στην σημερινή της εκδοχή ξεκινάει από το λιμάνι της Βάρνας στη Βουλγαρία και περνάει μέσα από την Ιταλία και τη Σερβία για να καταλήξει ή στην Ουγγαρία ή στην Κροατία.
Εν τω μεταξύ, ομάδα εμπειρογνωμόνων της ΕΕ ανακοίνωσε ότι η εκτίμηση του κόστους για τον αγωγό Nabucco, άρχισε να αναρριχάται από το λογικό ποσό των 8 δισ. ευρώ σε τουλάχιστον 14 δισ. Με βάση τις εκθέσεις, τα μέσα ενημέρωσης άρχισαν να υποψιάζονται ότι οι Βρυξέλλες είναι έτοιμες να αποχαιρετίσουν το έργο, αλλά μέχρι στιγμής δεν νιώθουν έτοιμες να βγουν και να πουν όλη την αλήθεια. Η εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Μαρλένε Χόλτσνερ, ανακοίνωσε ότι η κοινοπραξία του έργου – που αποτελείται από την BP, την SOCAR του Αζερμπαϊτζάν, τη νορβηγική Statoil, την αυστριακή OMV, την FGSZ της Ουγγαρίας, την Bulgargaz Βουλγαρίας, την ρουμανική Transgaz, την τουρκική Botas και τη γερμανική RWE – θα παρουσιάσει την τελική απόφασή της μέχρι το τέλος αυτού του Ιουνίου. Αξίζει να σημειωθεί ότι η ουγγρική MOL, η οποία είναι ιδιοκτήτης της FGSZ έχει ήδη στείλει μήνυμα ότι ευχαρίστως θα απαλλαγεί από το μερίδιό της στο έργο, προφασιζόμενη ότι η διαθεσιμότητα των απαραίτητων προμηθειών και επενδύσεων παραμένει ακαθόριστη για χρόνια [10].
Μοιάζει αρκετά βέβαιο ότι ο Nabucco με τη σημερινή μορφή του δεν έχει καμμία ελπίδα. Ακόμη και η BP, μια βαρέων βαρών πολυεθνική που συμμετέχει στην κοινοπραξία, έχει αρχίσει να μιλάει διστακτικά για το μέλλον του έργου. Η δήλωση του διευθύνοντα συμβούλου της BP, Ζαν Κοέν, ότι η κοινοπραξία που ανέλαβε το Shah Deniz στο Αζερμπαϊτζάν δεν πιστεύει πλέον ότι ο αγωγός Νabucco θα είναι η τελική επιλογή για την διαμετακομιστική οδό του φυσικού αερίου, μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το ύψος των πόρων που απαιτούνται για να στηριχθεί το έργο του αγωγού Nabucco ισούται ακριβώς με μηδέν.
Αναμφίβολα, ο ενεργειακός πόλεμος δεν έχει φτάσει στο τέλος του, αφού οι ΗΠΑ σαφώς δεν προτίθενται να παραδώσουν τα όπλα. Από το 1945, το Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ είχε περιγράψει τις ενεργειακές πηγές ως το κορυφαίο τρόπαια της εκάστοτε κοσμοκρατορίας, και η διατήρηση του ελέγχου των πηγών αυτών εξακολουθεί να φιγουράρει σταθερά σε υψηλή θέση στην ατζέντα της Ουάσιγκτον.[11] Για πρώτη φορά στην μεταψυχροπολεμική εποχή, μέσω της επίσημης αναφοράς για τον κρατικό προϋπολογισμό του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ για το έτος 2012, ζητήθηκε επίσημα ο περιορισμός της αυξανόμενης επιρροής της Ρωσίας στην ενεργειακή αγορά και, σύμφωνα με τους στόχους, ζητήθηκε επίσης να εμποδιστεί η οποιαδήποτε σύναψη ενεργειακής συμφωνίας μεταξύ Ρωσίας και ΕΕ. Στο έγγραφο αναφέρεται, μεταξύ άλλων προτεραιοτήτων των ΗΠΑ, η κατασκευή αγωγών που θα παρακάμπτουν τη Ρωσία και θα συνδέουν την Κασπία και την Κεντρική Ασία με τη Δυτική Ευρώπη, ενώ συγχρόνως θα παρεμποδίζεται η υλοποίηση των σχεδίων της Μόσχας με στόχο την μεταφορά ενέργειας στα Βαλκάνια [12]. Θα πρέπει να ληφθεί υπ’ όψιν ότι στο ιστορικό των επιδιώξεων των ενεργειακών συμφερόντων της Ουάσιγκτον σε παγκόσμια κλίμακα περιλαμβάνονται και οι στρατιωτικές επιχειρήσεις στο Ιράκ και τη Λιβύη.
Ως παράλληλη διαδικασία, οι μακιαβελλικοί αρχιτέκτονες της Νέας Τάξης Πραγμάτων στις Βρυξέλλες και την Ουάσιγκτον κατά πάσα πιθανότητα θα αντιδράσουν στις τρέχουσες τάσεις ανταγωνισμού μεταξύ των έργων South Stream και Nabucco, κάνοντας νέο άνοιγμα προς το Αζερμπαϊτζάν. Ο Ζμπίγκνιου Μπρεζίνσκι τόνισε κάποτε τη σημασία του Αζερμπαϊτζάν ως πλουτοπαραγωγικής χώρας και σημαντικής από στρατηγική άποψη περιοχής όσον αφορά την πρόσβαση των ισχυρών και τις ενεργοβόρων οικονομιών στους πόρους της Κεντρικής Ασίας [13]. Η αυξημένη δραστηριότητα της Δύσης για σύναψη σχέσεων με το Αζερμπαϊτζάν θα έχει σημαντικές επιπτώσεις στην αμφισβητήσιμη περιοχή του Καραμπάχ, είναι πιθανόν να επηρεάσει τις σχέσεις της ΕΕ με την Τουρκία, και θα έχει σίγουρα γεωπολιτικές επιπτώσεις σε μια ολόκληρη περιοχή μεγάλης στρατηγικής σημασίας για τη Ρωσία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου